Νίκος Ταμβακλής
Στην τελευταία ολομέλεια της 21/4 παρακολούθησα τη συζήτηση αλλά δεν τοποθετήθηκα, καθώς τη τελευταία περίοδο δεν μπορούσα να παρακολουθήσω τις συζητήσεις στο εσωτερικό της οργάνωσης, τόσο για αντικειμενικούς λόγους (μόνιμη διαμονή εκτός Αθηνών) όσο και για προσωπικούς λόγους κατά το διάστημα της παραμονής μου στην Αθήνα.
Θα πρέπει κατ’ αρχήν να δηλώσω ότι συμφωνώ με το σκεπτικό και τις εκτιμήσεις της εισήγησης σχετικά με τις εξελίξεις και τις προοπτικές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ωστόσο μετά και από την συζήτηση στην ολομέλεια της 21/4, θα ήθελα να κάνω τις παρακάτω γενικότερες παρατηρήσεις σχετικά με τις επερχόμενες εκλογές που πιστεύω ότι δεν υπάρχουν στο εισηγητικό κείμενο.
1. Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων χρόνων της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει μια γενικότερη μετατόπιση του εκλογικού σώματος προς τα δεξιά. Είναι γεγονός ότι η απογοήτευση από την περίφημη «συνθηκολόγηση» του καλοκαιριού του ’15, προκάλεσε μια γενική απαξίωση της «αριστεράς» στα μάτια των λαϊκών στρωμάτων. Απόδειξη αποτελεί η εκλογική καταβαράθρωση της ΛΑΕ (στην οποία είχε προσχωρήσει η πρώην Αριστερή Πλατφόρμα του ΣΥΡΙΖΑ μαζί με το σημαντικότερο ίσως τμήμα του παλαιότερου κομματικού μηχανισμού), η εκλογική στασιμότητα του ΚΚΕ, η αδυναμία ανάπτυξης της εκλογικής απήχησης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και των υπόλοιπων αριστερών εκλογικών σχηματισμών. Ο κύριος όγκος των εκλογικών «διαρροών» του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να κατευθύνεται προς τα δεξιά.
2. Ωστόσο η απογοήτευση των λαϊκών στρωμάτων από την «συνθηκολόγηση» δεν έχει οδηγήσει σε μια ολοκληρωτική εκλογική συντριβήτου ΣΥΡΙΖΑ. Ένας πρώτος πιθανός λόγος είναι ότι οι προεκλογικές «μαξιμαλιστικές» υποσχέσεις της ηγεσίας Τσίπρα της περιόδου 2012-14, για την «ανατροπή των μνημονίων με ένα διάταγμα κλπ.» δεν είχαν γίνει ποτέ ολοκληρωτικά πιστευτές από τους ψηφοφόρους του ’15 και η ολοκληρωτική αθέτησή τους δεν προκάλεσε μια αντίστοιχη αγανάκτηση. Ένας δεύτερος πιθανός λόγος ότι η εργατική τάξη δεν είχε ποτέ προετοιμαστεί συνειδητά για μια επώδυνη ρήξη και η «συνθηκολόγηση» του καλοκαιριού του ’15 έγινε υποσυνείδητα αποδεκτή σαν μια αναγκαστική αναπόφευκτη υποχώρηση.Ένας τρίτος λόγος είναι ότι η ηγεσία Τσίπρα έχει σήμερα δημιουργήσει σε αρκετά μεγάλο βαθμό την εντύπωση του καλύτερου διαχειριστή της κρατικής μηχανής (κάτι συνηθισμένο σε κανονικές πολιτικοοικονομικές συνθήκες για τη πρώτη τουλάχιστον διαχειριστική περίοδο μιας ρεφορμιστικής ηγεσίας). Ένας τέταρτος λόγος είναι ασφαλώς η αποκρουστική και απωθητική για την εργατική τάξη εμφάνιση της νεοφιλελεύθερης ηγεσίας της ΝΔ.
3. Η σημερινή προεκλογική επίθεση της μητσοτακικής ηγεσίας της ΝΔ στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει προσλάβει μια πρωτοφανή για την μεταπολιτευτική τουλάχιστον περίοδο οξύτητα (με την εξαίρεση ίσως της περιόδου του «βρώμικου ’89»). Ο σχεδόν ολοκληρωτικός έλεγχος των ιδιωτικών ΜΜΕ από τη ακροδεξιά πολιτική οδηγεί σε μια γενικότερη υποβάθμιση και εκχυδαϊσμό τον«επίσημο» πολιτικό λόγο αλλά και το κυριότερο σε μιαγενικευμένη κοινωνική «απονομιμοποίηση» των εθνικιστικών και ξενοφοβικών–ρατσιστικών στερεοτύπων.Η τυχοδιωκτική αντίδραση της ηγεσίας της ΝΔ στη «συμφωνία των Πρεσπών» φούσκωσε επικίνδυνα τα πανιά του εθνικισμού και οι συνεχείς αναφορές στο «αγαθό της δημόσιας ασφάλειας» υποδαυλίζει διαρκώς ένα κλίμα μισαλλοδοξίας μέσα σε σημαντικά τμήματα των λαϊκών στρωμάτων.
4. Από την άλλη πλευρά η προεκλογική καμπάνια του ΣΥΡΙΖΑ επικεντρώνεται) στην προσπάθεια προβολής των «κοινωνικά θετικών οικονομικών μέτρων» της κυβέρνησης (που της επιτρέπουν τα «υπερπλεονάσματα» μετά από την υποτιθέμενη «έξοδο» από τα μνημόνια).Όμως τα κάθε λογής επιδόματα με τον προσωρινό χαρακτήρα τους, δεν μπορούν να δώσουν μια ουσιαστική ανακούφιση στους ανέργους και τα μεσαία στρώματα που έχουν πληγεί. β) στην ανάδειξη των οικονομικών σκανδάλων των προηγούμενων κυβερνήσεων που όμως η μακροχρόνια διαρκής επίκλησή τους και τα πενιχρά τελικά αποτελέσματα των πολύπλοκων νομικών διαδικασιών έχουν οδηγήσει στο κορεσμό του εντυπωσιασμού και τελικά στην αδιαφορία των ψηφοφόρωνγ) στη προσπάθεια «ανοίγματος» με την «γέφυρα» προς την κεντροαριστερά που πιστεύει ότι θα τον διευκολύνει να διατηρήσει την εκλογική επιρροή στους παλαιούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που τον ψήφισαν για πρώτη φορά το ’15.
5. Η εκλογική αντιπαράθεση ανάμεσα στους δύο «πόλους» έχει αναμφισβήτητα και τον χαρακτήρα της ταξικής πόλωσης όπως συνέβαινε τις προηγούμενες δεκαετίες με τις εκλογικές αντιπαραθέσεις ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Η βασική διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαθέτει σήμερα τις μαζικές οργανώσεις βάσεις που διέθετε παλαιότερα το ΠΑΣΟΚ (τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του ’90)που αναλάμβαναν τη «ζύμωση» των θέσεων του κόμματος στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς αλλά και την «πόρτα-πόρτα» προεκλογική εκστρατεία.Ακόμη περισσότερο που οι εθνικιστικές και ρατσιστικές απόψεις που έχουν δηλητηριάσει πλατιά λαϊκά στρώματα, αποδεικνύονται σήμερα πολύ πιο σκληρές και δύσκολες στην αντιμετώπισή τους.
6. Η αντικαπιταλιστική αριστερά (ΑΝΤΑΡΣΥΑ) εκτός από τις γνωστές υποκειμενικές οργανωτικές της αδυναμίες έχει αντικειμενική δυσκολία να προπαγανδίσει το όποιο πρόγραμμά της σε μια περίοδο γενικής υποχώρησης του εργατικού και των κινημάτων κοινωνικής αντίστασης, καθώς αυτό δεν έχει αναπτυχθεί και συγκροτηθεί με μια μεταβατική λογική και δεν πατάει σε μια προσεκτική ανάλυση του σημερινού επιπέδου συνείδησης και των άμεσων αναγκών της εργατικής τάξης.
Παγκόσμια Συνέδρια
Βιβλιοθήκη






