Τα πρόσφατα χρόνια έχουν σημαδευτεί από κύματα πολιτικών και κοινωνικών κινητοποιήσεων που έχουν βρει διαφορετικές καταλήξεις. Στο Μάγκρεμπ και στην Μέση Ανατολή, μέσα από τα κύματα της Αραβικής Άνοιξης, αν και αυτά δεν έχουν εξαντληθεί, έχουν αντιμετωπίσει ένα συνδυασμό από αντιδραστικές δυνάμεις… Στη Λατινική Αμερική, έχουμε φτάσει σε ένα νέο κύκλο ύστερα από την ήττα του ΒενεζολάνικουPSUV στις εκλογές. Στην Ευρώπη, ύστερα από την αναδίπλωση του Τσίπρα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ακολούθησε τη δυναμική που άνοιξε από την εκλογή του ή από το μαζικό ΌΧΙ στην ψηφοφορία του Ιουλίου του 2015.
Το 2008, η πτώχευση της LehmanBrothers πυροδότησε μια παγκόσμια οικονομική κρίση που προκάλεσε επιμέρους κρίσεις, ειδικά την ισχυρή κρίση χρέους στην Ευρώπη. Προκάλεσε νέες κοινωνικές επιθέσεις επιπρόσθετα στις αναταρραχές που προκλήθηκαν από την πολιτική, οικονομική και κοινωνική αναδιοργάνωση που ακολούθησε το 1989 και τη νέα φάση της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης.
Αυτό το κείμενο έχει ως στόχο να παρέχει μια περιληπτική ανάλυση των κοινωνικών αλλαγών που συμβαίνουν σε αυτό το πλαίσιο και τις δυνατότητες και εμπειρίες των αγώνων των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων στις εξελίξεις στις κοινωνικές, κινηματικές και πολιτικές αντιστάσεις.
Το ερώτημα που αντιμετωπίζουμε είναι η πραγματικότητα των σχέσεων εξουσίας μεταξύ τάξεων διεθνώς. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αναλύσουμε:
· Την κοινωνική πραγματικότητα των εργαζόμενων και των υπολοίπων καταπιεσμένων τάξεων που έχουν αντιμετωπίσει πολλές αλλαγές τα τελευταία τριάντα χρόνια, με την παγκοσμιοποίηση και την παγκόσμια ανάμιξη της Ρωσίας και της Κίνας σε ένα παγκόσμιο καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα.
· Την οργανωμένη δύναμη του εργατικού κινήματος και των κοινωνικών κινημάτων που αντιμάχονται την εκμετάλλευση και την καταπίεση συνολικά, οι οποίες έχουν υποβληθεί σε πολλές αναταράξεις σε διάφορα επίπεδα. Η εξαφάνιση της ΕΣΣΔ και το τέλος του ανταγωνισμού μεταξύ ΕΣΣΔ και Κίνας για τη «σοσιαλιστική» ηγεμονία πάνω στα κινήματα αντιιμπεριαλιστικής αντίστασης έχουνε σε μεγάλο βαθμό αλλάξει την πολιτική γεωγραφία σε αυτό που λέγεται «οι τρεις τομείς της παγκόσμιας επανάστασης». Αλλά τώρα ποιά είναι η πραγματική δύναμη του καθενός από τα κινήματα της πάλης που οργανώνει τους εκμεταλλευόμενους και καταπιεσμένους σε αυτούς τους τομείς;
· Τα νέα πεδία ριζοσπαστικοποίησης τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ειδικά όσον αφορά τις νεότερες γενιές. Αν και το κίνημα παγκόσμιας δικαιοσύνης (globaljustice) είναι πιο αδύναμο τώρα παρά στην αρχή του αιώνα, το ερώτημα της παγκόσμιας δικαιοσύνης, η ανάγκη να πολεμήσουμε τη δύναμη των τραπεζών, τους μεγάλους διεθνής οργανισμούς και τους θεσμούς παραμένει ένας ισχυρός παράγοντας ριζοσπαστικοποίησης. Υπάρχει μια καθαρή σύνδεση ανάμεσα στην κοινωνική δικαιοσύνη, τη δίκαιη δουλειά στα εργοστάσια, το δικαίωμα των φτωχών χωρικών να καλλιεργήσουν τον αγρό τους, και των περιβαλλοντικών ζητημάτων. Μπορούμε ακόμη να δούμε, υπό το πλαίσιο της κοινωνικής αλλαγής και των άχρηστων μεγάλων πρότζεκτ, τη διάθεση να ασκηθεί δημοκρατικός έλεγχος πάνω στις μεγάλες αποφάσεις και εναντίον του επαγγελματικού συστήματος εξουσίας με πολλούς μη ελεγχόμενους πολιτικούς. Η χειραφετητική επιθυμία για ζωή χωρίς βία και η επιβολή άδικων νόμων δίνει μια ισχυρή ώθηση στις ΛΟΑΤ και τις φεμινιστικές κινητοποιήσεις. Αυτή είναι επίσης η περίπτωση των αγώνων ενάντια στις ρατσιστικές διακρίσεις και βίαιες πράξεις για να μπει ένα τέλος στην κληρονομιά των αποικιοκρατικών και δουλοκτητικών κοινωνιών.Τέλος, μπορούμε να παρατηρήσουμε τη δύναμη της νέας τεχνολογίας, του ίντερνετ και των τηλεπικοινωνιών, ειδικά των κοινωνικών δικτύων, ως έναν οργανωτή διαδηλώσεων, ως ένα μέσο πληροφόρησης και κινητοποίησης ανά τον κόσμο.
· Τη δυνατότητα, πάνω και πέρα από τα αιτήματα για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη,να παρέχουμε πολιτική συνοχή στους αγώνες, να τους ενοποιήσουμε σε έναν παγκόσμιο αγώνα ενάντια στο σύστημα σε μια περίοδο δεν υπάρχει πια «ένα διεθνές εργατικό κίνημα». Το να αρνούμαστε τις επιπτώσεις των καπιταλιστικών πολιτικών δεν προκαλεί αυτόματα αντικαπιταλιστικές συνειδήσεις. Η κοινωνική ταυτότητα των εργαζομένων δεν δημιουργεί ταξική ταυτότητα ως τέτοια. Ποια είναι η δυνατότητα να συμπεριλάβουμε αυτούς τους αγώνες σε ένα στρατηγικό πολιτικό πρόγραμμα ριζοσπαστικής αμφισβήτησης της καπιταλιστικής κοινωνίας, των καταπιέσεων που έχει δημιουργήσει ή αναδομήσει; Σε αυτό το πλαίσιο, πως μπορούμε να αξιολογήσουμε το κίνημα για παγκόσμια δικαιοσύνη (globaljustice)και τα διάφορα διεθνή δίκτυα που έχουν προσπαθήσει να συντονίσουν τους αγώνες σε διαφορετικούς τομείς; Τελικά ποια είναι η δύναμη και η κατεύθυνση που ακολουθούν τα πολιτικά ρεύματα σε αυτά τα κινήματα αντίστασης, είτε αυτά αυτοπροσδιορίζονται ως δημοκρατικά, είτε ως αντικαπιταλιστικά είτε ως επαναστατικά σε εθνικό, τοπικό ή διεθνές επίπεδο;
I. Μερικά αναλυτικά στοιχεία
1/Ποια είναι η εξέλιξη της κατάστασης της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων διεθνώς;
Αρκετά σημαντικά φαινόμενα πρέπει να σημειωθούν. Η παγκοσμιοποίηση έχει επιταχύνει τη βιομηχανική και την οικονομική ανάπτυξη σε μια σειρά από χώρες(Ινδία, Κίνα, Τουρκία, Μεξικό,..) ένα φαινόμενο που θα πρέπει λογικά να συνεχιστεί και να διαφοροποιηθεί.
Αυτό οδηγεί σε 2 σημαντικά φαινόμενα στις λεγόμενες«αναδυόμενες» χώρες: αστική συγκέντρωση, αύξηση των μισθωτών σε μεγαλύτερο ποσοστό απ’ αυτό του πληθυσμού(75% αύξηση ανάμεσα στο 1992 και το 2012 με 30% αύξηση του πληθυσμού). Προφανώς, αυτό αντιστοιχεί στηδημιουργίανέων κέντρων οικονομικής ανάπτυξης. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο είναι η σχετική ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών σε σύγκριση με τη μεταποίηση, σε συνδυασμό με την προλεταριοποίηση πολλών θέσεων εργασίας που προηγουμένως αντιμετπίζονταν ως «επαγγλεματικές» όπως η διδασκαλία ή η υγειονομική περίθαλψη, με αποτέλεσμα αυτές οι ομάδες να είναι όλο και πιο πιθανό να συμμετάσχουν σε εργατικές κινητοποιήσεις για να υπερασπιστούν τις συνθήκες ενάντια στα αυξανόμενα φαινόμενα παγώματος πληρωμών, ιδιωτικοποιήσεων και άλλων επιθέσεων.
Αλλά πρέπει να λαμβάνουμε πάντα υπόψη ότι, στο σύνολο των εργαζομένων, η μεγάλη πλειοψηφία του εργατικού δυναμικού σε αυτές τις χώρες αποτελείται από εργάτες σε επισφαλείς θέσεις εργασίας σύμφωνα με τα κριτήρια της ΔΟΕ (Διεθνής Οργάνωσης Εργασίας) (απλήρωτη απασχόληση στα οικιακά ή αυτοαπασχολούμενοι εργάτες) και αυτή η αναλογία αυξάνεται από το 2008, γεγονός που αποτελεί σαφώς αντίθετη τάση. Αντίστοιχα, η ΔΟΕ περιμένει μια σταθερή αύξηση στην ανεργία τα επόμενα πέντε χρόνια στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική, η οπόια ήδη σημειώνεται από το 2008. Οι επιπτώσεις είναι προφανείς: σημαντική αστικοποίηση, ο αγροτικός πληθυσμός γίνεται μειοψηφικός με την συνακόλουθη καταστροφή του κοινωνικού ιστού, οδηγώντας προφανώς στη χειροτέρευση των συνθηκών διαβίωσης, ακόμα και αν συνεχίζονται τα δίκτυα αλληλεγγύης των αγροτών.
Άρα βλέπουμε μια αριθμητική αύξηση της εργατικής τάξης, αλλά με διαφορετικά γενικά χαρακτηριστικά, διαμορφωμένα από τη συνολική ανάπτυξη των κοινωνιών όπου αυτή η εξέλιξη συντελείται.
Στις «παλιές βιομηχανικές χώρες», η ανάπτυξη του προλεταριάτου, συνολικά, συμβαδίζει με τους συνδικαλιστικούς και πολιτικούς αγώνες ενάντια στην αστική τάξη σε εθνικό πλαίσιο και, ανεξάρτητα από τη βία των ταξικών αγώνων του εικοστού αιώνα,με την απόκτηση κοινωνικών δικαιωμάτων σε επίπεδο εθνικού κράτους, αποκρυσταλλώνοντας τις σχέσεις εξουσίας μεταξύ των τάξεων. Η αναγνώριση των συλλογικών δικαιωμάτων της εργατικής τάξης δεν αφορούσε μόνο συμβάσεις εργασίας σε επίπεδο εταιρείας αλλά και συλλογικά κοινωνικά δικαιώματα στο πλαίσιο της κοινωνίας των πολιτών· η μπουρζουαζία παραδέχτηκε ότι ένα μερίδιο των καπιταλιστικών κερδών πρέπει να χρηματοδοτήσει συστήματα εισφορών και αναδιανομής των φόρων επί των οποίων χτίστηκαν οι περισσότερες βιομηχανικές κοινωνίες στον εικοστό αιώνα. Έτσι υπήρχαν κοινωνικοί συμβιβασμοί, ανάπτυξη του «κράτους πρόνοιας», που σχετίζεται με την ιδεολογική κληρονομιά του θετικισμού και του κοινωνικού Χριστιανισμού. Αυτές οι ιδεολογίες και οι συμβιβασμοί ήταν το απαραίτητο αντίδοτο στη σημαντική ανάπτυξη των Μαρξιστικών και σοσιαλιστικών ρευμάτων. Όλα αυτά δεν χρειάζονται πλέον σήμερα και η βιομηχανική ανάπτυξη στις αναδυόμενες χώρες δεν έχει έρθει καθόλου στο ίδιο πλαίσιο. Για παράδειγμα, η αυτοκινητοβιομηχανία «κινείται ανατολικά»: Με εξαίρεση το Μεξικό, την Αργεντινή και τη Βραζιλία, οι κύριες περιοχές ανάπτυξης είναι στην Ανατολική Ευρώπη, την Τουρκία, το Ιράν, το Πακιστάν, την Ινδία και την Κίνα. Στις περιπτώσεις αυτές, οι γραμμές παραγωγής και τα απαραίτητα προσόντα είναι ίδια με εκείνα των παλαιών βιομηχανικών χωρών, αλλά τα κοινωνικά δικαιώματα και η εργατική νομοθεσία δεν είναι καθόλου τα ίδια. Υπάρχουν παρόμοια σχήματα σε πολλούς άλλους βιομηχανικούς τομείς. Σε αυτές τις νέες περιοχές βιομηχανικής ανάπτυξης, οι κοινωνικοί συμβιβασμοί του περασμένου αιώνα δεν επικρατούν πλέον. Στις παλιές βιομηχανικές χώρες, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας αμφισβητούν ήδη σε μεγάλο βαθμό αυτούς τους συμβιβασμούς. Επιπλέον, μπορούμε να παρατηρήσουμε καταστάσεις ημι-δουλείας, ειδικά για τους μετανάστες εργαζόμενους, καιλαθραία εργοστάσια που αποφεύγουν κάθε νομοθεσία.
2/ Εξέλιξη του παγκόσμιου ποσοστού εκμετάλλευσης
Οι οικονομικές αλλαγές των τελευταίων ετών έχουν επίσης επιφέρει διάφορες συνέπειες. Όχι μόνο έχουν μείνει στάσιμοι οι μισθοί στις παλιές βιομηχανικές χώρες, αλλά τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί αύξηση της παραγωγικότητας σε βάρος των μισθών, εντείνοντας την τάση που παρατηρείται από τη δεκαετία του 1980 της απώλειας μισθών προς όφελος του κεφαλαίου. Στο ίδιο πνεύμα, οι περισσότερες συμβάσεις επισφαλούςεργασίας και οι κινήσεις για εισαγωγή νέων, πιο περιοριστικών εργατικών νόμων αποτέλεσαν βασικό στοιχείο αυτών των κερδών της παραγωγικότητας στις παλιές βιομηχανικές χώρες (συμβόλαια μηδενικού ωραρίου στη Βρετανία, νόμος για την απασχόληση στην Ιταλία, μίνι θέσεις εργασίας στη Γερμανία …). Παρά την απότομη πτώση της παραγωγής το 2008, στις περισσότερες νέες περιοχές παραγωγής οι εργαζόμενοι κέρδισαν πραγματικές μισθολογικές αυξήσεις, ειδικά στην Κίνα. Παρόλο που πρόκειται για οικονομικές απεργίες, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν ανα χώρο εργασίας ή ανα επιχείρηση, είχαν απτά αποτελέσματα.
Επομένως, στοιχεία κοινωνικής έντασης στην αγορά εργασίας εξακολουθούν να υφίστανται τόσο στις «αναδυόμενες» χώρες όσο και στις παλιές οικονομίες, είτε λόγω της αυξημένης πίεσης της ανεργίας είτε λόγω της σταδιακής επιδείνωσης των συνθηκών εργασίας και των συστημάτων κοινωνικής προστασίας. Σχεδόν οι μισοί εργαζόμενοι στον κόσμο ζουν εκτός μισθωτής εργασίας, σε ακραίες συνθήκες επισφάλειας. Και η τάση είναι η εξάπλωση των επισφαλών συμβάσεων εργασίας και της νομοθεσίας για ελαχιστοποίηση τη νομικής προστασίας έναντι των απολύσεων. Αυτές οι εξελίξεις αυξάνουν την ευελιξία και την ικανότητα των καπιταλιστών να αλλάζουν το μέγιστο αριθμό των ωρών εργασίας και τον αριθμό των εργαζομένων ανάλογα με τις καθημερινές τους ανάγκες. Αυτό συμβαδίζει με μια υλικοτεχνική οργάνωση των αλυσίδων παραγωγής και διανομής που μειώνει το κόστος όσο το δυνατόν περισσότερο, καταφεύγοντας σε πολυάριθμους υπεργολάβους. Πολλές νέες συνθήκες επιτρέπουν στις μεγάλες επιχειρήσεις να ξεφύγουν από τους εθνικούς νόμους: TTIP, TISA, κλπ. … Εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάθε μήνα, νέοι νόμοι αντικαθιστούν τους παλιούς εθνικούς νόμους. Στην πραγματικότητα, σε διεθνές επίπεδο, υπάρχουν τώρα δύο επίπεδα εξουσίας: η κρατική εξουσία και η εταιρική εξουσία, ενώ η δεύτερη είναι ισχυρότερη και ισχυρότερη όσον αφορά στην οργάνωση του εμπορίου και στις συμβάσεις του εργατικού δυναμικού.
Η κρίση του χρέους κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας έχει μετατοπιστεί από το Νότο στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες: κρίσεις χρέους των νοικοκυριών σε πολλές χώρες (ΗΠΑ, Ινδία), κρίση δημόσιου χρέους στην Ευρώπη. Αυτές οι κρίσεις επιταχύνουν τις κοινωνικές επιθέσεις, την επισφάλεια και τις καταστάσεις κοινωνικής δυστυχίας, αλλά επίσης κάνουν πιο καθαρές τις απαιτήσεις για λογιστικό έλεγχο, τον έλεγχο των πληθυσμών για μπλοκάρισμα αυτών των πολιτικών.
Όλες αυτές οι αλλαγές αποδυναμώνουν την ικανότητα διαρκούς συλλογικής οργάνωσης και συγκρότησης συλλογικής αντίστασης εντός των επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα, ενθαρρύνουν την ανάγκη αντεπίθεσης και τη δυναμική τηςαυτοοργάνωσης. Αυτό απαιτεί επίσης την ανάπτυξη τοπικών κοινωνικών οργανώσεων ικανών να συνενώνουν απομονωμένους ή εφήμερους εργαζομένους πέραν του επιπέδου του χώρου εργασίας.
3/Συντονισμένη επίθεση στους αγροτικούς πληθυσμούς
Αν και όλο και λιγότεροι άνθρωποι είναι αγρότες, η γεωργία απασχολεί 1,3 δισεκατομμύρια άνδρες και γυναίκες, το 40% του ενεργού πληθυσμού. Οι αγρότες εξακολουθούν να αποτελούν την πλειοψηφία των εργαζομένων στην Αφρική και την Ασία. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική, οι αγρότες αντιμετώπισαν πολιτικές «συντηρητικού εκσυγχρονισμού» που έθεσαν μεγάλες προκλήσεις στις αγροτικές κοινωνίες στην προσπάθεια ενσωμάτωσης αυτών στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση. Η αγροτιά αντιμετωπίζει πολλές απειλές, πέρα από το μέλλον των συστημάτων διατροφής και της περιβαλλοντικής ισορροπίας× η ισχυρή άνοδος της αγροτικής επιχειρηματικότητας, η αρπαγή γης και η επέκταση των προσανατολισμένων στις εξαγωγές μονοκαλλιεργειών εις βάρος της γεωργίας παραγωγής τροφίμων, δημιουργεί πίεση πάνω στους φυσικούς πόρους. Η εξαγορά εδαφών είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, την οποία αναλαμβάνουν τοπικές, εθνικές και διεθνικές ελίτ καθώς και επενδυτές και κερδοσκόποι, με τη συνέργεια των κυβερνήσεων και των τοπικών αρχών. Οδηγεί στη συγκέντρωση γαιοκτησίας και φυσικών πόρων στα χέρια μεγάλων επενδυτικών ταμείων, ιδιοκτητών φυτειών και μεγάλων επιχειρήσεων που ασχολούνται με τη δασοκομία, τους σταθμούς υδροηλεκτρικής ενέργειας και τα ορυχεία. Προκαλείται επίσης από τον κλάδο του τουρισμού και τη βιομηχανία ακίνητης περιουσίας, καθώς και από τις αρχές που διαχειρίζονται τα λιμάνια και τις βιομηχανικές υποδομές.
Αυτή η συγκέντρωση περιουσίας έχει ως συνέπεια για τους τοπικούς πληθυσμούς την απέλαση από τα εδάφη τους και την εξαναγκαστική μετατόπιση – ειδικά της αγροτιάς. Έχει επιφέρει παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως των δικαιωμάτων των γυναικών.
Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όπως οι τράπεζες, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και άλλα επενδυτικά ταμεία έχουν καταστεί ισχυρές κινητήριες δυνάμεις για την καταστροφή της γης. Ταυτόχρονα, δολοφονικοί πόλεμοι και συγκρούσεις διεξάγονται αυτή τη στιγμή για την απόκτηση του ελέγχου των φυσικών πόρων.
Η αρπαγή του εδάφους πάει χέρι με χέρι με τον αυξανόμενο έλεγχο από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις στον τομέα της γεωργίας και των τροφίμων, μέσω του μεγαλύτερου ελέγχου των πόρων όπως η γη, το νερό, οι σπόροι και άλλοι φυσικοί πόροι. Σε αυτόν τον αγώνα για κέρδος, ο ιδιωτικός τομέας ενίσχυσε τον έλεγχό του στα συστήματα παραγωγής τροφίμων, μονοπωλώντας πόρους και κερδίζοντας δεσπόζουσα θέση στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.
Οι αγρότες και οι αγρότισσες, οι άστεγοι και οι αυτόχθονες λαοί, και ιδιαίτερα οι γυναίκες και οι νέοι, οι επισφαλείς εργαζόμενοι στη γεωργία, εκδιώκονται από τα μέσα διαβίωσης τους. Αυτές οι πρακτικές καταστρέφουν επίσης το περιβάλλον. Οι αυτόχθονες λαοί και οι εθνοτικές μειονότητες εκδιώκονται από τις χώρες τους, συχνά με βία, γεγονός που καθιστά τη ζωή τους πιο δύσκολη και σε ορισμένες περιπτώσεις ισοδυναμεί με την υποδούλωσή τους. Σε όλες τις ηπείρους τα κινήματα αγροτώνκαθοδηγούν κινητοποιήσεις. Αυτές οι κινήσεις αντίστασης πολλαπλασιάστηκαν τις τελευταίες δύο δεκαετίες, με επίκεντρο την επισιτιστική αυτάρκεια. Επιπλέον, αυτοί οι αγροτικοί πληθυσμοί βρίσκονται στην καρδιά όλων των κρίσεων που αντιμετωπίζει σήμερα ο κόσμος× η οικονομική κρίση και οι συνέπειες του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, η επισιτιστική κρίση, η κλιματική αλλαγή που τροφοδοτεί τη μετανάστευση, οι επιθέσεις εναντίον των δικαιωμάτων των γυναικών και των μειονοτήτων. Οι κυβερνήσεις των χωρών του Νότου, συχνά υπό την πίεση των πληρωμών του χρέους, έχουν πολλαπλασιάσει τα τελευταία χρόνια τις πολιτικές γεωργικών εξαγωγών και εξορύξεων. Εκεί και πάλι, οι αγροτικοί πληθυσμοί επωμίζονται το κύριο βάρος των συνεπειών τους της περιβαλλοντικής καταστροφής και του ελέγχου των εδαφών τους από τραστ αγροτικών προϊόντων διατροφής.
4/ Ποιες είναι οι επιπτώσεις της σημαντικής αύξησης της μετανάστευσης;
Υπάρχουν σημαντικές μετακινήσεις πληθυσμών σε διάφορες περιοχές του κόσμου: 250 εκατομμύρια διεθνείς μετανάστες, 750 εκατομμύρια εσωτερικοί μετανάστες (εκτοπισμένοι …). Οι κινήσεις αυτές οφείλονται συχνά σε διαρθρωτικές οικονομικές μεταβολές με σημαντικές περιφερειακές ανισότητες: η Νότια Αφρική και η Αγκόλα προσελκύουν μετανάστες από γειτονικές χώρες, όπως και η Αργεντινή και η Βενεζουέλα στη Λατινική Αμερική, η Αυστραλία και η Ιαπωνία στην Ανατολική και τη Νοτιοανατολική Ασία. Τα Κράτη του Κόλπου προσελκύουν μεγάλο αριθμό μεταναστών από το Κέρας της Αφρικής, την Τουρκία, την Ινδική υποήπειροκαι τις Φιλιππίνες. Στην τελευταία χώρα, το 20% περίπου του ενεργού πληθυσμού ζει και εργάζεται στο εξωτερικό, το 50% αυτού στη Μέση Ανατολή, κυρίως γυναίκες. Τα δύο τρίτα της διεθνούς μετανάστευσης είναι μεταξύ χωρών με συγκρίσιμο επίπεδο ανάπτυξης και το ένα τρίτο στρέφεται προς τις ΗΠΑ (Μεξικό) και την Ευρώπη, κυρίως από τις πρώην αποικιακές αυτοκρατορίες της. Αλλά σε αυτά τα φαινόμενα προστίθενται και οι μόνιμες μετακινήσεις λόγω πολέμων, ιδίως από τη Συρία, το Ιράκ, την Ερυθραία και το Αφγανιστάν, πλέον καιλόγω της κλιματικής αλλαγής.
Αυτή η επιτάχυνση της μετανάστευσης είναι προφανώς ένα σημαντικό πολιτικό ζήτημα και ένα συνεχιζόμενο κοινωνικό φαινόμενο. Οι βιομηχανικές χώρες είναι απόλυτα ικανές να υποδεχτούν τους μετανάστες που επιθυμούν να πάνε εκεί, αλλά οι τελευταίοι έχουν καταστεί στόχος ξενοφοβικών εκστρατειών σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, της Αυστραλίας, της Ευρώπης και της Νότιας Αφρικής. Η διπλή πρόκληση για το εργατικό κίνημα είναι να καταπολεμήσει αυτή την ξενοφοβία, βοηθώντας παράλληλα την υποδοχή και οργάνωση αυτών των μεταναστών εργαζομένων που ενισχύουν την εργατική τάξη σε πολλές παλιές χώρες. Ορισμένες χώρες του Κόλπου και ακόμη και το Ισραήλ καταφεύγουν στους μετανάστες υποβαθμίζοντάς τους σε καθεστώς ημι-δουλείας σε μαζική κλίμακα με στόχο την ανάπτυξη της βιομηχανικής δραστηριότητας.
5/ Επίπτωση της περιβαλλοντικής κρίσης
Αντιμετωπίζουμε πρωτοφανών διαστάσεων περιβαλλοντικές καταστροφές με την ανθρωπογενή αλλαγή του κλίματος ως το πιο επικίνδυνο χαρακτηριστικό τους.
Η απερήμωση, η αλάτωση και οι πλημμύρες καθιστούν μεγάλες περιοχές του πλανήτη ακατάλληλες για ανθρώπινη κατοίκηση ή για καλλιέργεια τροφίμων. Το κλιματικό χάος δημιουργεί ακραίες καιρικές συνθήκες στις οποίες η απώλεια ζωής και η καταστροφή των κατοικιών και των υποδομών έχουν φέρει το θάνατο, τις ασθένειες και την περαιτέρω φτώχεια σε εκατομμύρια ανθρώπους.
Σε πολλά μέρη του κόσμου, τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν επίσης παρατηρηθεί μετακινήσεις πληθυσμών που προκαλούνται από την αλλαγή του κλίματος και άλλες πτυχές της περιβαλλοντικής καταστροφής. Αυτά θα γίνονται ολοένα και πιο σημαντικά, εμπλέκοντας ανθρώπους που είναι μεταξύ των φτωχότερων του πλανήτη. Μια από τις συνέπειες των καπιταλιστικών σχεδίων (για παράδειγμα τα μέγα-φράγματα) σε συνδυασμό με την αφοσίωση σε ακόμα πιο ακραίες μεθόδους εξόρυξης ορυκτών καυσίμων σε πολλά μέρη του κόσμου έχει λάβει επίσης τη μορφή μιας νέας επίθεσης εναντίον ολόκληρων κοινοτήτων: στις Φιλιππίνες, τον Καναδά, τον Αμαζόνιο, τα σχέδια μετασχηματισμού ολόκληρων περιφερειών επιτίθενται μετωπικά σε ανθρώπους που συχνά ανήκουν στις κοινότητες ιθαγενών (Πρώτα Έθνη) και σε άλλες ομάδες που ήδη αντιμετωπίζουν διακρίσεις. Μέτωπα λαϊκής αυτο-οργάνωσης και αγώνα κατά των κλιματικών καταστροφών και των ολέθριων σχεδίων παίρνουν μορφή σε αυτές τις περιοχές.
Η συνολική εικόνα είναι αυτή ενός κόσμου που υφίσταται τεράστιες αλλαγές σε πολλές περιοχές, με την αύξηση του αριθμού των μισθωτών εργατών να προκαλεί σημαντικές κοινωνικές αναταραχές. Αυτό συμβαίνει σε μια εποχή όπου η οικονομική ανάπτυξη δεν έρχεται παράλληλα με την ανάπτυξη, από μεριάς εθνικών κρατών, δομών και υπηρεσιώνικανών να εξασφαλίσουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Ακριβώς το αντίθετο στις περισσότερες περιπτώσεις∙ παρατηρούμε χειροτέρευση των καθημερινών συνθηκών διαβίωσης με πολλούς τρόπους, η οποία επιδεινώνεται σε πολλές περιοχές από τον πόλεμο και την αλλαγή του κλίματος. Γυναίκες και νέοι άνθρωποι πλήττονται περισσότερο από αυτή την κατάσταση.
II / Αντίσταση σε διαφορετικά μέτωπα
1/Η άνιση ανάπτυξη του εργατικού κινήματος
Βλέπουμε προφανώς μια σημαντική άνοδο του συνδικαλισμού στους νέους τομείς απασχόλησης, σε χώρες όπου συναντάται επέκταση της εκβιομηχάνισης και σημαντική αντίσταση μέσω απεργιών στις απαιτήσεις της διοίκησης. Αλλά αυτό συμβαίνει γενικά σε μια κατάσταση όπου τα κοινωνικά κεκτημένατης «παλιάς εργατικής τάξης» (κυρίως οι συντάξεις και η κοινωνική ασφάλιση) δεν επεκτείνονται σε αναδυόμενες χώρες, αμφισβητούνται στην Ευρώπη και σε άλλες βιομηχανικές χώρες στο όνομα των προγραμμάτων λιτότητας. Ομοίως, στην Κίνα, η οποία γνώρισε μεγάλο αριθμό τοπικών απεργιών τα τελευταία χρόνια, ειδικά για θέματα μισθών, αυτό δεν οδήγησε στη δημιουργία συνδικαλιστικών οργανώσεων ανεξάρτητων από τον κρατικό μηχανισμό.
Ποσοτικά, η εργατική τάξη αναπτύσσεται συνεχώς. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα κέντρα ανάπτυξής της έχουν σε μεγάλο βαθμό μετατοπιστεί στην Ασία, πιθανώς αύριο στην Αφρική. Σε αυτές τις περιοχές,η ανάπτυξη των συνδικαλιστικών δυνάμεων ακολουθεί την αριθμητική ανάπτυξη, το αυξανόμενο κοινωνικό βάρος των μισθωτών, θέτει τις βάσεις για τη δημιουργία ταξικής συνείδησης, αλλά γενικά δεν υπάρχουν εκείνες οι ισχυρές πολιτικές δομές που παρείχαν μια πολιτική ραχοκοκαλιά στο ευρωπαϊκό εργατικό κίνημα, αν και σε αυτό το μοντέλο παρατηρείτοσυχνά η αντίφαση της μεταβίβασης των «πολιτικών» ερωτημάτων στα πολιτικά κόμματα.
Ισχυροί εργατικοί αγώνες εξακολουθούν να λαμβάνουν χώρα όχι μόνο στις παλιές βιομηχανικές χώρες, στη Λατινική Αμερική, αλλά και στη Νότιο Αφρική και την Υπο-σαχάρια Αφρική, στην Τουρκία, στην Ινδική Υποήπειρο και στην Ασία.
Ωστόσο, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η ανάγκη για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις να συμπεριλάβουν ευρύτερα ζητήματα, περιλαμβανομένου του ρατσισμού, όλων των μορφών διακρίσεων και των ζητημάτων στέγασης, έχει γίνει όλο και μεγαλύτερη και αποτελεί κίνητρο για ριζοσπαστικοποίηση. Ενώ υπήρξαν κάποιες προσπάθειες να οργανωθούν μερικοί από τους πιο επισφαλείς εργαζόμενους, όπως οι εργαζόμενοι στα fastfood στις ΗΠΑ και σε μικρότερο βαθμό στη Βρετανία, γενικά, στις παλιές βιομηχανικές χώρες, οι πιο επισφαλείς εργαζόμενοι (νεότεροι με υψηλότερη αναλογία μεταναστών και γυναικών) είναι οι λιγότερο οργανωμένοι.
Άλλα στρατηγικά ζητήματα έχουν επίσης τεθεί από την τρέχουσα κατάσταση. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις σε πολλούς τομείς διερευνούν το ερώτημα αν η οργάνωση της «αλυσίδας της αξίας» θα πρέπει να αντικαταστήσει τον βιομηχανικό συνδικαλισμό στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, για παράδειγμα ένας συντονισμός όλων των τομέων που καθιστούν δυνατή μια ενιαία παραγωγή. Αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό, καθώς η μεγιστοποίηση των κερδών οδηγεί στη διάσπαση των παραγωγικών διαδικασιών, καταφεύγοντας σε υπεργολαβίες, στον ίδιο τόπο ή συχνότερα σε διεθνές επίπεδο. Επιπλέον, το ζήτημα της συνδικαλιστικής δημοκρατίας είναι θεμελιώδες για την οικοδόμηση αποτελεσματικών οργανώσεων.
Η δημιουργία μιας ενιαίας συνδικαλιστικής οργάνωσης (ITUC), η οποία να συγκεντρώνει τη συντριπτική πλειονότητα των συνδικαλιστικών δυνάμεων σε όλο τον κόσμο, δεν μπορεί να κρύψει τις μεγάλες ανισότητες, ιδίως από τη σκοπιά της ικανότηταςυπεράσπισης των συμφερόντων των εργαζομένων και της αντίθεσης στα καπιταλιστικά σχέδια. Η αδυναμία των σωματείων και των πολιτικών οργανώσεων με μαρξιστικό και ταξικό υπόβαθρο και η ανεπάρκεια διδασκαλίας μεταξύ των μελών τους έχει οδηγήσει σε έλλειψη ταξικής συνείδησης.
Το συνδικαλιστικό κίνημα αντιμετωπίζει έτσι πολλά κρίσιμα προβλήματα:
• Την ικανότητά του να ενσωματώνει όλα τα κοινωνικά ζητήματα που προκύπτουν στην κοινωνία (ρατσισμός, ομοφοβία και διακρίσεις κατά των γυναικών, στέγαση). Η ανάγκη ενσωμάτωσης των περιβαλλοντικών διαστάσεων είναι επίσης ένα σημαντικό καθήκον. Η ένταση μεταξύ της διασφάλισης των θέσεων εργασίας και του αγώνα κατά των επιβλαβών εργοστασίων και παραγωγικών διαδικασιώνεπιβάλλει ένα σύστημα αιτημάτων που να επιτρέπει την υπέρβαση αυτών των αντιφάσεων.
• Την ανάγκη να λαμβάνεται υπόψη η πραγματικότητα της επισφάλειας σε όλες τις μορφές της και, ως εκ τούτου, να προωθούνται και να δημιουργούνται οι δομές εκείνες για την οργάνωση όλων των ενδιαφερομένων, ιδίως με την ανάπτυξη δομών πέραν των επιχειρήσεων, στις ζώνες βιομηχανικών δραστηριοτήτων, στις γειτονιές και στις τοπικές κοινότητες.
• Την επιτακτική ανάγκη συντονισμού της παραπάνω οργάνωσης σε διεθνή κλίμακα, με βάση τα πραγματικά δίκτυα των αλυσίδων παραγωγής όπου οι εργαζόμενοι ανταγωνίζονται μεταξύ τους.
• Την πιεστική ανάγκη να δημιουργηθεί, από τον αγώνα για τα δικαιώματα, μια ταξική ταυτότητα που να παρέχει στα κινήματα αντίστασης τα απαραίτητα προγράμματα για την αμφισβήτηση των καπιταλιστικών δομών της κοινωνίας και για να πραγματοποιήσει ένα σχέδιο ανατροπής αυτού του συστήματος.
2/Αυτοοργάνωση και κοοπερατίβες
Σε πολλές χώρες, απέναντι στις απολύσεις και το κλείσιμο επιχειρήσεων, συνήθως των μεγάλων διεθνών εταιρειών, υπήρξε ένα κίνημα για να παρθούν πίσω τέτοιες επιχειρήσεις, σύμφωνα με το μοντέλο τηςZanon στην Αργεντινή, όπου μετά το 2002 υπάρχουν πλέον περισσότερες από 300 επιχειρήσεις που έχουν παρθεί πίσω από τους εργαζόμενους. Στο ίδιο πνεύμα, στην Ευρώπη, αναπτύσσεται ένα δίκτυο αυτοδιαχειριζόμενων επιχειρήσεων όπωςηFralib, η ΒΙΟΜΕ και ηRimaflow…
Επιπλέον, ενάντια στις μεγάλες εταιρείες και τατρασταγροτικών τροφίμων, πολλοί αγώνες των αγροτικών κοινοτήτων οδήγησαν στην ίδρυση παραγωγικών κοοπερατίβων που επιδιώκουν να έχουν οι ίδιες τον έλεγχο της διανομής.
Αυτές οι εμπειρίες, έστω και περιορισμένες, βάζουν μπροστά το ζήτημα του ελέγχου, την ανακατάληψη των μέσων παραγωγής από τους εργαζόμενους,καθώς και την επιλογή της σύνδεσης της παραγωγής με τις κοινωνικές ανάγκες.
3/ Αγώνες ενάντια στο χρέος
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δέκα ετών και από την αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η κρίση χρέους έλαβε μια διάσταση που ξεπερνούσε κατά πολύ τις προηγούμενες διαστάσεις της: πέρα από τη βορειοαμερικανική κρίση των ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου (sub–primes) και την κρίση δημόσιου χρέους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι πληθυσμοί της Ινδίας, το Ισπανικό κράτος και πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχουν πληγεί και συνεχίζουν να πλήττονται, με σημαντικότερα παραδείγματα τα περισσότερα από δέκα εκατομμύρια οικογενειώνπου εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους τα τελευταία χρόνια και επίσης, όπως και στις ΗΠΑ, ταφοιτητικά χρέη.
Αυτά τα παράνομα χρέη ήταν ο φορέας της δημιουργίας πολλών κινημάτων και αγώνων που ζητούσαν λογιστικούς ελέγχους.
4/Αγώνες των χωρικών
Πολλοί τοπικοί αγώνες έχουν συσπειρώσει κινήματα αγροτών και ιθαγενών στην Αφρική, τη Λατινική Αμερική, την Ασία και την Ευρώπη. Τα ζητήματα των μονοπωλίων της γης και της επισιτιστικής κυριαρχίας βρίσκονται στην καρδιά όλων αυτών των αγώνων. Έχουν όλοι σημαδευτεί από τη συνάντηση διαφορετικών αγώνων, αντικαπιταλιστικοί, περιβαλλοντικοί, φεμινιστικοί αγώνες, αγώνες κατά των διακρίσεων και της εθνικής καταπίεσης, αγώνες για τα δικαιωμάτων των μεταναστών. Το ζήτημα της δημοκρατίας, της κυριαρχίας και του δικαιώματος να αποφασίζουν ενάντια στις κυβερνήσεις και τις πολυεθνικές είναι επίσης στο επίκεντρο των αιτημάτων τους. Η ViaCampesina, η οποία συνενώνει περισσότερες από 160 οργανώσεις σε 70 χώρες, έχει καταφέρειγια πάνω από 20 χρόνια να συγκεντρώνει εκατομμύρια αγροτών, αντρών και γυναικών, και μικρών παραγωγών. Και ειδικότερα, να τοποθετείφεμινιστικά, ιθαγενικά και περιβαλλοντικά ζητήματα στην καρδιά των ανησυχιών της.
Στην Κεντρική Αμερική, τη Λατινική Αμερική, οι αγώνες για τα δικαιώματα των κοινοτήτων ιθαγενών και το δικαίωμα στη γη παίζουν ρόλο και συχνά αντιμετωπίζουν δολοφονική καταστολή, όπως στη Βραζιλία και την Ονδούρα. Στην Ασία, την Αφρική – για παράδειγμα, στο Μάλι – οι αγρότες κινητοποιούνται ενάντια στη μονοπώληση της γης.
5/ Ο ρόλος κινημάτων για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη
Ξεκινώντας από το κίνημα τωνIndignad@s, το κίνημα των Δημόσιων Πλατειών στις μεγάλες πόλεις των αραβικών περιοχών, το κίνημα Occupy, από το 2011 ένα μακρύ κύμα δημοκρατικών αγώνων εμφανίστηκε στην Αφρική, στην Ευρώπη και στην Ασία, στο Μεξικό, με ισχυρή την επιρροή της νεολαίας και το οποίο συνέδεε δημοκρατικά και κοινωνικά θέματα. Το κύμα των επαναστάσεων στην Αραβική περιοχή, στο Μαγκρέμπ και στη Μέση Ανατολή, είχε την πηγή του σε ζητήματα δημοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Τα κινήματα των Indignad@s και του Occupy στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη είχαν τις ίδιες ρίζες. Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει πολλά κινήματα στην Υπο-σαχάρια Αφρική να επιβάλουν δημοκρατικές διαβουλεύσεις (Νιγηρία, Σενεγάλη, Μπουρκίνα Φάσο). Στη Νότια Κορέα, ο Πρόεδρος Park ανατράπηκε το Μάρτιο του 2017 μετά από μια μακρά δημοκρατική κινητοποίηση ενάντια στη διαφθορά. Η αμφισβήτηση των δικτατοριών και των δια βίου προέδρων, των αναβολών των εκλογών και των διεφθαρμένων καθεστώτων υπήρξε ισχυρή κινητήρια δυνάμη για κινητοποίηση τα τελευταία χρόνια.
6 / Η θέση της νεολαίας χωρίς εργασία στην κοινωνία
Στην Αφρική, όπως και στη Λατινική Αμερική, οι νέοι, ιδιαίτερα οι νέοι φοιτητές, αποτελούν ένα κοινωνικό στρώμα εκτεθειμένο στην ανεργία και την κρίση. Οι εξεγέρσεις των νεαρών Βραζιλιανών ενάντιαστο κόστος των μεταφορών, οι φοιτητικές απεργίες στη Χιλή, στο Κεμπέκ, το 15Μ, και τα διάφορα κινήματα Occupyαπηχούν τη δύναμη της κοινωνικής κινητοποίησης στην Τυνησία και την Αίγυπτο. Σε πολλές κινητοποιήσεις για τη δημοκρατία και ενάντια στην διαφθορά που έγιναν σε πολλές χώρες της Δυτικής Αφρικής, το ζήτημα των συνθηκών διαβίωσης και του μέλλοντος της νεολαίας είχε ισχυρή παρουσία.
Σε όλες αυτές τις κινητοποιήσεις, η δύναμη της νεολαίας βασίζεταιστηδομική ανασφάλεια, τη μαζική ανεργία που βιώνουν οι νέοι σε πολλά μέρη του κόσμου, ακόμη και αν τα επίπεδα εκπαίδευσης αυξάνονται. Αυτά τα κινήματα υπογραμμίζουν τα αιτήματα για πολιτική δημοκρατία, αμφισβητώντας το πολιτικό σύστημα που ελέγχεται από τις καπιταλιστικές και εισοδηματικές ολιγαρχίες. Οι νέοι είναι τα τελευταία χρόνια η κινητήρια δύναμη των επαναστατικών κινητοποιήσεων και έχουν επίσης διαδραματίσει βασικό ρόλο στις προοδευτικές πολιτικές εξελίξεις, από την εκλογή του JeremyCorbyn στη Βρετανία, τη γέννηση του Podemos ή το κίνημα πίσω από τον BernieSanders στις ΗΠΑ.
7/ Τα δικαιώματα των γυναικών και οι μαζικές κινητοποιήσεις ενάντια στη βία, τον βιασμό, την γυναικοκτονία, για το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας κοινωνικής κινητοποίησης τους τελευταίους μήνες ήταν η αντίδραση στη βία κατά των γυναικών, κατά κύριο λόγο εξαιτίας των δολοφονιών γυναικών στην Ινδία, την Τουρκία, την Αργεντινή, τη Χιλή, την Ουρουγουάη και το Μεξικό. Από τις τεράστιες διαδηλώσεις στην Ινδία τον Δεκέμβριο του 2012, πολλές ακόμα κινητοποιήσεις σημειώθηκαν σε άλλες πόλεις: στη Μαδρίτη, 500.000 γυναίκες, στις 7 Νοεμβρίου 2015, ενάντια στον πολλαπλασιασμό της βίας και των δολοφονιών∙ στην Αργεντινή, εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες συσπειρώθηκαν το 2015 μετά από αρκετές δολοφονίες που σημάδεψαν τη χώρα. Στο Μεξικό, η αύξηση των δολοφονιών και των εξαφανίσεων γυναικών σε πρωτόγνωρα επίπεδα προκάλεσε επίσης έντονες διαμαρτυρίες στις περιοχές,οι οποίεςεπίσης χαρακτηρίζονταιαπό διακίνηση ναρκωτικών. Αυτές οι κινητοποιήσεις αναφέρονται επίσης στο υψηλό επίπεδο βίας που βιώνουν αρκετές χώρες – βία που πλήττει πρωτίστως τις γυναίκες – και επηρεάζουν επίσης την κοινωνική πραγματικότητα: οι περισσότερες χώρες της Κεντρικής Αμερικής, συμπεριλαμβανομένων του Μεξικού και της Βραζιλίας, σχεδόν όλες οι χώρες της υπο-Σαχάριας Αφρικής και η Νότια Αφρική βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο δολοφονιών εκτός περιόδου πολέμου.
Η εκλογή του DonaldTrump πυροδότησε ένα διεθνές κύμα διαδηλώσεων στις 21 Ιανουαρίου 2017 που κλήθηκαν από το γυναικείο κίνημα όχι μόνο σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ αλλά και σε διάφορες πόλεις σε όλο τον κόσμο. Σ ‘αυτή τη δυναμική, οι διαδηλώσεις του 2017 για την Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκαςγνώρισαν μια σημαντική άνοδο στην κινηματικότητα που οδήγησε σε ελπίδες για μια νέα ανάπτυξη του κινήματος.
Όλες οι διαφορετικές αντιδραστικές κυβερνήσεις που έχουν έρθει στην εξουσία,στο πλαίσιο των φιλελεύθερων επιθέσεων, προσπαθούν να αμφισβητήσουν τα δικαιώματα στην άμβλωση που κερδήθηκαν μέσα από αγώνες τις προηγούμενες δεκαετίες. Αυτές οι προκλήσεις βρήκαν απέναντί τους μαζικές κινητοποιήσεις για την υπεράσπιση και στην επέκταση αυτού του δικαιώματος, ιδίως στο ισπανικό κράτος το 2014 και στην Πολωνία το 2016.
Σε γενικές γραμμές, σε βασικά ζητήματα των φεμινιστικών αγώνων, η κατάσταση ήταν αντιφατική τα τελευταία χρόνια. Με τη σημερινή μαζική παρουσία των γυναικών μεταξύ των μισθωτών εργαζόμενων, το γυναικείο κίνημα έχει αναπτύξει πολλές διαφορετικές μορφές και κινητοποιήσεις σε όλες τις περιοχές του κόσμου, αλλά αντιμετωπίζει και την αντιδραστική επίθεση σε πολλές χώρες, η οποία συνδέεται με την άνοδο νεοσυντηρητικών και φονταμενταλιστικών ρευμάτων. Αυτή η επίθεση υπονομεύει θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος να είναι οικονομικά και κοινωνικά ανεξάρτητες από τους άνδρες (πατέρες, αδέλφια, σύζυγοι), να επιλέγουν τι να φορούν και να ελέγχουν τη γονιμότητά τους – συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε δωρεάν, ασφαλείς και νόμιμες αμβλώσεις.
8/ ΛΟΑΤ+ αγώνες
Σε πολλές χώρες (εκτός από τον Mουσουλμανικό κόσμο και το μεγαλύτερο μέρος της υπο-Σαχάριας Αφρικής), η δύναμη της ΛΟΑΤ+ οργάνωσης κατέστησε δυνατή την αποποινικοποίηση των σχέσεων μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου και τα έστω περιορισμένα δικαιώματα για τα τρανς άτομα. Σε αυτή τη διαδικασία, ο γάμος ομόφυλων ζευγαριών έχει αναγνωριστεί σε πολλά μέρη, όχι μόνο σε πλούσιες χώρες, αλλά για παράδειγμα και στη Νότια Αφρική και όλο και περισσότερο στη Λατινική Αμερική, τις περισσότερες φορές με ευρεία συναίνεση στην κοινωνία. Άλλες μάχες είναι ακόμα να κερδηθούν – ιδιαίτερα τα πλήρη δικαιώματα για τα τρανς άτομα και για τους ΛΟΑΤ+ γονείς.
Το ζήτημα της βίας και των ομοφοβικώνεκστρατειών έχει σημαντική βαρύτητα. Ο ρόλος κλειδί των αντιδραστικών θρησκευτικών ρευμάτων ενάντιαστο ΛΟΑΤ+ κίνημα είναι εμφανής παντού, ανεξάρτητα από το αν αυτά τα ρεύματα είναι Χριστιανικά – Καθολικά ή Προτεσταντικά -, Ινδουιστικά ή Μουσουλμανικά, καθώς και η βία και η μισαλλοδοξία ακροδεξιών ομάδων που δεν συνδέονται με κάποια θρησκεία. Στις αναδυόμενες χώρες, η βία κατά των ΛΟΑΤ+ δικαιολογείται συχνά από μια ρητορική κατά των Ευρωπαϊκών/Αμερικανικών πολιτιστικών μοντέλων. Στον αντίποδα, τα τελευταία χρόνια ένα ομοεθνικιστικό ρεύμα έχει αναπτυχθεί δικαιολογώντας τον ιμπεριαλισμό, κυρίως τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, εναντίον των Αραβικών χωρών, ως δύναμη που μπορεί να συμβάλει στην πρόοδο στα δικαιώματα των ΛΟΑΤ+. Αυτό θέτει επίσης το ζήτημα της διαθεματικότητας, της ανάγκης να δημιουργηθούν δεσμοί μεταξύ όλων των αγώνων κατά της καταπίεσης.
9/ Η οργάνωση ενάντια στον ρατσισμό και η υπεράσπιση των μεταναστών
Η οργάνωση του, καθοδηγούμενου από μαύρους, BlackLivesMatterκινήματος στις ΗΠΑ επικεντρώθηκε κυρίως στο ρατσισμό της αστυνομίας, αλλά η υπογράμμιση των ευρύτερων ζητημάτων του κρατικού ρατσισμού είναι η σημαντικότερη εξέλιξη του ρατσισμού στις ΗΠΑ ύστερα από την κατάρρευση του κινήματος των ατομικών δικαιωμάτων. Στην Ευρώπη, καθώς οι δολοφονικές επιπτώσεις των συνόρων και των μεταναστευτικών πολιτικών καθίστανται πιο ορατές, έχουμε δει την ανάπτυξη σημαντικών κινημάτων πρακτικής αλληλεγγύης καθώς και πολιτικών διεκδικήσεων, κυρίως στην Ελλάδα, αλλά και στην Ιταλία, τη Γερμανία, τη Βρετανία και την Καταλονία. Το περιεχόμενο του αγώνα κατά της τρομοκρατίας καθώς και οι πολιτικές λιτότητας έχουν οδηγήσει στην αναζωπύρωση ενός ρατσιστικού λόγου, κληρονομιά του αποικιακού παρελθόντος και των αναδιαρθρωμένων διακρίσεων εις βάρος των racialisedλαϊκών στρωμάτων, των πρώτων θυμάτων της ανεργίας και της επισφάλειας, ιδίως στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική.
10/ Το αναπτυσσόμενο κίνημα ενάντια στην υπερθέρμανση του πλανήτη
Η άνοδος, σε πολλές χώρες,ισχυρών κινημάτων κατά της κλιματικής αλλαγής μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει τα επόμενα χρόνια ηγετικό ρόλο στην αμφισβήτηση του συστήματος συνολικά. Αυτές οι αλλαγές βλάπτουν και θα βλάψουν τη ζωή εκατοντάδων εκατομμυρίων γυναικών και ανδρών κατά τα προσεχή έτη. Οι αυτόχθονες πληθυσμοί, οι πληθυσμοί που ζουν υπό τις πιο επισφαλείς συνθήκες είναι συχνά οι πρώτοι που πλήττονται, καθώς επηρεάζονται από τις πολιτικές αποψίλωσης των δασών και τα μεγάλα καπιταλιστικά έργα που καταπατούν τις περιοχές τους που ζουν. Σε πολλές περιοχές, οι πληθυσμοί αυτό-οργανώνονται και επιδιώκουν την οικοδόμηση δικτύων που θα ενσωματώνουν και άλλες κοινωνικές οργανώσεις.
Αυτό δείχνει ότι τα ζητήματα της ανεργίας, των συνθηκών εργασίαςσε πολλές περιοχές διαπλέκονται με πολλά άλλα κοινωνικά θέματα πρωταρχικής σημασίας, τα οποία προσλαμβάνονται ως τέτοια από τους ενδιαφερόμενους πληθυσμούς.
III / Ερωτήματα πολιτικής αλλαγής, αγώνων και αντικαπιταλιστικής στρατηγικής
Το ουσιώδες ερώτημα είναι φυσικά οι προοπτικές χειραφέτησης που αυτά τα κοινωνικά και πολιτικά κινήματα μπορούν να συγκροτήσουν. Οι εμπειρίες της ViaCampesina, αρκετών τομέων εργατικών συνδικάτων, και συνασπισμών για το κλίμα δείχνουν ότι, ιδίως εντός της νεολαίας, η ανάληψη άμεσης δράσησε διεθνές επίπεδο και η αμφισβήτηση της καπιταλιστικής κοινωνίας είναι μια φυσική εξέλιξη.
Ωστόσο, πολλές από τις δομές που προέκυψαν από το αναπτυσσόμενο κύμα αντι-παγκοσμιοποίησης (Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ, Παγκόσμια Πορεία Γυναικών, ATTAC, …) βίωσαν ένα φρενάρισμα στην ανάπτυξή τους σε αυτή την αντιπαράθεση και μπήκαν σε κρίση. Η ViaCampesina και το CADTM κατάφεραν να εξασφαλίσουν την ανάπτυξή τους, με κέντρο, αφενός, τους αγώνες αγροτικής αντίστασης και αφετέρου το θέμα του χρέους τα τελευταία χρόνια καθώς και της διαδικασίας των λογιστικών ελέγχων από τους πολίτες. Η κατάσταση είναι δύσκολη για το παραδοσιακό εργατικό κίνημα στο οποίο οι εθνικές πολιτικές της συναίνεσης ή του συμβιβασμού με τις πολιτικές λιτότητας βαραίνουν σημαντικά. Ακόμη και το κύμα εναλλακτικών συνδικάτων στην Ανατολική Ευρώπη έχει ξεφουσκώσει τα τελευταία χρόνια. Ομοίως, όλες οι εμπειρίες μεγάλων αντικαπιταλιστικών ομάδων, στον απόηχο των κοινωνικών φόρουμ, σταμάτησαν. Αυτό συνδέεται επίσης με την κρίση των Ευρωπαϊκών οργανώσεων που συμμετείχαν σε αυτά (SWP, SSP, LCR / NPAκ.λπ.).
Πρέπει να αντιμετωπίσουμε νέες προκλήσεις στην οικοδόμηση ενός διεθνούς επαναστατικού κινήματος, ενός αντικαπιταλιστικού κινήματος βασισμένου στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Υπάρχει, βεβαίως, μια μάχη νέας τάξης σε πολλά μέρη του κόσμου.
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, οι κοινωνικές επιθέσεις, οι πολιτικές λιτότητας και ο κατακερματισμός των παλαιών δομών κοινωνικού συμβιβασμού δημιουργούν μια όλο και ισχυρότερη κοινωνική οργή. Αυτή η οργή στρέφεται εναντίον των εθνικών και διεθνών θεσμών, των ηγετών και των κομμάτων που είναι υπεύθυνα για τις επιθέσεις αυτές, και τα οποία ήταν συχνά οι παραδοσιακοί πυλώνες των πολιτικών συστημάτων. Αυτή η φθορά, η διάβρωση, θέτει ένα στρατηγικό ζήτημα σε διεθνές επίπεδο: θέτει στους επαναστάτες, στα ρεύματα των κοινωνικών κινημάτων που καταπολεμούν αυτές τις αντιδραστικές πολιτικές, την ευθύνη να προτείνουν μια πολιτική προοπτική που να μπορεί να δώσει έναν προοδευτικό, επαναστατικό φορέα στην απόρριψη του συστήματος.
Οι αγώνες για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη ως τέτοιοι δεν οδηγούν αυτόματα σε έναν αγώνα για την ανατροπή των συστημάτων καταπίεσης.
Τα τελευταία χρόνια γέννησαν ένα σαφές πολιτικό ερώτημα. Αντιμέτωποι με την αμφισβήτησητων δικτατοριών στην Τυνησία και τη Μέση Ανατολή, τα προοδευτικά καθεστώτα στην Κεντρική Αμερική ή τις κοινωνικές εκρήξεις κατά της λιτότητας, οι αντιδραστικές δυνάμεις ακολούθησαν μια επιθετική πορεία παντού, κυρίως με την ενίσχυση αυταρχικών καθεστώτων ικανών να αντιμετωπίσουν αυτές τις κινήσεις χειραφέτησης. Αυτό απαιτεί την εφαρμογή μιας στρατηγικής ικανής τόσο για την οργάνωση της λαϊκής κινητοποίησης όσο και για την αντιμετώπιση αντιδραστικών αντεπιθέσεων.
Επιπλέον, ένας αγώνας επανέρχεται ανάμεσα στις λαϊκές τάξεις, μεταξύ της ταξικής πάλης ή των σαφώς σοσιαλιστικών ρευμάτων, και των αντιδραστικών θρησκευτικών ή φασιστικών ακροδεξιών. Η επιρροή της θρησκείας ήταν πάντα πολύ ισχυρή στο λαϊκό περιβάλλον. Συχνά όταν οργανώνονται, οι αγροτικές ή αστικές κοινότητες χρησιμοποιούν θρησκευτικές αναφορές στην υποβολή αιτημάτων για κοινωνική δικαιοσύνη ενάντια στους πλούσιους και τους ισχυρούς. Ο ενιαίος αγώνας με οργανώσεις με τέτοιες αναφορές είναι φυσικά δυνατός για επαναστατικές σοσιαλιστικές οργανώσεις. Αλλά το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε σε διάφορες περιοχές είναι τα αντιδραστικά θρησκευτικά ρεύματα και τα ακροδεξιά ρεύματα. Στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, αυτά τα ρεύματα σε λαϊκούς κύκλους χρησιμοποιούν τους κλασικούς μηχανισμούς, σε περιόδους κρίσης, για να μπλοκάρουν τον αντικαπιταλιστικό αγώνα (φόβος μεταναστών και αλλοδαπών, εθνικιστική νοσταλγία…), επιπλέον, κυρίως στην Ευρώπη, την αχαλίνωτη ισλαμοφοβία. Σε άλλες παραδοσιακά μουσουλμανικές περιφέρειες, οι οργανώσεις έχουν δημιουργήσει ηγεμονία σε ένα τμήμα των λαϊκών τάξεων που εκτρέπει τις προσδοκίες για κοινωνική δικαιοσύνη ή την πάλη ενάντια στις ιμπεριαλιστικές χώρες σε μια μυθολογία των αρχαίων χρόνων του Ισλάμ. Όλες αυτές οι ιδεολογίες βασίζονται στη λαϊκή οργή που προκαλείται από την κρίση ή / και την εξαφάνιση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας, των δημόσιων υπηρεσιών, την άνοδο της επισφάλειας, την εκτροπή από έναν αντικαπιταλιστικό αγώνα προς την επιστροφή σε μια θρησκευτική τάξη, φανταστική ταυτότητα ή ένα έθνος, που προφανώς φέρει όλη την έτοιμη αντιδραστική υποταγή στην κανονικότητα, την πατριαρχική οικογένεια, την ομοφοβία και το μισογυνισμό. Συχνά, τα ζητήματα που βασίζονται στην ταυτότητα γίνονται έτσι ένα δομικό πλαίσιο τόσο στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις, όσο και στις κυριαρχούμενες χώρες, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε μια άπειρη λογική της οπισθοδρόμησης στιςconfessional(?) ταυτότητες…
Αλλά αυτός ο ανταγωνισμός για το λαϊκό κοινό καθιστά απαραίτητο για τις αντικαπιταλιστικές οργανώσεις, στα κοινωνικά και πολιτικά κινήματα, να δώσουν μια νέα ζωή και ενέργεια στην προοπτική της κοινωνικής ισότητας σε μια κοινωνία απαλλαγμένη από τον καπιταλισμό και την εκμετάλλευση.
Αλλά σε ένα άλλο επίπεδο, πρέπει να απαντήσουμε σε μια άλλη πρόκληση: οικοδόμηση μαζικών οργανώσεων στα κοινωνικά κινήματα για να αντιμετωπίσουμε τις επιθέσεις και την εχθρότητα του συστήματος, και την ίδια στιγμή χτίσιμο όλων των απαραίτητωνδεσμών για τη συνένωση της αντίστασης σε όλα τα μέτωπα. Οι κίνδυνοι της επιστροφήςστις ταυτότητες, η αδυναμία των πολιτικών απαντήσεων που αναφέρονται στην κοινωνική αλλαγή είναι δυνατό να καταστούν κοινή αναφορά, επιβάλλοντας έτσι, περισσότερο από ποτέ,τη διαθεματικότητα, την εργασία για σύγκλιση των κινημάτων ενάντια στην καταπίεση, όπως στο παράδειγμα της δυναμικής του BlackLivesMatterστις ΗΠΑ.
Στο πολιτικό πεδίο, όλο το ερώτημα είναι πώς μπορούν να οικοδομηθούν πολιτικές στρατηγικές οι οποίες, μακριά από τον περιορισμό στις θεσμικές προοπτικές, να παρέχουν τον απαραίτητο χώρο για την αυτοοργάνωση των κοινωνικών κινημάτων, να είναι στην υπηρεσία των λαϊκών απαιτήσεων και να θέτουν τις εμπειρίες θεσμικής διοίκησης στην υπηρεσία αυτού του κοινωνικού κινήματος, αμφισβητώντας άμεσα την οικονομική δύναμη των καπιταλιστών. Σε αυτό το επίπεδο, οι τελευταίες εμπειρίες είναι ελάχιστα θετικές.
Την πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα, μόνο η Λατινική Αμερική έγινε μάρτυρας της εκλογής κυβερνήσεων που προσδιορίστηκαν ως η επέκταση αυτών των κοινωνικών κινημάτων, αλλά χωρίς αυτό να ακολουθηθεί από μετασχηματισμό των συνθηκών διαβίωσης των πληθυσμών, ώστε να αναζωογονηθούν οι προοπτικές για κοινωνική χειραφέτηση. Η εξέλιξη των κυβερνήσεων του Ισημερινού, της Βολιβίας και της Βενεζουέλας επέφερε αλλαγή του κύκλου και την ανάγκη απεγκλωβισμού από τις προοπτικές που βασίζονται, κυρίως, στις πολιτικές εξόρυξης. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και τα κοινωνικά κινήματα βρίσκουν τον εαυτό τους να αντιστέκεται σε πολιτικούς που δεν τήρησαν τις υποσχέσεις τους.
Με έναν άλλο τρόπο στο Μαγκρέμπ (Βόρεια Αφρική) και την Αίγυπτο, τα λαϊκά κινήματα, βασισμένα στην κινητοποίηση των δυνάμεων της νεολαίας και των συνδικάτων, επέτρεψαν την ανατροπή δικτατορικών καθεστώτων. Βρίσκονται επίσης τώρα σε μια θέση αντίστασης. Ωστόσο, μπορούμε να δούμε την ανάδειξη στοιχείων περιφερειακής δυναμικής μεταξύ των κινημάτων στις χώρες του Μαγκρέμπ και εκείνων της Υπο-Σαχάριας Αφρικής.
Στην Ελλάδα, η προδοσία από την κυβέρνηση Τσίπρα που ήρθε στην εξουσία στο όνομα της απόρριψης των πολιτικών λιτότητας, αφήνει τώρα το κοινωνικό κίνημα με την ευθύνη της ανοικοδόμησης μιας πολιτικής εναλλακτικής λύσης με τα ριζοσπαστικά αριστερά πολιτικά ρεύματα. Στο ισπανικό κράτος, οι Podemos, ένα άμεσο αποτέλεσμα των κοινωνικών κινητοποιήσεων των Indignados, φέρνει σήμερα το κοινωνικό κίνημα αντιμέτωπο με μια παρόμοια κατάσταση. Οι στρατηγικές συζητήσεις που διεξήγαγαν οι Anticapitalistas στους Podemos για την άμεση αντιπαράθεση με τις πολιτικές λιτότητας ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του κοινωνικού κινήματος από το οποίο προέκυψαν.
Τέλος, στις διάφορες περιοχές όπου έγιναν πολιτικές αλλαγές μέσω της κοινωνικής κινητοποίησης, τα κοινωνικά κινήματα αντιμετωπίζουν μια αμυντική κατάσταση σε ένα πλαίσιο ανάπτυξης ισχυρών αγώνων που είναι σημάδια ελπίδας.
Το βασικό ζήτημα των προσεχών ετών δεν θα είναι απλώς η κατάλληλη οργάνωση για την αντιμετώπιση των επιθέσεων που επιτελέστηκαν, αλλά επίσης και η πολιτική ικανότητα για την οικοδόμηση, παράλληλα με τις κοινωνικές κινητοποιήσεις, ενός πολιτικού κινήματος για χειραφέτηση ικανού να αμφισβητήσει ευθέως τον καπιταλισμό.