Σύντροφοι και συντρόφισσες,
Αν αποφασίσαμε τελικά να γράψουμε αυτό το κείμενο, δεν είναι για να εντείνουμε περισσότερο το τεταμένο κλίμα του τελευταίου διαστήματος εντός της οργάνωσης, αλλά για τον ακριβώς αντίθετο λόγο: αφενός να διευκρινίσουμε ορισμένα πράγματα και αφετέρου να εκφράσουμε την επιθυμία οι όποιες πολιτικές διαφωνίες να συζητιούνται με τρόπο οργανωμένο και βέβαια ως τέτοιες. Στην προσπάθεια λοιπόν να ξεφύγουμε από αυτό το κλίμα, νιώθουμε υποχρεωμένες τόσο στον εαυτό μας όσο και στο σύνολο της οργάνωσης να κάνουμε αυτή τη μικρή δήλωση (σχετικά με τα όσα αναφέρονται σε μέιλ που έφτασε στη λίστα της οργάνωσης στις 25/2). Γιατί θεωρούμε ότι δεν είναι σωστό να αιωρούνται πράγματα στη λίστα και να συζητιούνται σε εσωτερικά πηγαδάκια, μιας και δεν υπήρξε διάψευση ή έστω επισήμανση ότι δεν υπήρχε πρόθεση δημοσιοποίησης κατηγοριών, ακόμα και αν πραγματικά πιστεύουμε ότι διέρρευσαν κατά λάθος. Ούτε επιθυμούμε να καταγγείλουμε ή να αποδώσουμε πρόθεση, ούτε αξιώνουμε κάποια συγγνώμη. Θέλουμε απλώς να πούμε δυο λόγια για την πολιτική ουσία όσων συνδέονται ρητά με τα ονόματά μας. Για αυτό επιλέγουμε να το κάνουμε και μαζί, επιχειρώντας να μείνουμε μόνο σε όσα μας ονοματίζουν.
Πρώτον, νομίζουμε ότι είναι παραπάνω από προφανές ότι η αναφορά σε “συντρόφισσες της φράξιας” που “κάνουν ό,τι μπορούν για να σαμποτάρουν” τη διαδικασία της γυναικείας ομάδας είναι τουλάχιστον έωλη και δεν συμβαδίζει με το γεγονός ότι, δυστυχώς, η γυναικεία ομάδα δεν έχει μπορέσει να λειτουργήσει τον τελευταίο χρόνο. Στο διά ταύτα, αν ο όρος φράξια χρησιμοποιείται κυριολεκτικά, τότε δεν μπορούμε να καταλάβουμε σε ποια ομάδα γυναικών αναφέρεται, μιας και καμία οργανωμένη ομάδα με διαδικασίες και κατατεθειμένες απόψεις διαφοροποίησης δεν υπάρχει. Αν χρησιμοποιείται μεταφορικά, τότε είναι υποτιμητικό είτε να ταυτίζονται συντρόφισσες με παλιότερες πολιτικές διαφωνίες στην οργάνωση, στις οποίες μάλιστα η μία εκ των δύο δεν είχε καν λάβει μέρος, γιατί δεν ήταν τότε μέλος, είτε να ομαδοποιούνται σε ευρύτερες ομάδες με άλλα κριτήρια, π.χ. στην πλειοψηφία της ΚΕ, με την άποψη των οποίων ταυτίζονται άκριτα. Επίσης, πώς μπορεί να θεωρείται σκόπιμη κωλυσιεργία και για ποιο λόγο ο προβληματισμός να περιμένουμε την ανάρτηση των πρακτικών της ΚΕ ώστε να έχουμε μια πιο πλήρη εικόνα; Η γυναικεία ομάδα κλήθηκε να συνεδριάσει προκειμένου να συζητήσει την καταγγελία μίας συντρόφισσας η οποία είχε ήδη συζητηθεί στην Κ.Ε., επομένως είναι λογικό, όταν δεν θέλουμε να καταλήγουμε σε συμπεράσματα που δεν θα προάγουν τη δίκαιη αντιμετώπιση των συντρόφων και των συντροφισσών, να επιθυμούμε να γνωρίζουμε την αναλυτική συζήτηση και όχι την απόφαση της ΚΕ. Επίσης, πώς μπορεί το στήσιμο του Σπάρτακου, του περιοδικού της οργάνωσης -το οποίο έχουν κιόλας αναλάβει κατά κύριο λόγο τρεις συντρόφισσες- να θεωρείται «σαμποτάζ» τη στιγμή που η συνάντηση της γυναικείας θα μπορούσε να μεταφερθεί άλλη στιγμή μέσα στην εβδομάδα ενώ η έκδοση του περιοδικού ήταν επείγουσα λόγω της συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ;
Δεύτερον, δεν μπορούμε να καταλάβουμε με ποιο επιχείρημα η επισήμανση των διαδικασιών της οργάνωσης μπορεί να θεωρείται ότι λογοδοτεί σε κάποιο σχέδιο μανιπουλαρίσματος αποφάσεων ή επιλογών των οργάνων της. Θα πρέπει να διευκρινίσουμε τα εξής σε σχέση με τα δύο θέματα που θίγονται. Αφενός, η παράκληση να μην ανέβει η απόφαση της ΚΕ στη λίστα σήμαινε να μην ανέβει «χύμα», αλλά με τη μορφή εσωτερικού κειμένου. Η λίστα δημιουργήθηκε ως ένα άμεσο εργαλείο για καλύτερη ενημέρωση και συντονισμό των τρεχουσών δράσεων στις οποίες συμμετέχουμε, μιας και τα εσωτερικά κείμενα, τα οποία αποτελούν και τον οργανωμένο εσωτερικό χώρο διαλόγου των μελών της οργάνωσης, δεν προσφέρονταν για αυτό το σκοπό. Η «κακομεταχείρισή» της κατά καιρούς από πολλούς και πολλές από εμάς δεν αναιρεί το γεγονός ότι η ηλεκτρονική αντιπαράθεση δεν έχει βοηθήσει την εσωτερική συζήτηση και, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, περισσότερο εντυπώσεις δημιουργεί παρά ενισχύει την ανταλλαγή απόψεων ή/και τη λύση παρεξηγήσεων. Για αυτό και τα πρακτικά αναρτώνται πάντα στα εσωτερικά κείμενα (τα οποία προσφέρουν και μεγαλύτερη ασφάλεια σε όσα συζητάμε εσωτερικά): πρόκειται για κάτι αυτονόητο, και αδυνατούμε εντελώς να καταλάβουμε πώς είναι δυνατό αυτό να εγείρει υπόνοιες. Αφετέρου, είναι εξίσου ακατανόητη η υπόθεση πως η καταγραφή μιας συμβουλευτικής ψήφου μπορεί να υποκρύπτει κάποιου είδους σχέδιο. Η Εξελεγκτική Επιτροπή έχει καταστατικά το δικαίωμα συμμετοχής στην Κεντρική Επιτροπή με συμβουλευτική ψήφο (Καταστατικό, άρθρο 10, §36), μιας και είναι υπεύθυνη για την τήρηση του καταστατικού.
Με τα παραπάνω, θέλουμε να πούμε ότι δεν είναι χρήσιμο να λειτουργούμε με τη λογική παρεών και ομαδοποιήσεων. Θέλουμε να καταθέσουμε την άποψή μας πως για να είναι εποικοδομητικός ο διάλογος μεταξύ μας είναι απαραίτητο να θέτουμε τις όποιες πολιτικές διαφωνίες ανοιχτά και δομημένα μέσα από τα εργαλεία λειτουργίας της οργάνωσης: διαδικασίες, όργανα, εσωτερικά κείμενα. Προσπαθήσαμε να μην παρασυρθούμε να βγάλουμε μη προφανή συμπεράσματα ούτε να σχολιάσουμε άλλα σημεία που δεν μας αφορούν προσωπικά, αλλά απλώς να πούμε δυο λόγια για αυτά που μας στενοχώρησαν (κυρίως τη δίκη προθέσεων) και μας έφεραν προσωπικά στη δυσάρεστη θέση να εξηγήσουμε πράγματα που μας φαίνονται αυτονόητα. Δυστυχώς, η τεράστια πίεση χρόνου με τη συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά και η προσπάθεια να μην συμμετάσχουμε στο κλίμα πόλωσης ούτε να πούμε κάτι εν θερμώ μας έκαναν να καθυστερήσουμε να γράψουμε όσα θέλαμε να πούμε. Ας ενισχύσουμε συλλογικά τη δουλειά όλων μας ως οργάνωση και τις επιλογές της, στα μέτωπα όπου συμμετέχει ο καθένας και η καθεμία, και ας συζητήσουμε οργανωμένα και εποικοδομητικά τις όποιες πολιτικές μας διαφωνίες.
Φανή Οικονομίδου
Χριστίνα Πάλλιου
Παγκόσμια Συνέδρια
Βιβλιοθήκη






