του Παναγιώτη Τσελεπή
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι γεγονός και καμία ειρηνική διέξοδος δεν φαίνεται στον ορίζοντα, ενώ τα θύματα αυξάνονται και οι δυτικές κυβερνήσεις πέρασαν σταδιακά από την παθητική αναμονή στην αποστολή όπλων και μια σειρά κυρώσεων κάθε είδους, από οικονομικές έως την απαγόρευση έργων του Τσαϊκόφσκι.
Παράλληλα, στις ΗΠΑ και την Ευρώπη εξελίσσεται μια πρωτοφανής προπαγανδιστική καμπάνια, με τη μαζική διασπορά ψευδών ειδήσεων και τη φίμωση των ΜΜΕ της αντίπαλης πλευράς, με στόχο τη δαιμονοποίηση του εχθρού και την εξασφάλιση λαϊκής υποστήριξης ή τουλάχιστον ανοχής στην πολεμοκάπηλη πολιτική των «δικών μας» κυβερνήσεων.
Οι πραγματικές αιτίες αυτού του πολέμου βρίσκονται στην όξυνση της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης που έχει ως αποτέλεσμα την όξυνση της οικονομικής και γεωπολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Ακροδεξιό πραξικόπημα και εμφύλιος πόλεμος
Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ουκρανία είναι η αναζωπύρωση ενός παγωμένου μετώπου της αντιπαράθεσης της Ρωσίας με τη Δύση (ΗΠΑ/ΝΑΤΟ/ΕΕ), όπου το ουκρανικό κράτος παίζει τον ρόλο της εμπροσθοφυλακής των τελευταίων. Όλα ξεκίνησαν το 2014, πριν ακριβώς από 8 χρόνια, όταν στην πρωτεύουσα Κίεβο εξελίχθηκε ακροδεξιό πραξικόπημα κατά της τότε κυβέρνησης, καθοδηγούμενο από μια συμμαχία φιλοδυτικών εθνικιστών και ακροδεξιών, με ομάδες κρούσεις τα νεοναζιστικά τάγματα εφόδου του «Δεξιού Τομέα».
Η πραξικοπηματική κυβέρνηση που σχηματίστηκε είχε τη στήριξη όλου του δυτικού ιμπεριαλιστικού μπλοκ και το πρώτο που έκανε ήταν η κατάργηση του στάτους της ρωσικής γλώσσας, που είναι η μητρική γλώσσα των μισών Ουκρανών. Επίσης, ανακήρυξε «εθνικό ήρωα» τον Στεπάν Μπαντέρα, συνεργάτη του Χίτλερ. Ο στρατός του Μπαντέρα κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής έκανε εθνοκάθαρση, εξολοθρεύοντας 100.000 Πολωνούς και συνεργάστηκε με τα Ες Ες στην εξόντωση 1,6 εκατομμυρίων Εβραίων της Ουκρανίας.
Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις και διαδηλώσεις στις ανατολικές και νότιες περιοχές, ενώ στην Κριμαία, οι κάτοικοι, αλλά και οι τοπικές αρχές ξεσηκώθηκαν και το Κρεμλίνο έστειλε στρατιωτικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα την απόσχιση από την Ουκρανία και αργότερα την ένταξη στη Ρωσική Ομοσπονδία μετά από δημοψήφισμα.[1] Στην υπόλοιπη χώρα, το νέο καθεστώς σταθεροποιήθηκε με όπλο τα φασιστικά τάγματα που αναβάθμισαν τον ρόλο τους και έγιναν στρατιωτικές μονάδες ενταγμένες στην Εθνοφρουρά, με πιο γνωστή περίπτωση, το ναζιστικό τάγμα «Αζόφ».[2]
Η ουκρανική αριστερά βρέθηκε ανέτοιμη να αντιμετωπίσει τη φασιστική λαίλαπα και συντρίφθηκε, με πιο τραγική περίπτωση τα γεγονότα στην Οδησσό στις 2 Μαίου 2014, όπου τουλάχιστον 48 αντιφασίστες δολοφονήθηκαν από τα φασιστικά τάγματα μέσα στο Σπίτι των Συνδικάτων.[3] Παράλληλα, το νέο καθεστώς έθεσε εκτός νόμου το ΚΚ Ουκρανίας και όλες τις αριστερές οργανώσεις, ενώ η χρήση κομμουνιστικών συμβόλων τιμωρείται πλέον με φυλάκιση.
Στο Ντονμπάς υπήρξε μια διαφορετική εξέλιξη. Εκεί το κίνημα κατά του καθεστώτος κατέλαβε την εξουσία στις δύο πρωτεύουσες Ντονιέτσκ και Λουγκάνσκ και συγκρότησε πολιτοφυλακές που κατάφεραν όχι μόνο να αποκρούσουν τον ουκρανικό στρατό και τα φασιστικά τάγματα, αλλά και να τους εγκλωβίσουν σε θύλακα στο Ιλοβάισκ. Τότε παρενέβη ο Πούτιν για να εξασφαλίσει τον απεγκλωβισμό τους, θεωρώντας πως μπορεί να υπάρξει συμφωνία και συμβιβασμός με το καθεστώς του Κιέβου.[4]
Στην πραγματικότητα, αυτό που ακολούθησε ήταν οι συμφωνίες του Μινσκ, που προέβλεπαν κατάπαυση του πυρός και αυτονομία για το Ντονμπάς. Οι συμφωνίες αυτές όμως έμειναν στα χαρτιά, καθώς οι φασίστες των ταγμάτων απειλούσαν με νέο πραξικόπημα σε περίπτωση εφαρμογής τους. Παράλληλα, οι πιο επιφανείς πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες του Ντονμπάς δολοφονήθηκαν, μεταξύ των οποίων και ο θρυλικός αρχηγός της ταξιαρχίας «Πρίζρακ», Αλεξέι Μοζγκοβόι, ο οποίος δήλωνε πως ο κύριος εχθρός είναι οι ολιγάρχες και την άνοιξη του 2015 είχε φιλοξενήσει στην πόλη Αλτσέφσκ το Διεθνές Αντιφασιστικό Φεστιβάλ.
Η νέα ηγεσία που αναδείχθηκε σε ένα βαλτωμένο πολιτικά τοπίο, ήταν ουσιαστικά ελεγχόμενη από το Κρεμλίνο. Έτσι, συνεχίστηκε σε χαμηλότερη ένταση ένας πόλεμος για 8 χρόνια, με θύματα κυρίως τους πολίτες του Ντονμπάς, με 14.000 νεκρούς και εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες στη Ρωσία, όπου ο εκεί ουκρανικός πληθυσμός ξεπερνάει τα 4 εκατομμύρια.
Αναζωπύρωση του πολέμου και αντιπαράθεση ΗΠΑ/ΝΑΤΟ – Ρωσίας
Σήμερα ένας ξεχασμένος πόλεμος, που η προβολή του δεν εξυπηρετούσε καμία κυβέρνηση, αναθερμάνθηκε με τον πιο επικίνδυνο τρόπο. Το κυρίως επίδικο πλέον, δεν είναι ούτε η εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας, ούτε οι άμαχοι στο Ντονμπάς, αλλά η σύγκρουση της Ρωσίας με το δυτικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο με επικεφαλής τις ΗΠΑ, με κέντρο τον έλεγχο της ενέργειας στην Ευρώπη και την περαιτέρω επέκταση του ΝΑΤΟ στα ανατολικά.
Η αντιπαράθεση ξεκίνησε εδώ και ενάμιση περίπου μήνα, αρχικά με έναν πόλεμο προπαγάνδας και συγκεκριμένα, με τoν Λευκό Οίκο και το ουκρανικό καθεστώς να κατηγορούν το Κρεμλίνο ότι ετοιμάζετε να εισβάλει στην Ουκρανία και το Κρεμλίνο να τους κατηγορεί ότι ετοιμάζουν εισβολή στο Ντονμπάς. Το πρώτο διάστημα, η πανίσχυρη προπαγανδιστική μηχανή των ΗΠΑ, που ελέγχει τον μεγάλο όγκο των ΜΜΕ παγκόσμια, δεν ήταν αρκετά αποτελεσματική, καθώς οι ημερομηνίες που ανακοίνωναν για την επικείμενη ρωσική εισβολή περνούσαν, χωρίς να γίνεται τίποτα και τα μεγάλα στρατιωτικά ρωσικά γυμνάσια έμοιαζαν μάλλον με επίδειξη πυγμής προς την Δύση, παρά με προετοιμασία εισβολής. Αντίθετα, το μέτωπο στο Ντονμπάς, αναζωπυρώθηκε ξαφνικά τα ξημερώματα της 18ης Φεβρουαρίου, με ισχυρούς βομβαρδισμούς από τον ουκρανικό στρατό που οδήγησε στην εκκένωση 70.000 κατοίκων με προορισμό το γειτονικό Ροστόφ στη Ρωσία.
Στη συνέχεια οι εξελίξεις ήταν καταιγιστικές. Η ρωσική Δούμα (κοινοβούλιο) υπερψήφισε πρόταση του ΚΚ Ρωσικής Ομοσπονδίας για αναγνώριση των δύο αποσχισθέντων δημοκρατικών του Ντονμπάς και ρωσικές δυνάμεις εισήλθαν στο έδαφός τους για την αποτροπή της κλιμάκωσης της ουκρανικής επίθεσης.
Λέγοντας όλα αυτά, πρέπει να τονίσω, ότι σε έναν πόλεμο δεν έχει ουσιαστική σημασία ποιος ρίχνει την πρώτη σφαίρα, αλλά ποιοι είναι οι λόγοι και οι κρατικές πολιτικές που οδηγούν σε αυτόν. Αυτό είναι μια κοινώς αποδεχτή μαρξιστική θέση, που στην πραγματικότητα μπορεί να γίνει αντιληπτή από κάθε ανοιχτόμυαλο άνθρωπο. Όμως, η εικόνα προς τα έξω και η χειραγώγηση της κοινής γνώμης, για το ποιος έχει δίκιο και ποιος είναι ο «κακός», έχει τεράστια σημασία.
Από αυτή την άποψη, η Ρωσία μέχρι τη στιγμή της αναγνώρισης των δημοκρατιών του Ντονμπάς, διατηρούσε από προπαγανδιστική σκοπιά το ηθικό πλεονέκτημα, παρά την σοβινιστική και αντικομουνιστική ρητορική του Πούτιν, ο οποίος δήλωσε ότι η Ουκρανία είναι «δημιούργημα του Λένιν και των Μπολσεβίκων». Επειδή όμως στην πολιτική αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία δεν είναι κυρίως οι δηλώσεις, αλλά οι πράξεις, το Κρεμλίνο είχε καταφέρει να πείσει τουλάχιστον την ρωσική κοινή γνώμη ότι αποσκοπεί στην προστασία του πληθυσμού του Ντονμπάς.
Όμως, όλα άλλαξαν την 24η Φεβρουαρίου, όταν ρωσικές δυνάμεις έκαναν εισβολή στο ουκρανικό έδαφος από όλες τις κατευθύνσεις. Εκείνη τη στιγμή, όλη η ρωσική προπαγάνδα κατάρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Η δικαιολογία ότι η εισβολή του Πούτιν γίνεται για να σώσει τους πολίτες του Ντονμπάς πείθει πλέον ελάχιστους.
Οι αντιδράσεις και το πολιτικό αντίκτυπο σε Ρωσία και Ουκρανία
Στη Ρωσία γίνονται μαζικές αντιπολεμικές διαδηλώσεις που διαλύονται γρήγορα από την αστυνομία, ενώ πλήθος αριστερών και κομμουνιστικών οργανώσεων και προσωπικοτήτων που έχει ταχθεί υπέρ της αναγνώρισης των δημοκρατιών του Ντονμπάς, τώρα τάσσεται κατά της εισβολής. Σε δημόσια τοποθέτησή του ο Ουκρανός κομμουνιστής Σεργκέι Κιριτσούκ δήλωσε μεταξύ άλλων:
«Η στρατιωτικοπολιτική ηγεσία της Ρωσίας επέλεξε το πιο μιλιταριστικό, το πιο τυχοδιωκτικό σχέδιο για την επίλυση της «ουκρανικής κρίσης»… Ο χρόνος της εισβολής είναι ο πιο ατυχής. Πριν από 8 χρόνια, η μισή Ουκρανία θεωρούσε τη Ρωσία φίλη, τώρα η ισορροπία δυνάμεων έχει αλλάξει δραματικά. Η εισβολή μετατοπίζει δραματικά την κλίμακα του αντιρωσικού αισθήματος ακόμη περισσότερο.
Με οποιαδήποτε στρατιωτική έκβαση της εκστρατείας οι όποιες φιλορωσικές δυνάμεις θα περιθωριοποιηθούν. Η εισβολή εδραιώνει την ουκρανική ταυτότητα με τις πιο εθνικιστικές μορφές… Ένα «φιλορωσικό καθεστώς», αν εγκαθιδρυθεί με τη βοήθεια στρατιωτικής δύναμης στο Κίεβο, θα αντιμετωπίσει έλλειψη προσωπικού και, αν όχι ξεκάθαρη αντίσταση, τότε ξεκάθαρη δολιοφθορά…
Η Ρωσία θα υποβληθεί σε άνευ προηγουμένου διεθνή απομόνωση. Θα αποκλειστεί ακόμη και από οργανισμούς όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης. Και από μια ισχυρή ευρωπαϊκή δύναμη, θα μετατραπεί σε ένα κράτος παρία… Η πτώση του βιοτικού επιπέδου στη Ρωσική Ομοσπονδία και η ενίσχυση των κυρώσεων θα οδηγήσουν βραχυπρόθεσμα σε βαθιά συστημική κρίση τη ρωσική κοινωνία…»[5][8]
Όσο και αν αμφιβάλει κανείς για μια τέτοια εξέλιξη, θεωρώ πως είναι ένα σοβαρό ενδεχόμενο. Διακαής στόχος όλων των δυτικών ιμπεριαλιστών από την εποχή της ΕΣΣΔ ήταν να τραβήξουν την Ουκρανία στη σφαίρα της επιρροής τους. Σε αυτό αποσκοπούσε τόσο ο Κάιζερ που στα τέλη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου έστησε στο Κίεβο ένα καθεστώς μαριονέτα, όσο και οι αγγλογάλλοι ιμπεριαλιστές που στήριξαν το αιματοβαμμένο καθεστώς του Πετλιούρα (διέπραξε εθνοκάθαρση κατά των Εβραίων, με τουλάχιστον 50.000 νεκρούς) και πολύ περισσότερο, ο Χίτλερ που χρησιμοποίησε τον Μπαντέρα και τα Ουκρανικά ΕςΕς..
Σήμερα, σε ένα πολύ διαφορετικό περιβάλλον από αυτό του 1917 και του 1941, η αντιπαράθεση γίνεται ανάμεσα στο δυτικό ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, με όλες του τις εσωτερικές αντιφάσεις, και μια ισχυρή στρατιωτικά, αλλά αδύναμη οικονομικά καπιταλιστική Ρωσία, που διεκδικεί μία θέση ανάμεσα στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Ενίσχυση των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ και αντίκτυπο στη ρωσική οικονομία
Όλο το προηγούμενο διάστημα, ήταν ξεκάθαρο πως οι ΗΠΑ προκαλούσαν τη Ρωσία να εισβάλει, με τον Ζελένσκι στο ρόλο του χρήσιμου ηλίθιου και τα φασιστικά τάγματα ως αιχμή του δόρατος. Μετά το πρώτο 48ωρο από τη ρωσική εισβολή, και τη διαφαινόμενη ανάσχεσή της, έγινε αντιληπτό από τη ρωσική ηγεσία ότι ο πόλεμος δεν θα είναι περίπατος, καθώς τα τάγματα και ο ουκρανικός στρατός οχυρώθηκαν μέσα στις πόλεις.
Όσο περνάνε οι μέρες, τόσο το Κρεμλίνο θα χάνει πολιτικά, τόσο στη Ρωσία, όσο και στην Ουκρανία και ακόμα περισσότερα στη Δύση, όπου ήδη γίνονται αντιρωσικές – φιλοΝΑΤΟικες διαδηλώσεις (βλ. Βερολίνο) με το πρόσχημα της αλληλεγγύης στους Ουκρανούς, αλλά με πολύ ξεκάθαρη ατζέντα. Την ίδια στιγμή, η Γερμανία ανακοίνωσε πολεμικούς εξοπλισμούς αξίας 100 δις ευρώ, ενώ τώρα και η Σουηδία θέλει να μπει στο ΝΑΤΟ. Επίσης η ομαλή ροή φυσικού αερίου προς την ΕΕ δεν είναι καθόλου σίγουρη, ενώ η τεράστια επένδυση του NordSteam-2 έχει παγώσει επ’ αόριστον.
Οι σκληρές κυρώσεις της Δύσης θα επιφέρουν ένα ισχυρό πλήγμα στη ρωσική οικονομία που οι εξαγωγές της είναι κατά τουλάχιστον 80% φυσικό αέριο και πετρέλαιο. Σοβαρό πλήγμα θα δεχθεί και η οικονομία της Γερμανίας και των άλλων χωρών της ΕΕ, αλλά η προοπτική στη συμμετοχή στο μελλοντικό ιμπεριαλιστικό πλιάτσικο, με στρατιωτικό βραχίονα το ΝΑΤΟ και εργολάβους τις δυτικές πολυεθνικές φαίνεται πως έχει προς το παρόν πείσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να ευθυγραμμιστούν με την Ουάσιγκτον. Σε αυτές τις συνθήκες, η μόνη ορατή διέξοδος για το Κρεμλίνο είναι η συμμαχία με την Κίνα. Όμως, αυτή θα είναι μια πολύ ετεροβαρής συμμαχία, καθώς η Κίνα είναι η δεύτερη ισχυρότερη οικονομία με ΑΕΠ 16.862.979 δις $, ενώ το ρωσικό ΑΕΠ είναι το 1/10 του κινεζικού.[6]
Παρόλα όλα αυτά, δεν πρέπει να θεωρήσουμε βέβαιη και άμεση μια τέτοια εξέλιξη, γιατί οι κυρώσεις θα χρειαστούν χρόνο για να γονατίσουν τη Ρωσία και η αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου με ακριβότερο υγροποιημένο φυσικό αέριο από το Τέξας δεν είναι άμεσα εφικτή. Αυτό σημαίνει ότι τόσο η Ρωσία όσο και η Γερμανία, η Γαλλία και οι άλλες χώρες τις ΕΕ με ανάλογα συμφέροντα, σύντομα θα αδημονούν να έρθουν σε κάποια συμφωνία.
Ταξικός Πόλεμος κατά των Ιμπεριαλιστικών Πολέμων!
Παράλληλα με την εισβολή, τον προπαγανδιστικό και οικονομικό πόλεμο και το «ζέσταμα» της πολεμικής μηχανής των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ, έχουμε μια ακόμα επικίνδυνη εξέλιξη. Είναι η πρωτοφανής απόφαση απαγόρευσης κάθε έκφανσης της ρωσικής κουλτούρας, συμπεριλαμβανόμενων έργων μεγάλων δημιουργών όπως ο Πιότρ Τσαϊκόφσκι, στα πλαίσια των κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Τέτοια μέτρα δεν είχαν τολμήσει να πάρουν ούτε στις χειρότερες μέρες του ψυχρού πολέμου ΗΠΑ-ΕΣΣΔ. Αυτά τα μέτρα δεν πρέπει να ειδωθούν μόνο ως μία ακραία ολοκληρωτική πολιτική κατά της κουλτούρας του «εχθρού», αλλά και ως μία γενικότερη κατεύθυνση σε κατασταλτικά μέτρα και επιβολή καταστάσεων έκτακτης ανάγκης κατά των λαών της Ευρώπης και της Βορείου Αμερικής.
Σήμερα, το καθήκον του κάθε αριστερού και προοδευτικού ανθρώπου είναι να σταματήσει τον πόλεμο. Αυτό δεν μπορεί όμως να γίνει με αφηρημένες εκκλήσεις για ειρήνη, ούτε πολύ περισσότερο, με την υποστήριξη της μίας ή άλλης πλευράς. Από αυτή την σκοπιά, η διαδήλωση στο Βερολίνο κατά της ρωσικής επιθετικότητας, χωρίς καμιά αναφορά στο ρόλο των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ/ΕΕ και την ανακοίνωση των μαμούθ πολεμικών εξοπλισμών της γερμανικής κυβέρνησης, δεν είναι φιλειρηνική, αλλά φιλοπόλεμη, καθώς ουσιαστικά συντάσσεται με τη πολιτική των «δικών μας» ιμπεριαλιστών που για 8 ολόκληρα χρόνια βάφουν τα χέρια τους στο αίμα των θυμάτων των φασιστών που οι ίδιοι εξοπλίζουν. Βασική αρχή του αντιπολεμικού κινήματος είναι πως πολεμάμε την επιθετικότητα της δικιάς μας κυβέρνησης, όπως έκαναν τα εκατομμύρια εργαζομένων και νεολαίας που το 2003 δεν πίστεψαν την φιλοπόλεμη ιμπεριαλιστική προπαγάνδα και διαδήλωναν σε όλες τις δυτικές πρωτεύουσες ενάντια στην εισβολή των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στο Ιράκ.
Στην Ελλάδα η θέση μας πρέπει να είναι ξεκάθαρη, ιδιαίτερα σήμερα που η κυβέρνηση Μητσοτάκη πήρε απόφαση να στείλει όπλα στην Ουκρανία. Επίσης, έχει διαθέσει τη βάση της Αλεξανδρούπολης στις ΗΠΑ, ενώ ευθυγραμμίστηκε και με τη γραμμή της Ουάσιγκτον στην ολοκληρωτικού τύπου απαγόρευση της ρωσικής κουλτούρας.
Αιτία αυτής της επικίνδυνης πολεμοκάπηλης πολιτικής είναι η επιδίωξη της κυβέρνησης να έχει τη στήριξη των ιμπεριαλιστών στην αντιπαράθεση με την Τουρκία για τις ΑΟΖ και να εξασφαλίσει ένα μεγαλύτερο μερίδιο για το ελληνικό κεφάλαιο. Από αυτή τη σκοπιά, αυτό που ονομάζουν «εθνικό συμφέρον» είναι απόλυτα συνυφασμένο με τα σχέδια και τους πολέμους των ιμπεριαλιστών.
Σήμερα, 108 χρόνια μετά από την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η ρήση του Καρλ Λίμπκνεχτ, ότι «κύριος εχθρός είναι στη χώρα μας», όταν το κόμμα του πρόδιδε την εργατική τάξη και την καλούσε να πολεμήσει για τα αφεντικά της, πρέπει να γραφτεί με μεγάλα γράμματα στις κόκκινες σημαίες των εργαζομένων όλων των χωρών.[7]
Κατά συνέπεια, μια συνεπής αντιπολεμική στάση απαιτεί να θέσει ξεκάθαρα, εκτός από τον άμεσο τερματισμό του πολέμου, την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την Ουκρανία και των ΝΑΤΟϊκών από τις γύρω χώρες, την αυτοδιάθεση στον λαό του Ντονμπάς, το κλείσιμο των αμερικανοΝΑΤΟϊκών βάσεων, καμιά εμπλοκή της Ελλάδας, έξοδο από το ΝΑΤΟ και διάλυση της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας, καθώς και τη διάλυση του αντιδραστικού άξονα Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ-Αιγύπτου.
Παραπομπές:
[1] Η Κριμαία μεταφέρθηκε το 1956 από τον Χρουστσόφ από την Ρωσική ΣΣΔ στην Ουκρανική, στα πλαίσια της ενιαίας ΕΣΣΔ και διατηρεί μια μεγάλη ρωσική πλειοψηφία γύρω στο 70%.
[2] Το «Αζόφ» έχει ως έμβλημα τον ρούνο Wolfsangel, διακριτικό μονάδων των ΕςΕς, μεταξύ των οποίων και εκείνης που διέπραξε τη σφαγή στο Δίστομο. Έγινε γνωστό για την αγριότητά του κατά πολιτών στην Ανατολική Ουκρανία και του έχουν ανατεθεί καθήκοντα αστυνόμευσης πόλεων, ενώ ο υποδιοικητής του ΒαντίμΤρόγιαν έχει διοριστεί επικεφαλής της αστυνομίας στην ευρύτερη περιοχή του Κιέβου.
[3] https://pandiera.gr/смерть-фашизму-свобода-народу-θάνατο/?print=pdf
[4] http://pandiera.gr/ουκρανία-εμφύλιος-πόλεμος-και-σοσιαλ/
[5] Δημοσίευση στο περιοδικό Liva: https://liva.com.ua/tezisyi-protiv-vojnyi.html?fbclid=IwAR2rkyMG-VO0Z6IEe2MU_pIKyHysrf_ht_tg1ev7rmZejn27tUqg5E6gI8A
[6] https://en.wikipedia.org/wiki/List_of_countries_by_GDP_(nominal)
[7] Στις 2.12.1914, ο Γερμανός κομμουνιστής Καρλ Λίμπκνεχτ, μέλος τότε του γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), καταψήφισε τον πολεμικό προϋπολογισμό στο Ράιχσταγκ.
[8] Μετάφραση ολόκληρης της δήλωσης του Σ. Κιριτσούκ:
Η στρατιωτικοπολιτική ηγεσία της Ρωσίας επέλεξε το πιο μιλιταριστικό, το πιο τυχοδιωκτικό σχέδιο για την επίλυση της «ουκρανικής κρίσης». Είναι πολύ δύσκολο να πούμε ακριβώς ποιοι στόχοι είχαν τεθεί για μια εισβολή πλήρους κλίμακας, αλλά από τη δεύτερη μέρα, έχει εμφανώς βαλτώσει. Οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις προέβαλαν σε αρκετές περιπτώσεις λυσσαλέα αντίσταση, η διοίκηση δεν έχασε την επαφή με τα στρατεύματα και οι μονάδες διατήρησαν την μαχητική τους ικανότητα.
Η πτώση του Κιέβου δεν θα σημάνει το τέλος της αντίστασης. Ο χρόνος της εισβολής είναι ο πιο ατυχής. Πριν από 8 χρόνια, η μισή Ουκρανία θεωρούσε τη Ρωσία φίλη, τώρα η ισορροπία δυνάμεων έχει αλλάξει δραματικά. Η εισβολή μετατοπίζει δραματικά την κλίμακα του αντιρωσικού αισθήματος ακόμη περισσότερο.
Με οποιαδήποτε στρατιωτική έκβαση της εκστρατείας (σε περίπτωση πλήρους στρατιωτικής νίκης των ενόπλων δυνάμεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας ή υπογραφής επιβεβλημένων συμφωνιών), οι όποιες φιλορωσικές δυνάμεις θα περιθωριοποιηθούν. Η εισβολή εδραιώνει την ουκρανική ταυτότητα με τις πιο εθνικιστικές μορφές (ενάντια στις οποίες, δήθεν, διεξάγεται ο αγώνας). Η πραγματική εξέλιξη των πραγμάτων δείχνει ότι οι πιο σοβινιστικοί κύκλοι στην ουκρανική πολιτική δικαιώνονται, [όπως και ότι] η αμερικανική κυβέρνηση, η οποία υποστήριξε ότι ήταν απαραίτητο να γίνει προετοιμασία για ρωσική εισβολή, αποδείχθηκε σωστή, ενώ η «λογική» πλευρά πρότεινε να μην κλιμακωθεί ο πανικός.
Σε περίπτωση που αρχίσουν οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ρωσικής Ομοσπονδίας και της Ουκρανίας, η κυβέρνηση Ζελένσκι μπορεί να ανατραπεί από τη δεξιά και μέρος του στρατού.
Ένα «φιλορωσικό καθεστώς», αν εγκαθιδρυθεί, με τη βοήθεια στρατιωτικής δύναμης στο Κίεβο, θα αντιμετωπίσει έλλειψη προσωπικού και, αν όχι ξεκάθαρη αντίσταση, τότε ξεκάθαρη δολιοφθορά. Ούτε οι αξιωματούχοι ούτε ο πληθυσμός θα θεωρήσουν αυτό το καθεστώς ανθεκτικό και σταθερό. Το νέο καθεστώς δεν θα έχει απολύτως τίποτα να προσφέρει στον πληθυσμό της Ουκρανίας, αφού θα είναι οικονομικά αδύναμο και ιδεολογικά ικανό μόνο για τον πιο αντιδραστικό πανσλαβισμό.
Η Ρωσία θα υποβληθεί σε άνευ προηγουμένου διεθνή απομόνωση. Θα αποκλειστεί ακόμη και από οργανισμούς όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης. Και από μια ισχυρή ευρωπαϊκή δύναμη, θα μετατραπεί σε ένα κράτος παρία. Όλοι οι ευρωπαϊκοί επιχειρηματικοί κύκλοι με επιρροή που υποστήριξαν τη διατήρηση της οικονομικής συνεργασίας με τη Ρωσική Ομοσπονδία έχουν ήδη αποθαρρυνθεί και καταδικάζουν την επιθετικότητα. Πολιτικοί από τη Γερμανία και την Αυστρία, οι οποίοι, ακόμη και μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, μπορούσαν να πάνε στον Πούτιν και να πουν ότι «όλα δεν είναι τόσο απλά», μίλησαν κατηγορηματικά κατά της εισβολής. Μια κατάσταση όπου ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας, Söder, μπορεί να μιλήσει υπέρ της χαλάρωσης των κυρώσεων, επικαλούμενος τα γερμανικά οικονομικά συμφέροντα, είναι πλέον αδιανόητη.
Περιθωριοποιείται επίσης η θέση των Ευρωπαίων αριστερών που αντιτίθεται σταθερά στις πολιτικές της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Ο ρόλος των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στον κόσμο έχει αυξηθεί σημαντικά.
Η πτώση του βιοτικού επιπέδου στη Ρωσική Ομοσπονδία, η ενίσχυση των κυρώσεων, θα οδηγήσει βραχυπρόθεσμα σε βαθιά συστημική κρίση στη ρωσική κοινωνία. Η δυσαρέσκεια των κατώτερων τάξεων (λόγω του χαμηλού βιοτικού επιπέδου) και εκείνου του τμήματος των ανώτερων στρωμάτων που σκόπευε να ενσωματωθεί στο ιμπεριαλιστικό κέντρο θα αυξηθεί εξίσου. Το καθεστώς Πούτιν δεν θα έχει τίποτε άλλο να προσφέρει ούτε στην εργατική τάξη ούτε στη μεσαία τάξη, αλλά και η «συναίνεση της Κριμαίας» δεν είναι ορατή στον ορίζοντα. Σε ποιες συνέπειες θα οδηγήσει αυτό, δεν νομίζω ότι μπορώ να κρίνω».
Ας έχουμε όλοι τη δύναμη και το κουράγιο να επιβιώσουμε σε αυτούς τους σκοτεινούς καιρούς!»