Το αίτημα για εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών, της έμφυλης βίας, και η διεκδίκηση μιας κοινωνίας χωρίς γυναικοκτονίες και έμφυλη καταπίεση παραμένει για μια ακόμα χρονιά άκρως επίκαιρο. Τα δικαιώματα των γυναικών διακυβεύονται καθημερινά ενώ πληθαίνουν ολοένα οι καταγγελίες βίας εναντίον των γυναικών όσο και οι προσπάθειες συγκάλυψής τους από την πλευρά των κρατικών θεσμών. Οι δεκάδες γυναικοκτονίες που φτάνουν στη δημοσιότητα, η ανοιχτή θεσμική αμφισβήτηση του δικαιώματος στην άμβλωση, ο ομαδικός βιασμός της Γεωργίας στη Θεσσαλονίκη από μία αγέλη ευυπόληπτων γόνων ισχυρών οικογενειών και ο ομαδικός βιασμός μιας 19χρονης γυναίκας μέσα στο Αστυνομικό Τμήμα Ομόνοιας από αστυνομικούς της Ομάδας Δίας, ο βιασμός και η σεξουαλική εκμετάλλευση του 12χρονου κοριτσιού στα Σεπόλια, είναι μερικά μόνο από τα παραδείγματα που μας βγάζουν άλλη μια φορά στον δρόμο. Η ζοφερή πραγματικότητα των ξυλοδαρμών, των βιασμών, των γυναικοκτονιών, μας αναγκάζει να επιστρέψουμε στη βασική μας διεκδίκηση: την προστασία της ίδιας μας της ζωής, της αυτοδιάθεσης του γυναικείου σώματος ενάντια στη βία και τον κοινωνικό έλεγχο.
Η καθημερινότητα φόβου και ανασφάλειας που βιώνουν μια σειρά από γυναίκες μέσα στα ίδια τους στα σπίτια έρχεται να προστεθεί στην ολοένα και πιο ασφυκτική καθημερινότητα για τις γυναίκες της τάξης μας. Μετά από πάνω από μια δεκαετία οικονομικής κρίσης που ενέτεινε το πρόβλημα της έμφυλης ανισότητας σε παγκόσμιο επίπεδο και δυσχέρανε τις συνθήκες ζωής των γυναικών με απολύσεις, μειώσεις μισθών, επιστροφή στο σπίτι και το νοικοκυριό, η υγειονομική κρίση των τελευταίων τριών σχεδόν χρόνων συνέβαλε στο να αναδειχθούν ακόμα περισσότερο κάποιες πλευρές αυτής της έμφυλης ανισότητας. Ανάμεσα σε αυτές η ανάγκη για ευέλικτα ωράρια και τηλεργασία, οι περικοπές μισθών, οι απολύσεις και η ανεργία, η ανάγκη για 24ωρη φροντίδα των παιδιών, των ηλικιωμένων και των ασθενών, η οποία θεωρείται αυτονόητα ευθύνη των γυναικών, τη στιγμή που το ΕΣΥ και οι δημόσιες υπηρεσίες φροντίδας και υγείας κατέρρεαν.
Οι γυναικείες διεκδικήσεις όμως βρίσκονται στο προσκήνιο. Το φεμινιστικό κίνημα σε όλο τον κόσμο βγαίνει δυναμικά στον δρόμο και μάλιστα νικηφόρα. Χιλιάδες γυναίκες βγήκαν στους δρόμους ενάντια στην απαγόρευση και υπέρ της νομιμοποίησης των αμβλώσεων, δεκάδες κινητοποιήσεις αλληλεγγύης πραγματοποιήθηκαν απαιτώντας δικαίωση για τα θύματα και τις επιζήσασες έμφυλης βίας αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τη θεσμική ασυλία που απολαμβάνουν οι δράστες αυτών των εγκλημάτων. Το κίνημα #MeToo έφερε το ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης και της βίας στην ημερήσια διάταξη και έδωσε αυτοπεποίθηση σε όλες εκείνες και όλους εκείνους που έχουν βιώσει κακοποίηση. Αναδείχτηκε σε μαζικό αίτημα του φεμινιστικού κινήματος η διεκδίκηση για την επικράτηση του όρου “γυναικοκτονία”, και όχι απλά ανθρωποκτονία, για την περιγραφή των δολοφονιών γυναικών από άντρες, ώστε να γίνεται ξεκάθαρη η φύση του εγκλήματος και το κίνητρο της βίας.
Μόνο με αντίσταση, αλληλεγγύη και δυναμικές κινητοποιήσεις μπορούμε να απαντήσουμε στη βία. Θέλουμε η αντίσταση στη βία να είναι συλλογική και οργανωμένη. Οφείλουμε να ενώσουμε τις φωνές με όσες και όσους αγωνίζονται, με τα σωματεία μας, τους φοιτητικούς μας συλλόγους, τις δομές αλληλεγγύης, τα σχήματα, τις συλλογικότητες μας. Να διαδηλώσουμε συνολικά ενάντια στη βία, στις διακρίσεις και τις ανισότητες που βιώνουμε στη δουλειά και την κοινωνία, ενάντια στο σύστημα που μας καταπιέζει και στα πλαίσια του οποίου καμιά και κανένας δεν μπορεί να είναι πραγματικά ελεύθερη/ος. Πρέπει ταυτόχρονα να ενώσουμε τις φωνές μας με όσα άτομα βιώνουν την καταπίεση, την περιθωριοποίηση και τη βία λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και προσδιορισμού φύλου.
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, στις 25 Νοέμβρη διαδηλώνουμε ενάντια στην έμφυλη βία, ενάντια στην πατριαρχία, ενάντια στις έμφυλες διακρίσεις και τον σεξισμό του καπιταλιστικού συστήματος, του ίδιου συστήματος που γεννάει φτώχεια και καταπίεση. Γιατί η απελευθέρωση των γυναικών περνάει μέσα από την ταξική ενότητα όλων εκείνων που υφίστανται την καταπίεση και την εκμετάλλευση.