Το παρακάτω κείμενο αποτελεί την πολιτική πρόταση της γυναικείας ομάδας στη συνδιάσκεψη της οργάνωσης. Τα ζητήματα που ανοίγονται σαφώς δεν μπορούν να εξαντληθούν στο παρόν κείμενο, αποτελούν όμως βασικούς άξονες για να ανοίξει μια ουσιαστική συζήτηση σχετικά με την παρέμβασή μας στα κινήματα.
- Η διεθνής κατάσταση
Ακόμα κι αν ο προηγούμενος αιώνας χαρακτηρίστηκε «αιώνας της γυναίκας» λόγω του δυναμικού τύπου γυναίκας που αναδείχθηκε (μεγάλη εισροής γυναικών στα πανεπιστήμια και κάλυψη υψηλόβαθμων θέσεων, γυναικεία επιχειρηματικότητα, ανάδειξη γυναικών δημιουργών τέχνης και καταξίωση πολλών γυναικών σε διάφορους τομείς), απ’ το 2008 κι επειτα, η όποια πρόοδος συντελούνταν στον τομέα της ισότητας των φύλων στην εργασία, την οικογένεια, την κοινωνική ζωή, ανακόπηκε. Πρόοδος βέβαια, μέσα στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος με πρωτεύοντα τα αιτήματα των αστών ή φιλελεύθερων φεμινιστριών.
Όσον αφορά τα δικαιώματα των γυναικών, η κρίση σε πολλές χώρες του κόσμου επιδεινώνει την κατάσταση λόγω των μέτρων λιτότητας. Οι γυναίκες είναι οι πρώτες που χτυπήθηκαν απ’ αυτά τα μέτρα.
Σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης και ανόδου της ακροδεξιάς, η πατριαρχία δένεται θαυμάσια με τις ανάγκες του καπιταλισμού. Η ανισότητα στους μισθούς, η ανεργία που συνεχώς αυξάνεται, η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και η ανασφάλιστη και ευέλικτη εργασία, τώρα πια στο όνομα της κρίσης, έρχονται να ανοίξουν την βεντάλια των έμφυλων ανισοτήτων και να φέρουν τη γυναίκα σε μια ακόμα χειρότερη θέση. Η διάλυση του «κράτους πρόνοιας» και η μη ύπαρξη των αναγκαίων υποδομών αναγκάζουν τη γυναίκα να δουλεύει όχι μόνο για τον εργοδότη της, αλλά και για την οικογένεια, αφού το σπίτι, τα παιδιά, ο άντρας, οι ηλικιωμένοι αποτελούν αποκλειστικό «καθήκον» της.
Στα νέα δεδομένα, προσθέτουμε την προϋπάρχουσα ανεργία, που στις γυναίκες αγγίζει το 27% έναντι του 19% στους άνδρες παγκοσμίως αλλά και την κάλυψη θέσεων μερικής απασχόλησης που για τις γυναίκες το 2011 ήταν στο 32% έναντι του 8% στους άνδρες. Ο μεγαλύτερος, όμως, «ληστής» των γυναικών είναι η διαφορά στις αποδοχές μεταξύ ανδρών-γυναικών που κυμαίνεται παγκοσμίως στο 24%.
Μπορεί λοιπόν οι διάφορες χώρες να έχουν συντάγματα τα οποία περηφανεύονται ότι είναι δημοκρατικά, και ορίζουν την ισότητα, αλλά κανείς δε μάχεται για το δικαίωμα των γυναικών να λαμβάνουν τους ίδιους μισθούς με τους άνδρες. Η Ισλανδία, μόλις πριν δύο χρόνια,ψήφισε νόμο που απαιτούσε από τις επιχειρήσεις να πληρώνουν το ίδιο άνδρες και γυναίκες, και προέβλεπε ότι το χάσμα αποδοχών θα έχει κλείσει ως το 2022.
Φυσικά γίνεται εύκολα αντιληπτό πως ακόμη εντονότερη βιώνουν την επίθεση της κρίσης οι ευπαθείς ομάδες των γυναικών, αυτές με αναπηρίες, οι μετανάστριες, όσες ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες, οι μόνες μητέρες κτλ.
Το ένα ανοιχτό μέτωπο λοιπόν είναι η αγορά εργασίας και τα εργασιακά δικαιώματα. Σίγουρα όμως η μεγαλύτερη πρόκληση για τις γυναίκες παγκοσμίως είναι η βία. Η βία ενάντια στις γυναίκες τόσο μέσα στο οικογενειακό της περιβάλλον, όσο και έξω από αυτό, είτε είναι ψυχολογική, είτε σωματική, υπάρχει ακόμα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΟΗΕ, το 35% παγκοσμίως, δηλαδή μία στις 3 έχει υποφέρει από σεξουαλική ή σωματική βία στη διάρκεια της ζωής της. Τα τελευταία χρόνια ήρθαμε αντιμέτωποι/ες με μια έκρηξη του αριθμού δολοφονιών γυναικών, στη Λατινική Αμερική, απάντηση στην οποία συσπειρώθηκε γύρω από το κίνημα NiUnaMenos (ούτε μία λιγότερη) αλλά και την αποποινικοποίηση της ενδοοικογενειακής βίας στη Ρωσία. Τα στατιστικά για την Ελλάδα, δείχνουν ότι και εδώ η ενδοοικογενειακή βία έχει αυξηθεί στα χρόνια της κρίσης.
Η εμπορία του γυναικείου σώματος για σεξουαλική ικανοποίηση και το λαθρεμπόριο γυναικών ακμάζουν. Το δικαίωμα ελέγχου στο σώμα μας συνεχώς υπονομεύεται, με τρανό παράδειγμα την προσπάθεια ποινικοποίησης της έκτρωσης, όπως στην Πολωνία και πρόσφατα στην Βραζιλία. Συγκεκριμένα, στην Πολωνία στηρίχτηκε από την Καθολική Εκκλησία και το συντηρητικό κόμμα της κυβέρνησης, ανοιχτά η απόλυτη απαγόρευση της άμβλωσης ακόμη και σε περίπτωση βιασμού, κάτι που είχε επιχειρηθεί και στην Ισπανία το 2015. Το φθινόπωρο του 2016 100.000 γυναίκες σε διάφορες πολωνικές πόλεις εναντιώθηκαν στο σχέδιο αυτό που θα τους αφαιρούσε το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του σώματός τους, το δικαίωμα να αποφασίζουν εκείνες για το μέλλον τους και θα έθετε την υγεία τους σε κίνδυνο, αναγκάζοντας την κυβέρνηση να υπαναχωρήσει.
Λόγω της αύξησης των ακροδεξιών και συντηρητικών φωνών στην Ευρώπη, υπάρχει και ισχυρή αύξηση όσων τάσσονται κατά των αμβλώσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Στην Ουκρανία, όπου ο πόλεμος ενίσχυσε τον σεξισμό και την κουλτούρα του βιασμού, και όπου η οικονομική κρίση ώθησε τις γυναίκες στην ανεργία και τη φτώχεια, αλλά και πολλές λόγω του πολέμου αναγκάστηκαν χωρίς κρατική βοήθεια να μένουν στις εμπόλεμες ζώνες για να φροντίζουν τους ηλικιωμένους γονείς τους, η κυβέρνηση προσπάθησε να απαγορεύσει τον εορτασμό της Ημέρας της Γυναίκας, μετατρέποντάς τον σε Μέρα της Οικογένειας. Στις 8 Μάρτη του 2017 όμως, το Κίεβο είδε τη μεγαλύτερη γυναικεία πορεία στην ιστορία της ανεξάρτητης Ουκρανίας (περίπου 1000 άτομα), όπως και σε άλλες πόλεις συγκεντρώθηκαν γυναίκες τασσόμενες ενάντια στην ενδοοικογενειακή βία και τους βιασμούς.
Στην Ισπανία την τελευταία διετία, οι γυναίκες αποτέλεσαν σημαντικό κομμάτι των διαδηλώσεων Αξιοπρέπειας (MarchasdelaDignidad), όπου σε διάφορες πόλεις τα αιτήματά τους ακούγονταν συνδεδεμένα με τα υπόλοιπα αιτήματα κατά της κυβέρνησης. Μάλιστα στις 8 Μάρτη 2018 κηρύχθηκε από τα συνδικάτα γυναικεία απεργία, η οποία είχε τεράστια συμμετοχή και έδωσε την ευκαιρία σε φεμινιστικές οργανώσεις να εμπλουτίσουν με ταξικά χαρακτηριστικά το περιεχόμενο της δράσης τους.
Ακόμα χειρότερα όμως, υπενθυμίζουμε τις περιπτώσεις συγκάλυψης περιπτώσεων βιασμού ή σεξουαλικής παρενόχλησης -εκ μέρους της δικαιοσύνης-, όπως και τις καταδίκες γυναικών (και στην Ελλάδα) παρότι βρίσκονταν σε αυτοάμυνα. Υπενθυμίζουμε συμπληρωματικά, την περίπτωση της Τουρκίας, όπου πριν 1,5 χρόνο η κυβέρνηση του ΑΚΡ είχε προτείνει νομοσχέδιο για την αναίρεση της καταδίκης ατόμων για σεξουαλική επίθεση, κατά ανηλίκων, αν ο δράστης παντρευτεί το θύμα του, νομοσχέδιο που μετά το κίνημα αντίδρασης και την παγκόσμια κατακραυγή που υπέστη, αποσύρθηκε για περαιτέρω διαβούλευση.
Η κοινωνική απαξίωση και στην πράξη απαγόρευση του δικαιώματος στην ελεύθερη έκφραση του σεξουαλικού προσανατολισμού και της σεξουαλικής ταυτότητας και επιλογής των γυναικών αφαιρούν και αυτά με τη σειρά τους το δικαίωμα ελέγχου του σώματος και κατατάσσουν τις γυναίκες σε «εύκολες» και «δύσκολες», σε «γυναίκες για σπίτι» και «γυναίκες για διασκέδαση», ενώ η άρνηση ικανοποίησης των «σεξουαλικών αναγκών» του άντρα είναι αυτή που θα οδηγήσει σε χαρακτηρισμούς όπως «φεμινίστρια» και «λεσβία», με το ιδεολόγημα ότι προφανώς αυτές οι δυο κατηγορίες γυναικών είναι «ανέραστες» και «ανοργασμικές».
Η βία κατά των γυναικών λοιπόν έχει πολλές όψεις: την ενδοοικογενειακή, τη βία της αγοράς , του χρέους, των καπιταλιστικών σχέσεων ιδιοκτησίας και του κράτους. Την άρνηση στις γυναίκες να αποφασίζουν για το σώμα τους, αλλά και τη βία κατά του γυναικείου σώματος μέσω της απαγόρευσης των αμβλώσεων και της ελλιπούς πρόσβασης σε δωρεάν υγειονομική περίθαλψη. Τη βία εναντίον μεταναστριών, έγχρωμων, λεσβιών, μη συμμορφούμενων με ένα φύλο, των τρανσ-γυναικών, των εργαζόμενων και των ανέργων γυναικών.
- Η κατάσταση και τα καθήκοντα του φεμινιστικού κινήματος
Τα παραπάνω αναδεικνύουν ένα κυρίαρχο ζήτημα: Σε μια περίοδο όλο και μεγαλύτερων κοινωνικών εντάσεων που συνεπάγεται η παρατεταμένη κρίση του συστήματος, ο αγώνας για την απελευθέρωση των γυναικών ενισχύει συνολικά την πάλη ενάντια στον καπιταλισμό. Η καταπίεση των γυναικών ήταν και εξακολουθεί να είναι θεμελιακό στοιχείο για τη διατήρηση της ταξικής κοινωνίας και του καπιταλισμού. Ο αγώνας των γυναικών ενάντια στην καταπίεσή τους λοιπόν είναι μια μορφή πάλης ενάντια στην καπιταλιστική κυριαρχία και τις διαιρέσεις που αυτή επιβάλλει ως τρόπο αποδυνάμωσης των αντιδράσεων των εργατικών μαζών που υπόκεινται στην εκμετάλλευση. Αύξηση γυναικείας ανεργίας, απολύσεις, μειώσεις μισθών, περικοπές στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη είναι πια στην ημερήσια διάταξη, καθιστώντας την εργαζόμενη γυναίκα ακόμη πιο ευάλωτη και εξαρτημένη.
Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι ο σεξισμός είναι άλλωστε ένα από τα μεγάλα όπλα του συστήματος για να διαιρεί το εργατικό κίνημα. Η ανάδειξη λοιπόν της έμφυλης καταπίεσης σε συνδυασμό με την ταξική, φυλετική, πολιτισμική κλπ. μπορεί να οδηγήσει στη ριζοσπαστικοποίηση ευρύτερων στρωμάτων, με στόχο ένα μαζικό και πολυμορφικό γυναικείο κίνημα. Γιατί η δράση γύρω από την έμφυλη καταπίεση μπορεί να αποδομήσει το μύθο για τη γυναικεία κατωτερότητα, αλλά και να αναδείξει τις πολλαπλές καταπιέσεις του γυναικείου φύλου. Οι απεργίες και οι μαζικές πορείες που συνέπεσαν με την εκλογή Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, σε συνδυασμό με τα κινήματα ενάντια στις γυναικοκτονίες, τη βία και την κουλτούρα του βιασμού, σηματοδότησαν την αρχή ενός νέου κύματος του φεμινιστικού αγώνα. Ενός αγώνα με διευρυμένη ατζέντα αντικαπιταλιστική, αντιρατσιστική, αντιιμπεριαλιστική, αντιετεροσεξιστική.
Αυτό που κατεβάζει τις γυναίκες στον δρόμο για την υπεράσπιση της ζωής τους, μπορεί να είναι εξίσου τα εργασιακά δικαιώματα, αλλά και ο φόβος να γυρίσουν μόνες τους το βράδυ στο σπίτι. Η συνέχεια που διέπει τις μορφές καταπίεσης είναι που στρώνει τον δρόμο για τη συνολικότερη αμφισβήτηση του κυρίαρχου καπιταλιστικού πατριαρχικού συστήματος.
Αυτή η συνέχεια στις μορφές καταπίεσης είναι που κατεβάζει και στην Ελλάδα τις γυναίκες στον δρόμο – τόσο στις 8 Μάρτη, αλλά και στις 25 Νοέμβρη-, η κουλτούρα της βίας και του βιασμού, η φτώχεια και η ανεργία, ο περιορισμός των δικαιωμάτων και η επιστροφή στον παραδοσιακό τους ρόλο λόγω της κρίσης. Στις 8 Μάρτη, τα τελευταία χρόνια,βλέπουμε στην πορεία για την Ημέρα της Γυναίκας, σωματεία, αγωνιζόμενα κομμάτια της εργατικής τάξης, γυναίκες πρόσφυγες, πολιτικές συλλογικότητες, πρωτοβουλίες αντιφασιστικές και αντιρατσιστικές να διαδηλώνουν μαζί, ταυτόχρονα με άλλες 30 χώρες, αποτυπώνοντας έτσι τη συνολικότητα των αιτημάτων που αφορούν κάθε πτυχή της ζωής μας, που αφορούν κάθε καταπίεσή μας.
Μην ξεχνάμε άλλωστε η 8η του Μάρτη καθιερώθηκε ως Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας στη μνήμη των εργατριών από τα υφαντουργεία και τα ραφτάδικα της Νέας Υόρκης που έκαναν διαδηλώσεις και απεργίες διεκδικώντας ανθρώπινες συνθήκες δουλειάς, μείωση του ωραρίου εργασίας, εξίσωση των μισθών ανδρών και γυναικών για την ίδια εργασία, θέτοντας επιπλέον ζητήματα για την εκμετάλλευση και τις φυλετικές διακρίσεις.
- Φεμινιστικό κίνημα και αντικαπιταλιστική αριστερά στην Ελλάδα
Τη στιγμή που η επίθεση που δέχονται τα αιτήματα του παγκόσμιου και εγχώριου φεμινιστικού κινήματος είναι όλο και μεγαλύτερη, τα αντανακλαστικά της αντικαπιταλιστικής αριστεράς παραμένουν υποτονικά. Το τελευταίο διάστημα, έλαβαν χώρα πολυάριθμες και μαζικές κινητοποιήσεις, στις οποίες πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξαν αυθόρμητου χαρακτήρα κινηματικές πρωτοβουλίες, μαζί με δυνάμεις της αναρχίας και του αυτόνομου χώρου. Η αδυναμία, όμως, αναβάθμισης του πολιτικού πλαισίου των κινητοποιήσεων, καθώς και η σύνδεσή τους με ένα ευρύτερο σύνολο διεκδικήσεων, έδωσε μικρό χρόνο ζωής στις κινητοποιήσεις αυτές.
Η παρουσία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στο φεμινιστικό κίνημα, εμφανίζει βελτιωμένα χαρακτηριστικά σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα. Αυτό γίνεται εμφανές τόσο από τη μαζικότερη παρουσία συντρόφων και συντροφισσών στις κινητοποιήσεις, όσο και από την προσπάθεια να παρέμβουν σε αυτές αναδεικνύοντας το γυναικείο ζήτημα στις συνδικαλιστικές δομές και τις πολιτικές οργανώσεις. Δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να πούμε ότι έχουν γίνει σημαντικές αλλαγές στη συνολική στάση των τοποθετήσεων των πολιτικών οργανώσεων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, αλλά η παρατήρηση βελτιωμένων μεμονωμένων περιστατικών ιδιαίτερα στη νεολαία που παρεμβαίνει στο φοιτητικό και εργατικό κίνημα, είναι ελπιδοφόρα. Συμπερασματικά, η απουσία αναβαθμισμένου πολιτικού περιεχομένου στις φεμινιστικές κινητοποιήσεις αυτή τη στιγμή, καθιστά αναγκαία την ακόμα πιο έντονη και συνολική παρουσία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στο φεμινιστικό κίνημα.
Το περιστατικό σεξιστικής βίας, στο οποίο εμπλέκεται μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ανέδειξε την ανεπαρκή πολιτικοποίηση οργανώσεών της, πάνω στο ζήτημα του φεμινισμού. Από την πλευρά της ΑΡΙΣ, η ανοιχτή υποστήριξη του μέλους που διέπραξε τη σεξιστική επίθεση, ισοδυναμεί με συγκάλυψή της. Τα αρχικά αντανακλαστικά των μελών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρά το γεγονός ότι κατάφεραν να πιέσουν την ΚΣΕ να λάβει έστω μια γενικόλογη καταδικαστική απόφαση, υπερκαλύφθηκαν/ανατράπηκαν από την οπισθοδρομική αντίληψη των ηγεσιών του ΝΑΡ και του ΣΕΚ. Η επιδίωξη αποσιώπησης ενός τέτοιου περιστατικού, τόσο σε καθημερινή βάση όσο και σε μαζικές πολιτικές διαδικασίες όπως αυτή της 4ης συνδιάσκεψης, χρήζουν σφοδρής κριτικής.
Η απόφαση της 4ης συνδιάσκεψης σχετικά με το περιστατικό κάθε άλλο από προωθητική ήταν. Η συγκεκριμένη απόφαση ορίζει τον τρόπο με τον οποίο μία Τ.Ε μπορεί να ασκήσει μομφή σε ένα μέλος της και να ζητήσει την διαγραφή του όταν αυτό επιδεικνύει ρατσιστικές, αντιεργατικές ή σεξιστικές πρακτικές. Ο τρόπος με τον οποίο αυτό ορίστηκε όμως ήταν έτσι διατυπωμένος που να παρέχει προστασία στην συγκεκριμένη περίπτωση. Απέναντι στο αίτημα που διαμορφώθηκε ανοιχτά για διαγραφή του συγκεκριμένου μέλους, η απόφαση δημιούργησε αυτές τις προϋποθέσεις ούτως ώστε αυτό να μην γίνει. Το βάρος μιας τέτοιας απόφασης για το μέτωπο πρέπει να πάρει το ΝΑΡ που προτίμησε να διατηρήσει τις ομαλές σχέσεις του με την ΑΡΙΣ παρά να κάνει τις τομές που του αναλογούσαν.
Για την ΟΚΔΕ-ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ οι υπεύθυνοι τέτοιων επιθέσεων δεν χωρούν στην αντικαπιταλιστική αριστερά. Αναγνωρίζουμε ότι η στάση του μετώπου ήταν καλύτερη απ’ ότι θα ήταν στο παρελθόν και πως έχουν υπάρξει πολλές μετατοπίσεις, αλλά πρέπει να γίνουν πολλά βήματα ακόμα. Από την μεριά μας θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε για την καλύτερη λειτουργία της Ομάδας Γυναικών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, για την εμπλοκή συνολικά του μετώπου στα γυναικεία κινήματα και για την οικοδόμηση μιας ΑΝΤΑΡΣΥΑ που δεν θα αναπαράγει παρόμοια περιστατικά στο εσωτερικό της.
- Η παρέμβαση της γυναικείας ομάδας της ΟΚΔΕ ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ
Η γυναικεία ομάδα της ΟΚΔΕ ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ, όσον αφορά το περιστατικό σεξιστικής βίας στο οποίο εμπλέκεται μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, έπαιξε έναν καίριο ρόλο. Καταφέραμε να δημιουργήσουμε τριγμούς στη βάση και την ηγεσία των υπόλοιπων οργανώσεων, ορίζοντας το πεδίο γύρω από το οποίο οφείλει να κινηθεί η κουβέντα. Ταυτόχρονα δημιουργήσαμε ασφαλή στέγη απεύθυνσης προς συντρόφισσες οι οποίες ένιωσαν να απειλούνται στην πολιτική τους στέγη, κάτι το οποίο θεωρούμε ουσιώδες για το φεμινιστικό κίνημα εν γένει. Είναι σαφές ότι τα πράγματα θα ήταν χειρότερα αν δεν είχαν μετατοπιστεί και άλλες οργανώσεις και μεμονωμένες συντρόφισσες, ωστόσο αυτή η μετατόπιση έχει προκύψει από μια χρόνια διαδικασία, στην οποία συνεισφέραμε εξαρχής και καθοριστικά. Στο συγκεκριμένο, παρά τις συνεχείς αγκυλώσεις από την πλευρά του ΣΕΚ και του ΝΑΡ (ακόμα και του υγιούς κομματιού του), καταφέραμε να ασκήσουμε διαρκείς πιέσεις στη βάση, καταφέρνοντας εν τέλει και την μερική μετατόπιση της ηγεσίας. Η θεωρητική οχύρωση και η κινηματική πρακτική των μελών της γυναικείας ομάδας, συνετέλεσε στην ανάληψη πρωταγωνιστικού ρόλου τόσο στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ όσο και στα ΕΑΑΚ.
Η γυναικεία ομάδα συμμετείχε και στην ομάδα Καμία Ανοχή από την αρχή της σύστασής της. Η Καμία Ανοχή δημιουργήθηκε με αφορμή την έξαρση των βιασμών και στοχεύει στην ανάπτυξη ενός κινήματος ενάντια στους βιασμούς. Κατά τη δημιουργία της φάνηκε μια πολύ ελπιδοφόρα κίνηση, καθώς μάζεψε γυναίκες που ήθελαν να ασχοληθούν με το ζήτημα από διαφορετικούς χώρους, διαφορετικών ηλικιών, με διαφορετικές απόψεις και ήταν πολύ μαζική. Έκανε αρκετές δράσεις και με την πρωτοβουλία της κατάφερε το γυναικείο κίνημα να ξαναβγεί στο δρόμο, πρώτα σε μαζικές διαμαρτυρίες για τους βιασμούς και αργότερα σε ημέρες ιστορικής μνήμης που παραδοσιακά γίνονταν πορείες, αλλά τα τελευταία χρόνια δεν είχαν διοργανωθεί (8 Μάρτη, 25 Νοέμβρη). Από αυτή την άποψη συνέβαλε αποτελεσματικά στο να υπάρξει ξανά ένας συντονισμός μεταξύ γυναικείων ομάδων και ανένταχτων αγωνιστριών. Παρόλα αυτά από την αρχή της δημιουργίας της παρουσιάστηκαν προβλήματα, καθώς υπήρχαν απόψεις που δεν ήθελαν την συμμετοχή σε πορείες με πολιτικές οργανώσεις και συλλογικότητες παρά μόνο με τα άτομα αυτών, ακόμα και μετά από 2 χρόνια λειτουργίας η ομάδα δεν είχε καταλήξει για τον χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία της κ.ά. Η συζήτηση που γινόταν στις συνελεύσεις ήταν συνήθως για τα τρέχοντα κινηματικά ζητήματα και η κουβέντα για τα βασικά θέματα της ομάδας αναβαλλόταν συνεχώς με αποτέλεσμα οι διαφωνίες να αναδύονται διαρκώς και οι συνελεύσεις να γίνονται τεράστιες και κουραστικές για όλες. Συνέπεια αυτών και κάποιων άλλων ζητημάτων ήταν η αποχώρηση από την Καμιά Ανοχή ενός κομματιού το οποίο ήταν πιο κοντά στις θέσεις μας για το γυναικείο ζήτημα. Η παρουσία της ομάδας μας στην Καμία Ανοχή δεν ήταν αυτή που θα μας αναλογούσε. Δεν αφιερώσαμε δυνάμεις, αλλά παρόλα αυτά συμμετείχαμε σε όλα τα κινηματικά ραντεβού και σε αρκετές συνελεύσεις της. Λόγος της μειωμένης παρουσίας μας είναι σίγουρα η έλλειψη συντονισμού της γυναικείας ομάδας και σε καμία περίπτωση η έλλειψη αντανακλαστικών, το οποίο φάνηκε και από την προσέλευση μας στις πρώτες συνελεύσεις της Καμιάς Ανοχής. Όλες οι παραπάνω προβληματικές, αποδεικνύουν ότι η Καμιά Ανοχή δεν αποτελεί προνομιακό πεδίο παρέμβασης για εμάς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δε θα συμμετέχουμε μαζί τους στα κινηματικά ραντεβού.