Θανάσης Αντωνίου, πυρήνας Ζωγράφου-Βύρωνα
Α. Η αναγκαιότητα μιας μεσοπρόθεσμης οπτικής
Η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος είναι μια οργάνωση αρκετά ιδιαίτερη για τα δεδομένα της ελληνικής αριστεράς. Παρά τα σχετικά λίγα της μέλη, σε σχέση με τις περισσότερες οργανώσεις του χώρου της αντικαπιταλιστικής και ριζοσπαστικής αριστεράς, καταφέρνει να χαίρει σεβασμού και απήχησης στο χώρο αυτό, χάρη στις καλά επεξεργασμένες πολιτικές της θέσεις, την ιστορία της και του ρεύματος της 4ης Διεθνούς και τη στράτευση των περισσότερων μελών της. Είμαστε μια από τις λίγες οργανώσεις που κάνει τόσο τακτικά κεντρικές διαδικασίες (συνδιασκέψεις, ολομέλειες), καταφέρνοντας έτσι να έχουμε συλλογικά επεξεργασμένες αναλύσεις για σειρά ζητημάτων, με τα οποία καταπιανόμαστε στην καθημερινή μας δουλειά στα διάφορα μέτωπα, στα οποία παρεμβαίνουμε.
Ωστόσο, η τακτικότητα με την οποία συζητάμε ενέχει και κάποιους κινδύνους, καθώς υπάρχουν σημαντικά στοιχεία για τη ζωή και την ανάπτυξη της οργάνωσης που θεωρούνται δεδομένα, και άρα δεν αναλύονται ιδιαίτερα στον εσωτερικό μας διάλογο ενόψει συνδιάσκεψης. Την περίοδο που διανύουμε συζητάμε για σειρά πολιτικών και οργανωτικών ζητημάτων, αναλύουμε εις βάθος τα πυκνά πολιτικά γεγονότα της τελευταίας διετίας, διαφωνούμε πάνω σε μια σειρά από στιγμιότυπα της εσωτερικής μας ζωής και της δημόσιας παρουσίας μας. Κι αν οι αναλύσεις μας για τα γεγονότα και οι εκτιμήσεις μας για τα μελλούμενα είναι σε μεγάλο βαθμό αρκετά επεξεργασμένες, ωστόσο από τη συζήτησή μας λείπει μια λεπτομερής τοποθέτηση για το πώς θα κινηθεί στα συγκεκριμένα μέτωπα που παρεμβαίνει η οργάνωση. Ο σκοπός του κειμένου αυτού είναι να αναδείξει ένα προβληματισμό σε σχέση με την οργανωτική μας ανάπτυξη, την αναγκαιότητά της και κάποια βήματα σ’αυτή την κατεύθυνση.
Β. Χρειάζεται η οργανωτική μας ανάπτυξη;
Το καταστατικό της οργάνωσης μιλάει σαφώς για «οργάνωση στελεχών». Στον εσωτερικό μας διάλογο έχουν ακουστεί διάφορες ερμηνείες αυτής της φράσης. Κι αν αυτό δεν αναφέρεται πουθενά σε κάποιο καταστατικό, είναι αρκετά έκδηλη η αντίληψη ότι «οργάνωση στελεχών» σημαίνει «όχι ιδιαίτερα μαζική οργάνωση». Στο χώρο της τροτσκιστικής αριστεράς υπάρχει μια αισιοδοξία για το γεγονός ότι ελάχιστες οργανώσεις με αναφορά στον Τρότσκι ή ακόμα κι αυτές που ο ίδιος ήταν μέλος, ήταν μαζικές, με βασικό επιχείρημα ότι λόγω πολιτικής κατάρτισης και στράτευσης στο κίνημα ένας τροτσκιστής έχει πολύ μεγαλύτερο ειδικό βάρος σε σχέση με αγωνιστές με αναφορά σε άλλα ρεύματα. Ανά περιόδους το ειδικό μας βάρος φαίνεται όντως, όταν σε κάθε νέα κατάσταση που δημιουργείται το θεωρητικό μας οπλοστάσιο επιστρατεύεται κι από άλλες οργανώσεις και ρεύματα για να ερμηνευτούν τα νέα δεδομένα. Έτσι, χαρήκαμε ιδιαίτερα όταν η ΑΝΤΑΡΣΥΑ υιοθέτησε στο πρόγραμμά της τις θέσεις για διαγραφή του χρέους, εργατικό έλεγχο, το «μεταβατικό πρόγραμμα» κοκ. Αυτό που παραβλέπουμε όμως είναι ότι όταν έρχεται ο καιρός να κατοχυρωθούν οι συσχετισμοί, στις συνδιασκέψεις των σχηματισμών που παρεμβαίνουμε είμαστε δυναμικές μειοψηφίες, οι οποίες μάλιστα υφίστανται φίμωση και καταπάτηση των δικαιωμάτων τους. Έτσι, καταλήγουμε να «μπολιάζουμε» τους συντρόφους και τις συντρόφισσές μας στην ανασύνθεση με πολλές ιδέες που τους/τις βγάζουν από τα πολιτικά τους αδιέξοδα, για να βρεθούμε μετά από λίγο στη δυσάρεστη θέση να τους βλέπουμε να κεφαλαιοποιούν πολιτικά τη δική μας συμβολή (στρατολογήσεις, πολιτικές εκπροσωπήσεις), ενώ εμείς βρισκόμαστε λίγο πιο μπροστά από τη προηγούμενή μας αφετηρία, να λέμε ότι «θα δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις στο κίνημα» και άλλα ωραία, τα οποία θα τα κάναμε έτσι κι αλλιώς, αλλά θα ήταν μάλλον λίγο πιο ξεκούραστο και σαφώς λιγότερο ψυχοπιεστικό αν είχαμε περισσότερους ανθρώπους δίπλα μας. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι πολλά ικανά στελέχη οργανώσεων με τις οποίες συνεργαζόμαστε έχουν υπάρξει σοβαρές επαφές ή/και μέλη της οργάνωσής μας.
Γ. Είναι ρεαλιστικό να λέμε ότι είμαστε «οργάνωση στελεχών»;
Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος είναι μια οργάνωση με μέλη τριών ταχυτήτων. Σίγουρα μια όαση μπροστά σε άλλες οργανώσεις του χώρου με μέλη πέντε και δέκα ταχυτήτων, αρκετά μακριά ωστόσο από τον καταστατικό της στόχο. Αυτό που πρακτικά γίνεται είναι μια ανισοκατανομή της δουλειάς στα πλαίσια της οργάνωσης, με τους εκλεγμένους και τις εκλεγμένες στα όργανα να παρεμβαίνουν σε 2-3 μέτωπα ο καθένας και η καθεμία, ένα μικρό αριθμό μελών να ακολουθεί ένα παρόμοιο μοτίβο στράτευσης και ένα σημαντικό κομμάτι της οργάνωσης να βρίσκεται σε κατάσταση παρέμβασης σε ένα ή και κανένα μέτωπο, για μια σειρά από λόγους : οικονομικούς, πολιτικής διαφωνίας με την κατεύθυνση της οργάνωσης, απογοήτευσης από την εσωτερική μας κατάσταση κοκ. Η ανισοκατανομή δυνάμεων είναι ιδιαίτερα έντονη, καθώς λίγοι/ες σύντροφοι/ισσες αναγκάζονται να αναλάβουν καθήκοντα περισσότερα από όσα μπορούν να βγάλουν μεσοπρόθεσμα εις πέρας, όχι χωρίς σημαντικό προσωπικό κόστος. Η κατάσταση αυτή δε μπορεί παρά να έχει επίδραση και στις στρατολογήσεις της οργάνωσης, με πολλές επαφές μας να μας γνωρίζουν σε περιόδους έντονης πολιτικής δραστηριότητας των συντρόφων «1ης ταχύτητας», αλλά να απογοητεύονται όταν βλέπουν ότι πίσω από αυτούς/ές σπανίως υπάρχει κάποιος/α να πάρει τη σκυτάλη στην επόμενη στροφή.
Δ. Η κατάσταση της οργανωτικής μας ανάπτυξης μέχρι σήμερα
Είναι σημαντικό όταν μιλάμε για το οργανωτικό ζήτημα να βλέπουμε πως η οργάνωση αναπτύσσεται αριθμητικά τα τελευταία χρόνια (αν και ανά περιόδους βιώνει κάμψη στις στρατολογήσεις, αποχωρήσεις και αποστρατεύσεις), αποκτά παρουσία σε χώρους που δεν είχε και νέα ακροατήρια. Βασική δεξαμενή άντλησης στρατολογήσεων παραμένουν τα διάφορα κινήματα (φοιτητικό, εργατικό, LGBT), παρατηρείται μια δυστοκία στρατολόγησης μελών μέσα από την αντιρατσιστική μας δουλειά, αλλά έχει προκύψει και η σημαντική απήχηση που κατέχουμε πλέον εντός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ΠΑΑΕ. Οι στρατολογήσεις μας γίνονται με δυσκολία σίγουρα, αλλά σχετικά πιο εύκολα από ό,τι είχαμε συνηθίσει, χάρη σε μια συλλογική προσπάθεια να δημιουργηθούν κάποιες δομές που θα κάνουν πιο εύκολη την ένταξη νέων μελών και θα αυξήσουν τη μαζικότητα της απεύθυνσής μας (νέα γραφεία, λέσχη, εθνικό κάμπινγκ κοκ).
Αξίζει να σταθούμε λίγο στο ζήτημα των αποχωρήσεων-αποστρατεύσεων, οι οποίες είναι η βασική ένδειξη των αντιφάσεών μας. Μια σειρά συντρόφων (μεμονωμένα ή οργανωμένα) επέλεξαν να αφήσουν τις γραμμές της ΟΚΔΕ-Σπάρτακος, συνήθως για λόγους πολιτικής διαφωνίας με τις βασικές της πολιτικές επιλογές, τη σχέση της με την 4η και την ερμηνεία του ενιαίου μετώπου στην Ελλάδα του 2010-2015. Κάποιες πολιτικές διαφωνίες ήταν σαφώς αγεφύρωτες και δύσκολα θα μπορούσαν να αποφευχθούν (αφορούσαν δηλαδή σοβαρά στρατηγικά και τακτικά ζητήματα), κυρίως σε ό,τι αφορά τους μεγαλύτερους σε ηλικία συντρόφους που έχουν αποχωρήσει τα τελευταία χρόνια (ενδεικτικά Γ. Γκ., Β. Κ., Π.Α.-Ζ.Μ.-Κ.Κ.), κάποιες άλλες όμως μάλλον απηχούν μια δυσπιστία για την πραγματική δυνατότητα μιας νικηφόρας πολιτικής για την εργατική τάξη στην Ελλάδα σήμερα. Μια σειρά νεότερων συντρόφων και συντροφισσών που έχουν περάσει από τις γραμμές μας έχουν αφήσει την οργάνωση (ακόμα και πρώην μέλη της ΚΕ, στα οποία υποτίθεται ότι η οργάνωση επένδυσε στην κατεύθυνση της στελεχοποίησής τους) και ακολουθούν διαφορετικές εκφάνσεις του ατομικού δρόμου. Άλλοι σύντροφοι και συντρόφισσες δεν κατάφεραν για μεγάλα διαστήματα να συμμετάσχουν ενεργά στα κινήματα αφότου πήραν το πτυχίο τους ή έφυγαν για δουλειά μακριά από την Αθήνα (λαμπρή εξαίρεση ο πυρήνας Κρήτης) και γενικά δεν κατάφεραν να διατηρήσουν το επίπεδο δραστηριότητας που είχαν στα πρώτα χρόνια στράτευσής τους στην οργάνωση. Σ’αυτά τα πλαίσια, πρέπει να δούμε επίσης ότι ελάχιστοι σύντροφοι κι ελάχιστες συντρόφισσες που μετανάστευσαν τα τελευταία χρόνια στο εξωτερικό κατάφεραν να διατηρήσουν τον ίδιο βαθμό στράτευσης που είχαν όντας μέλη του ελληνικού τμήματος της 4ης, όπως και το ότι λίγοι/ες κατάφεραν να επανέλθουν σε σημαντικό επίπεδο πολιτικής και συνδικαλιστικής δραστηριότητας με την επιστροφή τους στην Ελλάδα. Οι λόγοι γι’αυτό είναι πολλοί (επιγραμματικά αναφέρω την οικονομική κατάσταση, τη διάλυση των εθνικών τμημάτων της 4ης σε πολλές χώρες, αντικειμενικές δυσκολίες που προκύπτουν κλπ).
Ε. Πώς μπορεί να προχωρήσει η οικοδόμηση της οργάνωσης;
Η οργάνωση οφείλει να επεξεργαστεί συλλογικά ένα συνεκτικό σχέδιο οργανωτικής ανάπτυξης για το επόμενο διάστημα. Με βάση τα προαναφερόμενα, παραθέτω κάποιες βασικές αρχές που εκτιμώ ότι μπορούν να συμβάλλουν στην οικοδόμηση της οργάνωσής μας:
-ρίχνουμε τις δυνάμεις μας σε συγκεκριμένα πολιτικά μέτωπα και δομές βάσης. Η ηγεσία της οργάνωσης οφείλει να λαμβάνει υπόψη της τις αναγκαιότητες της συγκυρίας, να εκτιμά τη δυνατότητα παρέμβασης της οργάνωσης και να κατευθύνει τα μέλη της στην οργανωμένη συλλογική δουλειά σε συγκεκριμένα μέτωπα. Δε διαχεόμαστε γενικά στα κινήματα, οικοδομούμε συγκεκριμένες καταστάσεις με στρατηγικά και τακτικά κριτήρια.
-η νεολαία της οργάνωσης, και κυρίως οι μη φοιτητές και οι τελειόφοιτοι, πρέπει να ενθαρρύνονται να ενταχθούν στα διάφορα μέτωπα της ταξικής πάλης. Να στηριχθούν οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες νέοι/ες εργαζόμενοι/ες, να τροφοδοτούμε διαρκώς με ιδέες, ενημέρωση και υλικά τα μέλη μας στην επαρχία. Εργατικό κίνημα, αντιρατσιστικό-μεταναστευτικό, τοπικά κινήματα, γυναικείο και LGBT είναι βασικοί άξονες της παρέμβασής μας, ο καθένας και η καθεμιά να ενθαρρυνθεί να επαναπροσδιορίσει το βασικό πεδίο παρέμβασής του/της, όταν πλέον δε μπορεί να παρέμβει εκεί που παρενέβαινε. Το μέλλον της οργάνωσης περνάει μέσα από την ανάληψη περισσότερων καθηκόντων από τα νεότερα στελέχη μας.
-ενθαρρύνουμε τα μέλη μας που αλλάζουν τόπο κατοικίας (αν μπορούν) να προτιμούν περιοχές που η οργάνωση έχει παρουσία ή μπορεί να παίξει βαρύνοντα ρόλο, ειδικά περιοχές όπου υπάρχουν τοπικά κινήματα, δημοτικά σχήματα και άλλα οχήματα παρέμβασης. Για όσους/ες δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, να γίνεται προσπάθεια να στηριχθεί η δουλειά τους από την οργάνωση και η διατήρηση τακτικής επικοινωνίας.
-παλεύουμε για την καθιέρωση των στελεχών μας στην πρώτη γραμμή της ταξικής πάλης και την αναγνωρισιμότητά τους. Είναι αναγκαίο μέλη μας να παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε κινηματικές διαδικασίες, αναλαμβάνουν εκπροσωπήσεις, ηγετικές θέσεις στα σωματεία και τους συλλόγους τους.
Παγκόσμια Συνέδρια
Βιβλιοθήκη






