Το παρακάτω κείμενο αποτελεί την ολοκληρωμένη εκδοχή του κειμένου που βρίσκεται στο αφιέρωμα για τον Ιμπεριαλισμό του τεύχους 122/123 του ΣΠΑΡΤΑΚΟΥ και είναι διαθέσιμο στα αγγλικά και τα γαλλικά στους παρακάτω συνδέσμους:
4η Διεθνής
Περιεχόμενα
Εισαγωγή
Ι. Ένας νέος ιμπεριαλιστικός γαλαξίας
ΙΙ. Μια χρόνια γεωπολιτική αστάθεια
ΙΙΙ. Παγκοσμιοποίηση και κρίση κυβερνησιμότητας
IV. Οι νέοι (πρωτο)ιμπεριαλισμοί
V. Νέες ακροδεξιές, νέοι φασισμοί
VI. Αυταρχικά καθεστώτα, δημοκρατική απαίτηση και αλληλεγγύη
VII. Καπιταλιστική επέκταση και κλιματική κρίση
VIII. Ένας κόσμος διαρκών πολέμων
IX. Τα όρια της υπερδύναμης
X. Διεθνισμός κατά καμπισμού
XI. Ανθρωπιστική κρίση
XII. Παγκοσμιοποιημένος κοινωνικός πόλεμος
Η γενίκευση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών -που αρχικά εφαρμόστηκαν, από τη δεκαετία του 1970, σε χώρες όπως η Χιλή, η Μεγάλη Βρετανία ή οι ΗΠΑ, αλλά και που επεκτάθηκαν έως και στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης- επιταχύνθηκε απότομα μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ και την αποσύνθεση του σοβιετικού στρατοπέδου, στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση γνώρισε πλήρη ανάπτυξη, οδηγώντας σε έναν νέο τρόπο ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας με πολλαπλές και βαθιές επιπτώσεις.
Η νεοφιλελεύθερη τάξη παραμένει ωστόσο ανολοκλήρωτη, ασταθής, και οδηγεί σε μια διεθνή κατάσταση που είναι χρονίως χαοτική. Η πρώτη χρηματοπιστωτική κρίση, συνδεόμενη με την παγκοσμιοποίηση, ανέρχεται στο 1997-1998 και κατόπιν γνωρίζει αναζωπυρώσεις με κορύφωση κρίση του 2007-2008. Η καπιταλιστική κρίση υπερπαραγωγής είναι βαθιά. Οι γεωπολιτικοί συσχετισμοί είναι σε ανισορροπία. Ορισμένοι παραδοσιακοί ιμπεριαλισμοί συνέχισαν να παρακμάζουν, ενώ νέες καπιταλιστικές δυνάμεις αναδεικνύονται και αναζωογονούν γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς. Σε πολλές χώρες και περιοχές, η καθολική βία των νεοφιλελεύθερων διαταγών οδήγησε σε αποσύνθεση των κοινωνικών ιστών, σε οξείες κρίσεις καθεστώτων, ακόμα και σε λαϊκές εξεγέρσεις, αλλά επίσης και σε επικίνδυνες αντεπαναστατικές εξελίξεις. Πολλοί λαοί πληρώνουν ήδη από τώρα βαρύ τίμημα για την παγκόσμια οικολογική κρίση -ιδιαίτερα, αν και όχι μόνο, για την κλιματική θέρμανση-, που όλο και επιδεινώνεται.
Διαθέτουμε τώρα εμπειρία από την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και από τις επιπτώσεις της, που μας επιτρέπει, με κάποια απόσταση, να επικαιροποιήσουμε τις προηγούμενες αναλύσεις μας και να προσεγγίσουμε και νέα θέματα. Ο στόχος είναι, πάνω απ’όλα, να τροφοδοτήσουμε μια διεθνή διαδικασία συλλογικής σκέψης. Η βάση είναι συχνά ορισμένα επιχειρήματα που ήδη συμμεριζόμαστε, αλλά επιχειρούμε να ωθήσουμε τη συζήτηση ακόμα πιο πέρα για τις επιπτώσεις. Με αυτό το στόχο, και με κίνδυνο να υπεραπλουστεύουμε σύνθετες πραγματικότητες, παρουσιάζουμε ως “καθαρές” σημερινές εξελίξεις που συχνά ωστόσο παραμένουν ανολοκλήρωτες, για να μπορέσει να εντοπιστεί καλύτερα αυτό που μοιάζει να είναι καινούργιο.
Ι. Ένας νέος ιμπεριαλιστικός γαλαξίας
Πρώτη διαπίστωση, η κατάσταση σήμερα είναι αρκετά διαφορετική από ό,τι συνέβαινε στις αρχές του 20ου αιώνα ή στην περίοδο 1950-1980. Ας επισημάνουμε ιδιαιτέρως:
· Βαθιά τροποποίηση και διαφοροποίηση της θέσης των παραδοσιακών ιμπεριαλισμών: Αμερικάνικη (ΗΠΑ) “υπερδύναμη”. Αποτυχία της οικοδόμησης ενός ενσωματωμένου ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού. “Εξασθένιση” των ιμπεριαλισμών της Γαλλίας και της Μ. Βρετανίας. Στρατιωτικά “κουτσουρεμένοι” ιμπεριαλισμοί (κυρίως Γερμανία, αλλά και Ισπανία απέναντι στη Λατινική Αμερική). Διατήρηση υποταγμένης θέσης του γιαπωνέζικου ιμπεριαλισμού (ο οποίος, παρά το σημαντικό στρατό που διαθέτει, δεν διαθέτει, ωστόσο, ούτε πυρηνικό όπλο ούτε και αεροπλανοφόρα). Κρίσεις κοινωνικής αποσύνθεσης σε ορισμένες δυτικές χώρες (Ελλάδα), που ανήκαν ιστορικά στην ιμπεριαλιστική σφαίρα…
· Ανάδυση νέων (πρωτο)ιμπεριαλισμών: Κίνα, που επιβεβαιώνεται σήμερα ως η δεύτερη παγκόσμια δύναμη, και Ρωσία, που καταφέρνει να επιβάλει τα συμφέροντά της στο πολεμικό μέτωπο της Συρίας.
· Σημαντικές αλλαγές στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας, με τη “χρηματιστηριοποίηση” της οικονομίας, την αποβιομηχάνιση ορισμένων δυτικών χωρών, ιδιαίτερα των ευρωπαϊκών, μεταφορά του κέντρου της παγκόσμιας παραγωγής εμπορευμάτων ιδιαίτερα στην Ασία -χωρίς να παραμελούμε ωστόσο το γεγονός ότι οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Ιαπωνία παραμένουν κύριες βιομηχανικές δυνάμεις.
· Ανισόμερη ανάπτυξη του κάθε ιμπεριαλισμού, που μπορεί να είναι ισχυρός σε ορισμένους τομείς, αδύναμος σε άλλους. Η ιεραρχία των ιμπεριαλιστικών κρατών είναι, κατά συνέπεια, πολύ πιο σύνθετη, απ’ό,τι στο παρελθόν, για να εντοπιστεί. Οι ΗΠΑ παραμένουν προφανώς ο υπαριθμόν ένα ιμπεριαλισμός: είναι η μόνη χώρα που είναι σε θέση να διεκδικεί τη πρωτιά σε σχεδόν όλους τους τομείς, αλλά καταγράφουν ωστόσο ταυτόχρονα και μια σχετική παρακμή στο οικονομικό επίπεδο και προσκρούουν και σε περιορισμούς της παγκόσμιας ισχύος τους.
Ο χαρακτηρισμός των νέων δυνάμεων δεν είναι, επομένως, το μόνο ζήτημα που μας τίθεται. Πρέπει επίσης να επανεξετάσουμε καλύτερα τη μεταβαλλόμενη θέση των παραδοσιακών ιμπεριαλισμών -καθώς και την παγκόσμια ιμπεριαλιστική τάξη στο σύνολό της. Κλασικές έννοιες, όπως “κέντρο” και “περιφέρεια”, ή “Βορράς” και “Νότος”, πρέπει να επανεξεταστούν σε σχέση με μια αυξανόμενη εσωτερική διαφοροποίηση σε κάθε ένα από αυτά τα γεωπολιτικά σύνολα.
ΙΙ. Μια χρόνια γεωπολιτική αστάθεια
Δεύτερη διαπίστωση: η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση δεν έχει οδηγήσει σε σταθερή διεθνή “νέα τάξη”. Αντίθετα:
Υπάρχει ένα κυρίαρχο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε “ατλαντικό μπλοκ” -γιατί διαρθρώνεται γύρω από τον άξονα Βόρειος Αμερική / Ευρωπαϊκή Ένωση-, με την επιφύλαξη ότι δίνουμε σε αυτό τον όρο γεωστρατηγική και όχι γεωγραφική διάσταση, καθώς ενσωματώνει και την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και την Ιαπωνία. Είναι ένα ιεραρχημένο στρατόπεδο, κάτω από την ηγεμονία των ΗΠΑ. Το ΝΑΤΟ είναι ο ένοπλος και διαρκής βραχίονάς του. Η εκτύλιξή του στα ευρωπαϊκά σύνορα με τη ρώσικη “σφαίρα” επιρροής δείχνει ότι η αρχική του λειτουργία δεν έχει χάσει την επικαιρότητά της, τη στιγμή που τα σύνορα αυτά έχουν ξαναγίνει περιοχές συγκρούσεων.
Το ΝΑΤΟ θέλησε να παρέμβει πιο ανατολικά, αλλά χωρίς μεγάλη επιτυχία. Η κρίση στη Μέση Ανατολή αποδεικνύει ότι ο οργανισμός δεν αποτελεί επιχειρησιακό πλαίσιο που να είναι σε θέση να επιβάλει το νόμο του παντού. Οι εντάσεις είναι έντονες με τον περιφερειακό φύλακα, την Τουρκία. Οι συμμαχίες που πλέχτηκαν σε κάθε θέατρο επιχειρήσεων είναι κυμαινόμενης γεωμετρίας και με καθεστώτα που αντιτίθενται μεταξύ τους, όπως η Σαουδική Αραβία και το Ιράν. Η στρατιωτική συμβολή των ευρωπαίων μελών του είναι περιθωριακή. Η κατάσταση αυτή τροφοδότησε τις επιθέσεις σε αυτό από τον Ντόναλντ Τραμπ, στο ξεκίνημα της θητείας τους.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια κλιμάκωση του διιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού. Σε γεωπολιτικό επίπεδο, το νέο μέλος, η Κίνα, απαιτεί να εισέλθει στην αίθουσα των πιο μεγάλων. Η Ρωσία έχει επιβάλει την αναπόφευκτη παρουσία της στη διευρυμένη σφαίρα επιρροής της (Συρία). Η ιαπωνική κυβέρνηση προσπαθεί να μειώσει τη στρατιωτική της εξάρτηση από τις ΗΠΑ και να απελευθερωθεί από τις ειρηνιστικές ρήτρες του ιαπωνικού Συντάγματος. Σε οικονομικό επίπεδο, ο ανταγωνισμός αναζωπυρώνεται, η ελευθερία κινήσεων των κεφαλαίων επιτρέπει ακόμα και σε “υπο-ιμπεριαλισμούς” να διεκδικούν πολύ πέρα από την περιφερειακή τους σφαίρα. Σε ιδεολογικό επίπεδο, οι κυρίαρχες τάξεις αντιμετωπίζουν μια κρίση νομιμοποίησης και, συχνά, και σημαντικές θεσμικές δυσλειτουργίες -χάνουν τον έλεγχο εκλογικών διαδικασιών ακόμα και σε χώρες κλειδιά όπως οι ΗΠΑ (εκλογή του Τραμπ) ή στο Ηνωμένο Βασίλειο (νίκη του brexit). Η κατάσταση πολέμων είναι διαρκής. Η παγκόσμια οικολογική κρίση έχει αρχίσει να δείχνει γερά τις επιπτώσεις της. Σε ορισμένα τμήματα του κόσμου, ο κοινωνικός ιστός διαλύεται. Οι ανθρωπιστικές καταστροφές και οι αναγκαστικές κινήσεις πληθυσμού φτάνουν σε πρωτόγνωρα (μετά τον Β’Παγκόσμιο Πόλεμο) επίπεδα.
Οι λαοί πληρώνουν εξαιρετικό τίμημα για την επιβολή της καινούργιας νεοφιλελεύθερης τάξης. Η σημερινή χρόνια κρίση έχει πολλές αιτίες.
· Τα ιμπεριαλιστικά κράτη έχουν πάντα για ρόλο να εξασφαλίσουν ευνοϊκές συνθήκες για τη συσσώρευση του κεφαλαίου, αλλά το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο λειτουργεί απέναντί τους με πολύ πιο ανεξάρτητο, απ’ό,τι στο παρελθόν τρόπο. Αυτή η αποσύνδεση έχει καταστήσει πορώδεις τις τέως σφαίρες σχεδόν αποκλειστικής επιρροής των παραδοσιακών ιμπεριαλισμών στον κόσμο (εκτός ίσως, σε μεγάλο βαθμό, τη Λατινική Αμερική). Η πολύ μεγάλη κινητικότητα του κεφαλαίου έχει καταστροφικές επιπτώσεις στην ισορροπία των κοινωνιών, πράγμα που υπονομεύει και τις δυνατότητες σταθεροποιητικής δράσης των κρατών. Η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, η χρηματιστηριοποίηση, η αυξανόμενη διεθνοποίηση των αλυσίδων παραγωγής μειώνουν και την ικανότητα των κρατών να εφαρμόσουν οικονομικές πολιτικές.
· Το πρωτόγνωρο επίπεδο χρηματιστηριοποίησης, η ανάπτυξη του λεγόμενου “πλασματικού” κεφαλαίου, εσώτερου στο σύγχρονο καπιταλισμό, πήρε τα τελευταία χρόνια σημαντικές διαστάσεις. Χωρίς να έχει κοπεί η σχέση τους, ωστόσο, οδηγεί σε ανώτερο βαθμό απομάκρυνσης των παραγωγικών διαδικασιών, ενώ και η σχέση ανάμεσα σε αρχικό δανειστή και αρχικό δανειζόμενο χαλαρώνει. Η χρηματιστηριοποίηση έχει στηρίξει την καπιταλιστική ανάπτυξη, αλλά η δική της υπερανάπτυξη ενισχύει τις αντιφάσεις.
· Το σύστημα του χρέους λειτουργεί πλέον τόσο στο Βορρά όσο και στο Νότο. Αποτελεί εργαλείο κλειδί για τη δικτατορία που επιβάλει το κεφάλαιο στις κοινωνίες και παίζει άμεσα πολιτικό ρόλο, όπως το επιβεβαιώνει η περίπτωση της Ελλάδας, για να επιβληθεί η διατήρηση της νεοφιλελεύθερης τάξης. Μαζί με τις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, εμποδίζει την εφαρμογή, από μια κυβέρνηση, εναλλακτικών πολιτικών που θα επέτρεπαν μια διέξοδο από την κοινωνική κρίση.
· Ένας αληθινός “νομισματικός πόλεμος” (συναλλάγματα) έχει ξεκινήσει. Πρόκειται για την μια πλευρά των διιμπεριαλιστικών συγκρούσεων, καθώς η προσφυγή σε ένα νόμισμα καθορίζει τις ζώνες επιρροής.
· Οι γεωπολιτικές συμμαχίες ήταν προηγουμένως “παγωμένες” από τις διενέξεις αφενός Ανατολής και Δύσης και αφετέρου Κίνας και ΕΣΣΔ . Αυτές έχουν ξαναγίνει πιο ρευστές και αβέβαιες, ιδιαίτερα στην Ασία και στο Νότο. Ορισμένα λατινο-αμερικάνικα καθεστώτα επιχείρησαν για κάποιο διάστημα να χαλαρώσουν το σφίξιμο που επιβάλλει η Ουάσιγκτον.
· Οι διιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί τροφοδοτούν μια νέα κλιμάκωση των εξοπλισμών, που πάει από την κατασκευή νέων αεροπλανοφόρων έως τον “εκσυγχρονισμό” του πυρηνικού όπλου από χώρες όπως οι ΗΠΑ ή η Γαλλία, οι οποίες προσπαθούν να το καταστήσουν επιχειρησιακά και πολιτικά αποδεκτό στο πλαίσιο τοπικών συρράξεων. Το ξεδίπλωμα της “αντιπυραυλικής ασπίδας” των ΗΠΑ επιδεινώνει ακόμα περισσότερο αυτή τη σπειροειδή δυναμική, όπως το δείχνει και η κορεάτικη κρίση.
· Η άνοδος των επαναστάσεων στην αραβική περιοχή και, κατόπιν, και της αντεπανάστασης συνέβαλαν στο να δημιουργηθεί μια ανεξέλεγκτη κατάσταση σε μια τεράστια περιοχή που επεκτείνεται από τη Μέση Ανατολή ώς το Σαχέλ -και ακόμα πιο πέρα, σε τμήμα της υποσαχάριας Αφρικής.
· Σε μια πρώτη φάση, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, οι αστικές τάξεις και τα (παραδοσιακά) ιμπεριαλιστικά κράτη υπήρξαν πολύ κατακτητικά: διείσδυση στις αγορές της Ανατολής, επέμβαση στο Αφγανιστάν (2001) και στο Ιράκ (2003)… Κατόπιν, υπήρξε στρατιωτικό λίμνασμα, χρηματοπιστωτική κρίση, άνοδος νέων δυνάμεων, επαναστάσεις στην αραβική περιοχή, …, με όλα αυτά να καταλήγουν σε απώλεια δυνατότητας πρωτοβουλιών και γεωπολιτικού ελέγχου: Η Ουάσιγκτον αντιδράει σήμερα περισσότερο πυροσβεστικά παρά σχεδιάζοντας την επιβολή της τάξης της.
· Σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος των περιφερειακών δυνάμεων γίνεται πιο σημαντικός: Τουρκία, Ιράν, Σαουδική Αραβία, Ισραήλ, Αίγυπτος, Αλγερία,…, Νότιος Αφρική, Βραζιλία, Ινδία, Νότιος Κορέα,… Αυτές, παρά την υποταγμένη τους θέση στο εσωτερικό του παγκόσμιου συστήματος κυριαρχίας κάτω από την ηγεμονία των ΗΠΑ, παίζουν επίσης και το δικό τους παιχνίδι, επιπλέον από το να αποτελούν τους τοπικούς χωροφύλακες (όπως η Βραζιλία στην Αϊτή).
Το ένα ερώτημα που μας θέτει η εξέλιξη της διεθνούς κατάστασης είναι η σχέση ανάμεσα στην καμπή του 1989 (κατακτητικοί ιμπεριαλισμοί) και στην καμπή των μέσων της δεκαετίας του 2000 (γεωπολιτική αστάθεια).
Από την άποψη αυτήν, οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις του 1997-1998 και του 2007-2008 αποτελούν πραγματικό σημείο καμπής. Φέρνοντας στο φως τις εσώτερες αντιφάσεις της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, είχαν μεγάλες επιπτώσεις σε πολιτικό επίπεδο (απονομιμοποίηση του συστήματος κυριαρχίας), σε κοινωνικό (πολύ βίαιες στις χώρες που επλήγησαν άμεσα), καθώς και δομικές επιπτώσεις -ιδιαίτερα με την έκρηξη των χρεών. Βρίσκονται στο βάθος των μεγάλων δημοκρατικών κινημάτων που αναδείχτηκαν λίγα χρόνια μετά (κατάληψη πλατειών), αλλά και των ανοιχτά αντιδημοκρατικών αντιδραστικών εξελίξεων, που τροφοδοτούνται από το μεγάλο φόβο των “μεσαίων τάξεων” (βλέπε για παράδειγμα την Ταϊλάνδη).
Σε συνδυασμό με την οικολογική κρίση και με τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, η δομική αστάθεια της παγκοσμιοποιημένης τάξης δημιουργεί νέες μορφές φτώχειας (βλέπε ιδιαίτερα τις Φιλιππίνες), που αναγκάζουν τις προοδευτικές οργανώσεις να εφαρμόσουν προσαρμοσμένες πολιτικές.
ΙΙΙ. Παγκοσμιοποίηση και κρίση κυβερνησιμότητας
Οι ιμπεριαλιστικές αστικές τάξεις θέλησαν να επωφεληθούν από την κατάρρευση του σοβιετικού στρατοπέδου και από το άνοιγμα της Κίνας στον καπιταλισμό, για να δημιουργήσουν μια παγκόσμια αγορά με ενιαίους κανόνες που να τους επιτρέπει να ξεδιπλώνουν τα κεφάλαιά τους όπως θέλουν. Οι επιπτώσεις της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης αναγκαστικά υπήρξαν πολύ βαθιές –και επιπλέον ενισχύθηκαν από εξελίξεις που, στην ευφορία τους, αυτές οι ιμπεριαλιστικές αστικές τάξεις δεν θέλησαν να προβλέψουν.
Πράγματι, το σχέδιο αυτό συνεπαγόταν:
· Να αφαιρεθεί από τους εκλεγμένους θεσμούς (κοινοβούλια, κυβερνήσεις, …) η δυνατότητα απόφασης στις βασικές επιλογές, αναγκάζοντάς τους να μεταφράσουν στη νομοθεσία τους μέτρα που αποφασίζονται αλλού: Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), διεθνείς συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, κλπ. Αυτό φέρνει ένα τελικό πλήγμα στην κλασική αστική δημοκρατία -πράγμα που μεταγράφηκε, σε ιδεολογικό επίπεδο, με την αναφορά στην “κυβερνησιμότητα”, αντί και στη θέση της δημοκρατίας.
· Να καταστήσει παράνομους, στο όνομα του επικρατούντος δικαίου του “ανταγωνισμού”, τους “προσαρμοσμένους τρόπους” αστικής δημοκρατίας που προήλθαν από τις ιδιαίτερες ιστορίες των χωρών και των περιοχών (ιστορικός συμβιβασμός ευρωπαϊκού τύπου, λαϊκισμοί λατινο-αμερικάνικου τύπου, κρατική καθοδήγηση ασιατικού τύπου, πελατειακές αναδιανομές διάφορων τύπων, …). Πράγματι, όλοι τους αντιβαίνουν τις σχέσεις που επιβάλλονται από την παγκόσμια αγορά, δημιουργώντας εμπόδια στην ελεύθερη εκτύλιξη του ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου.
· Να υποτάξει το κοινό δίκαιο στο δίκαιο των επιχειρήσεων, για τις οποίες τα κράτη θα πρέπει να εγγυώνται τα κέρδη τους σε μια επένδυση, σε βάρος του δικαιώματος του πληθυσμού σε υγεία, σε υγιεινό περιβάλλον, σε μια ζωή χωρίς επισφάλειες. Πρόκειται για το ένα από τα κύρια διακυβεύματα της νέας γενιάς συμφωνιών ελεύθερων συναλλαγών, που συμπληρώνουν τις διευθετήσεις που συγκρότησαν οι μεγάλοι διεθνείς οργανισμοί, όπως ο ΠΟΕ, το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα.
· Να κλιμακώνει χωρίς τέλος την κατάργηση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Οι παραδοσιακές ιμπεριαλιστικές αστικές τάξεις βασίστηκαν στην εξασθένιση και στην κρίση του εργατικού κινήματος στις λεγόμενες χώρες του “κέντρου”. Στο όνομα της “ανταγωνιστικότητας” στην παγκόσμια αγορά, τη χρησιμοποίησαν για να διεξάγουν μια συνεχή, συστηματική, επίθεση, για να καταργήσουν τα συλλογικά δικαιώματα που είχαν κατακτηθεί ιδιαίτερα στην περίοδο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν θέλουν να επιβάλουν ένα νέο “κοινωνικό συμβόλαιο” που να τους είναι πιο ευνοϊκό, θέλουν να τελειώσουν με τέτοιους συμβιβασμούς και να αρπάξουν όλους τους δυνητικά κερδοφόρους τομείς που, ανήκοντας στις δημόσιες υπηρεσίες, τους διέφευγαν, όπως η υγεία, η εκπαίδευση, η συνταξιοδότηση, οι συγκοινωνίες, …
· Να αλλάξει το ρόλο που αποδίδεται στα κράτη και τη σχέση μεταξύ ιμπεριαλιστικών κεφαλαίων και εδαφών. Εκτός μερικών εξαιρέσεων, οι κυβερνήσεις δεν είναι πλέον συνέταιροι σε μεγάλα βιομηχανικά σχέδια ή στην ανάπτυξη κοινωνικών υποδομών (εκπαίδευση, υγεία,…). Εάν συνεχίζουν να υποστηρίζουν στον κόσμο τις “δικές τους” πολυεθνικές, οι τελευταίες (δεδομένης της δύναμής τους και της διεθνοποίησής τους) δεν αισθάνονται εξαρτώμενες από τις χώρες προέλευσής τους όπως στο παρελθόν: η σχέση είναι πιο “ασύμμετρη” από ποτέ… Ο ρόλος του κράτους, που εξακολουθεί να είναι ουσιαστικός, περιορίζεται στο να συμβάλει στην επιβολή κανόνων καθολικοποίησης της κινητικότητας των κεφαλαίων, να ανοίγει το δημόσιο τομέα στις ορέξεις του κεφαλαίου, να συμβάλει στη διάλυση των κοινωνικών δικαιωμάτων και στη διατήρηση του πληθυσμού του σε αναμμένα καρφιά.
· Έχουμε επομένως να κάνουμε με δύο ιεραρχικά συστήματα που δομούν τις παγκόσμιες σχέσεις κυριαρχίας: την ιεραρχία των ιμπεριαλιστικών κρατών, που είναι ήδη αρκετά περίπλοκη, όπως το επισημάναμε (σημείο Ι), καθώς και την ιεραρχία των μεγάλων ροών κεφαλαίων που περιβάλλουν τον πλανήτη με τη μορφή δικτύων. Τα δύο αυτά συστήματα έχουν πάψει να αλληλοκαλύπτονται, έστω και αν τα κράτη βρίσκονται στην υπηρεσία των δεύτερων.
Η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση αποτελεί νέο παγκόσμιο τρόπο ταξικής κυριαρχίας, ανολοκλήρωτο και δομικά ασταθή. Πράγματι, οδηγεί σε ανοιχτές κρίσεις νομιμοποίησης και ακυβερνησίας σε πολλές χώρες και ολόκληρες περιοχές, σε κατάσταση διαρκούς κρίσης… Τα υποτιθέμενα κέντρα παγκόσμιας ρύθμισης (ΠΟΕ, Συμβούλια Ασφαλείας του ΟΗΕ,…) είναι ανίκανα να εκπληρώσουν αποτελεσματικά το ρόλο τους.
Μια τάξη δεν μπορεί να κυριαρχεί με διάρκεια σε μια κοινωνία χωρίς κοινωνικές διαμεσολαβήσεις και συμβιβασμούς, χωρίς πηγές νομιμοποίησης ιστορικής, δημοκρατικής, κοινωνικής, επαναστατικής προέλευσης, … Οι ιμπεριαλιστικές αστικές τάξεις διαλύουν ολόκληρους αιώνες “τεχνογνωσίας” στο χώρο αυτό, στο όνομα της ελευθερίας κίνησης του κεφαλαίου, την ίδια στιγμή που η επιθετικότητα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών θρυμματίζει τον κοινωνικό ιστό σε μια αυξανόμενη σειρά από χώρες. Το ότι σε μια δυτική χώρα όπως η Ελλάδα, ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού βλέπει να αποκόβεται από την πρόσβαση στην περίθαλψη και στις υπηρεσίες υγείας, λέει πολλά για την “ακρότητα” (να το τραβήξουν ώς το τέλος) των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων.
Την εποχή των αυτοκρατοριών, έπρεπε να εξασφαλιστεί η σταθερότητα των αποικιακών κατακτήσεων -καθώς και (έστω και σε μικρότερο βαθμό) των ζωνών επιρροής κατά τον ψυχρό πόλεμο. Ας πούμε ότι σήμερα, εξαιτίας της κινητικότητας και της χρηματιστηριοποίησης, αυτό εξαρτάται από το μέρος και τη στιγμή… Έτσι, ολόκληρες περιοχές μπορεί να εισέλθουν σε χρόνια κρίση κάτω από τα χτυπήματα της παγκοσμιοποίησης. Η εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων διαταγών από φθαρμένα δικτατορικά καθεστώτα προκάλεσε τις λαϊκές εξεγέρσεις του αραβικού κόσμου και μεγάλες κινητοποιήσεις στην Αφρική, ανοιχτές καθεστωτικές κρίσεις και αντεπαναστατικές βίαιες αντιδράσεις, που κατέληξαν σε έντονη αστάθεια.
Η ιδιαιτερότητα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού είναι ότι μοιάζει να βολεύεται με την κρίση ως διαρκή κατάσταση: αυτή γίνεται ουσιαστικό στοιχείο για το εσωτερικό της λειτουργίας του νέου παγκόσμιου συστήματος κυριαρχίας. Εάν αυτό είναι αλήθεια, τότε πρέπει να τροποποιήσουμε βαθιά την αντίληψή μας για την “κρίση”, ως ιδιαίτερης στιγμής ανάμεσα σε μακριές περιόδους “κανονικότητας” -και θα συνεχίσουμε να καταγράφουμε και να υφιστάμεθα τις επιπτώσεις της.
IV. Οι νέοι (πρωτο)ιμπεριαλισμοί
Οι παραδοσιακές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις θεώρησαν, μετά το 1991, ότι θα εισέρχονταν στην αγορά των τέως λεγόμενων “σοσιαλιστικών” χωρών σε βαθμό που φυσιολογικά θα τις υπέτασσαν -και αναρωτήθηκαν ακόμα και αν το ΝΑΤΟ θα εξακολουθούσε να είχε ένα ρόλο απέναντι στη Ρωσία. Η υπόθεση αυτή δεν ήταν παράλογη, όπως το αποδεικνύει η κατάσταση της Κίνας στην καμπή της δεκαετίας του 2000 και οι όροι για την ένταξη της χώρας αυτής στον ΠΟΕ (πολύ ευνοϊκοί για το διεθνές κεφάλαιο). Αλλά τα πράγματα πήραν διαφορετική τροπή -και αυτό δεν φαίνεται ότι είχε αρχικά ή σοβαρά παρθεί υπόψη από τις κύριες δυνάμεις.
Στην Κίνα, μια νέα αστική τάξη συγκροτήθηκε από το εσωτερικό της χώρας και του καθεστώτος, μέσω κυρίως της “αστικοποίησης” της γραφειοκρατίας, με αυτή την τελευταία να αυτομετασχηματίζεται σε κατέχουσα τάξη μέσα από μηχανισμούς που σήμερα ξέρουμε καλά. Ανασυγκροτήθηκε πάνω σε μια βάση ανεξαρτησίας (κληρονομιά της μαοϊκής επανάστασης) και όχι σαν αστική τάξη εξαρχής οργανικά υποταγμένη στον ιμπεριαλισμό. Η Κίνα έγινε έτσι μια καπιταλιστική δύναμη, που είναι εξάλλου διαρκές μέλος του συμβουλίου ασφαλείας του ΟΗΕ με δικαίωμα βέτο (τα ίδια ισχύουν και για τη Ρωσία), έστω και αν ο κοινωνικός σχηματισμός, που κληρονομήθηκε από μια πολύ ιδιαίτερη ιστορία, παραμένει πρωτότυπος.
Μπορούμε άραγε να την χαρακτηρίσουμε νέο ιμπεριαλισμό; Προφανώς θα πρέπει να διευκρινίσουμε τί εννοούμε με τον όρο αυτόν στο σημερινό παγκόσμιο πλαίσιο, πράγμα που αποτελεί άλλωστε και το αντικείμενο ακριβώς του κειμένου αυτού. Αλλά καθώς η Κίνα έχει γίνει η δεύτερη παγκόσμια δύναμη, μοιάζει όλο και πιο δύσκολο να της αρνηθεί κανείς αυτό το χαρακτήρα, όσο και να είναι εξάλλου ευάλωτο το σημερινό καθεστώς και η οικονομία της.
Η Ρωσία παραμένει οικονομικά εξαρτημένη από τις εξαγωγές της σε αγαθά πρώτων υλών (τα πετρελαϊκά προϊόντα αποτελούν τα δύο τρίτα). Η διεθνής της θέση στηρίζεται κατά πολύ στην έκταση του πυρηνικού της οπλοστασίου (ισορροπία παγκόσμιων δυνάμεων) και στην αποτελεσματικότητα της στρατιωτικής της δύναμης κρούσης σε περιφερειακό επίπεδο (Κριμέα, Συρία).
Οι λεγόμενες BRICS προσπάθησαν να παίξουν από κοινού στην αρένα της παγκόσμιας αγοράς, αλλά χωρίς μεγάλη επιτυχία. Οι χώρες που αποτελούν το εύθραυστο αυτό “στρατόπεδο” δεν βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Η Βραζιλία, η Ινδία, η Νότιος Αφρική μπορούν πιθανώς να χαρακτηριστούν ως υπο-ιμπεριαλισμοί -μια έννοια που προέρχεται από τη δεκαετία του 1970- και ως περιφερειακοί χωροφύλακες, αλλά με μια σημαντική διαφορά σε σχέση με το παρελθόν: διαθέτουν πολύ μεγαλύτερη ελευθερία εξαγωγής κεφαλαίων (βλέπε το “μεγάλο παιχνίδι” που έχει ανοίξει στην Αφρική με τον ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ, Καναδά, Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας, Ινδίας, Βραζιλίας, Νοτίου Αφρικής, Κίνας, Κατάρ, Τουρκίας, Νιγηρίας, Αγκόλας, …).
Τρία συμπεράσματα εδώ:
· Ο ανταγωνισμός μεταξύ καπιταλιστικών δυνάμεων αναζωογονείται με τη διείσδυση της Κίνας στην ανατολική Ασία αλλά και πιο πέρα, και της Ρωσίας στην Ανατολική Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή. Πρόκειται ασφαλώς για διενέξεις μεταξύ καπιταλιστικών δυνάμεων, επομένως για ποιοτική διαφοροποίηση σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο.
· Γενικότερα, σε σχέση με την ελευθερία κίνησης των κεφαλαίων, οι αστικές τάξεις (ακόμα και οι υποταγμένες) και οι πολυεθνικές του “Νότου” μπορούν να χρησιμοποιούν τους κανόνες που χαράχτηκαν μετά το 1991 από τις παραδοσιακές αστικές τάξεις για τον εαυτό τους, ιδιαίτερα στο χώρο των επενδύσεων, καθιστώντας πιο σύνθετο απ’ό,τι στο παρελθόν τον ανταγωνισμό στην παγκόσμια αγορά. Σε σχέση με την πώληση εμπορευμάτων, ο γενικευμένος ανταγωνισμός των εργαζομένων εξακολουθεί να προωθείται ασφαλώς από τις επιχειρήσεις των παραδοσιακών ιμπεριαλιστικών κέντρων και είναι αυτές ακριβώς που ελέγχουν την πρόσβαση στις καταναλωτικές αγορές των αναπτυγμένων χωρών και όχι οι εταιρείες των παραγωγικών χωρών. Ωστόσο, αυτό ισχύει όλο και λιγότερο στην περίπτωση της Κίνας ή και της Ινδίας ή της Βραζιλίας.
· Δεν υπάρχει μόνο κρίση νομιμοποίησης των κυρίαρχων τάξεων, αλλά και ιδεολογική κρίση. Αυτή εκδηλώνεται μέσα από την έκταση της θεσμικής κρίσης, όταν οι “κακοί” υποψήφιοι επιβάλλονται σε βάρος και ενάντια στο κατεστημένο, όταν οι ίδιες οι εκλογές χάνουν κάθε φερεγγυότητα στα μάτια αυξανόμενης μερίδας του πληθυσμού. Μην μπορώντας να απαντήσουν σε αυτό, θα καταφεύγουν αναγκαστικά όλο και περισσότερο στο “διαίρει και βασίλευε”, χρησιμοποιώντας το ρατσισμό, την ισλαμοφοβία και τον αντισημιτισμό, την ξενοφοβία και το στιγματισμό, είτε πρόκειται για τους Κορεάτες στην Ιαπωνία ή τους Αφροαμερικανούς στις ΗΠΑ και στη Βραζιλία, είτε για τους μουσουλμάνους στην Ινδία, για τους σιίτες, τους σουνίτες ή τους χριστιανούς σε μουσουλμανικές χώρες… Ο αγώνας κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας είναι περισσότερο από ποτέ ουσιαστικός χώρος αντίστασης σε διεθνή κλίμακα. Το ίδιο συμβαίνει και με τις άλλες μορφές διακρίσεων (σεξιστικές, κοινωνικές, …).
V. Νέες ακροδεξιές, νέοι φασισμοί
Μία από τις πρώτες επιπτώσεις της φαινομενώδους καταστροφικής δύναμης της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης είναι η εξίσου θεαματική άνοδος νέων ακροδεξιών και νέων φασισμών με (δυνητικά) μαζική βάση. Ορισμένες παίρνουν σχετικά κλασικές (ναζιστικές) μορφές, όπως η Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα, το γερμανικό NDP ή το ουγγαρέζικο Jobbik. Άλλες πάλι καρποφορούν πάνω σε νέες ξενοφοβίες και σε ταυτοτικές αναδιπλώσεις. Η ανάπτυξή τους είναι ιδιαίτερα σημαντική σε ένα τμήμα των ευρωπαϊκών χωρών (δεν ισχύει αυτό στην Ισπανία ή στην Πορτογαλία), όπως, ιδιαίτερα, το ολλανδικό PVV, το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο (FN), η ιταλική Λίγκα του Βορά, το αυστριακό FPÖ, οι “αληθινοί Φιλανδοί”, το βρετανικό UKIP,… Αυτοί όλοι επωφελούνται από μια τριπλή κρίση: κοινωνική, θεσμική και ταυτοτική. Το οικονομικό τους πρόγραμμα ποικίλει, αλλά έχουν για κοινό στοιχείο έναν ιδιαίτερα βίαιο αντιμεταναστευτικό λόγο και έναν ισλαμόφοβο ρατσισμό. Έτσι, στην Ολλανδία, ο Geert Wilders φτάνει να ζητάει ακόμα και το κλείσιμο όλων των τζαμιών!
Άλλες ακροδεξιές γεννιόνται με τη μορφή θρησκευτικών φονταμενταλισμών, και αυτό συμβαίνει με όλες τις “μεγάλες” θρησκείες (χριστιανική, βουδιστική, ινδουιστική, μουσουλμανική, …), ή “εθνο-θρησκειών” (σιωνιστική άκρα δεξιά), … Τα ρεύματα αυτά αντιπροσωπεύουν σήμερα σημαντική απειλή σε χώρες όπως η Ινδία, η Σρι Λάνκα, το Ισραήλ.
Έχουν καταφέρει να επηρεάσουν την πολιτική κυβερνήσεων τόσο σημαντικών όσο των ΗΠΑ (επί Μπους και σήμερα επί Τραμπ). Στη Γαλλία, ο υποψήφιος πρόεδρος Φρανσουά Φιγιόν, που υποστηρίχτηκε από την κυβερνητική δεξιά, προωθήθηκε από τα πιο αντιδραστικά καθολικά στρώματα. Ο χριστιανικός ριζοσπαστικός ευαγγελισμός κάνει θραύση στην Λατινική Αμερική και στην Αφρική. Ο μουσουλμανικός κόσμος δεν έχει, επομένως, το μονοπώλιο στο χώρο αυτόν. Αλλά σε αυτόν πήρε μια ιδιαίτερα διεθνή διάσταση, με “διασυνοριακά” κινήματα όπως το Ισλαμικό Κράτος ή οι ταλιμπάν, με δίκτυα που συνδέονται πάνω-κάτω και τυπικά από το Μαρόκο ώς την Ινδονησία και τις νότιες Φιλιππίνες.
Από γενική άποψη, πρέπει να αναλύσουμε περισσότερο τις νέες ακροδεξιές, είτε είναι είτε όχι θρησκευτικές: δεν είναι απλώς αντίγραφα του παρελθόντος: εκφράζουν τη σημερινή εποχή! Είναι σημαντικό να χαρακτηριστούν πολιτικά, για να κατανοηθεί ο ρόλος που παίζουν (ας θυμίσουμε ότι όχι και τόσο παλιά ένα μη αμελητέο τμήμα της διεθνούς ριζοσπαστικής αριστεράς έβλεπε στον ισλαμικό φονταμενταλισμό την έκφραση ενός “αντικειμενικά” προοδευτικού ρόλου, έστω και ιδεολογικά αντιδραστικού). Αυτό είναι απαραίτητο για να καταπολεμηθούν οι ερμηνείες για “ουσίες” από τη “σύγκρουση των πολιτισμών”. Πρόκειται για ακροδεξιά και αντιδραστικά ρεύματα. Συνέβαλαν, έτσι, στο να δοθεί ένα κρίσιμο πλήγμα και να σταματήσει η δυναμική των λαϊκών επαναστάσεων που γεννήθηκαν στην “αραβική άνοιξη”. Δεν έχουν το μονοπώλιο ούτε της ακραίας βίας (βλέπε το καθεστώς Ασάντ!) ούτε της “βαρβαρότητας” (η ιμπεριαλιστική τάξη είναι “βάρβαρη”). Αλλά ασκούν στην κοινωνία έναν έλεγχο και μια τρομοκρατία που έρχεται “από τα κάτω” και που θυμίζει σε πολλές περιπτώσεις τους μεσοπολεμικούς φασισμούς, πριν ανέλθουν στην εξουσία.
Όπως όλοι οι πολιτικοί όροι, έτσι και ο φασισμός έχει συχνά παραποιηθεί ή ερμηνευτεί με διάφορους τρόπους. Ωστόσο, οι δικές μας οργανώσεις συζητούν για το ζήτημα αυτό -πώς εξελίσσονται τα φονταμενταλιστικά κινήματα και οι εθνικιστικές ακροδεξιές που μπορούν να χαρακτηριστούν ή όχι ως φασιστικές- για παράδειγμα σε χώρες όπως το Πακιστάν (ο χώρος των ταλπιμπάν) ή η Ινδία (RSS), επιπλέον από το Ισλαμικό Κράτος για παράδειγμα. Ο “θεοφασισμός” θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως γενικός όρος για τέτοιο τύπο ρευμάτων, όλων των θρησκειών.
Όποιες και να είναι οι πιο κατάλληλες ονομασίες για να χαρακτηριστούν οι νέες ακροδεξιές, η άνοδός τους θέτει στη δική μας γενιά αγωνιστών πολιτικά προβλήματα με τα οποία δεν είχαμε να αναμετρηθούμε στην προηγούμενη περίοδο -“αντιφασιστική” αντίσταση σε πλατιά κλίμακα. Πρέπει να δουλέψουμε σε αυτό και χρειάζεται, για αυτό, να συλλογικοποιήσουμε τις εθνικές ή περιφερειακές αναλύσεις και εμπειρίες.
Γενικότερα, η ανανέωση των ριζοσπαστικών δεξιών τροφοδοτεί μια πολύ επικίνδυνη αντιδραστική ώθηση που έχει για στόχο να θέσει σε αμφισβήτηση ιδιαίτερα τα θεμελιώδη δικαιώματα των γυναικών και των LGBTI, με τη στήριξη συχνά των θεσμικών εκκλησιών σε θέματα όπως η έκτρωση (Ισπανία, όπου ένα άθλιο νομοσχέδιο για την κατάργηση των εκτρώσεων αποσοβήθηκε, Ιταλία, Πολωνία, Νικαράγουα, …) ή η κατοχύρωση της οικογένειας (που προβλέπει επιστροφή σε πολύ συντηρητική αντίληψη για το ρόλο της γυναίκας, ..), ακόμα και σε αληθινό κυνήγι μαγισσών ενάντια στους ομοφυλόφιλους (Ιράν, ορισμένες αφρικανικές χώρες όπου είναι ισχυρά τα ευαγγελικά ρεύματα, …) ή και σε τρανς. Η αντίδραση επιτίθεται, έτσι, μετωπικά στο δικαίωμα αυτοδιάθεσης των γυναικών και των ατόμων (αναγνώριση της ποικιλίας σεξουαλικής κατεύθυνσης), δικαιώματα που έχουν κατακτηθεί με μακριούς αγώνες.
VI. Αυταρχικά καθεστώτα, δημοκρατική απαίτηση και αλληλεγγύη
Αυτή η επάνοδος των αντιδραστικών δεξιών ευνοείται από την ιδεολογία της ασφάλειας που προωθούν σήμερα οι αστικές κυβερνήσεις στο όνομα της μάχης κατά της τρομοκρατίας ή της “παράνομης” μετανάστευσης. Συμπληρωματικά, αυτές οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν τους φόβους που έτσι τροφοδοτούνται για να σκληρύνουν το κατασταλτικό κράτος, να εγκαθιδρύσουν όλο και πιο αστυνομικά καθεστώτα και να καταστήσουν αποδεκτά τα ελευθεριοκτόνα μέτρα τους: ολόκληροι πληθυσμοί βρίσκονται πλέον σε καθεστώς “υπόπτου” και υποβάλλονται σε παρακολούθηση.
Ακόμα και σε χώρες μεγάλης παράδοσης αστικής δημοκρατίας, βλέπουμε μια αληθινή αλλαγή καθεστώτος. Νομοθεσίες εμφυλίου πολέμου υιοθετούνται με πρόσχημα την αντιτρομοκρατία. Συστήματα μαζικής παρακολούθησης εγκαθίστανται. Ο στρατός αναλαμβάνει αστυνομικές εξουσίες (Γαλλία). Οι αστυνομικές δυνάμεις στρατιωτικοποιούνται. Μέτρα έκτακτης ανάγκης εισάγονται στο τρέχον δίκαιο. Η εκτελεστική εξουσία επεκτείνει τις αρμοδιότητές της σε βάρος της δικαστικής εξουσίας…
Η βαθμιαία γενίκευση των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης συμβάλλει στην άρνηση της ανθρώπινης υπόστασης ολόκληρων κοινωνικών ομάδων: μειονότητες, μετανάστες, … Η συστηματική προσφυγή στα “εγκλήματα” της βλασφημίας, της “προδοσίας”, του “πλήγματος στην εθνική ασφάλεια ή ταυτότητα” συμβάλλει σε αυτό. Η ύπουλη επιστροφή της πολιτικής της απο-ανθρωποποίησης (που τροφοδότησε τις χτεσινές γενοκτονίες) αποτελεί ένδειξη, όχι απλώς αντιδραστικών, αλλά αντεπαναστατικών τάσεων.
Η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση έχει προκαλέσει κρίση στους λεγόμενους δημοκρατικούς θεσμούς (εκεί όπου υπήρχαν) και στον αστικό κοινοβουλευτισμό. Απέναντι την απώλεια αυτή νομιμοποίησης, η κυρίαρχη τάση είναι η εγκαθίδρυση -βίαιη ή έρπουσα- αυταρχικών καθεστώτων που να ξεφεύγουν από τη λαϊκή επικυριαρχία (εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα: ορισμένες τέως στρατιωτικές δικτατορίες μπορεί ακόμα να υποχρεώνονται να αποδώσουν ή να μοιραστούν ένα τμήμα της εξουσίας, όπως στη Βιρμανία). Το δικαίωμα επιλογής απλώς το αρνιούνται στους πληθυσμούς στο όνομα συμφώνων ή ρυθμίσεων που έχουν συνυπογράψει οι κυβερνώντες τους.
Η δημοκρατική απαίτηση -“αληθινή δημοκρατία τώρα!”- κερδίζει έτσι μια πιο άμεσα ανατρεπτική διάσταση απ’ό,τι συνέβαινε συχνά στο παρελθόν, που επιτρέπει να της δοθεί ένα εναλλακτικό, λαϊκό, περιεχόμενο. Το ίδιο και η καθολικότητα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και η εμπορευματοποίηση των “κοινών αγαθών της ανθρωπότητας” που τις συνοδεύει επιτρέπει τη σύγκλιση κοινωνικών αντιστάσεων, όπως το είδαμε στο πλαίσιο του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, που ήδη γίνονται αισθητές, προσφέρουν επίσης ένα νέο χώρο δυνητικά αντικαπιταλιστικών συγκλίσεων.
Ωστόσο, οι διαρκείς επιπτώσεις των ηττών του εργατικού κινήματος και η νεοφιλελεύθερη ιδεολογική ηγεμονία, η απώλεια φερεγγυότητας της σοσιαλιστικής εναλλακτικής λύσης, αντιβαίνουν τις θετικές αυτές τάσεις. Είναι δύσκολο να αποκτήσουν διάρκεια οι συχνά σημαντικές επιτυχίες των κινημάτων διαμαρτυρίας. Η οξύτητα των καταπιέσεων μπορεί, σε αυτό το πλαίσιο, να ενισχύσει “κλειστές” ταυτοτικές αντιστάσεις, όπου μια καταπιεσμένη κοινότητα παραμένει αδιάφορη απέναντι στη μοίρα που επιφυλάσσεται σε άλλους καταπιεσμένους (όπως στην περίπτωση του “ομοεθνικισμού”). Η θρησκειοποίηση πολλών συγκρούσεων επίσης συμβάλλει στη διάσπαση των καταπιεσμένων και εκμεταλλευομένων.
Η νεοφιλελεύθερη τάξη δεν μπορεί να επιβληθεί παρά μόνο εάν καταφέρει να καταστρέψει τις παλαιότερες μορφές αλληλεγγύης και να πνίξει την ανάδυση νέων μορφών της. Όσο αναγκαία και να είναι, δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η αλληλεγγύη αναπτύσσεται “φυσικά” απέναντι στην κρίση, όπως ούτε και ο διεθνισμός απέναντι στο παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο. Χρειάζεται και μια συντονισμένη και συστηματική προσπάθεια στο χώρο αυτόν.
VII. Καπιταλιστική επέκταση και κλιματική κρίση
Η επανένταξη του σινο-σοβιετικού “στρατοπέδου” στην παγκόσμια αγορά επέτρεψε μια τεράστια επέκταση της γεωγραφικής περιοχής όπου κυριαρχεί το κεφάλαιο, πράγμα που θεμελιώνει την αισιοδοξία των ιμπεριαλιστικών αστικών τάξεων. Αλλά επίσης θεμελιώνει και μια δραματική επιτάχυνση της παγκόσμιας οικολογικής κρίσης, σε πολλούς χώρους. Έχουμε φτάσει μάλιστα στο σημείο όπου η μείωση των εκπομπών αερίων με επίπτωση θερμοκηπίου να πρέπει να αρχίσει χωρίς καθυστέρηση και στις μεγάλες χώρες του Νότου που εκπέμπουν και όχι μόνο του Βορρά.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ρύθμιση του “οικολογικού χρέους” στο Νότο δεν πρέπει να ευνοήσει την παγκόσμια καπιταλιστική ανάπτυξη και να ωφελήσει είτε τις ιαπωνο-δυτικές πολυεθνικές που έχουν εγκατασταθεί στο Νότο είτε τις πολυεθνικές του Νότου (του τύπου των βραζιλιάνικων αγροτο-βιομηχανικών, κλπ.), πράγμα που θα τροφοδοτούσε αναγκαστικά όλο και περισσότερες κοινωνικές και περιβαλλοντικές κρίσεις.
Εξακολουθεί να υπάρχει πάντα η ανάγκη μιας αλληλεγγύης του “Βορρά προς το Νότο”, για παράδειγμα σε υπεράσπιση των θυμάτων του κλιματικού χάους. Ωστόσο, περισσότερο από ποτέ, είναι ένας κοινός “αντισυστημικός” αγώνας που βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη στις σχέσεις “Βορρά-Νότου” από την άποψη των λαϊκών τάξεων: Δηλαδή πρόκειται για έναν συγκλίνοντα αγώνα για μια αντικαπιταλιστική εναλλακτική, για μια άλλη αντίληψη ανάπτυξης, τόσο στο “Βορρά” όσο και στο “Νότο” (η ετερογένεια του “Βορρά” και του “Νότου” είναι σήμερα τέτοια που οι έννοιες αυτές μπορεί να είναι παραπλανητικές).
Με την αφετηρία να είναι ο κοινωνικο-περιβαλλοντικός αγώνας για “να αλλάξουμε το σύστημα, όχι το κλίμα”, αυτός έχει για άρθρωση τα κοινωνικά κινήματα και όχι μόνο τις ειδικές συμμαχίες για το κλίμα. Πρέπει, έτσι, να δουλέψουμε για τη συνάρθρωση ανάμεσα στα δύο. Εάν δεν “οικολογικοποιήσουμε” τον κοινωνικό αγώνα (όπως αυτό που ήδη γίνεται σε αγροτικούς και αστικούς αγώνες), η αριθμητική επέκταση των “κλιματικών” κινητοποιήσεων θα παραμείνει στην επιφάνεια των πραγμάτων.
Η οργάνωση των θυμάτων του κλιματικού χάους, η υπεράσπισή τους και η βοήθεια στην αυτοοργάνωσή τους αποτελούν πλήρως τμήμα της οικολογικής πάλης.
Οι επιπτώσεις ενός συνολικού ενεργειακού συστήματος που βασίζεται σε ορυκτά καύσιμα είναι σήμερα σαφείς. Εξαιτίας της παγκόσμιας ατμοσφαιρικής θέρμανσης, η κάλυψη σε πάγους συρρικνώνεται, το επίπεδο των ωκεανών ανεβαίνει, οι υδροφόροι ορίζοντες στερεύουν, οι έρημοι επεκτείνονται, το νερό γίνεται όλο και πιο σπάνιο, η γεωργία απειλείται και τα ακραία κλιματικά φαινόμενα γίνονται όλο και πιο συχνά. Οι επιπτώσεις από τον σούπερ τυφώνα Haiyan στις Φιλιππίνες ξεπερνούν σε έκταση όλα για όσα μας είχαν ήδη προειδοποιήσει. Το προαναγγελμένο μέλλον ανήκει ήδη στο παρόν. Αυτό έχει αποσταθεροποιητικές επιπτώσεις που πηγαίνουν πολύ πιο πέρα από τις περιοχές που πλήττονται άμεσα και προκαλούν αλυσιδωτές αντιδράσεις (βλέπε τις εντάσεις ανάμεσα στο Μπανγκλαντές και την Ινδία στο ζήτημα των προσφύγων μεταναστών, ή τις διακρατικές συγκρούσεις για τον έλεγχο υδατοφόρων αποθεμάτων).
Οι επιστήμονες συμφωνούν ότι μια μέση αύξηση άνω των 2 βαθμών Κελσίου της θερμοκρασίας στην επιφάνεια του πλανήτη σε σχέση με το προβιομηχανικό επίπεδο θα έβαζε σε κίνηση κλιματικές αντιδράσεις που, αφού ξεκινήσουν, θα είναι αδύνατον να σταματήσουν. Με δεδομένο αυτό, υπάρχουν μερικά βασικά ζητήματα που παραμένουν απολύτως άλυτα.
Το λιώσιμο των πάγων κινδυνεύει να προκαλέσει μια καταστροφική ανύψωση του επιπέδου των θαλασσών απειλώντας τους παραθαλάσσιους οικισμούς στον κόσμο, τις νησιωτικές κοινότητες ή χώρες και περιοχές με χαμηλό υψόμετρο (Μπανγκλαντές, …), η μεγάλη μάζα του πάγου στη δυτική Ανταρκτική δείχνει σήμερα σημάδια αποσταθεροποίησης, ενώ το λιώσιμό του θα μπορούσε να ανεβάσει το επίπεδο των ωκεανών κατά 7 μέτρα.
Πώς να τραφεί ο πληθυσμός του πλανήτη χωρίς να αυξηθεί η προσφυγή σε βιομηχανικές αγρο-καλλιέργειες (αγροτο-βιομηχανία) και στην όλο και αυξανόμενη χρήση παρασιτοκτόνων, ζιζανιοκτόνων και μεταλλαγμένων, που καταστρέφουν τη βιόσφαιρα; Το ζήτημα κλειδί είναι η τροφική κυριαρχία, που να δίνει στους λαούς το δικαίωμα και τα μέσα για να ορίσουν τα δικά τους τροφικά συστήματα. Να δίνει την εξουσία σε αυτούς(-ές) που παράγουν, διανέμουν και καταναλώνουν, αντί στις μεγάλες επιχειρήσεις και στους θεσμούς της αγοράς, που σήμερα κυριαρχούν τον κλάδο. Επιτρέπει να τεθεί τέλος στην ιδιοποίηση των εδαφών και απαιτεί μια μεγάλη αγροτική μεταρρύθμιση για να επανέλθει η γη στους παραγωγούς.
Η πιο καταστροφική πλευρά της περιβαλλοντικής κρίσης είναι ίσως η επίπτωσή της στη βιοποικιλότητα -αυτό που ονομάζεται η “έκτη εξαφάνιση”. Μια αύξηση της ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας κατά περίπου 3 βαθμούς Κελσίου, για παράδειγμα, θα σήμαινε ότι το ήμισυ όλων των ειδών θα καταδικάζονταν. Το ένα τέταρτο όλων των θηλαστικών βρίσκεται σε κίνδυνο. Η τωρινή οξύνιση των ωκεανών προκαλεί το θάνατο κοραλλιότοπων, καθώς και των οργανισμών που εξαρτώνται από την ασβεστοποίηση των κελυφών τους. Το μέλλον του δικού μας είδους δεν μπορεί να διαχωριστεί από αυτή την κρίση της βιοποικιλότητας.
IX. Ένας κόσμος διαρκών πολέμων
Έχουμε μπει πλήρως σε έναν κόσμο διαρκών πολέμων (στον πληθυντικό). Η κατάσταση αυτή δεν αναφέρεται μόνο στις διεθνείς συγκρούσεις. Χαρακτηρίζει επίσης και την εσωτερική κατάσταση χωρών της Αφρικής ή της Λατινικής Αμερικής, όπως το Μεξικό.
Οι πόλεμοι αυτοί είναι για να μείνουν και με πολλές πλευρές τους. Πρέπει, επομένως, να ενδιαφερθούμε και πάλι για το πώς διεξάγονται, όπως και για τις λαϊκές αντιστάσεις, για να καταλάβουμε καλύτερα τις συνθήκες του αγώνα, την πραγματικότητα μιας κατάστασης, τις συγκεκριμένες απαιτήσεις της αλληλεγγύης… Για αυτό, ο κάθε πόλεμος πρέπει να αναλυθεί στις ιδιαιτερότητές του. Βρισκόμαστε, πράγματι, μπροστά σε πολύ σύνθετες καταστάσεις, όπως σήμερα στη Μέση Ανατολή όπου, στο πλαίσιο ενός ενιαίου θεάτρου επιχειρήσεων (Ιράκ-Συρία), αλληλο-επικαλύπτονται συγκρούσεις με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, σε βαθμό που τροφοδοτούνται εντάσεις και αντιφάσεις ανάμεσα σε προοδευτικές δυνάμεις.
Χρειάζεται, ωστόσο, να κρατήσουμε την πυξίδα σε μια πολύ σύνθετη γεωπολιτική: ταξική ανεξαρτησία ενάντια στους ιμπεριαλισμούς, ενάντια στους μιλιταρισμούς, ενάντια στους φασισμούς και ενάντια στην άνοδο των ταυτοτικών “αντι-αλληλέγγυων” κινημάτων (ρατσιστικών, ισλαμοφοβικών και αντισημιτικών, ξενόφοβων, καστεϊκών, φονταμενταλιστικών, ομόφοβων, μισογύνικων, αρενωπίστικων, …).
X. Τα όρια της υπερδύναμης
Οι ενιαίοι κανόνες της παγκοσμιοποιημένης καπιταλιστικής τάξης δεν εμποδίζουν ορισμένες χώρες να είναι πιο ίσες από άλλες. Οι ΗΠΑ επιτρέπουν στον εαυτό τους πράγματα που δεν τα επιτρέπουν σε άλλους. Παίζουν με τη θέση του δολαρίου για να “εξάγουν” το “δικαίωμά” τους σε νομικές απαιτήσεις. Ελέγχουν μεγάλο τμήμα των πιο προχωρημένων τεχνολογιών και διαθέτουν μια στρατιωτική δύναμη χωρίς ανάλογο. Το κράτος τους διατηρεί τις πυρηνικές του λειτουργίες παγκοσμίως που άλλα κράτη δεν έχουν πλέον -ή που δεν έχουν τα μέσα για να το κάνουν.
Οι ΗΠΑ παραμένουν η μόνη υπερδύναμη στον κόσμο -και όμως, χάνουν τους πολέμους που ξεκίνησαν, από το Αφγανιστάν ώς τη Σομαλία. Το φταίξιμο ίσως να είναι η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση που τους απαγορεύει να παγιώσουν κοινωνικά (σε συμμαχία με τις τοπικές ελίτ) τα προσωρινά στρατιωτικά τους οφέλη. Είναι ίσως επίσης μια επίπτωση της ιδιωτικοποίησης των στρατευμάτων, καθώς οι εταιρείες μισθοφόρων παίζουν αυξανόμενο ρόλο, όπως και οι “ανεπίσημες” ένοπλες συμμορίες στην υπηρεσία ιδιαίτερων συμφερόντων (μεγάλων επιχειρήσεων, μεγάλων κατεχόντων οικογενειών, …).
Όμως είναι επίσης και το γεγονός ότι αυτή η υπερδύναμη, όσο σούπερ και να είναι, δεν έχει τα μέσα να επεμβαίνει παντού σε συνθήκες γενικευμένης δομικής αστάθειας. Θα χρειαζόταν δευτεροκλασάτους ιμπεριαλισμούς που να είναι σε θέση να την συνδράμουν. Η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία δεν έχουν πλέον παρά περιορισμένες δυνατότητες. Η Ιαπωνία πρέπει ακόμα να διαλύσει τις αντιστάσεις της κοινωνίας της σε μια πλήρη επαναστρατιωτικοποίηση. Το Brexit έφερε τελειωτικό χτύπημα στη συγκρότηση ενός ενοποιημένου ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού: την ώρα που το Ηνωμένο Βασίλειο διαθέτει έναν από τους δύο σημαντικούς στρατούς της Ένωσης (συν το ένα από τα κύρια διπλωματικά και χρηματοπιστωτικά δίκτυα και τη μία από τις κύριες οικονομίες της).
Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και οι μονομερείς του διακηρύξεις θέτουν με οξυμένο τρόπο ένα παλαιότερο πρόβλημα: σε ποιό βαθμό η “στρατηγική ομπρέλα” που παρέχουν οι ΗΠΑ είναι εγγυημένη; Η απάντηση είναι σαφής: σε ένα αβέβαιο μέτρο. Οι γύπες της ιαπωνικής δεξιάς βγάζουν τα σχετικά συμπεράσματα. Τί θα γίνει στη δυτική Ευρώπη; Η ιμπεριαλιστική Γερμανία βρίσκεται υπό πίεση. Μπορεί να συνεχίσει να επωφελείται από την κυρίαρχη οικονομική της δύναμη χωρίς να αναλαμβάνει στρατιωτικές ευθύνες; Η κρίση της ΕΕ, η ρώσικη πίεση και η θέση της Ουάσιγκτον θέτουν αντικειμενικά το ερώτημα του γερμανικού επανεξοπλισμού -την ίδια ώρα που στη χώρα αυτήν (όπως και στην Ιαπωνία) η απέχθεια προς τον μιλιταρισμό είναι πολύ βαθιά στον πληθυσμό.
Όποιος λέει πόλεμος λέει ταυτόχρονα και αντιπολεμικό κίνημα. Καθώς οι πόλεμοι είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, η συγκρότηση συντονισμένων αντιπολεμικών κινημάτων δεν είναι αυτονόητη. Η αγωνιστική ματιά από τη (δυτική) Ευρώπη στο ζήτημα αυτό μοιάζει απαισιόδοξη, καθώς ο “καμπισμός” έχει διαβρώσει και εξασθενίσει τις κύριες καμπάνιες στο χώρο αυτόν. Αλλά αντιπολεμικό κίνημα υπάρχει, ιδιαίτερα στην Ασία -και το ξεπέρασμα των συνόρων, στην Ευρασία, που κληρονομήθηκαν από την εποχή των στρατοπέδων, θα γίνει ιδιαίτερα σε αυτό το ζήτημα.
X. Διεθνισμός κατά καμπισμού
Δεν υπάρχει πλέον καμία μεγάλη δύναμη (μια κατηγορία στην οποία η Κούβα δεν ανήκει) που να είναι “μη” ή “αντι” καπιταλιστική. Πρέπει να βγάλουμε όλα τα συμπεράσματα.
Στο παρελθόν, χωρίς ποτέ να ευθυγραμμιστούμε με την διπλωματία του Πεκίνου, υπερασπιζόμασταν τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (και τη δυναμική της επανάστασης) ενάντια στη ιαπωνο-αμερικάνικη συμμαχία -με αυτή την έννοια βρισκόμασταν στο στρατόπεδό της. Αντιτασσόμασταν στο ΝΑΤΟ ό,τι και να σκεφτόμασταν για το σταλινικό καθεστώς. Δεν είμασταν ωστόσο “καμπιστές”, γιατί αυτό καθόλου δεν μας περιόριζε στον αγώνα μας κατά της σταλινικής γραφειοκρατίας. Ενεργούσαμε απλώς μέσα σε έναν κόσμο όπου διαρθρώνονταν γραμμές σύγκρουσης επανάστασης και αντεπανάστασης, στρατοπέδων Ανατολής και Δύσης, καθώς και ΕΣΣΔ και Κίνας. Δεν είναι πλέον η περίπτωση σήμερα.
Η “καμπίστικη” λογική πάντα οδηγούσε στην εγκατάλειψη των θυμάτων (όσων βρίσκονται στην κακή μεριά) στο όνομα του αγώνα κατά του “κύριου εχθρού”. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο σήμερα απ’ό,τι στο παρελθόν, γιατί οδηγεί στην τοποθέτηση στο πλευρό μιας καπιταλιστικής δύναμης (Ρωσία, Κίνα) -ή, αντίστροφα, στο δυτικό στρατόπεδο, όταν η Μόσχα ή το Πεκίνο θεωρούνται ως η κύρια απειλή. Με αυτόν τον τρόπο, τροφοδοτούνται επιθετικοί εθνικισμοί και καθαγιάζονται τα σύνολα που έχουν κληρονομηθεί από την εποχή των “στρατοπέδων”, ενώ ακριβώς θα έπρεπε να τα σβήσουμε.
Ο καμπισμός μπορεί επίσης εύκολα να οδηγήσει στο να υποστηριχτεί στη Συρία το δολοφονικό καθεστώς του Ασάντ και η ρώσικη επέμβαση –ή ο Συνασπισμός κάτω από την ηγεσία των ΗΠΑ και με τη συμμετοχή ιδιαίτερα της Σαουδικής Αραβίας. Ακόμα και μπροστά στο μαρτύριο του Χαλεπιού, ένα τμήμα της διεθνούς ριζοσπαστικής αριστεράς συνέχισε να κοιτάει αλλού, για να μην έρθει σε ρήξη με την καμπίστικη παράδοσή της. Άλλα ρεύματα αρκούνται στο να καταδικάζουν την ιμπεριαλιστική επέμβαση στο Ιράκ και τη Συρία (πράγμα που ασφαλώς πρέπει να κάνουμε), αλλά χωρίς να λένε τί είναι ή τί κάνει το Ισλαμικό Κράτος ούτε να καλούν σε αντίσταση απέναντί του.
Αυτού του είδους η τοποθέτηση απαγορεύει να τεθεί με σαφήνεια το σύνολο των καθηκόντων αλληλεγγύης. Το να θυμίζουμε την ιστορική ευθύνη των ιμπεριαλισμών, της επέμβασης του 2003, τους ανομολόγητους στόχους της σημερινής επέμβασης, το να καταγγείλουμε τον δικό μας ιμπεριαλισμό, δεν αρκεί. Πρέπει να σκεφτούμε τα συγκεκριμένα καθήκοντα αλληλεγγύης από την άποψη των αναγκών (ανθρωπιστικών, πολιτικών και υλικών) των πληθυσμών που αποτελούν τα θύματα και των κινημάτων που αγωνίζονται. Πράγμα που δεν μπορεί να γίνει χωρίς σύγκρουση με το καθεστώς του Ασάντ και με τα αντεπαναστατικά φονταμενταλιστικά κινήματα.
Το ίδιο και στην περίπτωση των συνοριακών συγκρούσεων που χωρίζουν σήμερα την ανατολική Ευρώπη, όπως στην περίπτωση της Ουκρανίας, η κατεύθυνσή μας ήταν να δώσουμε τη μάχη, σε όλες τις χώρες, μέσα ή έξω από την ΕΕ, για μια άλλη Ευρώπη που να βασίζεται στην ελεύθερη σύνδεση των επικυρίαρχων λαών ενάντια σε όλες τις σχέσεις κυριαρχίας (εθνικές, κοινωνικές, …) -πράγμα που σημαίνει για μας το σοσιαλισμό.
XI. Ανθρωπιστική κρίση
Νεοφιλελεύθερες πολιτικές, πόλεμοι, κλιματικό χάος, οικονομικοί σπασμοί, οξυμένη βία, διάφορα πογκρόμ, κατάρρευση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας, καταστροφικές επιδημίες, γυναίκες που μετατρέπονται σε δούλες, εξαναγκαστικές μεταναστεύσεις, παιδιά που πεθαίνουν αργά από δίψα, εγκαταλειμμένα από τους γονείς τους στο μέσον του σαχέλ… Ο θριαμβεύων αχαλίνωτος καπιταλισμός γεννάει έναν κόσμο όπου οι ανθρωπιστικές κρίσεις πολλαπλασιάζονται.
Η αποσύνθεση της κοινωνικής τάξης πραγμάτων αγγίζει ολομέτωπα τα κράτη σε χώρες όπως το Πακιστάν. Στο Μεξικό, ιδιαίτερα, η αποσύνθεση του καπιταλισμού δεν οδήγησε στην ανάδυση ενός νέου φασισμού, αλλά μετέτρεψε τις εγκληματικές συμμορίες του περιθωρίου, οι οποίες δρουν στην παρανομία, σε αληθινές ομάδες εξουσίας, σε σύνδεση με την κυρίαρχη πολιτική τάξης και με το διεθνές χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Αυτές επεκτείνουν τα δίκτυά τους στην υπόλοιπη λατινική Αμερική και στις ΗΠΑ. Πέρα από το εμπόριο ναρκωτικών, έχουν εμπλακεί και στις απαγωγές και στο εμπόριο γυναικών. Ελέγχουν πλατιά τμήματα του εδάφους και διαθέτουν κοινωνική βάση. Ο λεγόμενος πόλεμος κατά των ναρκωτικών, οι συγκρούσεις ανάμεσα στις διάφορες εγκληματικές συμμορίες και οι “παράπλευρες” απώλειές τους έχουν προκαλέσει περισσότερους νεκρούς από τον πόλεμο στο Ιράκ. Η ύπαρξή τους διευκολύνει την καπιταλιστική συσσώρευση με απαλλοτρίωση εκδιώχνοντας χιλιάδες αγρότες και αυτόχθονους λαούς από τη γη τους προς όφελος των πολυεθνικών που ειδικεύονται κυρίως στις εξορύξεις. Αυτές δικαιολογούν τη στρατιωτικοποίηση της χώρας και την ποινικοποίηση της κοινωνικής διαμαρτυρίας. Παρόλο που οι ίδιες δεν διεκδικούν πολιτικό προφίλ, οι συμμορίες αυτές στηρίζουν τη διαδικασία συσσώρευσης του κεφαλαίου και προωθούν μια μισογυνική, σεξιστική, ομόφοβη και ξενόφοβη κουλτούρα. Μπορεί να προσφέρουν γόνιμο έδαφος για τη δημιουργία παραστρατιωτικών ομάδων στην υπηρεσία των ολιγαρχιών.
Αντί να ενισχύεται απέναντι στις έκτακτες καταστάσεις, το ανθρωπιστικό δίκαιο πετιέται στα σκουπίδια από τα κράτη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν κρατάει ούτε καν τα προσχήματα στο σεβασμό του διεθνούς δικαίου σε ό,τι αφορά την υποδοχή προσφύγων. Η άθλια συμφωνία που διαπραγματεύτηκε με την Τουρκία αποτελεί απεικόνιση αυτού. Το ίδιο συμβαίνει και με τη μοίρα των Ροχίνγκια στη νοτιοανατολική Ασία.
Μια χωρίς όρια βία προβάλλεται συχνά χωρίς ντροπή. Η υπερ-βία, σε αυτές τις περιπτώσεις, όχι μόνο δεν κρύβεται, αλλά και προβάλλονται στο προσκήνιο, όπως το κάνει το Ισλαμικό Κράτος. Η γυναικοκτονία σε χώρες όπως η Αργεντινή ή το Μεξικό -γυναίκες που παλουκώνονται ή καίγονται-παίρνει ακραίες μορφές που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από την “παραδοσιακή” βία των “εγκλημάτων τιμής” (όπου όσες εξεγείρονταν κατά της πατριαρχικής τάξης θάβονταν ζωντανές…).
Μετά τον Τζορτζ Β. Μπους και τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, ακόμα και η ανθρώπινη υπόσταση του εχθρού παραμερίζεται από όλο και περισσότερες κυβερνήσεις. Στο όνομα της μάχης του Καλού κατά του Κακού, ο “ανθρωπιστικός πόλεμος” απελευθερώθηκε πράγματι από το ανθρωπιστικό δίκαιο και από το δίκαιο του πολέμου: ο “απόλυτος” εχθρός δεν έχει πλέον δικαίωμα σε κανένα δίκαιο -σαπίζει λοιπόν στις φονταμενταλιστικές φυλακές ή στη “μαύρη τρύπα” του Γκουντάναμο και των μυστικών φυλακών της CIA.
Σε αυτή τη σύγχρονη βαρβαρότητα πρέπει να απαντήσει μια επέκταση των διεθνιστικών χώρων δράσης. Η αγωνιστική αριστερά και τα κοινωνικά κινήματα πρέπει ιδιαίτερα να εξασφαλίσουν την ανάπτυξη της αλληλεγγύης “από λαό προς λαό”, από “κοινωνικό κίνημα προς κοινωνικό κίνημα”, με τα θύματα της ανθρωπιστικής κρίσης.
Μετά από μια περίοδο όπου η ίδια η έννοια του διεθνισμού ήταν συχνά στόχος χλεύης, το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα και κατόπιν ο πολλαπλασιασμός των “καταλήψεων” πλατειών ή συνοικιών, της ξανάδωσαν την ευγενή της χροιά. Πρέπει τώρα αυτός ο αναζωογονημένος διεθνισμός να βρει μορφές δράσης πιο μόνιμες, σε όλους τους χώρους διαμαρτυρίας. Αυτό δεν θα γίνει αυθόρμητα: παρατηρούμε πράγματι μια μείωση της αίσθησης αλληλεγγύης ή της εφαρμογής της σε μια σειρά χώρες.
XII. Ένας παγκοσμιοποιημένος κοινωνικός πόλεμος
Ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός διεξάγει έναν παγκοσμιοποιημένο κοινωνικό πόλεμο.
Είναι δύσκολο να προβλέψουμε την μεσοπρόθεσμη εξέλιξη της διεθνούς κατάστασης, ιδιαίτερα σε οικονομικό επίπεδο. Μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση απειλεί, χωρίς κανείς να ξέρει ποιός θα είναι ο καταλύτης της και ποιές οι επιπτώσεις της. Οι τεχνολογικές ανακαινίσεις που συνδέονται με την πληροφορική θα έχουν άραγε ή όχι μια σημαντική επίπτωση στην παραγωγικότητα της εργασίας; Βρισκόμαστε άραγε σε μια περίοδο μακροχρόνιας στασιμότητας; Η κλιματική θέρμανση θα συμβάλει άραγε στο να μπουν απόλυτα όρια στον καπιταλισμό; Η καπιταλιστική κρίση έχει άραγε για ουσιαστική αιτία την πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους (όπως οι “κλασικές” κρίσεις) ή μήπως πρέπει να εισαχθούν και άλλοι αιτιογόνοι παράγοντες (όπως ο τύπος διακυβέρνησης της παγκοσμιοποίησης, η επίδραση της οικολογικής κρίσης, …);
Ωστόσο, για την ώρα, υπάρχουν και πολλές βεβαιότητες. Η επισφαλοποίηση της απασχόλησης και των γενικών συνθηκών της ζωής, η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού, θα συνεχίσουν στο μεγαλύτερο τμήμα των χωρών. Οι καταπιέσεις θα ενισχυθούν, εάν τα κινήματα αλληλεγγύης δεν τους αντιταχθούν με αρκετή δύναμη. Οι καταστροφές της οικολογικής κρίσης θα επεκταθούν. Η γεωπολιτική αστάθεια θα επιδεινωθεί και άλλο -η τωρινή άνοδος των εντάσεων στην ανατολική Ασία το δείχνει ιδιαίτερα. Οι συγκρούσεις για τον έλεγχο των πόρων, των αγορών και των οδών επικοινωνίας θα πολλαπλασιαστούν.
Η πρώτη επίπτωση από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ είναι ότι όλες αυτές οι τάσεις ενισχύονται. Ακόμα χειρότερα, βρισκόμαστε μπροστά στο να ξεπεράσουμε νέα κατώφλια επικινδυνότητας. Η επιτάχυνση των εξοπλιστικών ανταγωνισμών (κατασκευή αεροπλανοφόρων, …) αποτελεί ένα από τα πιο κραυγαλέα συμπτώματα. Οι τελευταίοι ξαναπαίρνουν πυρηνική διάσταση. Χώρες όπως οι ΗΠΑ ή η Γαλλία προσπαθούν να καταστήσουν πολιτικά ανεκτή την “τακτική” χρήση του όπλου αυτού μαζικής καταστροφής -τώρα, απέναντι στην οξύτητα της κορεατικής κρίσης και με την ανάπτυξη, στο Νότο, μιας βάσης των ΗΠΑ πυραύλων αντίκρουσης Thaad, η Κίνα αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο να ενισχύσει τον οπλισμό της και να επεκτείνει τα στρατηγικά της υποβρύχια στους ωκεανούς. Η κατασκευή τοίχων και το κλείσιμο συνόρων γενικεύονται, με όλα αυτά να επιφέρουν τη διαβολοποίηση και την κακομεταχείριση του “ξένου”. Αλλά η δημαγωγία κατά των μεταναστών δεν μπορεί να κρύψει τη βία των επιθέσεων κατά ολόκληρου του εργαζόμενου πληθυσμού. Η ιστορική εναλλακτική φόρμουλα “σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα” παίρνει σήμερα όλη της τη σημασία.
Από την ίδια τους τη βία, οι επιθέσεις της αντίδρασης μπορεί να προκαλέσουν εξ αντανάκλασης μαζικές δημοκρατικές κινητοποιήσεις, όπως στις ΗΠΑ με την εκλογή Τραμπ ή στην Αργεντινή απέναντι στην ακραία βία κατά των γυναικών, και μάλιστα σε διεθνές επίπεδο. Έτσι, η 8η του Μάρτη 2017 απέκτησε μια θεαματική εμβέλεια τελείως ασυνήθιστη. Οι επιθέσεις αυτές μπορεί, ωστόσο, επίσης να προκαλέσουν πολύ μεγάλες ήττες σε αγωνιστικά κοινωνικά κινήματα, εργατικά ή αγροτικά, όπως στο Πακιστάν.
Η ανάλυση των δυναμικών λαϊκής αντίστασης και οι συνθήκες οικοδόμησης αγωνιστικών κομμάτων αποτελούν το αντικείμενο δύο άλλων κειμένων που υποβάλλονται σε συζήτηση για το επόμενο παγκόσμιο συνέδριο.
* το παρόν σχέδιο απόφασης υιοθετήθηκε για να ξεκινήσει η συζήτηση προετοιμασίας για το 17ο Παγκόσμιο Συνέδριο της 4ης Διεθνούς.