Μάνος Σκούφογλου
Τα τελευταία χρόνια, η διεθνής συζήτηση για την Ελλάδα δεν υπήρξε απλώς μια συζήτηση μεταξύ άλλων. Η ιδιαίτερη οξύτητα της κρίσης, της καπιταλιστικής επίθεσης και των κοινωνικών αντιστάσεων, καθώς και η άνοδος ενός κόμματος ρεφορμιστικής προέλευσης, το οποίο τελικά κατάφερε να γίνει κυβέρνηση, σε συνεργασία με ένα κόμμα της εθνικιστικής δεξιάς, όλα αυτά έκαναν την Ελλάδα το επίκεντρο της συζήτησης για 5 χρόνια. Η καταστροφική εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ σηματοδότησε όχι μόνο το τέλος μιας εποχής για το εργατικό κίνημα στην Ελλάδα, αλλά και το αδιέξοδο της πολιτικής στρατηγικής που αποζητούσε «πλατιά αριστερά κόμματα» και «κυβερνήσεις ενάντια στη λιτότητα».
Δυστυχώς, αυτή η στρατηγική δεν υποστηρίχθηκε μόνο από ρεφορμιστικά κόμματα, αλλά επίσης και από την πλειοψηφία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς σε όλο τον κόσμο. Οι περισσότερες αριστερές ηγεσίες ήταν τόσο ενθουσιασμένες με την προοπτική μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ που δεν ήθελαν ούτε να συζητήσουν την πιθανότητα ενός ανεξάρτητου αντικαπιταλιστικού σχηματισμού στην Ελλάδα, ούτε να ακούσουν τι είχαν να πουν οι ελληνικές επαναστατικές οργανώσεις για τον χαρακτήρα και τον ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το αδιαφιλονίκητο πρότυπο για ένα στρατηγικό σχέδιο στο πλαίσιο του οποίου η πολιτική, οργανωτική και εκλογική ενότητα με τον ρεφορμισμό ήταν απολύτως απαραίτητη. Τώρα που αυτό το σχέδιο κατέρρευσε πάνω στα κεφάλια της εργατικής τάξης της χώρας, η μεγάλη πλειοψηφία των υποστηρικτών της στρατηγικής αυτής αποφεύγει πεισματικά έναν τίμιο απολογισμό. Αφότου ο ΣΥΡΙΖΑ επέβαλε το άγριο 3ο μνημόνιο τον Ιούλιο του 2015, οι περισσότεροι εξ αυτών έγραψαν άρθρα του ποδαριού όπου κατηγορούσαν τον πρώην ήρωά τους Τσίπρα είτε για προδοσία, είτε για την αφέλεια να πιστεύει ότι θα μπορούσε να διαπραγματευτεί με τους δανειστές, και μετά απλώς εγκατέλειψαν την υπόθεση Ελλάδα και άρχισαν να οραματίζονται το ίδιο σχέδιο με τον ΣΥΡΙΖΑ σε άλλες χώρες. Όπως είπε και ένα ηγετικό στέλεχος της 4ης Διεθνούς στη Διεθνή επιτροπή του Φλεβάρη του 2017, «αν κάτι αποδειχτεί λάθος σε κάποια φάση, δεν σημαίνει ότι ήταν ήδη λάθος εξ αρχής». Σύμφωνα με αυτή τη λογική, μπορεί κανείς να πει ότι τίποτα ποτέ δεν είναι λάθος. Απλώς τα πράγματα αλλάζουν.
Αν όμως χρειάζεται ένας καθαρός απολογισμός της ελληνικής εμπειρίας, όμως, αυτό είναι ακριβώς επειδή η ίδια στρατηγική επιχειρείται και σε άλλες χώρες – και πιθανότατα ξανά και στην Ελλάδα, υπό νέα μορφή. Θεωρούμε πως οι σύντροφοι και συντρόφισσες που θέλουν πράγματι να βγάλουν τα συμπεράσματά τους από την Ελλάδα θα βρουν χρήσιμα όσα είχαν υποστηρίξει όλα αυτά τα χρόνια τα μέλη του ελληνικού τμήματος της 4ης Διεθνούς, της ΟΚΔΕ-Σπάρτακος. Θα κατανοήσουν γιατί η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος δεν ακολούθησε ούτε στήριξε«κριτικά» τον ΣΥΡΙΖΑ σε καμία φάση, και αντιθέτως επέλεξε να συμβάλει στην οικοδόμηση ενός ανεξάρτητου αντικαπιταλιστικού πόλου, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Όποιος ή όποια παρακολουθήσει την εξέλιξη των θέσεών μας βήμα-βήμα μπορεί να επιβεβαιώσει ότι, σε αντίθεση με την τεράστια πλειοψηφία των αριστερών αφηγήσεων, η αντιπολίτευσή μας στο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μετά Χριστόν προφητεία.
Οι πρόσφατες ιστορίες για την Ελλάδα είναι σαν σύγχρονα παραμύθια, γεμάτες ανακρίβειες, μύθους και ευσεβείς πόθους. Αυτή εδώ είναι μια ταπεινή συμβολή στην απομυθοποίηση της πρόσφατης πολιτικής ιστορίας της χώρας.
Ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ η έκφραση της ανόδου του κοινωνικού κινήματος;
Τα περισσότερα μέλη της διεθνούς αριστεράς θα απαντούσαν «ναι» χωρίς κανέναν δισταγμό. Ο ΣΥΡΙΖΑ εξέφρασε το μαζικό κίνημα, και για αυτό θα έπρεπε όλοι να τον έχουμε υποστηρίξει. Όμως, αυτό δεν είναι ακριβώς σωστό. Ο ΣΥΡΙΖΑ πράγματι έλαβε την πλειοψηφία των ψήφων της εργατικής τάξης και των φτωχών στρωμάτων, και αυτό δεν θα μπορούσε να έχει συμβεί αν δεν είχε αναπτυχθεί το μαζικό κίνημα στη χώρα. Ωστόσο, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν ποτέ οργανικά συνδεδεμένος με το κίνημα. Ως κόμμα είχε πάντα πολύ λίγα μέλη, με απελπιστικά μικρή αναλογία εργατών και συνδικαλιστών ανάμεσά τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καθοδήγησε ποτέ κανένα μαζικό κίνημα ή εργατική απεργία, και η παρέμβασή του στην ταξική πάλη ήταν πάντα περιθωριακή.Το να παρουσιάζεται σαν το κόμμα του μαζικού κινήματος είναι μύθος. Η σχέση του με την εργατική τάξη και τους καταπιεσμένους ήταν σχέση εκλογικής εκπροσώπησης. Ακόμα και αυτή η σχέση, ωστόσο, εδραιώθηκε όχι κατά τη διάρκεια, αλλά μετά την περίοδο της κορύφωσης του μαζικού κινήματος. Την θερμή περίοδο από τον Μάιο του 2010 έως τον Φλεβάρη του 2012, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανιζόταν πολύ χαμηλά στις δημοσκοπήσεις. Τα ποσοστά του δεν εκτοξεύτηκαν παρά την άνοιξη του 2012, όταν το μαζικό κίνημα είχε ήδη υποχωρήσει. Αγώνες, πολλές φορές πολύ σημαντικοί, συνέχισαν να αναπτύσσονται και αναπτύσσονται ακόμα, ωστόσο το κίνημα ποτέ μέχρι σήμερα δεν έφτασε στα επίπεδα της περιόδου πριν τις 12 Φλεβάρη του 2012, όταν έγινε η τελευταία πραγματικά τεράστια διαδήλωση. Βασικός πολιτικός λόγος για αυτή την υποχώρηση ήταν αναμφίβολα η εύκολη λύση που πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ: αναμονή μέχρι την ψήφο για την εκλογή μιας αριστερής κυβέρνησης ενάντια στη λιτότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ στην πραγματικότητα δεν υπήρξε η έκφραση του ανερχόμενου μαζικού κινήματος, αλλά της κόπωσης και της επιβράδυνσής του. Και υπήρξε μάλιστα και αιτία αυτής της επιβράδυνσης.
Υπήρχε στρατηγική εναλλακτική στην πρόταση για μια αριστερή κυβέρνηση;
Στη φάση της κορύφωσης του μαζικού κινήματος, και ιδίως μετά τον Ιούνιο του 2011, και ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ έσπευσαν να ζητήσουν εκλογές. Το ΚΚΕ είχε την πρώτη δημοσκοπική εκτίναξη το φθινόπωρο του 2011, αλλά τελικώς (και μετά από ένα ενδιάμεσο δίμηνο κατά το οποίο το ΚΚΕ υποχωρούσε αλλά ανέβαινε σε ψηλά ποσοστά η ΔΗΜΑΡ) ο ΣΥΡΙΖΑ αποδείχτηκε πιο πειστικός γιατί, σε αντίθεση με το ΚΚΕ, υποσχέθηκε μια αριστερή κυβέρνηση που θα καταργούσε τα μνημόνια. Αυτή η υπόσχεση ήταν όχι μόνο απατηλή, αλλά και βλαβερή, γιατί έτρεφε την παθητική αναμονή και την ανάθεση των αγώνων ενάντια στη λιτότητα σε μια κοινοβουλευτική ηγεσία. Καθ’ όλη την περίοδο μετά το 2011, ο ΣΥΡΙΖΑ διακήρυττε επίμονα ότι το μαζικό κίνημα έδειξε τα όριά του, και είναι επομένως η ώρα να δοθεί μια «πολιτική» (δηλαδή, εκλογική) λύση. Το ίδιο επαναλάμβανε και η αριστερή του πτέρυγα.
Όμως, καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να σώσει τον λαό, αν ο ίδιος ο λαός δεν είναι οργανωμένος και αποφασισμένος να σωθεί. Οι εκκλήσεις της ΟΚΔΕ-Σπάρτακος και άλλων αντικαπιταλιστικών οργανώσεων για γενικευμένη αυτό-οργάνωση αντιμετωπίστηκαν με σκεπτικισμό και σαρκασμό από την πλειοψηφία της αριστεράς, η οποία υποστήριζε πως θα ήταν τεχνητό και ουτοπικό να μιλάμε για συμβούλια ή σοβιέτ σε μια κατάσταση κατά την οποία τέτοια πράγματα απλώς δεν υπάρχουν. Βέβαια, τα σοβιέτ ή οτιδήποτε άλλο δεν θα υπάρξουν ποτέ, αν κανείς δεν τα προτείνει. Ωστόσο, δεν είναι αλήθεια ότι δομές αυτό-οργάνωσης δεν υπήρχαν. Η πλατεία Συντάγματος φιλοξενούσε μια καθημερινή λαϊκή συνέλευση για περίπου 2 μήνες. Η συνέλευση είχε συγκροτήσει υπο-επιτροπές για διάφορα καθήκοντα. Ένας αυτό-οργανωμένος ραδιοφωνικός σταθμός είχε στηθεί στην πλατεία. Αρκετές ακόμα καθημερινές λαϊκές συνελεύσεις δημιουργήθηκαν σε γειτονιές της Αθήνας και στις περισσότερες μεγάλες ή σχετικά μεγάλες πόλεις της Ελλάδας.Οι άνθρωποι ρωτούσαν: τι άλλο θα μπορούσαμε να έχουμε, εκτός από μια Βουλή που την ψηφίζουμε κάθε 4 χρόνια; Πώςαλλιώςθαμπορούσεναοργανωθείηεξουσία;
Ήταν εφικτό να κτίσουμε μια εναλλακτική πρόταση βασισμένη σε αυτές τις, περιορισμένες αλλά πραγματικές και σημαντικές, εμπειρίες αυτό-οργάνωσης. Ήταν εφικτό να καλέσουμε συνελεύσεις και σε χώρους δουλειάς. Ήταν εφικτό να προτείνουμε στις τοπικές συνελεύσεις να εκλέξουν ανακλητούς εκπροσώπους και να μετατρέψουν τη συνέλευση της πλατείας Συντάγματος σε μια εθνική συνέλευση. Ήταν εφικτό να εξηγήσουμε ότι αυτή η συνέλευση θα εκπροσωπούσε τους εργαζόμενους πολύ καλύτερα από τη Βουλή και την κυβέρνηση, και θα έπρεπε για αυτό το λόγο να διεκδικήσει την εξουσία για τον εαυτό της. Ήταν εφικτό, παρότι πάντα δύσκολο, να προωθηθεί μια συγκεκριμένη επαναστατική προοπτική. Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε παρά να αντιταχθεί κάθετα σε μια τέτοια προοπτική, όπως δεν μπορούσε παρά να κάνει και το ΚΚΕ. Η αντικαπιταλιστική αριστερά προσπάθησε, αλλά ήταν αδύναμη και όχι επαρκώς συνειδητή και προετοιμασμένη.
Ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ κάτι διαφορετικό από ένα ρεφορμιστικό κόμμα;
Αγωνιστές προερχόμενοι από τον επαναστατικό μαρξισμό ανέπτυξαν μια μεγάλη γκάμα από θεωρίες προκειμένου να αρνηθούν τον ρεφορμιστικό χαρακτήρα του ΣΥΡΙΖΑ, πριν αυτός πάρει την κυβέρνηση, και να αιτιολογήσουν την υποστήριξή τους προς αυτόν. Υπήρχαν εκείνοι που έβλεπαν στο ΣΥΡΙΖΑ ένα αντικαπιταλιστικό κόμμα. Ο Άλαν Θόρνετ, ηγετικό στέλεχος του αγγλικού τμήματος της 4ηςΔιεθνούς, δεν ήταν σε καμία περίπτωση ο μόνος που δεν έβρισκε γελοίο το να ισχυρίζεται ότι «η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θέλει να πυροδοτήσει την ανατροπή του καπιταλισμού», ακόμα και μέχρι την άνοδο του κόμματος στην εξουσία τον Γενάρη του 2015 (http://internationalviewpoint.org/spip.php?article3358). Σήμερα, βέβαια, η εμπειρία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κάνει ασχολίαστη την ντροπιαστική ιδέα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θέλησε ποτέ να ανατρέψει τον καπιταλισμό.
Μια άλλη ιδέα ήταν πως ο ΣΥΡΙΖΑ αντιπροσωπεύει ένα νέο είδος ρεφορμισμού όπου «η αποκρυστάλλωση της γραφειοκρατίας δεν είναι τόσο ισχυρή όσο στις ηγεσίες των κομμουνιστικών κομμάτων της Ευρώπης» (Φρανσουά Σαμπαντό, 25 Απριλίου 2013 http://www.internationalviewpoint.org/spip.php?article2951). Οι επισημάνσεις μας ότι αυτό δεν ήταν ακριβώς αλήθεια αγνοήθηκαν. Στην πράξη, ως κομματική γραφειοκρατία, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αποδείχτηκε πολύ πιο αδιαφιλονίκητη από τις ηγεσίες του σοσιαλδημοκρατικού ΠΑΣΟΚ ή της δεξιάς Νέας Δημοκρατίας. «Αλλά δεν είχε δεσμούς με την κρατική γραφειοκρατία», απαντούσαν οι ίδιοι σύντροφοι. Ούτε αυτό ήταν περισσότερο σωστό. Σε σχέση με το μικρό του μέγεθος, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ένα μεγάλο αριθμό μακροχρόνιων βουλευτών, νομαρχιακών, περιφερειακών και δημοτικών συμβούλων, στελεχών στον μηχανισμό του κράτους, πανεπιστημιακών διοικήσεων κλπ. Ο μόνος λόγος για τον οποίο το κόμμα δεν ήταν πιο ενεργά μπλεγμένο στη διαχείριση του συστήματος ήταν πως ήταν πολύ μικρό, και κανένας δεν θα του πρόσφερε αυτή την ευκαιρία. Παρόλα αυτά, μόλις ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε έτοιμος να κερδίσει τις εκλογές, υιοθέτησε αμέσως ολόκληρους τομείς της σοσιαλδημοκρατικής κρατικής, τοπικής και συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Όσο για την προθυμία του να διαχειριστεί το σύστημα, δεν υπήρχε καμία ιδιαιτερότητα στον ρεφορμισμό του προ-κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ.
Ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ «άμμος στα γρανάζια» του συστήματος;
Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ γινόταν όλο και περισσότερο συντηρητικό και στοιχειώδες ήδη πριν το κόμμα πάρει την κυβέρνηση. Στο περιβόητο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης του 2014 είχε ήδη εγκαταλειφθεί ένα μεγάλο μέρος του προγράμματος του 2012, και το προεκλογικό πρόγραμμα του Ιανουαρίου του 2015 ήδη οπισθοχωρούσε ακόμα και από τις υποσχέσεις του προγράμματος της Θεσσαλονίκης. Όχι ότι αυτό είχε και μεγάλη πρακτική σημασία, φυσικά, αφού ούτε κάποια από τις τελευταίες αυτές μετριοπαθέστατες υποσχέσεις του προεκλογικού προγράμματος εφαρμόστηκε ποτέ από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Οι διεθνείς υποστηρικτές του ΣΥΡΙΖΑ εθελοτυφλούσαν μπροστά σε αυτή τη διαρκή προγραμματική περικοπή. Υποστήριζαν ένα «πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης», αποτυγχάνοντας να δουν ότι ούτε καν αυτό δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αφοσιωμένος στους αστικούς και ιμπεριαλιστικούς θεσμούς, αλλά και στην ατομική ιδιοκτησία και τους κανόνες της καπιταλιστικής οικονομίας. Υπερασπίζονταν την υποτιθέμενη θέση του ΣΥΡΙΖΑ για «καμία θυσία για το ευρώ», αποτυγχάνοντας να δουν ότι πίσω από την απόρριψη του αιτήματος για ρήξη με το ευρώ και την ΕΕ δεν υπήρχε κανένα αντιεθνικιστικό κίνητρο, αλλά μόνο απροθυμία για σύγκρουση με οποιονδήποτε καπιταλιστικό θεσμό. Μόλις κέρδισε τις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε σαφές ότι το πραγματικό σύνθημά του ήταν «κάθε δυνατή θυσία για το ευρώ». Όσο για τα υποτιθέμενα αντιεθνικιστικά του συναισθήματα, αρκεί να θυμίσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε κυβέρνηση με το εθνικιστικό δεξιό κόμμα των ΑΝΕΛ.
Ο ενθουσιασμός των διεθνών οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ τους έκανε να βλέπουν τις υποσχέσεις ως τετελεσμένα γεγονότα. Οι ευσεβείς πόθοι έγιναν καθαρή φαντασιοπληξία. Σύμφωνα με ένα μέλος του Γραφείου της 4ης Διεθνούς, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν «άμμος στα γρανάζια του συστήματος», επειδή «αποκατέστησε τον κατώτατο μισθό στο προηγούμενό του επίπεδο (751 ευρώ)», «διέλυσε τον φορέα που δημιούργησε η τρόικα για τις ιδιωτικοποιήσεις (ΤΑΙΠΕΔ)» και «ακύρωσε την πώληση των λιμανιών του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης» (Ερίκ Τουσσαίν, 12 Φλεβάρη 2015, http://www.internationalviewpoint.org/spip.php?article3862)! Φυσικά, τίποτα από όλα αυτά δεν συνέβη ποτέ, ούτε άλλωστε και η κυβέρνηση το ισχυρίστηκε. Μόλις εξελέγη, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ άρχισε τη διαπραγμάτευση με την αστική τάξη και τους διεθνείς καπιταλιστικούς θεσμούς, και πολύ σύντομα ευθυγραμμίστηκε μαζί τους. Το ίδιο το κόμμα μεταλλάχθηκε τάχιστα στη σοσιαλδημοκρατία που γνωρίζουμε από την αστική πολιτική σκηνή της Ευρώπης. Αυτό υπαγορεύτηκε από τον προηγούμενο ρεφορμιστικό του χαρακτήρα, και ήταν απολύτως προβλέψιμο. Δεν υπήρχε καμία ιδιαιτερότητα στον ρεφορμισμό του ΣΥΡΙΖΑ ούτε ως προς αυτό: την κρίσιμη στιγμή, ο ρεφορμισμός περνά στο αστικό στρατόπεδο. Στην ιστοσελίδα της 4ης Διεθνούς, διαβάσαμε συχνά ότι «οι σύντροφοι του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ έκαναν ένα στοιχειώδες λάθος όταν θεώρησαν την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για μια αριστερή κυβέρνηση ως κάτι που απλώς θα διαχειριζόταν τον καπιταλισμό» (R. Fidler, 17 Αυγούστου 2015, http://www.internationalviewpoint.org/spip.php?article4176). Στο φως της εμπειρίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ποιος έκανε το «στοιχειώδες λάθος»;
Θα προκαλούσε η εκλογή μιας αριστερής κυβέρνησης αύξηση της αυτοπεποίθησης και της μαχητικότητας των λαϊκών στρωμάτων;
Μια άλλη συνηθισμένη αιτιολόγηση της υποστήριξης στο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πως, ακόμα και αν μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τη λιτότητα, θα μπορούσε να αυξήσει την αυτοπεποίθηση της εργατικής τάξης και να πυροδοτήσει μαζικές κινητοποιήσεις, ή ακόμα και μια προεπαναστατική κατάσταση. Με τα λόγια ενός συντρόφου που ήταν πεπεισμένος ότι «μια αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ενάντια στη λιτότητα» θα ήταν μια «εργατική κυβέρνηση σύμφωνα με τη μαρξιστική φρασεολογία», «μια προεπαναστατική κατάσταση θα μπορούσε να προκύψει γρήγορα αν ο ΣΥΡΙΖΑ εκλεγεί και εφαρμόσει το πρόγραμμά του (Άλαν Θόρνετ, 16 Ιουνίου 2012, http://www.internationalviewpoint.org/spip.php?article2654).Σε μια διαφορετική παραλλαγή, διεθνείς σύντροφοι που αναπαρήγαγαν κατά γράμμα τις απόψεις της ΔΕΑ, ισχυρίζονταν πως όταν και αν ο ΣΥΡΙΖΑ αθετήσει τις υποσχέσεις του, η εργατική τάξη θα ξεσηκωθεί εναντίον του και θα πάει ένα βήμα παραπέρα. Αυτά τα αφηρημένα σενάρια διαψεύστηκαν παταγωδώς από τα γεγονότα. Καμία μεταρρύθμιση ή μέτρο «έκτακτης ανάγκης» δεν εφαρμόστηκε. Όμως, οι αθετημένες υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν προκάλεσαν αγωνιστικές αντιδράσεις, αλλά απογοήτευση και σύγχυση. Η παθητικότητα και οι κοινοβουλευτικές προσδοκίες, καλλιεργημένες από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους οπαδούς του, είχαν αφήσει τα λαϊκά στρώματα απροετοίμαστα για έναν νέο γύρο απεργιών. Η αντίσταση της εργατικής τάξης απέναντι στο 3ο μνημόνιο, τον Ιούλιο του 2015, ήταν πολύ ασθενέστερη από την αντίσταση στο πρώτο και το δεύτερο μνημόνιο. Η κατάσταση χειροτέρευσε αργότερα. Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση του 2016 και το νέο μεσοπρόθεσμο πακέτο λιτότητας τον Μάιο του 2017 πέρασαν με ελάχιστη αντίσταση. Ο κοινωνικός θυμός πιθανόν να ξεσπάσει ξανά, και υπολογίζουμε σε αυτό. Αλλά είναι αναμφίβολο ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν ευνόησε τις εργατικές κινητοποιήσεις. Αντιθέτως, ήταν η κυβέρνηση που κατάφερε να περιορίσει, και με αυτό τον τρόπο να καταπνίξει, τις κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις πιο αποτελεσματικά από κάθε άλλη μνημονιακή κυβέρνηση.
Οι εργάτες και ο λαός εμπιστεύονται αυτούς που βλέπουν δίπλα τους μέσα στα πλατιά ρεφορμιστικά κόμματα;
Ένα από τα αμέτρητα επιχειρήματα που πάντα κατέληγαν στο ότι έπρεπε όλοι να υποστηρίξουν τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν, όπως είδαμε, ότι, αν ο ΣΥΡΙΖΑ αποτύχει να τηρήσει τις υποσχέσεις του, η ίδια του η βάση θα εξεγερθεί και θα ακολουθήσει την αριστερή πτέρυγα του κόμματος.Η βάση αυτή υποτίθεται πως θα εμπιστευόταν την αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ περισσότερο από την αντικαπιταλιστική αντιπολίτευση εκτός του ΣΥΡΙΖΑ, επειδή με αυτή θα είχε παλέψει για χρόνια πλάι-πλάι. Μια πολύ παλιά και δογματική ιδέα επαναλαμβανόταν: οι επαναστάτες θα έπρεπε να βρίσκονται στο πλάι της εργατικής τάξης μέσα σε μαζικά εργατικά κόμματα, ώστε να κερδίσουν την εμπιστοσύνη της, και να είναι έτοιμοι να την οδηγήσουν έξω από αυτά τα κόμματα όταν οι ρεφορμιστικές ηγεσίες θα την προδώσουν. Ωστόσο, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν ποτέ μαζικό κόμμα, με έντονη εσωτερική ζωή και ισχυρούς δεσμούς μεταξύ της ηγεσίας και της βάσης. Η περίοδος έχει αλλάξει, το ίδιο και τα κόμματα. Το παραπάνω αφηρημένο σενάριο αποδείχτηκε τελείως ανεδαφικό. Η Αριστερή Πλατφόρμα του ΣΥΡΙΖΑ πράγματι προκάλεσε διάσπαση και έφυγε από το κόμμα μετά την επιβολή του τρίτου μνημονίου, σχηματίζοντας τη Λαϊκή Ενότητα. Αλλά προσέλκυσε μόνο μια μικρή μειονότητα των μελών του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και ανάμεσα σε όσους εγκατέλειψαν τον ΣΥΡΙΖΑ, ένα σημαντικό ποσοστό δεν ανήκει στη ΛΑΕ. Επιπλέον, η ΛΑΕ βρίσκεται σε διαρκή κρίση από τη στιγμή που ιδρύθηκε. Οργανώσεις και τάσεις την εγκαταλείπουν η μια μετά την άλλη, και το μέτωπο δεν είναι σε θέση να πάρει καμία ουσιαστική πρωτοβουλία. Τα μέλη της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ δεν εμπιστεύτηκαν την ηγεσία της Αριστερής Πλατφόρμας, και γιατί άλλωστε να το κάνουν, αφού αυτή η ίδια ηγεσία υπήρξε πάντα οργανικό τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ, περιλαμβανομένων τεσσάρων υπουργών στην πρώτη κυβέρνηση Τσίπρα;Η κρίση της ΛΑΕ είναι πολύ χειρότερη από τις πιέσεις που υφίστανται η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΚΚΕ ή ο αναρχικός χώρος λόγω της υποχώρησης του κινήματος. Η μακρόχρονη συμμετοχή της στον ΣΥΡΙΖΑ δεν βοήθησε την ΛΑΕ να γίνει μαζικό κόμμα. Αντιθέτως, η άρνηση της ανεξάρτητης αντικαπιταλιστικής αριστεράς να συμμετάσχει στον ΣΥΡΙΖΑ, όταν αυτός ανέβαινε, δεν αποτελεί σήμερα εμπόδιο για την προσέγγιση παλιών αγωνιστών του ΣΥΡΙΖΑ μέσα στο μαζικό κίνημα. Σεβόμαστε τους αγωνιστές που έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και προσχώρησαν στην ΛΑΕ και θέλουμε να δουλέψουμε μαζί τους στο μαζικό κίνημα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν εγκρίνουμε το πολιτικό τους σχέδιο για ένα «πατριωτικό αντιμνημονιακό μέτωπο» και για έναν δεύτερο, τίμιο αυτή τη φορά, ΣΥΡΙΖΑ.
Υποστήριξε η ηγεσία της 4ης Διεθνούς τον ΣΥΡΙΖΑ;
Υποστηρίχθηκε πρόσφατα από μέλη του Γραφείου της 4ης Διεθνούς ότι η ηγεσία της 4ης δεν υποστήριξε ποτέ επίσημα τον ΣΥΡΙΖΑ. Δυστυχώς, όμως, αυτό δεν είναι αλήθεια. Στην πραγματικότητα, όλες οι ηγεσίες των διεθνών επαναστατικών οργανώσεων, ενδεχομένως με μια ή δύο φωτεινές εξαιρέσεις, υποστήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η CWI (Επιτροπή για μια Εργατική Διεθνή) και η ΙΜΤ (Διεθνής Μαρξιστική Τάση) το έκαναν με κάθε επισημότητα, αφού η συμμετοχή τους σε πλατιά ρεφορμιστικά κόμματα είναι ούτως ή άλλως αναπόσπαστο τμήμα της πολιτικής τους. Παρόλα αυτά, και τα ρεύματα οποία τυπικά οικοδομούν σχέδια ανεξάρτητης αντικαπιταλιστικής συγκρότησης επίσης υποστήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, ακόμα και ενάντια στις θέσεις των ελληνικών τους τμημάτων. Παρότι το ελληνικό τμήμα της IST (Διεθνής Σοσιαλιστική Τάση), το ΣΕΚ, δεν εντάχθηκε ούτε ψήφισε ποτέ τον ΣΥΡΙΖΑ, προβεβλημένα μέλη του βρετανικού SWP εξέφρασαν την άμεση ή έμμεσή τους υποστήριξη στον ΣΥΡΙΖΑ. Μετά τον σχηματισμό της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ο Άλεξ Καλλίνικος υποστήριζε ότι «οι επαναστάτες σοσιαλιστές θα έπρεπε να πανηγυρίζουν για τη νίκη της νέας κυβέρνησης και να υποστηρίξουν τα προοδευτικά μέτρα που παίρνει» (παρότι δεν πήρε κανένα), και πίστευε ότι είναι «εξαιρετικό» να βλέπει κανείς «κορυφαίους υπουργούς που προέρχονται από την αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ», παρότι αναγνώριζε πως είναι επίσης και επικίνδυνο (Άλλεξ Καλλίνικος σε ντιμπέιτ με τον Στάθη Κουβελάκη, 25 Οκτωβρίου 2015, http://greece.trendolizer.com/2015/02/syriza–and–socialist–strategy—stathis–kouvelakis–and–alex–callinicos.html). Ακόμα και ο Αλταμίρα του αργεντίνικου Partido Obrero και της CRFI (Επιτροπή για την Ανασυγκρότηση της 4ης Διεθνούς) κάλεσε για ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ, «υπό το λάβαρο της ρήξης με την ΕΕ, για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες, για μια εργατική κυβέρνηση», στο 11ο Συνέδριο του κόμματός του, παρότι το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς τους, το ΕΕΚ, ακολουθούσε ένα σχέδιο ανεξάρτητο από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Δυστυχώς, τα πράγματα ήταν ακόμα χειρότερα με την ηγεσία της 4ης Διεθνούς. Γνωστά μέλη της επισκέφθηκαν επανειλημμένα την Ελλάδα ως προσκεκλημένοι ομιλητές του ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να ζητήσουν την συμβουλή ή έστω να ενημερώσουν το ελληνικό τμήμα. Στελέχη της 4ης διετέλεσαν οικονομικοί σύμβουλοι του Τσίπρα ή στενοί συνεργάτες της τότε Προέδρου της Βουλής Ζωής Κωνσταντοπούλου. Ο σημερινός Υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Τζανακόπουλος υπερηφανεύεται ότι υπήρξε μέλος του αγγλικού τμήματος της 4ης λίγα χρόνια πριν, κι ενώ ήταν ήδη πρωτοκλασάτο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι επίσημες τοποθετήσεις του Γραφείου της 4ης Διεθνούς ήταν πιο προσεκτικές, αλλά ουσιαστικά όχι λιγότερο σαφείς. Η μόνιμη θέση του γραφείου ήταν πως οι αντικαπιταλιστές θα έπρεπε να μπουν στον ΣΥΡΙΖΑ ή σε μια συμμαχία γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ, για μια αριστερή κυβέρνηση ενάντια στη λιτότητα. Πριν τις εκλογές του Ιούνη του 2012, δήλωσε ξεκάθαρα πως όλοι θα έπρεπε να ενωθούν πίσω από το πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης του ΣΥΡΙΖΑ: «Η 4η Διεθνής καλεί όλο το διεθνές εργατικό κίνημα, όλους τους αγανακτισμένους, όλους όσοι υπερασπίζονται τα ιδανικά της αριστεράς, να υποστηρίξουν ένα πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης … Καλούμε όλες τις δυνάμεις που παλεύουν εναντίον της λιτότητας στην Ελλάδα – τον ΣΥΡΙΖΑ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΚΚΕ, τα συνδικάτα και τα άλλα κοινωνικά κινήματα – να ενωθούν γύρω από ένα τέτοιο πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης» (Δήλωση του Γραφείου της 4ης Διεθνούς, 24 Μαΐου2012, http://www.internationalviewpoint.org/spip.php?article2626). Στην απάντησή του σε επιστολή του ελληνικού τμήματος, που διαμαρτυρόταν έντονα για τη δήλωση, το Γραφείο της 4ης ήταν ακόμα πιο σαφές: «Η απάντησή μας, όπως και αυτή σχεδόν όλων των τμημάτων της 4ης Διεθνούς, είναι καθαρή: είναι απαραίτητο να υποστηρίξουμε τον ΣΥΡΙΖΑ» (9 Ιουνίου 2012). Ποτέ δεν έγινε μια διαδικασία που θα επέτρεπε στο γραφείο να πει ότι τα περισσότερα τμήματα θεωρούν ότι πρέπει να υποστηριχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Η θέση της ηγεσίας της 4ης Διεθνούς δεν ήταν πολύ διαφορετική το 2015. Πριν τις εκλογές του Γενάρη, που έφεραν το ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, μια σειρά κορυφαίων στελεχών της 4ης, περιλαμβανομένων μελών του Γραφείου, συνυπέγραψαν ένα διεθνές κάλεσμα με τον τίτλο «Με τον ελληνικό λαό, για μια αλλαγή στην Ευρώπη – ένα κάλεσμα από το Ισπανικό Κράτος», που ήταν στην πράξη κάλεσμα για ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ και δεν ανέφερε καν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το μέτωπο στο οποίο συμμετέχει το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς (9 Γενάρη 2015 http://www.internationalviewpoint.org/spip.php?article3795). Η δήλωση της Γραμματείας του Γραφείου λίγες μέρες αργότερα έλεγε: «Οι διάφορες συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, τα μέλη τους στα σωματεία – σε συνεργασία, συχνά, με αγωνιστές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του φοιτητικού κινήματος κλπ. – είναι οι φορείς αυτής της κινητοποίησης. Ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχουν ειδική ευθύνη να χτίσουν ένα ενωτικό σχέδιο», και ωθούσε στο «να γίνουν τα πάντα ώστε η ελληνική αριστερά, της οποίας ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το βασικό συστατικό, να κερδίσει τις εκλογές, για να δημιουργήσει την κοινωνική και πολιτική δυναμική για μια αριστερή κυβέρνηση» (12 Γενάρη 2015,http://www.internationalviewpoint.org/spip.php?article3804). Καθένας κατανοεί ότι αυτό ισοδυναμεί με επίσημη έκκληση για ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ και με σύσταση προς την ΑΝΤΑΡΣΥΑ να προσχωρήσει στο σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ. Μετά την εκλογή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η ηγεσία της 4ης Διεθνούς προωθούσε μια πολιτική «κριτικής» υποστήριξης στην κυβέρνηση, και η απόφαση του ελληνικού τμήματος να οικοδομήσει την εργατική αριστερή αντιπολίτευση απορρίφθηκε, με το αιτιολογικό ότι μόνο η αστική τάξη αντιπολιτεύεται τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ακόμα και την παραμονή της «προδοσίας» του ΣΥΡΙΖΑ και μετά την εμπειρία έξι μηνών ντροπιαστικών διαπραγματεύσεων με τους καπιταλιστικούς και ιμπεριαλιστικούς θεσμούς, το Γραφείο της 4ης Διεθνούς αδυνατούσε να βγάλει ένα καθαρό συμπέρασμα για τη φύση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Η προειδοποίηση του ελληνικού τμήματος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα εισήγαγε νέο μνημόνιο και πρόγραμμα λιτότητας, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στις 5 Ιούλη, αγνοήθηκε. Το ελληνικό τμήμα αγωνίστηκε για το ΟΧΙ με όλες του τις δυνάμεις, αλλά ταυτόχρονα διακήρυξε πως αυτό δεν σημαίνει καμία εμπιστοσύνη ή υποστήριξη στην κυβέρνηση. Αντιθέτως, τη ανακοίνωση του Γραφείου της 4ης Διεθνούς έπλεκε το εγκώμιο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (το ΑΝΕΛ σκοπίμως το παρέλειπε) και καλούσε τον λαό να την υποστηρίξει για άλλη μια φορά: «τα συμφέροντα των εκμεταλλευομένων τάξεων της Ευρώπης δεν είναι με τις κυβερνήσεις που διοικούν την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά με την πλευρά του ελληνικού λαού και του ΣΥΡΙΖΑ, που αγωνίζονται εναντίον της λιτότητας. Η αντίσταση στη λιτότητα είναι δυνατή. Οι νίκες του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και οι πρόοδοι του Podemosστο Ισπανικό Κράτος, δείχνουν τον δρόμο που πρέπει να πάρουν όλες οι χώρες της Ευρώπης». Η ανακοίνωση καλούσε τους εργάτες όλης της Ευρώπης «να κινητοποιηθούν μαζί με το ελληνικό κοινωνικό και πολιτικό κίνημα ενάντια στη λιτότητα, στο πλευρό της ελληνικής κυβέρνησης» (7 Ιούλη 2015, http://www.internationalviewpoint.org/spip.php?article4113). Η ανακοίνωση αυτή γελοιοποιήθηκε αλύπητα λιγότερο από μια εβδομάδα αργότερα, όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ψήφισε το 3ο μνημόνιο. Όμως κανένας απολογισμός δεν έγινε ποτέ για αυτό το οικτρό λάθος. Αντίθετα, η πλειοψηφία της ηγεσίας της 4ης Διεθνούς, σαν να μην συνέβη τίποτα, έστρεψε την προσοχή και την υποστήριξή της στη Λαϊκή Ενότητα, αγνοώντας για άλλη μια φορά τις επισημάνσεις του ελληνικού τμήματος ότι το νέο ιδρυθέν κόμμα θέλει να επαναλάβει το πρότζεκτ του ΣΥΡΙΖΑ (βλ. την κοινή δήλωση Ο. Μπεζανσενό, Μ. Ουρμπάν και Α. Νταβανέλλου για τις εκλογές τους Σεπτέμβρη του 2015, 19 Σεπτέμβρη 2015, 19 Sept 2015, http://www.internationalviewpoint.org/spip.php?article4225).
Δυστυχώς, πρέπει να παραδεχτούμε ότι η ηγεσία της 4ης Διεθνούς, όπως και οι ηγεσίες των περισσότερων επαναστατικών ρευμάτων, υποστήριξαν άκριτα τον ΣΥΡΙΖΑ, κι έτσι φέρουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης για τη βοήθεια που παρείχαν ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να ηγεμονεύσει στο κοινωνικό κίνημα εναντίον της λιτότητας, πράγμα το οποίο με τη σειρά του επέφερε παθητικότητα, απατηλές εκλογικές προσδοκίες και, τελικά, μια καταστροφή για την εργατική τάξη. Η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να έχει προβλεφθεί, και το ελληνικό τμήμα την προέβλεψε. Για αυτό τον λόγο, η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος αφιέρωσε τις μικρές τις δυνάμεις σε ένα ανεξάρτητο αντικαπιταλιστικό ρεύμα που έμεινε έξω από τον ΣΥΡΙΖΑ, την πρόσκαιρή του επιτυχία, την κρίση του και τον εκφυλισμό του. Αυτό το ρεύμα βοήθησε καίρια στο να αποφευχθεί μια κατάσταση ολοκληρωτικής κατάρρευσης της αριστεράς και των εργατικών οργανώσεων, όπως συνέβη σε άλλες χώρες που έζησαν την εμπειρία αριστερών κυβερνήσεων ή κυβερνήσεων με τη συμμετοχή της αριστεράς. Η ανεξάρτητη αντικαπιταλιστική αριστερά στην Ελλάδα, με βασική μήτρα την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι ένα πρώτο υλικό για να ξεκινήσουμε την αντεπίθεση.
Δεν χρεώνουμε την πολιτική της ηγεσίας της 4ης Διεθνούς στους συντρόφους των τμημάτων που δίνουν σκληρούς αγώνες σε δεκάδες χώρες. Η περίπτωση της Ελλάδας, όμως, απαιτεί έναν σοβαρό πολιτικό απολογισμό. Και κανένας πολιτικός απολογισμός δεν μπορεί να είναι ειλικρινής, όσο αποφεύγει το βασικό συμπέρασμα: την ανάγκη για πολιτική και οργανωτική ανεξαρτησία από τον ρεφορμισμό.