Η φετινή χρονιά βρίσκει τον κόσμο της εργασίας σε μία από τις πιο κομβικές στροφές του μετά από 5 χρόνια πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. Μετά από μία περίοδο κινηματικής άμπωτης, οι προσδοκίες του βρήκαν έκφραση στις αρχές του 2015 στον ΣΥΡΙΖΑ. Ανάμεσα στα πολλαπλά κινήματα που, παρόλα αυτά, ξέσπασαν αυτή την περίοδο, ένα από τα πιο διεκδικητικά υπήρξε και το κίνημα της σεξουαλικής απελευθέρωσης και της ελευθερίας στην έκφραση της ταυτότητας φύλου, γνωστό και ως LGBTQI κίνημα.
Μεγάλο μέρος του LGBTQI κινήματος εμπιστεύτηκε, για τις αλλαγές που το ίδιο διεκδίκησε, τον ΣΥΡΙΖΑ, προσδοκώντας σε πρώτη φάση το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια και στη συνέχεια μια σειρά από νομικές αναγνωρίσεις για τα ζητήματα ταυτότητας φύλου και για την παιδοθεσία για τα ομόφυλα ζευγάρια. Η τωρινή συγκυρία, και δη των τελευταίων εβδομάδων, ήρθε να διαψεύσει προς το παρόν και αυτή την προσμονή, ανάμεσα σε τόσες άλλες. Η κατάθεση του νομοσχεδίου για το σύμφωνο συμβίωσης, ακόμα και αν αυτή γίνει, θα είναι αποκομμένη από συνολικότερες διεκδικήσεις του συγκεκριμένου κινήματος, ενώ μια πραγματική Αριστερά θα είχε φροντίσει να συνδέσει τις διαθεματικότητες της ταξικότητας και της καταπίεσης και όχι να περιορίζεται σε φιλελεύθερες πρακτικές. Μαζί με τις υποσχέσεις που αφορούσαν το LGBTQI κίνημα καταστρατηγούνται και όλες οι υπόλοιπες, σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο: μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού με αύξηση των συνταξιοδοτικών ορίων και περικοπή συντάξεων, πάγωμα του κατώτατου μισθού, ιδιωτικοποιήσεις λιμανιών και αεροδρομίων, για να αναφέρουμε μόνο κάποια παραδείγματα.
Ανάμεσα στα θύματα αυτού του κοινωνικού και οικονομικού πολέμου βρίσκονται και τα LGBTQI άτομα, ξεκινώντας από τον «απλό» στιγματισμό λόγω του σεξουαλικού προσανατολισμού και της ταυτότητας φύλου στο σχολείο, στην δουλεία, στο πανεπιστήμιο κτλ., και φτάνοντας μέχρι την πιο βίαιη στοχοποίηση και επίθεση, λεκτική και σωματική. Πρόσφατο παράδειγμα οι επιθέσεις σε τρανς γυναίκες, στον σταθμό Λαρίσης με όπλο και στα Εξάρχεια με ξυλοδαρμό τον προηγούμενο μήνα. Τον περασμένο Αύγουστο είχαμε την επίθεση φασιστών σε ομόφυλο ζευγάρι ντόπιου και μετανάστη στην πλατεία Βαρνάβα, η οποία ένωσε όλο το LGBTQI κίνημα μαζί με εργατικές, αντιφασιστικές και πολιτικές οργανώσεις σε πορεία από το Παγκράτι μέχρι την Βουλή. Δεν είναι ανάγκη να αναφέρουμε ότι ακόμα δεν έχει θεσμοθετηθεί ούτε το ελάχιστο από αυτό που διεκδικούσε το συγκεκριμένο κίνημα, όπως το σύμφωνο συμβίωσης, που θυσιάστηκε στον βωμό των οικονομικών προτεραιοτήτων της τωρινής συγκυβέρνησης, ούτε ότι το ακροδεξιό κόμμα των ΑΝΕΛ με το οποίο συγκυβερνάει ο ΣΥΡΙΖΑ Έχει, εκτός από τον ομοφοβικό βουλευτή Νίκο Νικολόπουλο, και ομοφοβικές/τρανσφοβικές θέσεις το ίδιο.
Θεωρούμε πως δεν πρέπει να μετατρέπουμε τις διεκδικήσεις και τις απαιτήσεις μας σε ένα ακόμη bullet που θα περιμένει την πραγμάτωση του από την παρούσα συγκυβέρνηση, αλλά και από οποιαδήποτε αστική κυβέρνηση. Μια τέτοια αντιμετώπιση του ζητήματος από την πλευρά του LGBTQI κινήματος δεν οδήγησε ποτέ σε μία πραγματική αλλαγή, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την περίπτωση των ΗΠΑ, όπου σε σημαντικό μέρος της η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα κατάντησε να είναι μία ακόμη εκλογική δεξαμενή για όποιον της έταζε επιλεκτική ικανοποίηση των αιτημάτων της.
Αντίθετα, κατά την άποψη μας, ακόμα και η θεσμοθέτηση κάποιων ευνοϊκών μεταρρυθμίσεων σε ζητήματα που αφορούν την LGBTQI κοινότητα περνάει αναγκαστικά και μέσα από την άλλη πλευρά της κοινότητας· εκείνη του κινήματος. Μόνο ένα διεκδικητικό μπλοκ στον δρόμο μπορεί να επιβάλλει ότι όλα όσα υπάρχουν στα χαρτιά θα γίνουν και πράξη. Ακόμα περισσότερο, και ακριβώς επειδή οι διεκδικήσεις και οι ανάγκες μας δεν χωράνε στα ήδη στενά πλαίσια ενός συστήματος που μας θέλει όλους/ες/@ «κανονικούς», «μπαμπάδες» και «μαμάδες» «υγιείς», λευκούς, εργατικούς και πειθήνιους, καλούμαστε να δώσουμε τη μάχη ενάντια σε αυτό το σύστημα και τις διακρίσεις που γεννά με τρόπο συνολικό και μαχητικό. Χωρίς καμία ψευδαίσθηση ότι το ίδιο σύστημα που συνεχώς έχει ανάγκη από παρίες για να διαιωνίζεται στην εξουσία μπορεί να φτιάξει μία κοινωνία χωρίς διακρίσεις.
Το τελευταίο διάστημα υπάρχει όντως μία τάση ριζοσπαστικοποίησης του κινήματος, το οποίο το αναγιγνώσκουμε ως θετικό βήμα, αλλά και ως αναπόφευκτη εν μέρει διαδικασία, καθώς σε καιρούς μεγάλων αναταραχών εκδηλώνονται πιο εύκολα όλες οι αντιφάσεις που έκρυβε μέσα του και το ίδιο το ΛΟΑΤΚΙ κίνημα. Προχωράμε όλοι, όλες και όλ@ μαζί βάζοντας τα ζητήματα που μας απασχολούν σε συνάρτηση και με άλλα ζητήματα καταπίεσης, όπως των γυναικών, των ΑμεΑ, των ψυχιατριζόμενων κ.α., αναδεικνύοντας ταυτόχρονα και την συσχέτισή τους με ζητήματα ταξικής φύσεως και λειτουργώντας σε ενιαιομετωπική κατεύθυνση. Τα ζητήματα αυτά αναδείχτηκαν, κυρίως τα τελευταία 2 χρόνια, μαζικότερα σε μια σειρά από συλλογικούς χώρους, σε εργατικές λέσχες, σε συνδικάτα, σε εκδηλώσεις πολιτικών, κομματικών και οργανωτικών φορέων, σε επιστημονικούς συλλόγους, σε μια προσπάθεια να γίνει κατανοητή η ανάγκη ταύτισης του οικονομικού και του κοινωνικού προγράμματος διεκδικήσεων.
Όμως θα πρέπει να ασκήσουμε κριτική και αυτοκριτική
Το LGBTQI είναι ένα κίνημα που στο μεγαλύτερο κομμάτι του προασπίζεται τις διεκδικήσεις που το ίδιο θέτει, χωρίς να προσπαθεί να επικοινωνήσει στην πράξη και με άλλα κομμάτια καταπιεσμένων ομάδων. Τα πιο πολιτικοποιημένα του τμήματα είναι εκείνα που προσπαθούν να συνδέσουν την καταπίεση φύλου και σεξουαλικότητας με το μεταναστευτικό, το αντιρατσιστικό και το αντιφασιστικό ζήτημα, ενώ αντίθετα οι αστικές φιλελεύθερες οργανώσεις του χώρου είναι εκείνες που δίνουν κάλυψη στις εκάστοτε αστικές κυβερνητικές πολιτικές της ανεργίας, την φτώχειας και των μνημονίων, με πρόσχημα τα ΛΟΑΤΚΙ δικαιώματα. Από την άλλη, οι LGBTQI ομάδες με κομματική/οργανωτική ταυτότητα και προοδευτικό πρόσημο, προσπαθούν να βάλουν την οπτική τους για το ξεπέρασμα της μονοθεματικότητας και της εσωστρέφειας που χαρακτηρίζει την πλειοψηφία του κινήματος, ανοίγοντας τα ζητήματα με διαθεματικό τρόπο, βάζοντας το γενικότερο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο. Και παρά τον αποκλεισμό τους ως κομματικές οργανώσεις από τις εσωτερικές διαδικασίες του συντονισμού που έχει αναπτυχθεί μεταξύ πολλών «καθαρόαιμων» LGBTQI οργανώσεων (με συγκεκριμένη πολιτική χροιά η καθεμία), καταφέρνουν και βάζουν το δικό τους λιθαράκι στο όλο κίνημα.
Για μια συνολική κριτική, όμως, θα πρέπει να δούμε και τα του οίκου μας. Το παράδειγμα της LGBTQ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τον τελευταίο 1,5 χρόνο που υπάρχει, μόνο καλό έκανε μέσα στο ίδιο το μέτωπο, ανοίγοντας ένα θέμα με το οποίο μέχρι τότε δεν είχε αναμετρηθεί η κομμουνιστική αριστερά παρά μόνο πολύ μειοψηφικά. Η ομάδα, παρά την μικρή οργανωτική δύναμή της, έδωσε το παρόν σε όλα τα κρίσιμα κινηματικά ραντεβού. Επιπλέον, προσπάθησε να έχει και επιμορφωτικό ρόλο προς τα μέλη της, με τις θεματικές συζητήσεις που άνοιξε. Όμως, αυτό που πέτυχε περισσότερο θεωρούμε ίσως ότι είναι το άνοιγμα των συγκεκριμένων συζητήσεων, ακόμα και χωρίς αναγκαστικά την παρουσία της ομάδας – λόγω κυρίως του περιορισμένου οργανωτικού της δυναμικού – σε μια σειρά από εργατικούς χώρους, λέσχες, φεστιβάλ ΕΑΑΚ, εκδηλώσεις και επιστημονικούς συλλόγους, από τους ίδιους και τις ίδιες συντρόφους και συντρόφισσες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Το συγκεκριμένο θέμα, όμως, θα πρέπει να δουλευτεί ακόμα περισσότερο και να κατορθώσει να γίνει κτήμα όλων και αναπόσπαστο τμήμα του συνολικού πολιτικού προτάγματος που βάζει το μέτωπο. Η αλληλεπίδραση με το εσωτερικό, αλλά και με το LGBTQI κίνημα, είναι δύσκολη για τις μικρές δυνάμεις της LGBTQ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά θα πρέπει να γίνει ταυτόχρονα.
Pride
Τα τελευταία χρόνια, κυρίως μέσω του θεσμού του Pride, έχουν αρχίσει να αναδύονται ζητήματα σχετικά με το κατά πόσο και οι ίδιες οι ομάδες του κινήματος είναι πραγματικά αλληλέγγυες μεταξύ τους. Χαρακτηριστικό το περσινό τρανσφοβικό γεγονός από μέλη της κλειστής οργανωτικής επιτροπής του Athens Pride προς τρανς συλλογικότητες, καταλογίζοντας στις ίδιες «αυτοπεριθωριοποίηση» για την μη ύπαρξη τρανς ατόμων στην διοργάνωση του Pride, τη στιγμή που η ίδια η κλειστή οργανωτική επιτροπή είναι αποκομμένη από το ζωτικότερο κομμάτι της, τις ίδιες τις LGBTQI συλλογικότητες. Συγχρόνως, γίνονται έμμεσες προσπάθειες για τον αποκλεισμό των πολιτικών οργανώσεων από το Pride, ανεβάζοντας το ποσό συμμετοχής για αυτές μόνο, στα 50€, που σε περιόδους και οικονομικής κρίσης όλοι και όλες καταλαβαίνουμε τι σημαίνει αυτό. Ο εμπορευματικός χαρακτήρας που χαρακτήριζε το Pride τα προηγούμενα χρόνια με τους χορηγούς, αλλά και η αδιαφάνεια του ίδιου του θεσμού, παραμένουν ακόμα από τα κυρίαρχα προβλήματα που πρέπει να λυθούν, ταυτόχρονα με τις πρακτικές του όσον αφορά τον τρανς αποκλεισμό. Η κριτική που εμείς θα κάναμε, όμως, δεν περιορίζεται μόνο σε αυτές τις πρακτικές (προφανώς και αυτές είναι σημαντικές), αλλά και στο γενικότερο πρόταγμα του τι Pride θέλουμε, ξεκινώντας τόσο από τον ίδιο τον θεσμό, όσο και από την συνολική γείωση των ζητημάτων καταπίεσης φύλου και σεξουαλικότητας μέσα στην κοινωνία.
Να θυμηθούμε τον αρχικό εξεγερσιακό χαρακτήρα του Stonewall από τον οποίο ξεπήδησαν τα Φεστιβάλ Υπερηφάνειας, χωρίς τον οποίο τα LGBTQI άτομα σήμερα θα βρίσκονταν ακόμα πιο βαθιά στην ντουλάπα. Να θυμηθούμε τι ακριβώς γιορτάζουμε και να προσπαθήσουμε να σταματήσουμε όχι μόνο την μετατροπή του σε μουσείο διεκδικήσεων, αλλά και τον περαιτέρω εκφυλισμό του. Να θυμηθούμε τέλος, ότι παρόλη την – επιτυχημένη ή μη – ύπαρξη του, δεν αποτρέπονται οι καθημερινές επιθέσεις και ο κοινωνικός ρατσισμός προς τα LGBTQ άτομα τις υπόλοιπες 364 μέρες τον χρόνο.
Παίρνουμε θέση και λέμε: το Pride να γίνει πραγματικά ανοιχτό, από τα κάτω, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, χωρίς αποκλεισμούς των τρανς ατόμων, χωρίς κοινωνικούς και πολιτικούς αποκλεισμούς, με αντισεξιστικό, αντιπατριαρχικό και αντιεμπορευματικό περιεχόμενο.