ΤΕΡΜΑ ΠΙΑ ΣΤΙΣ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ. Ή ΜΕ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ή ΜΕ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΤΕΣ.
Παραμονές των εγκαινίων της ΔΕΘ ο Αλέξης Τσίπρας θυμήθηκε τον Ανδρέα Παπανδρέου και ο Μητσοτάκης τον πατέρα του, που όταν χρειάστηκε κυβέρνησε μαζί με την αριστερά. Αυτός ο θίασος σκιών θα ήταν για γέλια και κάτω από άλλες περιστάσεις θα έμοιαζε με φάρσα αν δεν ήθελε να κρύψει την πραγματικότητα της συνέχειας των αντιλαϊκών μέτρων που πρέπει οπωσδήποτε για αυτούς να υλοποιηθούν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να πλασάρεται σαν το λιγότερο κακό σε αυτόν τον μονόδρομο, αξιοποιώντας την απέχθεια που τρέφουν τα λαϊκά στρώματα στον καραμπινάτο νεοφιλελευθερισμό της ΝΔ και στην ακροδεξιά ρητορεία στελεχών της. Δυστυχώς για την κυβέρνηση που συνεχίζει να βαφτίζει το ψάρι κρέας, έχει 113 προαπαιτούμενα να περάσει μέχρι το Μάρτη του 2018, από τα οποία 95 εντός του 2017 (περικοπές, φόροι, ιδιωτικοποιήσεις, ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, αρπαγή σπιτιών από τράπεζες, σκληρές αλλαγές σε παιδεία – υγεία, αξιολόγηση και απολύσεις συμβασιούχων στο δημόσιο, νέος συνδικαλιστικός νόμος που απαγορεύει ουσιαστικά το δικαίωμα στην απεργία). Όλα αυτά πρέπει να προστεθούν άλλωστε στα ήδη υπάρχοντα βάρη των 7 χρόνων μνημονίου. Προσπαθούν να παίξουν πάλι το ξαναζεσταμένο σενάριο του παράλληλου προγράμματος και των μέτρων ανακούφισης, όπως επίσης και το αριστερό Success Story της ανάπτυξης, υποδεχόμενοι τις επενδύσεις του Μακρόν και κάνοντάς επισκέψεις στην Apivita, που πρόσφατα εξαγοράστηκε από ισπανική πολυεθνική, θυμίζοντας ότι για τους Έλληνες καπιταλιστές είναι προτιμότερο να είναι τελευταίοι στην πόλη (Ε.Ε.) παρά πρώτοι στο χωριό. Την ίδια στιγμή, στον ιδιωτικό τομέα (οι υγιείς επενδυτές μας) απολύουν, μειώνουν μισθούς, αυξάνουν ωράρια, αρπάζουν δώρα από τις τράπεζες ασύδοτοι και ανενόχλητοι από τις κυβερνήσεις. Και βέβαια συνεχίζουν να αγοράζουν με γελοία ποσά ό,τι έχει απομείνει από συγκοινωνίες, ρεύμα, νερό, λιμάνια. Δυστυχώς για αυτούς, την κυβέρνηση αλλά και τον ελληνικό καπιταλισμό, δεν τους σώζει από την κρίση ούτε αυτή η προσπάθεια. Μετά από τόσα χρόνια μνημονίων, περικοπών και αβάσταχτων βαρών, το μέλλον για τον ελληνικό καπιταλισμό είναι ακόμα σκοτεινό και η παραμικρή επιδείνωση σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο έχει πολλαπλάσιες πιέσεις στον αδύνατο κρίκο που λέγεται Ελλάδα.
Γίνεται επίσης φανερό ότι αν δεν σπάσει η μνημονιάκη πολιτική δεν μπορούμε να μιλάμε για την κάλυψη των στοιχειωδών αναγκών της κοινωνικής πλειοψηφίας για επιβίωση. Άλλωστε παρά την περίφημη έξοδο από το μνημόνιο το καλοκαίρι του 2018, που διαφημίζει η κυβέρνηση, τα μνημόνια προορίζονται να καθορίζουν τη ζωή μας στο διηνεκές απ’ ό,τι φαίνεται. Η δίκαιη αποστροφή των εργαζομένων, των ανέργων και των καταπιεσμένων προς την κυβέρνηση δε θα πρέπει να τους οδηγήσει ούτε στις νεοφιλελεύθερες μπαρούφες των μνημονιακών κομμάτων ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ, ΕΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΩΩΝ, αλλά πολύ περισσότερο ούτε στους ναζί χρυσαυγίτες, που κάνουν προσπάθεια επανόδου στους δρόμους και στην πολιτική σκηνή συνεπικουρούμενοι από τη δήθεν ανεξάρτητη αστική δικαιοσύνη αλλά και τη ΝΔ του Κούλη και του Άδωνη Γεωργιάδη, όπως και την κυβέρνηση που κάνει δεύτερες σκέψεις να τους χρησιμοποιήσει για να κόψει ψήφους από τη Νέα Δημοκρατία (ας μην ξεχνάμε τις κοινές φωτογραφίες στο Καστελόριζο ή τις δηλώσεις Παρασκευοπούλου για στήριξη της Χ.Α. από το πολιτικό σύστημα αν “δεχτεί έμπρακτα την υπαγωγή της στους θεσμούς της Δημοκρατίας”).
Η λύση, όμως, δε βρίσκεται ούτε στις εκλογές που θα δώσουν την υποτιθέμενη μαγική λύση. Πληρώσαμε ακριβά όσες φορές αποσυρθήκαμε από τον δρόμο και όταν αφήσαμε την τύχη μας στις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες. Πληρώσαμε επίσης ακριβά όταν εμπιστευτήκαμε την αριστερά της κοινοβουλευτικής στρατηγικής, που πάντα περιμένει να ωριμάσουν οι συνθήκες.
Νικούν μόνο οι ανυποχώρητοι αγώνες. Ακόμα και μέσα στο ασφυκτικό περιβάλλον της κρίσης τέτοιοι αγώνες μπορούν να νικήσουν. Η απόκρουση των απολύσεων στο δημόσιο -στους δήμους συγκεκριμένα τον Ιούνιο που ξεπάγωσε τις προσλήψεις στην καθαριότητα-, η κατάρρευση της αριστερής αξιολόγησης του ΣΥΡΙΖΑ από την απεργία-αποχή της ΑΔΕΔΥ, ο συνεχής αγώνας ενάντια στην κυριακάτικη εργασία, ο αγώνας για την αυτοδιαχείριση στα εργοστάσια της ΒΙΟΜΕ και Ρομπέν του ξύλου, οι τεράστιοι αγώνες της προηγούμενης περιόδου που τσάκισαν τρεισήμισι κυβερνήσεις, το αντιφασιστικό κίνημα που έχει περιορίσει δραστικά τους ναζί δολοφόνους, το κίνημα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες, είναι μερικά παραδείγματα που δείχνουν πως έχουμε τη δύναμη να ανατρέψουμε την κατάσταση.
Το κίνημα που αναπτύσσεται στις ΗΠΑ ενάντια στους ακροδεξιούς νόμους του Τραμπ και στις επιθέσεις των ναζιστών εκεί, τα κινήματα αλληλεγγύης υπέρ των προσφύγων στη Βαρκελώνη αλλά και σε άλλες περιοχές της Ευρώπης, οι αγώνες της κουρδικής και τουρκικής Αριστεράς, δείχνουν ότι οι εργατικές τάξεις δεν εγκαταλείπουν τη μάχη.
Νικάμε μόνο με την ενότητα εργαζομένων, ανέργων και καταπιεσμένων στη δράση. Σύμμαχοι μας είναι όλοι οι εργαζόμενοι και εργαζόμενες σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, σε κάθε κλάδο, ντόπιοι, μετανάστες και πρόσφυγες.
Νικάμε μόνο με την ανεξάρτητη οργάνωση των εργαζομένων, με κάθε μορφή αυτοοργάνωσης, σε λαϊκές συνελεύσεις και απεργιακές επιτροπές, που είναι οι μόνες δομές που μπορούν να σταθούν απέναντι στο κράτος των καπιταλιστών, σε σύγκρουση με την Ελληνική Κυβέρνηση, την ΕΕ, τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς και τα κόμματα του κεφαλαίου. Μέσα από τους αγώνες, τις ήττες και τις νίκες μας, το εργατικό κίνημα έχει αποκτήσει πολύτιμη πολιτική εμπειρία.
Είναι καιρός ένα ρεύμα απαλλαγμένο από τις αυταπάτες της μεταρρύθμισης του συστήματος των καπιταλιστών, ανεξάρτητο από κρατικές και συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες, το αντικαπιταλιστικό και διεθνιστικό ρεύμα, να ενισχυθεί.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τα αντικαπιταλιστικά σχήματα σε πανεπιστημιακές σχολές και χώρους δουλειάς είναι μία σημαντική κατάκτηση προς αυτό τον σκοπό. Αν πέρυσι ο Τσίπρας στην πρώτη του φορά ως πρωθυπουργός απέτυχε να φέρει την τάξη μας έξω από τη ΔΕΘ ως χειροκροτητή, φέτος θα μας βρει παλι απ’ έξω , στις διαδηλώσεις, με μεγαλύτερη δύναμη, μαζικότητα και μαχητικότητα από ποτέ.
Όλες/οι στις διαδηλώσεις της 9ης Σεπτεμβρίου 2017 στη ΔΕΘ.