Δημοσιεύθηκε 12/05/2024
https://www.leftvoice.org/specters-of-vietnam-in-the-pro-palestinian-movement/
μετάφραση: Νίκος Ταμβακλής
Η επανεμφάνιση του φοιτητικού κινήματος επαναφέρει απόηχους του παρελθόντος που βοηθούν στην αποσαφήνιση των βασικών πτυχών της κατεύθυνσης του κινήματος κατά της γενοκτονίας στην Παλαιστίνη. Εδώ εξετάζουμε μερικούς δεσμούς μεταξύ του σημερινού κινήματος και του κινήματος κατά του πολέμου στο Βιετνάμ.
Τις τελευταίες εβδομάδες, το φοιτητικό κίνημα στις Ηνωμένες Πολιτείες αναδύθηκε σε μια κλίμακα που είχε να εμφανιστεί εδώ και δεκαετίες, με δεκάδες καταυλισμούς σε πανεπιστημιουπόλεις σε όλη τη χώρα και χιλιάδες φοιτητές να συμμετέχουν. Τα αιτήματα των καταυλισμών ποικίλλουν, αλλά η πλειοψηφία μοιράζεται έναν κοινό πυρήνα: αποκάλυψη των οικονομικών σχέσεων των πανεπιστημίων με το κράτος του Ισραήλ και τις εταιρείες που εμπλέκονται στον πόλεμο, απόσυρση των πανεπιστημιακών κεφαλαίων από το Ισραήλ και αμνηστία για όσους συμμετείχαν στις διαδηλώσεις. Από τον Οκτώβριο υπήρξαν σημαντικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις κατά του πολέμου στη Γάζα στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά οι καταυλισμοί έθεσαν το κίνημα στο επίκεντρο της εθνικής πολιτικής κατά τις τελευταίες εβδομάδες.
Την τελευταία εβδομάδα του Απριλίου, δεκάδες πανεπιστημιουπόλεις σε όλη τη χώρα υπέστησαν καταστολή από την αστυνομία και τις διοικήσεις των πανεπιστημίων· πάνω από δύο χιλιάδες άτομα συνελήφθησαν. Ενώ το κίνημα υπέστη μια τέτοια καταστολή —σε συνδυασμό με το τέλος του ακαδημαϊκού εξαμήνου— δεν επέτρεψε αυτές οι επιθέσεις να περάσουν. Τέσσερις χιλιάδες άνθρωποι παρέλασαν την Πρωτομαγιά στην πόλη της Νέας Υόρκης και το εκπαιδευτικό προσωπικό του CUNY [Πανεπιστήμιο Κολούμπια] έκανε αποχή την ίδια μέρα. Οι Ανεξάρτητοι Εργαζόμενοι Φοιτητές του Κολούμπια διοργάνωσαν επίσης μια αποχή που ξεκίνησε στις 13 Μαΐου και το UAW Local 4811 – ένα σωματείο που εκπροσωπεί 48.000 ακαδημαϊκούς εργαζόμενους και ερευνητές των Πανεπιστημίων της Καλιφόρνια – ψηφίζει αν θα απεργήσει ή όχι για να υπερασπιστεί αυτούς που διαμαρτύρονται για τον πόλεμο, μετά τη βάναυση επίθεση από Σιωνιστές και την αστυνομία που δέχτηκαν στον καταυλισμό τους οι φοιτητές και οι καθηγητές του UCLA [Πανεπιστήμιο του Λος Άντζελες]. Ακόμη και στο τέλος του εξαμήνου, οι καταυλισμοί συνεχίζουν να ξεφυτρώνουν και η αστυνομία τους καταστέλλει όποτε της είναι δυνατόν. Η πλατιά υποστήριξη για την Παλαιστίνη σε συνδυασμό με την ιστορικά χαμηλή αποδοχή για το Ισραήλ, ρίζωσε σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας.
Το εύρος του σημερινού αντιπολεμικού κινήματος που καθοδηγείται από φοιτητές, έχει προκαλέσει συγκρίσεις με το ιστορικό κίνημα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ. Σε αυτό το σύντομο άρθρο θα εξετάσουμε ορισμένες ομοιότητες και διαφορές μεταξύ των συνθηκών που τα διαμόρφωσαν.
Οι συγκρίσεις με το κίνημα κατά του πολέμου του Βιετνάμ της δεκαετίας του ’60 και των αρχών του ’70 εμφανίζονται σε διαφορετικούς άξονες. Από τα χλιαρά άρθρα των New York Times που υπερασπίζονται το δικαίωμα των φοιτητών να διαμαρτύρονται, διατηρώντας την μακροχρόνια πολιτική τους, μέχρι πιο κατηγορητικά δημοσιεύματα μετά το κύμα της αστυνομικής καταστολής σε πολλές πανεπιστημιουπόλεις, με την πάντα φλύαρη Wall Street Journal που τροφοδοτεί την ποινικοποίηση της διαμαρτυρίας αποδίδοντάς την με διάφορες δόσεις σε αριστερούς συγγραφείς και έντυπα.
Ο σχολιαστής αρθρογράφος των New York Times, ο Charles Blow, απαριθμεί μερικές εντυπωσιακές ομοιότητες μεταξύ του 1968 και του 2024, όπως ότι και στις δύο περιπτώσεις να βρισκόμαστε στο έτος των προεδρικών εκλογών με έναν αντιδημοφιλή Δημοκρατικό στο κυβερνητικό αξίωμα, με ένα διογκούμενο φοιτητικό κίνημα που ήρθε στη ζωή τις τελευταίες εβδομάδες του εαρινού εξαμήνου και μια Σύνοδο των Δημοκρατικών στο Σικάγο.
Ενώ τα παραδείγματα που αναφέρει ο Blow έχουν σημαντικές ομοιότητες, το περιβάλλον είναι αρκετά διαφορετικό. Η παγκόσμια πολιτική ήταν μια πολύ διαφορετική υπόθεση τη δεκαετία του ’60 και στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Ο κόσμος ήταν διαιρεμένος μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του σοβιετικού μπλοκ με τις συμφωνίες Πότσνταμ/Γιάλτα. Επαναστάσεις είχαν ξεσπάσει σε όλο τον αποικιακό και ημι-αποικιακό κόσμο και η κυβέρνηση των ΗΠΑ είχε αφιερώσει σημαντικές προσπάθειες για να καταπνίξει την εσωτερική δυσφορία μέσω του μακαρθισμού. Λίγα μόλις χρόνια πριν οι Ηνωμένες Πολιτείες μπουν στον πόλεμο, στην περιοχή που τότε ήταν γνωστή ως Ινδοκίνα, οι Κουβανοί εργάτες και αγρότες ανέτρεψαν το δικτατορικό καθεστώς του Μπατίστα με την κουβανική επανάσταση που θα αποτελούσε όχι μόνο μια από τις πιο σοβαρές απειλές για τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ στην περιοχή, αλλά και θα αποτελούσε πηγή έμπνευσης για εκατομμύρια εργαζόμενους και φοιτητές σε όλη τη χώρα.
Ο πόλεμος στο Βιετνάμ βρισκόταν στο επίκεντρο των εκκολαπτόμενων εντάσεων σε αυτή τη νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων, με τον γαλλικό ιμπεριαλισμό να αναγκάζεται να καλέσει την αμερικανική υποστήριξη για να διατηρήσει την αποικία του στην Ινδοκίνα. Αυτό οδηγεί στην πιο σημαντική διαφορά μεταξύ του τότε και του τώρα: ο πόλεμος του Βιετνάμ διεξήχθη με τη συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων Αμερικανών στρατιωτών. Κατά τη διάρκεια του κινήματος κατά του πολέμου του Βιετνάμ, σύμφωνα με μια φιλελεύθερη περιγραφή του αντιπολεμικού κινήματος, «ίσως έως και έξι εκατομμύρια Αμερικανοί βγήκαν στους δρόμους, υπέγραψαν αναφορές, έγραψαν επιστολές, συμμετείχαν σε συναντήσεις και συγκεντρώσεις, συμμετείχαν σε αγρυπνίες και ενεπλάκησαν σε άλλες αντιπολεμικές δραστηριότητες».
Καθώς ήταν ένα κίνημα που διήρκεσε αρκετά χρόνια, υποχωρούσε ή ανέβαινε ανάλογα με την πορεία των πολεμικών επιχειρήσεων στο Βιετνάμ, την εσωτερική πολιτική κατάσταση και την πολιτική των οργανώσεων που το καθοδηγούσαν, οι οποίες βρίσκονταν σε αλληλοεπίδραση με τις συνολικές διαθέσεις του κινήματος. Το κίνημα κέρδισε περισσότερο έδαφος καθώς η πολιτική του Λίντον Τζόνσον, του ονομαζόμενου «ειρηνοποιού» υποψηφίου –σε σύγκριση με τον Ρεπουμπλικανό Μπάρι Γκόλντγουοτερ– γινόταν όλο και πιο επιθετική, τα θύματα ανέρχονταν σε χιλιάδες και οι τεχνολογικές καινοτομίες στη μετάδοση των ρεπορτάζ αποκάλυπταν με πρωτοφανή ταχύτητα εικόνες από τη φρίκη που επέφερε ο στρατός των ΗΠΑ στον άμαχο πληθυσμό με τις βόμβες ναπάλμ να εκρήγνυνται ανάμεσά του. Ταρακούνησε επίσης το Δημοκρατικό Κόμμα, αναγκάζοντας τον Τζόνσον να μην επιδιώξει την επανεκλογή του κάτω από το φως της έντονης κριτικής για την πολιτική της κυβέρνησής του στο Βιετνάμ. Η Σύνοδος των Δημοκρατικών το 1968 στο Σικάγο, έμεινε στη ιστορία για τις μαζικές διαδηλώσεις που έλαβαν χώρα έξω από το χώρο της Συνόδου για τα πολιτικά δικαιώματα και κατά του πολέμου στο Βιετνάμ. Λίγους μόλις μήνες πριν από τη Σύνοδο, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ –ο οποίος είχε εκφράσει την αντίθεσή του στον πόλεμο από το 1965– είχε δολοφονηθεί στο Μέμφις ενώ υποστήριζε μια απεργία των εργαζομένων στην υγεία, προκαλώντας έντονες διαμαρτυρίες σε περισσότερες από 100 πόλεις.
Δεν υπάρχουν στρατεύματα των ΗΠΑ στο έδαφος στον πόλεμο στη Γάζα, αλλά οι ΗΠΑ είναι βαθιά συνδεδεμένες με τον πόλεμο λόγω των δεσμών τους με το κράτος του Ισραήλ που υπερβαίνουν τη χρηματοδότηση, τα όπλα και τη γεωπολιτική υποστήριξη. Τα αιτήματα για απόσυρση των επενδύσεων (divestment) στρέφουν την προσοχή και αμφισβητούν τις βαθιές διασυνδέσεις των πανεπιστημίων με το κράτος του Ισραήλ. Η περίπτωση του Πανεπιστημίου Κολούμπια, που βρίσκεται στο επίκεντρο του κινήματος, είναι ενδεικτική. Σύμφωνα με ένα άρθρο του CNN:
Λιγότερο από το 1% των 13,6 δις δολ. της χρηματοδότησης του πανεπιστημίου έρχεται στο φως της δημοσιότητας. Από αυτές τις περιορισμένες πληροφορίες, οι διαδηλωτές εντόπισαν μικρές αναθέσεις σε 19 εταιρείες που πιστεύουν ότι συνδέονται με τη σύγκρουση Ισραήλ – Χαμάς, συμπεριλαμβανομένων των ανάδοχων στρατιωτικών παραγγελιών Lockheed Martin και General Dynamics που κατασκευάζουν όπλα που χρησιμοποιούνται από το Ισραήλ και της Caterpillar, της οποίας οι μπουλντόζες έχουν χρησιμοποιηθεί από το Ισραήλ για κατεδαφίσεις παλαιστινιακών υποδομών στη Δυτική Όχθη και χρησιμοποιήθηκαν από τον Ισραηλινό Στρατό κατά τη διάρκεια της χερσαίας εισβολής στη Γάζα.
Δεν έχουν όλα τα πανεπιστήμια έναν προϋπολογισμό όπως αυτόν του Κολούμπια, που είναι από τα πιο ακριβά πανεπιστήμια της χώρας, αλλά η περίπτωση είναι η ίδια σε όλη την τριτοβάθμια εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων πανεπιστημίων. Δεν είναι μόνο τα πανεπιστήμια που έχουν δεσμούς με το κράτος του Ισραήλ ή επενδύουν σε εταιρείες που εμπλέκονται στη γενοκτονία. Όπως γράφεται σε αυτό το άρθρο:
Το κίνημα υπέρ της Παλαιστίνης αμφισβητεί μια εξαιρετικά ευαίσθητη πτυχή της δικομματικής πολιτικής: την άνευ όρων συμμαχία με το κράτος του Ισραήλ. Οι Δημοκρατικοί μπόρεσαν να συμμετάσχουν στα μεγάλα κοινωνικά κινήματα του παρελθόντος, από το κολοσσιαίο κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα μέχρι το κίνημα Black Lives Matter πιο πρόσφατα. Επειδή όμως το δικομματικό καθεστώς είναι σιωνιστικό στον πυρήνα του, το σημερινό κίνημα παρουσιάζει μια τεράστια πρόκληση για το Δημοκρατικό Κόμμα.
Οι οικονομίες των χωρών στον πυρήνα [του δυτικού κόσμου] ήταν ισχυρές για περισσότερα από 20 χρόνια ξεκινώντας με την «ανοικοδόμηση» της Ευρώπης μέσω του σχεδίου Μάρσαλ – μια περίοδος που αργότερα έγινε γνωστή ως τα «30 ένδοξα χρόνια». Οι εντάσεις που προέκυψαν στα τέλη αυτής της περιόδου βρίσκονταν παγκοσμίως στο επίκεντρο της ταξικής πάλης, συμπεριλαμβανομένων αυτών που συνέβαιναν στις ΗΠΑ. Αντίθετα, η σημερινή οικονομία είναι δομικά πιο εύθραυστη και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις συνέπειες του κραχ του 2008 που έπληξε τους πυλώνες του νεοφιλελευθερισμού, καθώς και τις επιπτώσεις της Πανδημίας.
Στο εσωτερικό, το δικομματικό καθεστώς στα τέλη της δεκαετίας του ’60 ήταν σε καλύτερη κατάσταση. Οι προκλήσεις που αντιμετώπισε κατά τη διάρκεια του Κινήματος για τα Πολιτικά Δικαιώματα – το οποίο συνδέθηκε και επικαλύφθηκε με το αντιπολεμικό κίνημα με διάφορους τρόπους – έδωσαν ώθηση σε μια αναδιάταξη τόσο του Ρεπουμπλικανικού όσο και του Δημοκρατικού κόμματος. Ήταν οι μέρες που η κοινωνική πόλωση δεν συνοδευόταν από πολιτική πόλωση στο εσωτερικό των μεγάλων κομμάτων, τουλάχιστον όχι στον βαθμό που βλέπουμε σήμερα. Ο αγώνας για τα πολιτικά δικαιώματα, ένας αγώνας που ήταν στενά συνδεδεμένος με το εργατικό κίνημα, αντιμετωπίστηκε από ένα πιο «ευέλικτο» δικομματικό καθεστώς: Δημοκρατικοί που ήταν δυσαρεστημένοι με την πολιτική του κόμματός τους απέναντι στο κίνημα των Πολιτικών Δικαιωμάτων βρήκαν μια νέα στέγη στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι δυσαρεστημένοι με το άνοιγμα του κόμματος προς την ακροδεξιά στράφηκαν στο Δημοκρατικό Κόμμα. Αυτή δεν ήταν μια διαδικασία που έγινε σε μια νύχτα, χρειάστηκαν μερικές δεκαετίες για να ολοκληρωθεί. Το βαθιά αντιδημοκρατικό δικομματικό καθεστώς σήμερα είναι πιο δυσλειτουργικό και λιγότερο ικανό να αντιμετωπίζει συνεχείς κρίσεις, καθώς μηχανισμοί που αντιτίθενται στις πλειοψηφίες του, καθιστούν δύσκολη τη διακυβέρνηση και τη θέσπιση νομοθεσιών, ακόμη και όταν ένα κόμμα έχει τον έλεγχο και των δύο σωμάτων. Αυτό το αδιέξοδο λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο ευρύτερων φαινομένων οργανικής κρίσης σε όλο τον κόσμο και ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60, η παγκόσμια τάξη πραγμάτων μετά τη Γιάλτα έδειχνε σημάδια αδυναμίας και αμφισβητήθηκε από την ταξική πάλη σε όλο τον κόσμο, σε ιμπεριαλιστικές χώρες, αποικίες και ημι-αποικίες, καθώς και σε χώρες που διοικούνταν από τη σταλινική γραφειοκρατία. Η οικονομική κρίση ξέσπασε μόλις το 1972. Ο νεοφιλελευθερισμός έδωσε μια απάντηση στην κρίση της μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εκρηκτικής ανάπτυξης (boom). Αντίθετα, η οικονομική κρίση του 2008 σηματοδότησε μια τομή, το πριν και το μετά, παρά την επιτυχία της μαζικής διάσωσης, που ενορχηστρώθηκε από τράπεζες, εταιρείες και κυβερνήσεις, στην παρεμπόδιση μιας γενίκευσης του κραχ. Οι επιπτώσεις της ήταν βαθιές και γίνονται αισθητές σήμερα καθώς η ιμπεριαλιστική αστική τάξη δεν έχει εναλλακτικό σχέδιο στην αγωνία του νεοφιλελευθερισμού. Από τότε έλαβαν χώρα σημαντικές διαδικασίες ταξικής πάλης, αν και οι πιο έντονες ήταν εξεγέρσεις που δεν εξελίχθηκαν σε επαναστάσεις.
Αν το αντιπολεμικό κίνημα στις δεκαετίες του ’60 και στις αρχές της δεκαετίας του ’70 έλαβε χώρα πριν από τον νεοφιλελευθερισμό, η σημερινή άνοδος του φοιτητικού κινήματος συμβαίνει σε μια στιγμή κατά την οποία η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία έχει υποστεί ένα σημαντικό πλήγμα, στον απόηχο της κρίσης του 2008.
Η Ανατρεπτική Δυναμική του Φοιτητικού Κινήματος
Αναπόσπαστο στοιχείο της οργανικής κρίσης στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η άνοδος της συνδικαλιστικής δραστηριότητας των εργαζομένων τα τελευταία χρόνια. Οι απεργίες βρίσκονται σε έξαρση από το 2018 και ο αριθμός των στάσεων εργασίας ήταν ο υψηλότερος που έχει καταγραφεί από το 2000. Η απεργία της UAW πέρυσι είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα ενός εργατικού κινήματος του οποίου η βάση επιθυμεί να λάβει μέρος στις αποφάσεις για τις συνδικαλιστικές δράσεις και που έχει βγάλει σημαντικά συμπεράσματα από τις δεκαετίες των συναινέσεων κατά τη διάρκεια του νεοφιλελευθερισμού – και στην περίπτωση της UAW, των σημαντικών συναινέσεων κατά την κρίση του 2008. Οι αλλαγές στη νεολαία έχουν συζητηθεί πολύ και δεν υπερβάλουμε για τη σημασία μιας νεολαίας –που χαλυβδώθηκε στον μετά το 2008 κόσμο και στις εκλογές του 2016, στην πανδημία και στο BLM– που αισθάνεται στα κόκκαλά της την διασύνδεση των αγώνων ενάντια στην καταπίεση και ενάντια στην εκμετάλλευση. Μια νεολαία που είτε ήταν μέρος μιας γενιάς που μετατοπίσθηκε δηλώνοντας ότι προτιμά τον σοσιαλισμό από τον καπιταλισμό είτε μεγάλωσε σε μια χώρα όπου η υποστήριξη για τον σοσιαλισμό βρίσκεται σε άνοδο εδώ και αρκετά χρόνια.
Το πολιτικό και κοινωνικό βάρος που έχει το Ισραήλ μέσα στην κοινωνία των ΗΠΑ αντανακλά την καθοριστική σημασία αυτής της χώρας για τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών των ΗΠΑ στην περιοχή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μια αλλαγή μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρεάζει τον πυρήνα του δικομματικού καθεστώτος και τη σχέση του Δημοκρατικού Κόμματος με την ιστορική του βάση. Όπως γράφει ο Joe Allen:
Το διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ της φιλελεύθερης και φιλο-ισραηλινής ηγεσίας του Δημοκρατικού Κόμματος και μιας μεγάλης μειοψηφίας του πληθυσμού και της πλειοψηφίας των ψηφοφόρων του Δημοκρατικού Κόμματος φτάνει στις διαστάσεις της εποχής του πολέμου του Βιετνάμ. Από τα τέλη Φεβρουαρίου, σχεδόν πριν από δύο μήνες, ο ιστότοπος δημοσκοπήσεων Data for Progress ανέφερε: Περίπου τα δύο τρίτα των ψηφοφόρων (67%) — συμπεριλαμβανομένης της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών (77%), των Ανεξάρτητων (69%) και των Ρεπουμπλικανών (56%) — υποστηρίζουν το αίτημα των ΗΠΑ για μόνιμη κατάπαυση του πυρός και αποκλιμάκωση της βίας στη Γάζα.
Αυτό έρχεται σαν μια επέκταση της αυξανόμενης δυσκολίας που είχαν οι ΗΠΑ να επιβάλουν τη βούλησή τους στην περιοχή.
Η δυσκολία επαφής των Δημοκρατικών με τους νεότερους ψηφοφόρους φέρνει στο φως ένα ευρύτερο φαινόμενο: η αυξανόμενη συνειδητοποίηση του ζόφου της γενοκτονίας στη Γάζα είναι συστημική και συνδέεται με την αδυναμία αντιμετώπισης της υπερθέρμανσης του πλανήτη, του ρατσισμού και της αστυνομικής βίας. Αυτή η νεολαία αφομοιώνει τον πλατιά διαδεδομένο σκεπτικισμό, ότι αυτό που μοιάζει με τις φιλελεύθερες «αμερικανικές αξίες» θα μπορούσε να παίξει κάποιο ρόλο στην αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων. Μένει να δούμε ποιες προκλήσεις θα αντιμετωπίσει η Σύνοδος των Δημοκρατικών στο Σικάγο αυτόν τον Αύγουστο. Όποια κι αν είναι αυτές τελικά, η σχέση πλατιών τμημάτων της νεολαίας με αυτό το κόμμα έχει ήδη ενταθεί σοβαρά – λόγω, μεταξύ άλλων, της συνενοχής του Δημοκρατικού Κόμματος στη χρηματοδότηση του κεφαλαίου και της κούρσας του προς την καταστροφή του πλανήτη, της οργανικής σχέσης του κόμματος με τη Wall Street, αλλά και λόγω της υποστήριξης της γενοκτονίας του Ισραήλ στη Γάζα.
Η συζήτηση για τη σχέση της εργατικής τάξης με το Δημοκρατικό Κόμμα θα πρέπει να εξεταστεί και κάτω από το φως των προκλήσεων του αντιπολεμικού κινήματος. Το DSA και το Jacobin επιμένουν να παραμένουν μέσα στο Δημοκρατικό Κόμμα και προς το παρόν η συζήτηση για το αν οι σοσιαλιστές θα πρέπει να εγκαταλείψουν το Δημοκρατικό Κόμμα («clean break») ή να δουλεύουν μέσα στο Δημοκρατικό Κόμμα και να το εγκαταλείψουν σε υποτιθέμενα καλύτερες συνθήκες («dirty break») έχει στραφεί προς το τελευταίο και τη λογική συνέπειά του, να αφήσουν στην άκρη τη συζήτηση για την πλήρη αποχώρηση από το κόμμα. Ωστόσο, η δυσαρέσκεια με το Δημοκρατικό Κόμμα δεν είναι φαινόμενο μόνο της νεολαίας, είναι μια βαθιά διαδικασία που λαμβάνει χώρα εδώ και πολλά χρόνια, την οποία έχουν μετριάσει η λογική του μικρότερου κακού και η απειλή του Τραμπ. Ο αγώνας ενάντια στη γενοκτονία και για μια ελεύθερη Παλαιστίνη απαιτούν μια ανεξάρτητη ταξική πολιτική, δηλαδή πολιτικές που δεν συνδέονται με το Δημοκρατικό Κόμμα και την υπεράσπιση των αμερικανικών ιμπεριαλιστικών συμφερόντων. Πολιτικές που στηρίζονται στη δύναμη και τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, της νεολαίας και των καταπιεσμένων.
Δεν υπερβάλουμε για τη σημασία της επανεμφάνισης του φοιτητικού κινήματος. Οργανωμένο από μια γενιά που γεννήθηκε μέσα στην κρίση, μέσα σε ένα πλαίσιο πλατιάς υποστήριξης από τα συνδικάτα και μια οργανική κατανόηση της σχέσης μεταξύ καταπίεσης και εκμετάλλευσης, το φοιτητικό κίνημα μπορεί να διαδραματίσει ακόμα μεγαλύτερο ρόλο στον αγώνα κατά του πολέμου στη Γάζα. Για την εργατική τάξη, η συνάφεια μεταξύ των φοιτητών και των ευρύτερων τμημάτων της νεολαίας βρίσκεται σε αρχικό στάδιο αλλά βαθιά. Συνάπτοντας συμμαχία με το εργατικό κίνημα, οι φοιτητές σε όλη τη χώρα μπορούν να διαδραματίσουν έναν αποφασιστικό ρόλο στη διακοπή της αποστολής όπλων στο Ισραήλ. Η στρατηγική επιλογή των φοιτητικών κινημάτων, κατά την ιστορική τους διαδρομή, έγκειται στο να συμπαραταχθούν με τα συμφέροντα της αστικής τάξης ή με τα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Αυτό, το νέο φοιτητικό κίνημα, το καταλαβαίνει και τάσσεται με το δεύτερο. Αυτή η συμμαχία μπορεί να προκαλέσει ένα πλήγμα στην καρδιά του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ.