ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ ΓΡΑΝΑΖΙ ΔΕΝ ΓΥΡΝΑ-ΕΡΓΑΤΗ ΜΠΟΡΕΙΣ ΧΩΡΙΣ ΑΦΕΝΤΙΚΑ
ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΜΕ ΤΑ ΚΛΕΙΣΤΑ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΑ
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μικροί και μεγάλοι καπιταλιστές, που είχαν πρόσβαση στην εξουσία, εισέπραξαν με θαλασσοδάνεια δισεκατομμύρια από τις κρατικές τράπεζες και τις αποταμιεύσεις του ελληνικού λαού. Ξεζουμίζοντας την εργατική τάξη, έχτισαν μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις από τις οποίες αποκόμισαν τεράστια κέρδη και περιουσίες. Αυτά τα κέρδη τους φυγαδεύτηκαν σε φορολογικούς παραδείσους, ενώ τα εργοστάσια έκλειναν το ένα μετά το άλλο. Ακόμα φυγαδεύονται κατά δισεκατομμύρια. Μόνο το τελευταίο εξάμηνο, φυγαδεύτηκαν 64 δισεκατομμύρια.
Μετά το ’90, με την κατάρρευση του «υπαρκτού», την παγκοσμιοποίηση που σήμαινε την ασύδοτη κίνηση το κεφαλαίου, χιλιάδες επιχειρηματίες, επιδοτούμενοι μάλιστα από το ελληνικό κράτος και την Ε.Ε., μετακόμισαν τις επιχειρήσεις τους σε χώρες όπου τα εργασιακά δικαιώματα, οι ασφαλιστικές και φορολογικές υποχρεώσεις ήταν ανύπαρκτες και τα κέρδη τους ανεξέλεγκτα.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, όπου οι εγκαταστάσεις και ο εξοπλισμός των επιχειρήσεων που έκλειναν παρέμειναν άθικτα, οι εργαζόμενοι θα μπορούσαν να τα καταλάβουν και να τα λειτουργήσουν οι ίδιοι. Όμως, τέτοιος στόχος δεν υπήρχε. Η αριστερά και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία το μόνο που πρότεινε στους εργαζόμενους ήταν να παλέψουν για την αποζημίωση, να μπουν στο ταμείο ανεργίας ή να ενταχθούν σε προγράμματα μετεκπαίδευσης, με μηδαμινές ελπίδες να ξαναβρούν δουλειά. Έτσι αυτό που πέτυχαν ήταν η ατομικοποίηση και η διάλυση μιας μεγάλης μερίδας της βιομηχανικής εργατικής τάξης.
Σήμερα, στην πράξη έχουμε περισσότερο από το μισό του εργατικού δυναμικού της χώρας να είναι άνεργο. Έχουμε ένα μεγάλο ποσοστό υποαπασχολουμένων με δίωρα ή τετράωρα. Οι εργατικές καθημερινές ανάγκες καλύπτονται σε μεγάλο ποσοστό από εισαγόμενα προϊόντα πολυεθνικών εταιριών και δικτύων λιανικού εμπορίου και η εγχώρια οικονομία ειδικεύεται σε δραστηριότητες που καμία σχέση δεν έχουν με τις εργατικές ανάγκες: ιμπεριαλιστικές τραπεζικές επιχειρήσεις στα Βαλκάνια, υπηρεσίες προς επιχειρήσεις, ορυχεία, μαζικός τουρισμός, εφοπλιστικές δραστηριότητες. Ταυτόχρονα, έχουμε χιλιάδες μικρές βιοτεχνίες και μεγάλα εργοστάσια κλειστά. Η λύση δεν είναι να περιμένουμε πότε οι απατεώνες θα φέρουν πίσω τα λεφτά από την Ελβετία και το Λουξεμβούργο, προκειμένου να ανοίξουν τα εργοστάσια και να μας προσλάβουν.
Η άμεση λύση είναι να καταλάβουμε τις επιχειρήσεις που είναι σε θέση να λειτουργήσουν και να απαιτήσουμε την άμεση απαλλοτρίωση–κοινωνικοποίησή τους, χωρίς αποζημίωση στους επιχειρηματίες, και την ανάληψή τους από αντίστοιχης ειδικότητας ανέργων, οι οποίοι θα αναλάβουν τη λειτουργία και τη διαχείρισή τους μέσα από τις δημοκρατικές ολομελειακές τους συνελεύσεις. Αυτό μπορεί να γίνει με τη συνεργασία αντίστοιχων συνδικάτων, ασφαλιστικών ταμείων και της τοπικών λαϊκών κοινοτήτων, στο βαθμό που αυτοί είναι διατεθειμένοι να υποστηρίξουν τέτοια εγχειρήματα. Να απαιτήσουμε τα κονδύλια που προβλέπονται για την αντιμετώπιση της ανεργίας να μην πάνε στους εργοδότες για να τους εξασφαλίσουν δωρεάν εργασία, όπως γίνεται μέχρι τώρα, αλλά να δοθούν στις ανειλημμένες επιχειρήσεις σαν κεφάλαιο εκκίνησης για επισκευές, πρώτες ύλες κλπ.
Σε καμία περίπτωση η λύση δεν είναι οι αστικοί συνεταιρισμοί μικροϊδιοκτητών, που θα το παίξουν αφεντικά και βιομήχανοι της πλάκας, ένας κίνδυνος που υπάρχει σε τέτοιες διαδικασίες. Οι εργαζόμενοι πρέπει να εργάζονται και να ασφαλίζονται με τους ίδιους όρους όπως και οι άλλοι εργάτες στους αντίστοιχους κλάδους, να συμμετέχουν στα συνδικάτα, να έχουν επίγνωση ότι τόσο η επιχείρηση, όσο και οι ίδιοι, ανήκουν στην εργατική τάξη. Τα όποια κέρδη αυτών των επιχειρήσεων, πέρα από την συντήρηση ή τη βελτίωση των εγκαταστάσεων, θα επιστρέφουν στην εργατική τάξη, π.χ. σε ασφαλιστικά ταμεία, σε ταμεία αλληλεγγύης των ανειλημμένων επιχειρήσεων, σε απεργιακά ταμεία των συναδέλφων του ιδιωτικού τομέα. Ο συντονισμός, η συνεργασία και η αλληλεγγύη όλων των ανειλημμένων επιχειρήσεων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για έναν σχεδιασμό προς το συμφέρον της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Απαραίτητη είναι επίσης η σύνδεση και η αλληλεγγύη με τις τοπικά λαϊκά στρώματα για την αντιμετώπιση του ανταγωνισμού του ιδιωτικού τομέα και για την επιβίωσή τους.
Όλα αυτά επιβάλλονται σαν αναγκαίες πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της ανεργίας και της ανθρωπιστικής κρίσης, δίνουν όμως επί πλέον την ευκαιρία για έναν απτό αντικαπιταλισμό. Σε μια βάση πιο κατανοητή και θεμελιώδη από τα ερωτήματα που αναφέρονται σε γενικά οικονομικά μεγέθη, όπως ευρώ ή δραχμή, σκληρό ή μαλακό νόμισμα κλπ, οδηγούν κατευθείαν στο δίλημμα «με καπιταλισμό ή χωρίς καπιταλισμό»;
Μια τέτοια διαδικασία είναι το καλύτερο σχολείο για την εργατική τάξη και είναι η έμπρακτη απόδειξη για τη δυνατότητα μιας άλλης προοπτικής για την κοινωνία. Ταυτόχρονα, στο εδώ και τώρα υλοποιεί το «ΕΡΓΑΤΗ ΜΠΟΡΕΙΣ…».
Χωρίς αμφιβολία, όποια έκταση και όποια διάρκεια να έχουν αυτές οι προσπάθειες, δεν μας λύνουν το πρόβλημα, από τη στιγμή που οι καπιταλιστές θα ελέγχουν το κύριο όγκο της οικονομίας και με το κράτος τους, την ΕΕ και τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς θα επιβάλλουν το συμφέροντά τους και θα οργανώνουν την αντεπίθεσή τους. Η οριστική λύση παραμένει, και θα παραμένει όσο υπάρχει ο καπιταλισμός, η συνολική ανατροπή του και η συντριβή των οργάνων κυριαρχίας του. Η κατάληψη επιχειρήσεων και η συντονισμένη αυτοδιαχείριση δεν είναι παρά σημαντικό ένα επεισόδιο στον δρόμο για την εξουσία και τη γενικευμένη αυτοδιεύθυνση των ίδιων των εργαζομένων.