(Για τον Ζακ Κωστόπουλο)
Η εν ψυχρώ δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, που λιντσαρίστηκε στο κέντρο της Αθήνας μέρα μεσημέρι, είναι αποτέλεσμα του κλίματος υστερίας που καλλιεργείται από τα θεσμικά πολιτικά κόμματα και τα ΜΜΕ για «έλλειψη ασφάλειας» σε συνδυασμό με τη δράση ακροδεξιών και μελών μιας μαφίας καταστηματαρχών που λυμαίνονται το κέντρο υπό τη σκανδαλώδη υπόθαλψη της αστυνομίας.
Δείχνει, για άλλη μια φορά, την αποχαλίνωση ατόμων και ομάδων που ενθαρρύνονται από την ασυλία την οποία παρέχει το κράτος και οι μηχανισμοί του στα ρατσιστικά εγκλήματα της Χρυσής Αυγής και άλλων αντίστοιχων ομάδων, όπως και σε επιθέσεις ενάντια σε μετανάστες, γυναίκες, ομοφυλόφιλους και τοξικοεξαρτημένους, οι δράστες των οποίων κατά κανόνα πέφτουν στα μαλακά.
Η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου πυροδότησε μια απεγνωσμένη απόπειρας συγκάλυψης όσων ενεπλάκησαν στο περιστατικό (ΕΛΑΣ, ΜΜΕ), οι οποίοι συστηματικά και εξ αρχής διαδίδουν ψευδείς πληροφορίες σχετικά με τις συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη. Η εκστρατεία αυτή συνοδεύτηκε και από συστηματικό κιτρινισμό που προσπάθησε να αναμοχλεύσει τα πιο ταπεινά ένστικτα των «νοικοκυραίων» με κατευθυνόμενες ρητορικές ερωτήσεις του τύπου «εσύ τι θα έκανες αν έμπαινε ληστής στο σπίτι σου;».
Το γεγονός ότι ο Ζακ Κωστόπουλος, αιμόφυρτος και δεμένος, κακοποιήθηκε από τους αστυνομικούς και κατόπιν μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο νεκρός, δεμένος πισθάγκωνα και κάτω από την ασφυκτική τους «συνοδεία», ενώ αυτοί έδιναν σκόπιμα παραπλανητικές πληροφορίες, αναδεικνύει τόσο το ζήτημα της καταχρηστικής παρουσίας της αστυνομίας μέσα σε έναν τόσο κρίσιμο εργασιακό χώρο όσο και της λειτουργίας του ΕΚΑΒ υπό αστυνομικό έλεγχο, μακριά και, πολλές φορές, όπως εδώ, ενάντια στον ρόλο της προστασίας της ζωής και της υγείας του πληθυσμού.
Η προσπάθεια να παρουσιαστεί ο θάνατος του Ζακ Κωστόπουλου σαν συνέπεια του τραυματισμού από τα γυαλιά δεν είναι μόνο εκτός πραγματικότητας, αλλά μια σκόπιμη απόπειρα αθώωσης των δολοφόνων του. Τα τραύματά του από τα γυαλιά δεν ήταν ικανά να προκαλέσουν τον θάνατο, ο οποίος φαίνεται ότι προήλθε από τα χτυπήματα που δέχτηκε στο κεφάλι και ήταν εμφανή κατά τη διακομιδή του. Η γνωμάτευση των ιατροδικαστών, από τους οποίους ο ένας έχει στο ενεργητικό του σωρεία υποθέσεων υπεράσπισης της Χρυσής Αυγής και ο άλλος περιπτώσεις κουκουλώματος περιστατικών αστυνομικής βίας, δεν μπορεί να θεωρείται αξιόπιστη.
Η αναφορά στο θύμα ως «τοξικοεξαρτημένο» και «επίδοξο ληστή» δεν μπορεί παρά να στοχεύει αφενός στη στοχοποίηση των τοξικοεξαρτημένων και την παρουσίασή τους ως δυνάμει εγκληματιών, αφετέρου στην σχετικοποίηση του εγκλήματος που διέπραξαν οι «αγανακτισμένοι μαγαζάτορες» και οι ακροδεξιοί της Ομόνοιας, οι οποίοι επιχείρησαν να παρουσιαστούν ότι έδρασαν σε «νόμιμη άμυνα», στον συμψηφισμό δηλαδή μιας ζωής με την ασφάλεια ενός κοσμηματοπωλείου.
Η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, μαχόμενου μέλους της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, υπό τις συνθήκες που έγινε και με δεδομένα τα όσα ακολούθησαν δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο γεγονός. Το ενδεχόμενο της ληστείας μέρα μεσημέρι και σε τόσο πολυπληθές σημείο φαντάζει απίθανο. Η δε αφήγηση ότι απείλησε κάποιον με μαχαίρι δεν τεκμαίρεται από πουθενά.
Οι πέντε θλιβεροί φασίστες που την επομένη φώναξαν συνθήματα μίσους ενάντια στα «πρεζάκια» και τους «γκέι» σίγουρα φωτίζουν καλύτερα το κίνητρο των δραστών. Κάθε «γκέι» ή «πρεζάκι» (ή όσοι/ες θεωρηθούν εξίσου «επικίνδυνοι») είναι για αυτούς υποψήφιο θύμα δολοφονίας.
Απέναντι σε αυτούς οι καθημερινές πολύμορφες κινητοποιήσεις δείχνουν ότι το πραγματικό περιθώριο είναι όσοι προσπαθούν να «μας απαλλάξουν από το περιθώριο». Χιλιάδες άνθρωποι, μέλη ΛΟΑΤΚΙ οργανώσεων, πολιτικών οργανώσεων, εργάτες-τριες, μετανάστες-τριες, νεολαίοι-ες, βροντοφώναξαν στο δρόμο ένα ηχηρό ΩΣ ΕΔΩ.
Δυστυχώς, ενώ η ενοποίηση των δράσεων που προέκυψαν ήταν αναγκαία, η πρότασή της οργάνωσής μας να διοργανωθεί κάτι κοινό από τις πολιτικές οργανώσεις και αυτές του ΛΟΑΤΚΙ κινήματος σκόνταψε πάνω στις αγκυλώσεις και τη δυσκινησία των δυνάμεων του χώρου. Ελπίζουμε ότι στο μέλλον αυτό θα διορθωθεί και η απάντηση θα δοθεί ακόμα πιο μαζικά, πιο πολιτικά, πιο αποτελεσματικά. Είμαστε περισσότεροι και περισσότερες, και θα μας βρουν μπροστά τους.