Νίκος Ταμβακλής
Η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ, καθώς είναι ενταγμένη στη λογική και στα όρια της πολιτικής των δύο αστικών τάξεων, δεν πρόκειται ασφαλώς να αποτελέσει τη λύση του«μακεδονικού προβλήματος». Οι αστικές τάξεις των δύο χωρών, δέσμιες των άμεσωνταξικών συμφερόντων τους, είναι ανίκανες να αντιμετωπίσουν καταπρόσωπο τόσο την κοινωνική πραγματικότητα όσο και την ιστορική αλήθεια και να οδηγήσουν σε μια πραγματική επίλυση του «προβλήματος» που να δίνειδηλαδή ένα οριστικό τέλος στην καταπίεση των μειονοτήτων, στην εθνικιστική τύφλωση, στημισαλλοδοξία και στις βαρβαρότητες των εθνοκαθάρσεων.
Η συμφωνία, προσπαθεί εναγωνίως να βρει τη «χρυσή τομή» πουθα «προσβάλλει»κατά το λιγότερο δυνατό, την μέση κοινωνική συνείδηση, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί εδώ και δεκαετίες από την κυρίαρχη κρατική προπαγάνδα, την επίσημη υποκρισία και τα ιστορικά ψεύδη που καλλιεργήθηκαν συστηματικά για να χτισθούν οι κρατικοί μύθοι. Η συμφωνία γέρνει φανερά προς το μέρος του ισχυρότερου συμβαλλόμενου, δηλαδή της ελληνικής αστικής τάξης που αξιοποιεί στο έπακρο το «βέτο» για τις εντάξεις σε ΝΑΤΟ και ΕΕ: συνταγματική αλλαγή ονόματος, «ergaomnes», αποκλειστική ιδιοκτησία Μεγαλέξανδρου-Βουκεφάλα κλπ. Άλλωστε τα κυβερνητικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν σταματούν να επαίρονται για την επιτυχία της «ισχυρής Ελλάδος» που ανακάμπτει στα Βαλκάνια κλπ.
Όμως από την άλλη μεριά αναπόφευκτακαι άθελα τους, ανοίγει μια δημόσια συζήτηση για τα θέματα που αποτελούσαν «ταμπού» εδώ και δεκαετές για την ελληνική αστική τάξη (αλλά και για την ελληνική σταλινογενή αριστερά): «ύπαρξη» (ή όχι!) μακεδονικής εθνότητας και γλώσσας.Οιλίγες φράσεις του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Ουρσουνίδηστην «ανύπαρκτη» γλώσσα προκάλεσαν ιερή αγανάκτηση από τη μια μεριά και αμηχανία από την άλλη. Δεν έλλειψε ακόμη και ο χαρακτηρισμός του «σκοπιανοτσολιά!» από τη μεριά κάποιων «αντιιμπεριαλιστών».
Ωστόσο η παρακμιακή ηγεσία της ΝΔ, το κατ’ εξοχήν δηλαδή κόμμα της ελληνικής αστικής τάξης, παρακινούμενο από μια κοντόφθαλμη εκλογική σκοπιμότητα (προφανώς προσπαθώντας να αποφύγει τις διαρροές προς τα δεξιά του)δεν δίστασε να υιοθετήσει μια ακροδεξιά ρητορική απέναντι στη συμφωνία,ενώ αυτή(η συμφωνία) είναι πλήρως ενταγμένη και αποτελεί ουσιαστικά τη συνέχεια όλης της προηγούμενης «στρατηγικής» του στο συγκεκριμένο ζήτημα.Η ακροδεξιά αυτή ρητορική, συνδυαζόμενη με την διαρκήφαιά ή ανοιχτά εθνικιστική προπαγάνδα των αστικών ΜΜΕ, αλλά κυρίως με τα βουβά αισθήματα οργής και απογοήτευσης που έχει προκαλέσει και εξακολουθεί να προκαλεί στα λαϊκά στρώματα η εφαρμογή των μέτρων του τέταρτου μνημονίου από την «αριστερή» κυβέρνηση,είναι πιθανό να οδηγήσουν σε ένα μαζικό εθνικιστικό- αντικυβερνητικό παραλήρημα και σε ανεξέλεγκτες (ακόμη και από την παρακμιακή ηγεσία της ΝΔ)εξελίξεις. Κάτι που μέχρι χθες φαίνονταν ότι είχε αποσοβηθεί μετά από την σχετική αποτυχία των εθνικιστικών συλλαλητηρίων του Φεβρουαρίου.
Το σύνολο της «αντιιμπεριαλιστικής» (και όχι μόνο) αριστεράς βιάστηκε να καταγγείλει την συμφωνία. Η πίεση της κυβέρνησης των ΗΠΑ για την ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ, η επιθυμία της κυβέρνησης Ζάεφ για ένταξη στην ΕΕ, αποτελούσαν επαρκείς λόγους για τους «αντιιμπεριαλιστές» μας προκειμένου να αποφύγουν τα ακανθώδη ζητήματα του εθνικισμού. Αυτή η στάση της στρουθοκαμήλου έχει συζητηθεί και συνεχίζει να προκαλεί αντιπαραθέσεις και διεργασίες στο εσωτερικό της αντικαπιταλιστικής αριστεράς.
Για την πλειοψηφία των οργανώσεων της επαναστατικής αριστεράς, βασικός λόγος για την απόρριψη της συμφωνίας προβάλλεται ο ετεροβαρής (υπέρ της ισχυρότερης ελληνικής αστικής τάξης) χαρακτήρας τηςκαι επιπλέον το σύνθημα αυτό φαίνεται να ενισχύεται από την ανάλογη στάση του μικρού αριστερού κόμματος της Μακεδονίας (Λέβιτσα). Το σύνθημα αυτό ωστόσο επισκιάζεται από τον κυρίαρχο εντός της αντικαπιταλιστικής αριστεράς «αντιιμπεριαλισμό» που επιθυμεί να αντιταχθεί στην επέκταση του ΝΑΤΟ και της ΕΕ και μοιραία περνάει μάλλον ανώδυνο και απαρατήρητο. Επιπλέοντο σύνθημα αυτόενώ αποτελείμια γενική αλήθεια, δεν βοηθά σε τίποτε στα συγκεκριμένα ζητήματα που αντιμετωπίζουν τόσο τα φτωχά λαϊκά στρώματα της γειτονικής χώρας, όσο και (πολύ περισσότερο) η πολλαπλά καταπιεσμένη σλαβομακεδονική μειονότητα στο εσωτερικό (αναγνώριση, γλώσσα κλπ.) Ακόμη μια τέτοια θέση απέχει έτη φωτός από την σημερινή διαμορφωμένη μέση κοινωνική συνείδηση στην Ελλάδα.Από την άποψη αυτή μια τέτοια θέση μας απομονώνει και μας δίνει μηδενική δυνατότητα ευρύτερης προβολής της ιστορικής αλήθειας και προπαγάνδισης των βασικών αντι-εθνικιστικών μας θέσεων στο «μακεδονικό» ζήτημα και το κυριότερο της υπεράσπισης των στοιχειωδών δικαιωμάτων της μειονότητας. Αντίθετα μια κριτική υποστήριξη της συμφωνίας, μας επιτρέπει τη συμμετοχή στον όποιο διάλογο έχει ήδη ανοίξει καιτη δυνατότητα να αντιταχθούμεαφενός στην ακροδεξιά ρητορεία προβάλλοντας ταυτόχρονα, σε έναοριακόσήμερα αλλά διαρκώς διευρυνόμενο ακροατήριο,τιςπάγιες θέσεις μας.
Παγκόσμια Συνέδρια
Βιβλιοθήκη






