Οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι και οι αυτοαπασχολούμενοι της χώρας, με έκδηλο ενδιαφέρον παρακολουθούν τις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ στο eurogroup. Μύχιος πόθος και ελπίδα τους, να πάψει η λιτότητα και να έρθει η ανάπτυξη.
Κατά πόσο όμως μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς μονομερή διαγραφή του χρέους, χωρίς την ύπαρξη ελλειμματικών προϋπολογισμών και χωρίς κρατικές επενδύσεις, ειδικότερα εν μέσω ύφεσης; Είναι βέβαιο ότι το μίγμα οικονομικής πολιτικής που διαπραγματεύεται η κυβέρνηση, ακόμα κι αν γίνει αποδεκτό δεν οδηγεί στην ποθητή ανάπτυξη.
Οι προϋπολογισμοί είτε χωρίς πρωτογενές πλεόνασμα, πράγμα που πρέπει να θεωρείται αδιανόητο, είτε ισοσκελισμένοι (δηλαδή τα έξοδα να είναι τόσα όσα τα έσοδα) στη βάση της προηγούμενης ιστορικής εμπειρίας (κρίση 1929) δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Μήπως όμως το new deal στις ΗΠΑ που λέει ο Βαρουφάκης, έβγαλε τις ΗΠΑ από την ύφεση; Προφανώς και όχι. Ο λόγος της μεταπολεμικής ανάπτυξης ήταν ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος με τις ανείπωτες καταστροφές και τα εκατομμύρια νεκρούς για την εργατική τάξη.
Η προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική απομείωσης του χρέους, είτε με επιμήκυνση, είτε με ανταλλαγή ομολόγων και μείωση των επιτοκίων εν μέσω αποπληθωριστικών προσδοκιών μεταθέτει τα προβλήματα για αργότερα, δεν τα επιλύει, απλώς οδηγούν σε μια προσωρινή ανάσα, όπως οι κυβερνώντες ισχυρίζονται.
Στη σημερινή συγκυρία έχουμε δεδομένο ότι τα προϋπολογισμένα έσοδα δεν επιτυγχάνονται, υφίσταται δημοσιονομικό κενό περίπου 2,5 δις € και οι χρηματοδοτικές ανάγκες, αν συμπεριλάβουμε και τη ρύθμιση των κόκκινων δανείων ξεπερνούν τα 20 δις €. Είναι λοιπόν προφανές ότι μια νέα χρηματοδότηση θα οδηγήσει σε μια νέα σύμβαση, με άγνωστους προς το παρόν όρους (που πριν τους λέγαμε μνημόνιο). Γίνεται λοιπόν φανερό ότι αν το παρόν πρόγραμμα δεν επεκταθεί και γίνει αποδεκτό το αίτημα για ένα πρόγραμμα γέφυρα μέχρι την υπογραφή νέας σύμβασης, είναι βέβαιο ότι θα προβλέπονται παρόμοιοι με τους γνωστούς όρους, αν τα προϋπολογισμένα από τη φοροδιαφυγή και φοροαποφυγή έσοδα δεν πραγματωθούν. Αυτό είναι και το πιο πιθανό σενάριο, βάσει της διεθνούς πρακτικής των μεγαλοκαπιταλιστών.
Για εμάς τους εργαζόμενους, πρέπει να είναι κατανοητό ότι καμία κυβέρνηση που διαχειρίζεται την καπιταλιστική κρίση, δεν έχει περιθώρια για παραχωρήσεις, ούτε ένα αστικό-εργατικό κόμμα που είναι πιο ευαίσθητο στις πιέσεις των εργαζομένων.
Μόνο οι δικοί μας ανειρήνευτοι αγώνες για την ικανοποίηση των άμεσων αναγκών μας μπορούν να φέρουν αποτελέσματα, μόνο οι δικοί μας αγώνες για την καταπολέμηση της ανεργίας, την επαναφορά των συντάξεων στα προ κρίσης επίπεδα, την κατάργηση των συμβάσεων επισφαλούς και μερικής εργασίας μπορούν να τα υλοποιήσουν.
Αυτά απαιτούν μια επαναστατική εργατική κυβέρνηση που δε θα ζητά να τη στηρίξουμε για να κάνει διαχείριση της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων, αλλά θα υπακούει στη θέληση της μισθωτής πλειοψηφίας και θα ικανοποιεί τις δικές μας ανάγκες.
ΟΚΔΕ-Σπάρτακος, 13/02/2015