του JOE ALLEN
Η απερίσκεπτη σπουδή προς ένα πόλεμο με το Ιράν φαίνεται ότι έχει επιβραδυνθεί. Όμως δεν θα πρέπει να εφησυχάζουμε με ένα απατηλό αίσθημα ασφάλειας· χρειαζόμαστε επειγόντως ένα μαζικό αντιπολεμικό κίνημα που δεν θα συνδέεται με το Δημοκρατικό Κόμμα.
Δεν είχαμε ένα αντιπολεμικό κίνημα στις Ηνωμένες Πολιτείες εδώ και πολύ καιρό. Έτσι, όταν ο στρατηγός Κασέμ Σουλεϊμανί δολοφονήθηκε με τη διαταγή του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις 3 Ιανουαρίου, προέκυψε αμέσως ο κίνδυνος για ένα πραγματικό ξέσπασμα πολέμου ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν. Επίσης, αυτό το γεγονός βρήκε πολλούς από μας ανέτοιμους και αδύναμους να αντιδράσουμε.
Ήταν ενθαρρυντικό να βλέπουμε έναν σημαντικό αριθμό νέων ανθρώπων και μελών των Δημοκρατών Σοσιαλιστών της Αμερικής (DSA) να διαδηλώνουν σε όλη τη χώρα το τελευταίο Σαββατοκύριακο, με σύνθημα «Όχι Πόλεμο στο Ιράν». Αν και μέτριες σε μέγεθος, συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν σε εβδομήντα με ενενήντα πόλεις, κινητοποιώντας από μερικές δεκάδες έως πέντε με έξι εκατοντάδες ανθρώπους η κάθε μια. Προγραμματισμένες δράσεις της προεδρικής καμπάνιας του Μπέρνι Σάντερς διακόπηκαν ώστε τα μέλη του DSA να μπορέσουν να συμμετάσχουν.
Αν και μερικές αντιπολεμικές ομάδες, όπως το ANSWER, με σπουδή διακήρυξαν ένα «νέα κίνημα», θα πρέπει να είμαστε πιο σοβαροί στην ανάλυσή μας. Βρισκόμαστε σε ένα πολύ πρώιμο στάδιο αναδημιουργίας ενός νέου αντιπολεμικού κινήματος. Πολλές, σε τοπικό και σε εθνικό επίπεδο, αντιπολεμικές ομάδες, όπως οι ANSWER, United for Peace and Justice και US Labor Against the War (USLAW) έχουν εξελιχθεί σε πλατιές ομάδες γύρω από ιστότοπους με λίγα όμως δραστήρια μέλη και ελάχιστους πόρους και δεν έχουν κάνει τίποτε σημαντικό ή έστω και μια συνάντηση εδώ και χρόνια. Χρειαζόμαστε μια πολιτική εκτίμηση γι’ αυτές και για άλλους εν δυνάμει συναγωνιστές.
Το πιο σημαντικό είναι ότι χρειαζόμαστε μια πλατιά συζήτηση για την πολιτική βάση ενός νέου αντιπολεμικού κινήματος που θα παίρνει υπόψη της την όξυνση της ριζοσπαστικοποίησης και τις ταξικές ανισότητες εδώ, καθώς και την πάλη για δημοκρατικά δικαιώματα στο Ιράν και το Ιράκ. Ταυτόχρονα, ο Μπέρνι Σάντερς, περισσότερο απ’ όλους τους άλλους υποψήφιους για την προεδρία, καταγγέλλει σφοδρά την πολεμοκαπηλεία του Τραμπ. Πρέπει να αντιληφθούμε ότι ο Μπέρνι θα χρειασθεί να αντλήσει τη δύναμή του από ένα μαζικό αντιπολεμικό κίνημα που θα δημιουργηθεί από εμάς.
Το δυναμικό για τη σφυρηλάτηση μιας νέας μαζικής αντιπολεμικής καμπάνιας θα προκύψει –αν το παρελθόν αποτελεί έναν οδηγό– από τις πράξεις της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Έχουμε μπει σε αχαρτογράφητα και επικίνδυνα νερά. Ο Τραμπ, στη συνέχεια της δολοφονίας του Σουλεϊμανί, εξαπέλυσε απειλές για βομβαρδισμό σε πενήντα δύο τοποθεσίες του Ιράν (μια για κάθε Αμερικανό όμηρο που κρατήθηκε το 1979 και το 1980) πολλές με σημαντική πολιτιστική σημασία, (που θεωρείται έγκλημα πολέμου σύμφωνα με τον διεθνή κανόνα). Αργότερα έκανε πίσω. Το Ιράν αποκρίθηκε με πυραυλικές επιθέσεις σε δύο βάσεις των ΗΠΑ χωρίς να προκαλέσει όμως απώλειες. Οι ΗΠΑ επέλεξαν να μην απαντήσουν στρατιωτικά αλλά να επιβάλουν σκληρότερες κυρώσεις.
Η συζήτηση για ειρήνη από τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα πρέπει να μας παρασύρει σε ένα απατηλό αίσθημα ασφάλειας. Θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για οτιδήποτε πρόκειται να συμβεί τις επόμενες βδομάδες και μήνες.
Τι Δημιουργεί ένα Μαζικό Αντιπολεμικό Κίνημα;
Πολλοί αντιπολεμικοί ακτιβιστές ελπίζουν ότι μπορούμε να «σταματήσουμε τον επόμενο πόλεμο πριν καν ξεκινήσει», όμως η ιστορία δείχνει ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει σπάνια. Για παράδειγμα, η μεγαλύτερη αποτυχία της παλιάς Δεύτερης Διεθνούς ήταν με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Παρόλες τις υποσχέσεις τους ότι θα αντιπαρατεθούν στον πόλεμο μεταξύ των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων, τα μαζικά σοσιαλδημοκρατικά, σοσιαλιστικά και εργατικά κόμματα της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της τσαρικής Ρωσίας και της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας εγκατέλειψαν τους συντρόφους τους και υποσχέθηκαν νομιμοφροσύνη στις κυβερνήσεις τους μέσα σε πατριωτική έξαρση. Οι δύο σημαντικότερες εξαιρέσεις ανάμεσα στις εμπόλεμες χώρες υπήρξαν το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Αμερικής και οι Μπολσεβίκοι.
Χρειάστηκε να περάσουν δύο αιματηρά χρόνια, ενός πολέμου χαρακωμάτων, γενοκτονίας σχεδόν, μέχρι να ξαναρχίσε λαϊκή αντιπολεμική προπαγάνδα. Ο πόλεμος οδηγήθηκε τελικά σε ένα τέλος από τις επαναστάσεις της εργατικής τάξης στη Ρωσία και τη Γερμανία, παράλληλα με εξεγέρσεις της εργατικής τάξης σε όλη την Ευρώπη.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το πιο σημαντικό αντιπολεμικό κίνημα του εικοστού αιώνα υπήρξε αυτό που τελείωσε τον πόλεμο των ΗΠΑ ενάντια στο Βιετνάμ. Πριν απ’ αυτό, οι Ηνωμένες Πολιτείες αναδύθηκαν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ως η ισχυρότερη καπιταλιστική χώρα στο κόσμο, στην πραγματικότητα αλώβητη από τον πόλεμο σε σύγκριση με την καταστροφή των άλλων εμπόλεμων χωρών και γρήγορα επέβαλαν μετά τον πόλεμο την πολιτική και οικονομική τους εξουσία σε μεγάλα τμήματα του πλανήτη. Η κατά πολύ πιο αδύναμη Σοβιετική Ένωση επέβαλε την εξουσία της σε μια μικρότερη «σφαίρα επιρροής», κατά το μεγαλύτερο μέρος στην Ανατολική Ευρώπη.
Αυτή η Pax Americana δεν έμεινε ποτέ χωρίς προκλήσεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο στον αντιδημοφιλή πόλεμο της Κορέας με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας του Μάο Τσε Τουγκ και απογοητεύτηκαν από επανειλημμένες και αποτυχημένες απόπειρες να καταστρέψουν την Κουβανέζικη Επανάσταση, όμως ο πόλεμος του Βιετνάμ επέφερε την πιο σημαντική στρατιωτική ήττα που είχαν ποτέ υποστεί οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Στη διάρκεια της περιόδου πριν τον Πόλεμο του Βιετνάμ, ο αντιπολεμικός (ή για την ακρίβεια ο φιλειρηνικός ακτιβισμός) περιοριζόταν σε ένα μικρό περιθώριο ριζοσπαστών και θρησκευτικών πασιφιστών και αντιρρησιών συνείδησης. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτά τα μικρά ρεύματα αλληλοεπικαλύπτονταν και ανέδειξαν μερικά από τα αρχικά στελέχη των κινημάτων των πολιτικών δικαιωμάτων και του αντιπολεμικού κινήματος του Βιετνάμ. Εκείνο που μετέτρεψε αυτό το περιθωριακό κίνημα σε ένα μαζικό ριζοσπαστικό κίνημα που περιέλαβε εκατομμύρια –όπως ισχυρίζομαι στο βιβλίο μου, Vietnam: The Last War the U.S. Lost –ήταν ο συνδυασμός τριών πολιτικών παραγόντων: του κινήματος της Μαύρης Απελευθέρωσης στις ΗΠΑ, της Βιετναμέζικης πάλης για εθνική απελευθέρωση και της στρατιωτικής κατάρρευσης των ΗΠΑ. Αυτή η πολιτική οικολογία παρήγαγε το μεγαλύτερο μαζικό κίνημα στην ιστορία των ΗΠΑ και υπήρξε ένας κύριος παράγοντας για να εξαναγκασθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες να αποσυρθούν από το Βιετνάμ.
Οι άρχουσες τάξεις των ΗΠΑ πήραν αρκετά μαθήματα από την ήττα στο Βιετνάμ. Συνειδητοποίησαν την ανάγκη για ευρεία δημόσια στήριξη, κατάργησαν τη στράτευση, χαμήλωσαν την ηλικία για το δικαίωμα ψήφου στα δεκαοχτώ και αποφάσισαν να αποφεύγουν τους «βάλτους» και να ασκούν καλύτερο έλεγχο στα ΜΜΕ για να διαμορφώνουν την κοινή γνώμη και να εξηγούν τους σκοπούς του πολέμου.
Οι στόχοι αυτοί επιτεύχθηκαν σε μεγάλο βαθμό στη διάρκεια της μεγαλύτερης στρατιωτικής εμπλοκής των ΗΠΑ μετά τον Πόλεμο του Βιετνάμ, τον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου. Αφού ο ηγέτης του Ιράκ Σαντάμ Χουσεΐν εισέβαλε στο Κουβέιτ τον Αύγουστο του 1990, οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκατέστησαν μισό εκατομμύριο στρατεύματα στη Σαουδική Αραβία και έφεραν την καταστροφή στο Ιράκ, μετατρέποντας μια σύγχρονη χώρα σχεδόν σε σωρούς από ερείπια. Με τον περιορισμένο πολεμικό στόχο τους να διώξουν τον Σαντάμ από το Κουβέιτ, οι ΗΠΑ κατέστρεψαν το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του και κατέλαβαν προσωρινά το νότιο Ιράκ. Ο πόλεμος θεωρήθηκε ότι αποτέλεσε μια τεράστια επιτυχία και ότι έσπασε το «σύνδρομο του Βιετνάμ» που εμπόδιζε τις ΗΠΑ να κάνουν χρήση μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεων πεζικού στο εξωτερικό.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι ο πρώτος Πόλεμος του Κόλπου αντιμετώπισε αντιπολίτευση, που προμήνυε μερικές από τις δυσκολίες που επρόκειτο να αντιμετωπίσουν οι ΗΠΑ στη διάρκεια του Πολέμου στο Ιράκ. Το μικρής διάρκειας ζωής αντιπολεμικό κίνημα εκλαΐκευσε το σύνθημα «Όχι Αίμα για Πετρέλαιο!» και κινητοποίησε μερικές εντυπωσιακές διαδηλώσεις. Βρέθηκα σε μια διαδήλωση στο Σαν Φρανσίσκο, όπου πάνω από εκατό χιλιάδες έκαναν πορεία ενάντια στον πόλεμο. Υπήρξε ένα σημαντικό φοιτητικό κίνημα ενάντια στον πόλεμο. Το περίφημο δοκίμιο του Alex Molnar If My Marine Son is Killed, προμήνυε την αντιπολίτευση στον Πόλεμο του Ιράκ από πολλές οικογένειες στρατιωτικών.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου, δεκάδες χιλιάδες στρατιωτικοί των ΗΠΑ βασανίσθηκαν από αρρώστιες του Πολέμου του Κόλπου. Επίσης η ιστορία δεν αποδείχθηκε φιλική για τον Τζωρτζ Μπους, ο οποίος παρά το γεγονός ότι συγκέντρωνε την έγκριση του 90 τοις εκατό στις βδομάδες που ακολούθησαν την μονόπλευρη νίκη του απέναντι στον Σαντάμ Χουσεΐν, ηττήθηκε από τον Μπιλ Κλίντον στις προεδρικές εκλογές του 1992. Ο Μπους υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος που κέρδισε έναν πόλεμο και έχασε τις εκλογές. Η νίκη του υπονομεύθηκε από τις οικονομικές επιπτώσεις της ύφεσης (την οποία φαινόταν να αγνοεί) κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών της θητείας του, καθώς και τις αυξανόμενες ανησυχίες για την ανισότητα, την ασφάλεια της εργασίας, την υγειονομική περίθαλψη και την αστυνομική βία.
Το Αντιπολεμικό Κίνημα στον Πόλεμο του Ιράκ
Ο δεύτερος Πόλεμος του Κόλπου, που ονομάσθηκε επίσης και Πόλεμος του Ιράκ, συνδέεται συνήθως με την 11η Σεπτεμβρίου του 2001. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον, τραυμάτισαν τους Αμερικανούς και αποτέλεσαν τη βάση τόσο για την επέμβαση στο Αφγανιστάν όσο και για την επιβολή του κατασταλτικού Patriot Act. Το πιο σημαντικό: το νεοσυντηρητικό κίνημα χρησιμοποίησε τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, ως ένα δραματικό επεισόδιο «του τύπου Pearl Harbor» για να μεταστρέψει (αυτή τουλάχιστον ήταν η επιδίωξή του) την κοινή γνώμη προς την υποστήριξη ενός νέου σχεδίου εγκαθίδρυσης αυτοκρατορίας στη Μέση Ανατολή.
Η εισβολή και κατοχή του Αφγανιστάν (που σήμερα κλείνει σχεδόν δύο δεκαετίες), επρόκειτο να αποτελέσει το εφαλτήριο για την εισβολή στο Ιράκ, που ακολούθησε μια σειρά από γρήγορους και αποφασιστικούς πολέμους αλλαγής καθεστώτων, από τους οποίους η κατάκτηση του Ιράν θα αποτελούσε το κόσμημα του στέμματος. Είναι αδύνατο να εξιστορήσουμε εδώ τον πόλεμο, εκτός από το να πούμε ότι αυτή η αλαζονεία συντρίφτηκε πολύ γρήγορα στους μήνες που ακολούθησαν την εισβολή των ΗΠΑ, τον Μάρτιο του 2003.
Το αντιπολεμικό κίνημα που προέκυψε μετά την εισβολή στο Αφγανιστάν τον Οκτώβριο του 2001, ήταν μικρό και σε μεγάλο βαθμό περιοριζόταν στην άκρα αριστερά και σε πολλές πασιφιστικές ομάδες με την εξαίρεση του NYC Labor Against the War (NYCLAW) που ιδρύθηκε λίγο μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Το NYCLAW πρόσφερε ένα μοντέλο για την οργάνωση εργατικών αντιπολεμικών επιτροπών σε όλη τη χώρα κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της εισβολής των ΗΠΑ στο Ιράκ.
Το αντιπολεμικό κίνημα στον Πόλεμο του Ιράκ, αναδύθηκε από το τραύμα των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, αλλά είχε επίσης διαμορφωθεί στη διάρκεια των είκοσι πέντε χρόνων που προηγήθηκαν από μια αριστερά που είχε σχεδόν καταρρεύσει, από το αποδεκάτισμα των συνδικάτων και από την περιθωριοποίηση των περισσότερων κοινωνικών κινημάτων. Οι μεγαλύτερες διαδηλώσεις ενάντια στον πόλεμο έλαβαν χώρα πριν από την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ, όχι μετά.
Μερικά από τα πολιτικά στοιχεία που είχαν δημιουργήσει ένα μαζικό αντιπολεμικό κίνημα στη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ επανεμφανίστηκαν, αλλά ποτέ δεν αναπτύχθηκαν πλήρως. Έτσι, για παράδειγμα, η ιρακινή αντίσταση ταρακούνησε τους στρατιωτικούς των ΗΠΑ και προκάλεσε τη δημιουργία ενός μικρού αλλά σημαντικού αντιπολεμικού κύκλου στρατιωτών. Οι καταστροφές που προκλήθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και το διαρκώς ανερχόμενο κόστος του πολέμου και της κατοχής σοκάρισαν τον αμερικανικό λαό.
Μια από τις πιο σημαντικές πολιτικές εξελίξεις υπήρξε η συνδικαλιστική αντιπολεμική αντιπολίτευση στον πόλεμο. Η AFL–CIO κάλεσε για «γρήγορη απόσυρση» από το Ιράκ το 2005, κάτι που ποτέ δεν είχε συμβεί στη διάρκεια του Πολέμου του Βιετνάμ.
Όμως τα μεγαλύτερα προβλήματα που ταλαιπώρησαν το αντιπολεμικό κίνημα του Πολέμου στο Ιράκ ήταν κατά κύριο λόγο πολιτικά. Το κίνημα, αν μπορείτε να το ονομάσετε έτσι, κυριαρχήθηκε από την παλαιότερη γενιά των ριζοσπαστών των οποίων οι πολιτικές προσδοκίες κατέρρευσαν στις δεκαετίες του 1970 και 1980 και πολλοί απ’ αυτούς μετακινήθηκαν πολιτικά προς τα δεξιά, καταλήγοντας κοντά στο Δημοκρατικό Κόμμα. Στο σημαντικό του δοκίμιο Whatever Happened to the Anti-War Movement?, ο μακαρίτης Alexander Cockburn γράφει:
Αν και ο πόλεμος είναι μια δικομματική υπόθεση, ακόμη και αν οι Δημοκρατικοί στο Κογκρέσο έχουν ψηφίσει χρόνο με τον χρόνο να δοθούν χρήματα στον Μπους για να διεξάγει αυτόν τον πόλεμο, το κυρίως αντιπολεμικό κίνημα, όπως αντιπροσωπεύεται από την UFPJ, είναι αιχμάλωτο του Δημοκρατικού Κόμματος.
Το ένα από τα δύο κόμματα του πολέμου κατέπνιξε την αντιπολίτευση στους πολέμους του Αφγανιστάν και του Ιράκ, έχοντας αιχμαλωτίσει το αντιπολεμικό κίνημα, το οποίο δεν κατόρθωσε ποτέ να γίνει το αρκετά δυναμικό μαζικό κίνημα που εκδηλώθηκε σε κάποιες στιγμές, και η εργατική τάξη των ΗΠΑ, καθώς και τα θύματα του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ πλήρωσαν το τίμημα. Και εξακολουθούμε να ζούμε με αυτή την κληρονομιά. Η εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα το 2008 σκότωσε το τελευταίο αντιπολεμικό κίνημα στον Πόλεμο του Ιράκ, όμως το ίδιο λίγο πιο πριν είχε αποτελέσει το δεκανίκι του.
Στη διάρκεια της προεδρίας του, ο Ομπάμα απέσυρε τον κύριο όγκο του πεζικού των ΗΠΑ από το Ιράκ, υποσχέθηκε να τελειώσει τον Πόλεμο στο Αφγανιστάν (δεν το έκανε), και μετατόπισε τη στρατιωτική τακτική προς τη χρήση ειδικών δυνάμεων και πολεμικών drones. Ο λαϊκός αντιπολεμικός ακτιβισμός κατέρρευσε, αφήνοντας έναν μικρό χώρο που καταλήφθηκε από έναν μικρό αριθμό πιστών πασιφιστών και παλαιών ακτιβιστών. Και κάτι πολύ ανησυχητικό επίσης: μικρές παλαιοσταλινικές σέχτες ανέλαβαν την εκπροσώπηση αντιπολεμικών ομάδων σε πολλές πόλεις και τις κατεύθυναν σε μεγάλο βαθμό προς τις πλατφόρμες κάποιων πολύ αμφίβολων πολιτικών, που περιλάμβαναν στήριξη σε μαζικούς δολοφόνους, όπως ο Σύριος ηγέτης Μπασάρ αλ Άσαντ.
Το Επόμενο Αντιπολεμικό Κίνημα
Βρισκόμαστε σε μια στιγμή μεγάλου κινδύνου. Ωστόσο υπάρχουν και μεγάλες δυνατότητες. Το περιοδικό Foreign Policy αναφέρει στις 3 Ιανουαρίου 2020:
Η συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης δεν πιστεύει ότι τα συμφέροντα των ΗΠΑ δικαιολογούν πόλεμο με το Ιράν. Μόνο το ένα πέμπτο από αυτούς που απάντησαν είπαν ότι η χώρα τους «θα πρέπει να προετοιμαστεί για εμπλοκή σε πόλεμο» για να πετύχει τους σκοπούς της στο Ιράν, ενώ τα τρία τέταρτα είπαν ότι οι σκοποί των ΗΠΑ δεν τον δικαιολογούν. Ανάμεσα στους ρεπουμπλικάνους, μόνο το 34 τοις εκατό είπε ότι ο πόλεμος θα πρέπει να είναι συζητήσιμος για να προστατευτούν τα συμφέροντα των ΗΠΑ.
Οπωσδήποτε η κοινή γνώμη μπορεί να μετατοπιστεί δραματικά αν ξεσπάσουν ένοπλες συγκρούσεις και δεν πρέπει να ξεχνάμε το βαθύ πηγάδι από το οποίο μπορεί να αντλεί ο Τραμπ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν δαιμονοποιήσει το Ιράν εδώ και σαράντα χρόνια. Ως νέος σοσιαλιστής στα τέλη της δεκαετίας του 1970, θυμάμαι τον τεράστιο αντίκτυπο της Ιρανικής Επανάστασης στη διεθνή πολιτική, καθώς επίσης και τον απαίσιο ρατσισμό και τον φανατισμό που αναμοχλεύτηκε από μια κρίση ομηρίας διάρκειας ενός χρόνου που ξεκίνησε το 1979. Πριν από την 11η Σεπτεμβρίου, το 1979-80 ήταν η χειρότερη πολιτική χρονιά της ζωής μου.
Εμείς στην αριστερά έχουμε επίσης ένα βαθύ πηγάδι αντιπολεμικού ακτιβισμού για να αντλούμε, μαζί με την πικρή κληρονομιά που άφησαν οι μετά την 11η Σεπτεμβρίου πόλεμοι στους Αμερικανούς της εργατικής τάξης που πολέμησαν και είτε σκοτώθηκαν, είτε έμειναν ανάπηροι από βαρείς τραυματισμούς και ασθένειες ή πλήρωσαν το κόστος των στρατιωτικών προϋπολογισμών που πλησιάζει το ένα τρις δολάρια ετησίως. Μια πρόσφατη δημοσκόπηση του Pew Research αποκαλύπτει:
Μεταξύ των βετεράνων, το 64 τοις εκατό δηλώνει ότι ο πόλεμος στο Ιράκ δεν άξιζε τις μάχες, αν υπολογιστεί το κόστος σε σχέση με τα οφέλη για τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ το 33% δηλώνει ότι άξιζε. Οι απόψεις της γενικότερης κοινής γνώμης είναι σχεδόν ταυτόσημες: 62 τοις εκατό του συνόλου των Αμερικανών δηλώνει ότι ο Πόλεμος του Ιράκ δεν άξιζε και το 32 τοις εκατό δηλώνει ότι άξιζε. Με παρόμοιο τρόπο οι πλειοψηφίες τόσο των βετεράνων (58 τοις εκατό) όσο και της κοινής γνώμης (58 τοις εκατό) δηλώνουν ότι ο πόλεμος στο Αφγανιστάν δεν άξιζε τις μάχες. Σχεδόν τέσσερες στους δέκα ή και λιγότεροι δηλώνουν ότι άξιζε τις μάχες. Οι βετεράνοι που υπηρέτησαν είτε στο Ιράκ είτε στο Αφγανιστάν δεν είναι περισσότερο υποστηρικτικοί αυτών των εμπλοκών από αυτούς που δεν υπηρέτησαν σ’ αυτούς τους πολέμους. Οι απόψεις δεν διαφοροποιούνται από τους στρατιωτικούς βαθμούς ή την μάχιμη εμπειρία.
Αυτή η περιληπτική ανασκόπηση των προηγούμενων αντιπολεμικών κινημάτων στις ΗΠΑ αποδεικνύει ότι μπορούμε να οικοδομήσουμε μαζικά κινήματα ενάντια στην ιμπεριαλιστική επιθετικότητα των ΗΠΑ, αλλά η επιτυχία τέτοιων κινημάτων εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, περιλαμβανομένου του να μην είναι αιχμάλωτα του Δημοκρατικού Κόμματος. Πρέπει να επαγρυπνούμε. Στους επόμενους μήνες θα φανεί αν οι ΗΠΑ θα ξαναβρεθούν σε πόλεμο.
μετάφραση: Νίκος Ταμβακλής