Τάκης Θανασούλας
Πέρασαν πέντε μήνες διαπραγμάτευσης και τα ενδεχόμενα που έχουμε μπροστά μας είναι είτε μια νέα παράταση της υπάρχουσας δανειακής σύμβασης, είτε μια νέα συμφωνία. Όμως η κυρίαρχη και σίγουρα λανθασμένη άποψη στην ευρωζώνη είναι ότι τα σχεδόν μηδενικά επιτόκια υπονομεύουν την ίδια την έννοια του υπερβολικού χρέους, αφού το κόστος εξυπηρέτησης είναι πολύ χαμηλό για να έχει τον αντίκτυπο –μειώσεις εισοδημάτων, παρεμπόδιση επιστροφής στην ανάπτυξη, πρόκληση αβεβαιότητας μεταξύ των πιστωτών– που θα περίμενε κανείς. Αυτό που δεν προκύπτει από πουθενά είναι η ρήξη, επειδή αυτή μπορεί απλώς και μόνο να τη διανοείσαι.
Το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης
Πολλοί αναλυτές, προσπαθώντας να ερμηνεύσουν την ελληνική ιδιαιτερότητα, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η διάλυση του πολιτικού σκηνικού και η εκρηκτική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ οφείλεται στο ότι η ελληνική κοινωνία πίστεψε ότι υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση, διαφορετική από εκείνη των διεθνών πιστωτών. Η διαφορετική, λοιπόν, αστική λύση που ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ εκπροσωπούσε αρκετά πριν τις εκλογές συνοψίζεται στο ότι ο κόσμος θα ήταν καλύτερος αν οι κυβερνήσεις ακολουθούσαν πολιτικές που προωθούν την ανάπτυξη μέσω της εγχώριας ζήτησης, και όχι μέσω μέτρων εξαγωγικού παρασιτισμού σε βάρος άλλων κρατών. Αυτό, όμως, θα προϋπέθετε να εξαρτώνται λιγότερο από τη νομισματική πολιτική και περισσότερο από τις απαραίτητες δημοσιονομικές πολιτικές (όπως οι αυξημένες δαπάνες για παραγωγικές υποδομές). Ακόμα και οι εισοδηματικές πολιτικές που αυξάνουν τους μισθούς, και συνεπώς το εισόδημα και την κατανάλωση των εργαζόμενων, είναι καλύτερη πηγή εγχώριας ανάπτυξης σε σχέση με τις υποτιμήσεις νομισμάτων (οι οποίες συρρικνώνουν τους πραγματικούς μισθούς). Υποστηρίζουν, επίσης, ότι το άθροισμα όλων των εμπορικών ισοζυγίων στον κόσμο είναι ίσο με μηδέν, που σημαίνει πως δεν μπορούν όλες οι χώρες να είναι καθαροί εξαγωγείς και πως οι νομισματικοί πόλεμοι είναι παιχνίδια που καταλήγουν σε «μηδέν εις το πηλίκον».
Στη συνέχεια, βέβαια, ο ΣΥΡΙΖΑ διολίσθησε ακόμα περισσότερο, αποδεχόμενος ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και έπειτα πρωτογενή πλεονάσματα, για να καταλήξει στο μίνιμουμ πρόγραμμα κοινωνικής σωτηρίας στη Θεσσαλονίκη, που και αυτό με τη σειρά του σήμερα παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες, προς χάριν πλέον ενός καθαρά μνημονιακού αστικού σχεδίου.
Η κυρίαρχη όμως άποψη, που είναι και η άποψη των πιστωτών, υποστηρίζει ότι σε έναν κόσμο ασθενούς εγχώριας ζήτησης, οι κυβερνήσεις πρέπει να επιδιώξουν να δώσουν ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη με κινητήρια δύναμη τις εξαγωγές. Αυτό απαιτεί ένα αδύναμο νόμισμα, καθώς και συμβατικές (αλλά και αντισυμβατικές) νομισματικές πολιτικές προκειμένου να επιτευχθεί η απαιτούμενη υποτίμηση στην ευρωζώνη. Οι χώρες της περιφέρειας, λοιπόν, χρειάζονται ένα αδύναμο νόμισμα προκειμένου να μειώσουν τα εξωτερικά ελλείμματα και να θέσουν σε κίνηση την ανάπτυξη. Όμως η αδυναμία του ευρώ, που προκλήθηκε από την ποσοτική χαλάρωση, έχει ενισχύσει περαιτέρω το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας, που ήδη αντιστοιχούσε σε ένα 8% του ΑΕΠ πέρυσι. Με τα εξωτερικά πλεονάσματα να αυξάνονται και σε άλλες χώρες του πυρήνα της ευρωζώνης, η συνολική ανισορροπία της νομισματικής ένωσης είναι μεγάλη και αυξάνεται.
Στην Ελλάδα, παρά την δραματική μείωση του ΑΕΠ κατά 25% περίπου, οι αυξήσεις φόρων μεταξύ 2010-2014 ανήλθαν σε 13% του ΑΕΠ, αλλά η αναλογία φόρων – ΑΕΠ αυξήθηκε μόνο κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες. Εφόσον η φορολογική αύξηση δεν μπορεί να καλύψει το δημοσιονομικό κενό, η προτεραιότητα δίνεται στις περικοπές δαπανών. Εφόσον η αύξηση των εσόδων είναι ανεπαρκής για να αντιμετωπιστεί η αύξηση των δημοσίων δαπανών, η περικοπή μισθών, συντάξεων και δημοσίων επενδύσεων σε υποδομές είναι αναπόφευκτη. Πλειάδα αναλυτών, καθηγητάδων και δημοσιογράφων αναπαράγουν σε όλους τους τόνους την κυρίαρχη άποψη, για να επιβεβαιωθούν όσοι υποστηρίζουν ότι η κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου επιτυγχάνεται και μέσω της εξαγοράς.
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια περίπου διεξάγονται οι διαπραγματεύσεις και η υποταγή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στα κελεύσματα των πιστωτών πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Αναμενόμενες λοιπόν οι αυξήσεις στη φορολογία, άμεση και έμμεση, όχι όμως αναμενόμενη και η εισπραξιμότητά τους. Οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα καταβάλλουν τον ΦΠΑ, αλλά οι έμποροι και οι μικροεπιχειρηματίες τον παρακρατούν, ενώ οι μεγάλοι νομίμως φοροδιαφεύγουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η φορολόγηση των τριγωνικών πωλήσεων, που ενώ έχει ψηφιστεί, η υπουργική εγκύκλιος για την εφαρμογή της καθυστερεί εδώ και πάνω από δύο μήνες. Η ελεύθερη αγορά, λοιπόν, είναι το πεδίο όπου καθημερινά διεξάγεται πόλεμος για την αναδιανομή του κοινωνικού υπερπροϊόντος.
Το χρηματιστικό κεφάλαιο στην ιμπεριαλιστική εποχή, όμως, τείνει προς την κυριαρχία και όχι την ελευθερία, ενώ η αστική δημοκρατία γίνεται όλο και περισσότερο αντιδραστική. Τουλάχιστον 500.000 εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα ούτε πληρώνονται στην ώρα τους, ούτε οι ασφαλιστικές τους εισφορές καταβάλλονται. Από το ενάμιση εκατομμύριο άνεργους, μόνο 100.000 λαμβάνουν ένα γλίσχρο επίδομα ανεργίας. Οι εργασιακές σχέσεις έχουν διαλυθεί, ενώ ο τομέας της υγείας βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης, με αποτέλεσμα το προσδόκιμο ζωής να έχει μειωθεί, την τελευταία πενταετία, κατά 3 χρόνια.
Υποκριτικά ΝΔ – ΠΟΤΑΜΙ – ΠΑΣΟΚ θρηνούν για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, αφού οι ίδιοι διέλυσαν τις εργασιακές σχέσεις και μείωσαν τους μισθούς. Τώρα πρέπει να πιέσουν την κυβέρνηση να προβεί σε περαιτέρω άμεση περικοπή κρατικών δαπανών σε υγεία, μισθούς και συντάξεις. Η ευθυγράμμιση τους με τη λογική των κυρίαρχων ελίτ της ευρωζώνης είναι ορατή διά γυμνού οφθαλμού.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θα υποχρεωθεί να αντιμετωπίσει και το συνταξιοδοτικό πρόβλημα. Η κατάργηση της πρόωρης συνταξιοδότησης θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, όπως επίσης και η ενοποίηση των ταμείων, που θα οδηγήσει σε περικοπές συντάξεων 30% – 40%. Η μείωση των χαμηλών συντάξεων των 600 – 700€ θα τεθεί στην κλίνη του Προκρούστη στην επόμενη χειρουργική μεταρρύθμιση.
Όταν η καταγεγραμμένη παραγωγικότητα υπήρξε ασθενής, κατά τα τελευταία χρόνια, γεγονός που υποδηλώνει πως η ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια θα είναι πιο αργή από ότι αναμενόταν μέχρι πρότινος, η επαναφορά του κατώτατου μισθού, έστω και με δόσεις, στα 751€ δεν είναι σε καμία περίπτωση εφικτή εν μέσω διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς της ευρωζώνης και το ΔΝΤ. Οι ιδιωτικοποιήσεις θα συνεχιστούν ανεξαρτήτως της μορφής που θα πάρουν. Το αστικό κράτος σε περιόδους κρίσης ακολουθεί πάντα μια πολιτική ενίσχυσης της κερδοφορίας του κεφαλαίου πουλώντας τις πλέον κερδοφόρες επιχειρήσεις. Ένας επιπρόσθετος παράγοντας είναι οι απαιτήσεις των δανειστών, γιατί, όπως λένε οι τραπεζίτες, το χρέος αποπληρώνεται με χρέος, με μετοχές και εμπορεύματα.
Η πολιτική και κοινωνική κατάσταση
Μέσα σε αυτό το πεντάμηνο, η κατάσταση μεταβάλλεται με εναλλασσόμενους ρυθμούς. Οι αυταπάτες παραχωρούν τη θέση τους στην αναμονή. Η κατάσταση αναμονής εν δυνάμει περικλείει τον φόβο, αλλά και τις προϋποθέσεις για να εκδηλωθεί η κοινωνική οργή. Η Νέα Δημοκρατία, παρέα με τους πολιτικούς ρακοσυλλέκτες του βάλτου (διάβαζε ΠΟΤΑΜΙ) και το διαλυόμενο ΠΑΣΟΚ, πιέζουν την κυβέρνηση για την όσο πιο γρήγορη περάτωση της διαπραγμάτευσης και την άνευ όρων υποταγή στις επιταγές των πιστωτών. Πάνω από όλα τους ενδιαφέρει η αποφυγή ρήξης με την ευρωζώνη ή ενός ατυχήματος. Καλύτερα ζητιάνος στην ευρωζώνη παρά περιφερόμενος ζητιάνος, όπως εκείνος του Καρκαβίτσα. Το αν οι εργαζόμενοι μπορούμε να πάψουμε να είμαστε ζητιάνοι φυσικά ποτέ δεν τους απασχόλησε.
Για τμήματα της Νέας Δημοκρατίας, η άνευ όρων υποταγή σημαίνει την ψήφιση ακόμη και μιας κακής συμφωνίας, που θεωρείται προτιμότερη από τη μη συμφωνία. Η Μπακογιάννη και η παρέα της ταυτίζονται με το ΠΟΤΑΜΙ, αφού αμφότεροι είναι νεοφιλελεύθεροι και κοσμοπολίτες. Η ομάδα Σαμαρά ακολουθεί μια πολιτική που προσβλέπει σε μία γρήγορη φθορά και πτώση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αναμένοντας καταστάσεις παρεμφερείς με εκείνες που οδήγησαν στην πρωθυπουργοποίηση του Παπαδήμου. Φαίνεται, όμως, ότι στο κύριο κόμμα της αστικής τάξης οι διαφορές είναι βαθύτερες. Η λαϊκή δεξιά είναι προ πολλού κατακερματισμένη και αρκετοί πρώην βαρόνοι (Ζώης, Πολύδωρας) κινούνται ήδη εκτός, ενώ δεν πρέπει να αποκλείσουμε το ίδιο να συμβεί και με τις ΡΙΖΕΣ (κόμμα Μπαλτάκου). Είναι άλλωστε κοινή η εκτίμησή τους ότι η ΝΔ απέφυγε επιμελώς να διαχειριστεί την κρίση και τη διαπραγμάτευση και την παρέδωσαν ο μεν Καραμανλής στον Παπανδρέου, ο δε Σαμαράς στον Τσίπρα. Εμφανίζονται ως αντιμνημονιακοί, θεωρώντας εσφαλμένα ότι η παράταξή τους θα έπρεπε να εκπροσωπεί και να διαχειρίζεται τα πανεθνικά αιτήματα. Αυτό όμως δεν ευσταθεί μέσα στην καπιταλιστική πραγματικότητα, αφού είναι γνωστό ότι το χρηματιστικό κεφάλαιο, και όχι μόνο, είναι αναφανδόν υπέρ του μνημονίου. Από την πλευρά τους, η Μπακογιάννη και οι συν αυτή αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να προσανατολιστούν στον χώρο του κέντρου για να μετατραπούν σε πλειοψηφικό ρεύμα ικανό να κυβερνήσει, όντας ανοιχτοί σε συνεργασία και με τμήματα της λαϊκής δεξιάς, αλλά και του κεντρώου χώρου. Βλέπουμε, λοιπόν, για μια ακόμη φορά, ότι το υπόβαθρο των διαφοροποιήσεων και των διαχωρισμών είναι ο τρόπος αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης.
Το αμάλγαμα του Ποταμιού αποτελείται από ακραίους αστούς και πρώην ΔΗΜΑΡίτες νεοφιλελεύθερους. Η συγκολλητική του ουσία είναι η ευρωλαγνεία του και ο κυβερνητισμός που προσιδιάζει στον παλιό κυκεώνα της πασοκοκρατίας και των ομαδοποιήσεων της ΝΔ. Αποτελεί ένα μεταβατικό πολιτικό οργανισμό που μεσο-μακροπρόθεσμα θα απορροφηθεί ή θα ενοποιηθεί με τους κοσμοπολίτες νεοφιλελεύθερους.
Το ΠΑΣΟΚ συνεχίζει την πορεία της διάλυσής του. Η παλιά εθνική και λαΪκή ενότητα είναι πλέον κυρίαρχο στοιχείο της φυσιογνωμίας του ΣΥΡΙΖΑ, από τον οποίο θα απορροφηθεί η ισχνή κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ, ανεξάρτητα από τις προθέσεις της ηγεσίας του. Η αυξανόμενη κοινωνική και πολιτική πόλωση δεν αφήνει περιθώρια για φαντασιώσεις αναγέννησης της κεντροαριστεράς.
Η Χρυσή Αυγή, ως η χημικά αποσταγμένη ουσία της κεφαλαιοκρατίας, ως η τελευταία εφεδρεία της άρχουσας τάξης στην περίοδο της τελικής αναμέτρησης ανάμεσα σε κεφάλαιο και εργασία, προετοιμάζεται, μετά την πολύ πιθανή δικαστική απαλλαγή της ηγεσίας της από την κατηγορία της σύστασης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, να ξαναβγεί στους δρόμους. Τα πρώτα δείγματα της αναδιοργάνωσης της φάνηκαν ήδη σε διάφορες γειτονιές της Αθήνας, όπως στα Κάτω Πατήσια και στον Ασπρόπυργο. Η ανάγκη για ενότητα στη δράση συνδικαλιστικών και πολιτικών οργανώσεων της αριστεράς είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ στην περίοδο που έρχεται.
Το ΚΚΕ συνεχίζει να είναι προσηλωμένο στην εκλογική ενίσχυση και την υπεράσπιση των επιδιώξεων της γραφειοκρατικής ηγεσίας του Περισσού. Τα μεγάλα λόγια για τη λαϊκή εξουσία συγκαλύπτουν απλώς το γεγονός ότι το ΚΚΕ δεν είναι διατεθειμένο να δώσει σήμερα πραγματικούς αγώνες που θα αμφισβητήσουν στην πράξη την εξουσία των καπιταλιστών. Τα αιτήματα που θέτει στην ουσία είναι μετριοπαθή και στοιχειώδη. Η διασπαστική του στάση στο κίνημα δείχνει βαθιά απαισιοδοξία στο κίνημα και τη δυνατότητα των εργαζομένων να αυτοοργανώνονται, να αγωνίζονται και να νικούν. Ακόμα και στις σημερινές διαδηλώσεις ενάντια στα νέα μέτρα, ακολουθεί τον δικό του μοναχικό δρόμο, με κεντρικό του στόχο όχι την ανατροπή της πολιτικής των μνημονίων αλλά την επίδειξη δύναμης στις υπόλοιπες δυνάμεις του κινήματος.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, υπερτονίζοντας την ανάγκη της πολιτικής διαπραγμάτευσης, φαίνεται να εθελοτυφλεί για τη φύση και τον χαρακτήρα των μηχανισμών της ευρωζώνης και της ΕΕ. Δουλειά αυτών των μηχανισμών είναι να εξυπηρετούν τα συμφέροντα του χρηματιστικού κεφαλαίου και των πολυεθνικών εταιριών. Η «εντολή του λαού» δε σημαίνει τίποτα γι’ αυτούς τους μηχανισμούς. Φανερά ή κρυφά, για πολλούς από την πολιτική ηγεσία της ΕΕ, η δημοκρατία είναι αναγκαίο κακό, που ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης γίνεται πολύ ενοχλητικό. Οι δημοκρατικοί θεσμοί παρεμποδίζουν την ανάπτυξη, γι’ αυτό φλερτάρουν με την ιδέα μιας αυταρχικής δημοκρατίας. Ακόμη και ο Γιουνκέρ είχε αναφέρει: «Ξέραμε τι πρέπει να κάνουμε, έλα όμως που πρέπει να επανεκλεγούμε». Η ΕΕ δεν είναι ομοσπονδιακό κράτος και ούτε φαίνεται πως θα γίνει, αντιθέτως αποτελεί μια αντιδραστική μορφή συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, όπου κανένας από τους συμμετέχοντες δεν έχει την απόλυτη ηγεμονία, ο δε συνομοσπονδιακός χαρακτήρας δεν επιτρέπει όσα υποστηρίζει ο Τσίπρας. Δεν μπορεί να είσαι ισότιμος όταν εκπροσωπείς το 2% της οικονομίας της ευρωζώνης, ενώ η Γερμανία το 29%.
Ο Τσίπρας πρόσφατα, σε μία αποστροφή της ομιλίας του στη βουλή, ανέφερε ότι κατά τις διαπραγματεύσεις οι εταίροι ζήτησαν να παρθούν δημοσιονομικά μέτρα ισόποσα με το ποσό που θα προκύψει από τη μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος. Η όποια, λοιπόν, διαπραγμάτευση, εφόσον περιορίζεται από την παραμονή εντός της ζώνης του ευρώ και από το σεβασμό όλων των καπιταλιστικών κανόνων, θα είναι μια αποτυχημένη διαπραγμάτευση, μία ολοκλήρωση της αξιολόγησης, που παρά την πρόσκαιρη δημοφιλία της κυβέρνησης, θα οδηγήσει (ευχόμαστε όχι σύντομα και όχι αναπότρεπτα, αν άλλες δυνάμεις τα κινητοποιήσουν) σε απογοήτευση πλατιά στρώματα εργαζόμενων, συνταξιούχων, νέων και ανέργων. Οι πολιτικές επιδιώξεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ περιορίζονται σε μία πιο δίκαιη και εύρυθμη λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος στην Ελλάδα. Αν, όμως, μπορούσε να λειτουργήσει εύρυθμα και δίκαια ο καπιταλισμός, η οργή και η αγανάκτηση ίσως να απουσίαζαν, οπότε δεν θα βλέπαμε την εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ σε αδιανόητα ποσοστά, συγκριτικά με εκείνα πέντε χρόνων πριν. Ο ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν υπήρξε πολιτική δύναμη της κοινωνικής επανάστασης, την οποία η χώρα έχει ανάγκη. Ήταν και είναι κόμμα δημοκρατικών και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, που η βαθιά καπιταλιστική κρίση δεν του επιτρέπει να τις υλοποιήσει. Στις σημερινές συνθήκες δεν κάνει απλώς αστική πολιτική, αλλά αδυνατεί να κάνει έστω μια στοιχειωδώς διαφορετική αστική διαχείριση.
Τι πρέπει να γίνει
Βρισκόμαστε σε μια περίοδο κατά την οποία κανένας σοβαρός αναλυτής δεν εκτιμά ότι έρχεται μία σταθερή και βιώσιμη ανάπτυξη. Η κερδοφορία για το συνολικά επενδεδυμένο κεφάλαιο δεν είναι ικανοποιητική, η υπερβάλλουσα παραγωγική δυναμικότητα είναι παρούσα, νέες φούσκες δημιουργούνται στο χρηματιστήριο και στην αγορά ομολόγων, το παγκόσμιο χρέος αυξάνεται, η ανεργία τραβάει την ανηφόρα, οι μισθοί και οι συντάξεις μειώνονται συμπαρασύροντας τη ζήτηση, οι κοινωνικές δαπάνες καταβαραθρώνονται. Οι τοπικές συρράξεις αυξάνονται, τα εξοπλιστικά προγράμματα επίσης. Στην εποχή της κυριαρχίας των πολυεθνικών, το χρηματιστικό κεφάλαιο γιγαντώνεται και η οικονομική «προσάρτηση» ολόκληρων περιοχών του πλανήτη συμβαδίζει με άμεση ή έμμεση εξαγορά επιχειρήσεων και συμβαδίζει με αντιδραστικές ή ολιγαρχικές μορφές διακυβέρνησης.
Στην Ελλάδα είναι επιτακτική η ανάπτυξη και το ρίζωμα της επαναστατικής και αντικαπιταλιστικής αριστεράς μέσα στο εργατικό και το νεολαιίστικο κίνημα. Δεν μπορούμε να αφουγκραστούμε, ούτε να συναντηθούμε με τη φυσική πρωτοπορία της εργατικής τάξης, αν δεν είμαστε μαζί τους στους αγώνες, αν δεν πάμε βαθιά μέσα στα πιο καταπιεσμένα στρώματα των εργαζόμενων, αν δεν πάμε σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού εκτός της άρχουσας τάξης, γιατί δεν υπάρχει κανένα που να μην έχει ανθρώπους, ομάδες και κύκλους δυσαρεστημένους από την αδικία και την αυθαιρεσία. Αυτό απαιτεί συλλογική δράση, συγκεκριμένη ανάληψη καθηκόντων από κάθε μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Απαιτεί ένα ξεκάθαρο και κατανοητό πολιτικό πρόγραμμα. Η μονομερής διαγραφή του χρέους, η εθνικοποίηση των τραπεζών χωρίς αποζημίωση, ο γενικευμένος εργατικός έλεγχος, το άνοιγμα των λογιστικών βιβλίων, η μείωση των ωρών εργασίας χωρίς μείωση των μισθών για να απορροφηθούν άνεργοι, ο σχεδιασμός της οικονομίας στη βάση των κοινωνικών αναγκών, η εθνικοποίηση του εξωτερικού εμπορίου. Μόνο ένα τέτοιο μέτωπο, προανάκρουσμα μιας επαναστατικής οργάνωσης, μπορεί να δώσει μια λύση στα αδιέξοδα που θα προκύψουν από την αστική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Μόνο αυτό μπορεί να γίνει η εναλλακτική λύση για τους εργαζόμενους.