Το μνημόνιο 3 συνεχίζει ισάξια και πιο βαθιά την πολιτική λιτότητας που άρχισαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν θα καταφέρει να καλύψει με κανένα κοινωνικό πρόσωπο και κανένα αριστερό προσωπείο τα καταστροφικά για την εργατική τάξη μέτρα. Νέες μειώσεις σε συντάξεις (μεταρρύθμιση ασφαλιστικού, ενοποίηση ταμείων) και μισθούς (νέο μισθολόγιο), σταδιακή επιβολή ορίου συνταξιοδότησης για όλους στα 67, ανεξαρτήτως των χρόνων δουλειάς, εξαντλητική φορολόγηση στους μικρούς αγρότες, ευκολότερες κατασχέσεις πρώτης κατοικίας και μαζικές ιδιωτικοποιήσεις λιμανιών, τρένων και αεροδρομίων – και αυτό είναι μόνο το πρώτο πακέτο από τα “προαπαιτούμενα”. Σε ένα περιβάλλον ήδη ανυπόφορης ανεργίας, απολύσεων, ανασφάλειας και φτώχειας, ο ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνησή του αναλαμβάνουν να επιβάλουν ένα τεράστιο πρόγραμμα σε όφελος των συμφερόντων των ελλήνων και ευρωπαίων καπιταλιστών.
Η κυβέρνηση δεν είναι μόνη της. Το μνημόνιο υποστηρίζεται φανατικά όχι μόνο από την ΕΕ και το ΔΝΤ, όπως και από όλα τα αστικά κόμματα του κοινοβουλίου (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, Ένωση Κεντρώων). Οι ναζί της Χρυσής Αυγής, η συμμορία αυτή των μπράβων μισθοφόρων των καπιταλιστών, περιμένει στη γωνία για να περιφρουρήσει το σύστημα, να επιβάλει τα συμφέροντα των αφεντικών της με τη βία και την τρομοκρατία εναντίον των αγωνιστών και αγωνιστριών. Τα ΜΜΕ αναλαμβάνουν να πείσουν τους πάντες ότι δεν υπάρχει καμία εναλλακτική στα μνημόνια.
Κι όμως, αυτή η “Ιερά Συμμαχία” δεν είναι καθόλου ανίκητη. Το σύστημα δεν έχει λύσει τα προβλήματά του. Η καπιταλιστική κρίση χτυπάει με πάταγο ακόμα και τις χώρες που υποτίθεται ότι την είχαν αποφύγει (Κίνα). Το ελληνικό οικονομικό πρόγραμμα είναι καταδικασμένο σε αποτυχία. Το πολιτικό σύστημα θρυμματίζεται και γελοιοποιείται, και κανείς δεν ξέρει σε ποια εναλλακτική θα μπορέσουν τα επιτελεία του κεφαλαίου να επενδύσουν αν καταρρεύσει και η σημερινή κυβέρνηση.
Για να μπορέσει, όμως, το εργατικό κίνημα να εκμεταλλευτεί την αδυναμία των αντιπάλων του, πρέπει πρώτα να ξεπεράσει τις δικές του αδυναμίες.
Η εκλογική αναμονή πρέπει να σταματήσει και πρέπει να ξανανοίξει ο κύκλος των ανυποχώρητων αγώνων. Η ελπίδα μας είναι στο δρόμο, στις απεργίες, τις καταλήψεις και τις λαϊκές συνελεύσεις, όχι στη μία ή την άλλη κυβέρνηση που υποτιθέμενα θα μας σώσει.
Η δύναμή μας είναι στην αλληλεγγύη όλων των εργαζομένων, των ανέργων, της νεολαίας, των καταπιεσμένων, από τον διπλανό μας στη δουλειά ή στην ουρά του ΟΑΕΔ μέχρι τον μετανάστη που πνίγεται στα ρατσιστικά σύνορα της ελλάδας και της ευρώπης. Η αυταπάτη ότι μπορεί κανείς να γλιτώσει από την επίθεση μόνος του, με τις διασυνδέσεις του ή με συντεχνιακές διεκδικήσεις, έχει τιμωρηθεί ήδη πολύ σκληρά. Αν η τάξη μας εξατομικευτεί ή διασπαστεί σε ανταγωνιστικές μερίδες (ιδιωτικός τομέας εναντίον δημοσίου, ντόπιοι εναντίον μεταναστών κλπ), είναι καταδικασμένη να χάσει. Αν, όμως, όλοι οι κλάδοι αγωνιστούν μαζί, μπορούμε να ανατρέψουμε τα μέτρα και να κερδίσουμε τα δικαιώματα μας στην εργασία, την εκπαίδευση και την αξιοπρεπή ζωή.
Αυτός ο αγώνας δεν μπορεί να δοθεί κάτω από τις σημαίες των εκφυλισμένων συνδικαλιστικών γραφειοκρατιών. Είναι γελοίο σήμερα η ηγεσία της ΓΣΕΕ να μιλά ενάντια στη λιτότητα, όταν το καλοκαίρι τασσόταν υπέρ του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα. Για να νικήσει αυτός ο αγώνας χρειάζεται τη μέγιστη δυνατή ενότητα στη δράση. Όμως, τα πολιτικά ερωτήματα προκύπτουν από την πρώτη στιγμή, και η ρεφορμιστική αριστερά, εθισμένη στους θεσμούς και στη λογική των ήπιων διεκδικήσεων, δεν μπορεί να δώσει τις απαντήσεις που χρειάζεται η εργατική τάξη. Ούτε το ΚΚΕ, ούτε η νεόκοπη ΛαΕ αρκούν. Μέσα από τον αγώνα, οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες, οι άνεργοι και οι άνεργες θα βγάλουν πολύτιμα πολιτικά συμπεράσματα για να υπερβούν αυτές τις ηγεσίες.
Ο αγώνας δεν θα νικήσει, αν εγκλωβιστούμε στην αυταπάτη του ρεαλισμού και των μικρών μεταρρυθμίσεων. Για να κερδίσουν οι καταπιεσμένοι έστω και το παραμικρό σήμερα πρέπει η άρχουσα τάξη να φοβηθεί ότι θα τα χάσει όλα. Οι νίκες έρχονται με εξεγέρσεις, και οι εξεγέρσεις περιφρονούν κάθε ρεαλισμό. Αυτό είναι το μήνυμα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, που έγινε ενάντια στις προθέσεις των ρεφορμιστικών ηγεσιών και ενάντια στην απάτη της σταδιακής δημοκρατικής μεταρρύθμισης της δικτατορίας.
Χρειαζόμαστε να δράσουμε αγωνιστικά και να μιλήσουμε πολιτικά. Υπάρχει εναλλακτική, αρκεί να μην φοβηθούμε. Χρειαζόμαστε ένα πρόγραμμα διεκδικήσεων σε ρήξη με το ίδιο το σύστημα, το κράτος των καπιταλιστών και την ΕΕ, που μπορεί να εξοπλίσει τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες, τους άνεργους και τις άνεργες, τη νεολαία, τα ταξικά μας αδέρφια που έρχονται στη χώρα από την Ασία ή την Αφρική, για τη νίκη. Και χρειαζόμαστε έναν πολιτικό χώρο που να είναι αφοσιωμένος σε ένα τέτοιο πρόγραμμα, μια αριστερά συνειδητά αντικαπιταλιστική. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι μια πολύτιμη κατάκτηση για αυτό το σκοπό, για τον οποίο και θα συνεχίσει να παλεύει.