Στη μνήμη της Μπέρτα Κάσερες, ιθαγενούς ακτιβίστριας, οικολόγου και φεμινίστριας από την Ονδούρα, που δολοφονήθηκε στις 3 Μαρτίου 2016 από μπράβους των πολυεθνικών και στη μνήμη των μαρτύρων των αγώνων για περιβαλλοντική δικαιοσύνη.
1. Εισαγωγή
1.1. Η πίεση που ασκεί η ανθρωπότητα στο σύστημα της Γης αυξάνεται όλο και ταχύτερα από τη δεκαετία του 50. Στις αρχές του 21ου αιώνα, έχει φτάσει σε εξαιρετικά ανησυχητικό επίπεδα, και συνεχίζει να αυξάνεται σε όλους σχεδόν τους τομείς. Τα όρια έχουν ήδη ξεπεραστεί σε ορισμένους τομείς, ειδικά στη συγκέντρωση αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Αυτή η ποσοτικά αυξανόμενη πίεση, εμφανής παντού και στους περισσότερους τομείς, οδηγεί σε μια ποιοτική που θα μπορούσε να είναι απότομη (σε λίγες δεκαετίες) και εν πολλοίς μη αναστρέψιμη. Το σύστημα της Γης θα έμπαινε τότε σε μια νέα κατάσταση δυναμικής ισορροπίας, με πολύ διαφορετικές γεωφυσικές συνθήκες και μια ακόμα περισσότερο εκσεσημασμένη μείωση του βιολογικού της πλούτου. Το λιγότερο, επιπλέον των συνεπειών για τα άλλα έμβια όντα, η μετάβαση σε αυτή τη νέα κατάσταση θα έβαζε σε κίνδυνο τις ζωές εκατομμυρίων φτωχών ανθρώπων, κυρίως γυναικών, παιδιών και ηλικιωμένων. Το περισσότερο, δεν αποκλείεται να συμβάλει σε μια κατάρρευση του είδους μας.
1.2. Ο κίνδυνος αυξάνεται μέρα με τη μέρα, αλλά η καταστροφή μπορεί να αποτραπεί, ή έστω να περιοριστεί και να συγκρατηθεί. Η καθοριστική αιτία της απειλής δεν είναι γενικώς η ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά ο τρόπος παραγωγής και κοινωνικής αναπαραγωγής αυτής της ύπαρξης, που περιλαμβάνει επίσης τον τρόπο διανομής και κατανάλωσης, και τις πολιτιστικές αξίες. Ο τρόπος που ισχύει εδώ και δύο περίπου αιώνες- ο καπιταλισμός- είναι μη βιώσιμος καθώς ο ανταγωνισμός για το κέρδος, που είναι η οδηγός δύναμή του, συνεπάγεται μια τυφλή τάση για απεριόριστη ποσοτική ανάπτυξη. Κατά τον 20ο αιώνα, οι χώρες του “υπαρκτού σοσιαλισμού” δεν μπόρεσαν να προσφέρουν εναλλακτική στην παραγωγίστικη καταστροφή του περιβάλλοντος στην οποία και αυτές συνέβαλαν σημαντικά. Στην αρχή του 21ου αιώνα, η ανθρωπότητα βρίσκεται αντιμέτωπη με την άνευ προηγουμένου υποχρέωση να ελέγξει την ανάπτυξή της σε όλους τους τομείς προκειμένου να την καταστήσει συμβατή με τα όρια και την καλή υγεία του περιβάλλοντος εντός του οποίου έχει αναπτυχθεί. Κανένα πολιτικό σχέδιο δεν μπορεί πλέον να αγνοεί τα συμπεράσματα της επιστημονικής έρευνας πάνω στην “παγκόσμια αλλαγή”. Αντίθετα, κάθε πολιτικό σχέδιο πρέπει να κρίνεται πρώτα απ’όλα λαμβάνοντας υπ’όψη τον κίνδυνο, τις συστημικές απαντήσεις που φέρνει, τη συμβατότητα αυτών των απαντήσεων με τις θεμελιώδεις απαιτήσεις της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, και την συνάρθρωσή του με το πρόγραμμά του σε άλλους τομείς, ιδιαίτερα στην κοινωνική και οικονομική σφαίρα.
2. Ένα βαθύ χάσμα μεταξύ της αναγκαιότητας για μια ριζοσπαστική οικοσοσιαλιστική εναλλακτική από τη μία και τον συσχετισμό δυνάμεων και τα επίπεδα συνείδησης από την άλλη
2.1 Μια εντελώς διαφορετική σχέση της ανθρωπότητας με το περιβάλλον είναι επείγουσα ανάγκη. Αυτή η νέα σχέση, βασισμένη σε ένα μοντέλο φροντίδας τόσο για τους ανθρώπους όσο και για το περιβάλλον, δεν θα είναι απλώς αποτέλεσμα ατομικών αλλαγών συμπεριφοράς. Περισσότερο χρειάζεται μια δομική αλλαγή στις σχέσεις μεταξύ ανθρώπων: η πλήρης και παγκόσμια εξάλειξη του καπιταλισμού ως τρόπου παραγωγής της κοινωνικής ύπαρξης. Αυτη η πλήρης εξάλειψη είναι πράγματι η αναγκαία συνθήκη για μια ορθολογική, οικονομική και συνετή διαχείριση της ανταλλαγής ύλης μεταξύ ανθρωπότητας και της υπόλοιπης φύσης. Οι επιστήμες και οι τεχνολογίες μπορούν να διευκολύνουν αυτή τη διαχείριση, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η ανάπτυξή τους δεν υποτάσσεται στις επιταγές του καπιταλιστικού κέρδους.
2.2 Ο πράσινος καπιταλισμός και η συμφωνία του Παρισιού δεν μας επιτρέπουν να απαλλαγούμε από την περιβαλλοντική καταστροφή εν γένει και από τους κινδύνους της κλιματικής άρνησης ειδικότερα. Η εναλλακτική μπορεί να έρθει μόνο από μια παγκόσμια πολιτική που ικανοποιεί τις πραγματικές ανθρώπινες ανάγκες. Αυτές δεν καθορίζονται από την αγορά αλλά από μια δημοκρατική συζήτηση που να επιτρέπει στους ανθρώπους να πάρουν τη μοίρα τους στα χέρια τους, απαλλαγμένοι από την αλλοτρίωση της αγοράς. Αυτή θα σπάσει την απρόσωπη λογική της παραγωγίστικης συσσώρευσης, που είναι χαρακτηριστική του καπιταλισμού.
2.3 Τα κομβικά αιτήματα αυτής της εναλλακτικής είναι:
1-Κοινωνικοποίηση του τομέα της ενέργειας: είναι ο μόνος τρόπος να σπάσουμε τα δεσμά της οικονομίας της ορυκτής ενέργειας, να σταματήσουμε την πυρηνική ενέργεια, να μειώσουμε δραστικά την παραγωγή/κατανάλωση ενέργειας και να πραγματοποιήσουμε το ταχύτερο δυνατόν τη μετάβαση προς ένα ανανεώσιμο, αποκεντρωμένο και αποτελεσματικο σύστημα ενέργειας σύμφωνα με τις οικολογικές και κοινωνικές επιταγές˙
2-Κοινωνικοποίηση του πιστωτικού τομέα: είναι απαραίτητη, δεδομένης της αλληλοδιαπλοκής του ενεργειακού με τον οικονομικό τομέα, με γενναίες και μακροπρόθεσμες επενδύσεις προκειμένου να έχουμε τους απαραίτητους οικονομικούς πόρους για επενδύσεις μετάβασης˙
3-Κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στους φυσικούς πόρους (γη, νερό, δάση, άνεμος, ηλιακή ενέργεια, γεωθερμική ενέργεια, θαλάσσιοι πόροι,…) και την επιστημονική γνώση˙
4-Καταστροφή όλων των αποθεμάτων όπλων, κατάργηση των άχρηστων (όπλα κλπ) ή επιβλαβών προϊόντων (πετροχημικά, πυρηνική ενέργεια), δημοκρατικά αποφασισμένη παραγωγή χρηστικών αξιών αντί για ανταλλακτικές αξίες˙
5-Κοινή και δημοκρατική διαχείριση των πόρων στην υπηρεσία των πραγματικών ανθρώπινων αναγκών, με σεβασμό στην ομαλή λειτουργία και τις δυνατότητες ανανέωσης των οικοσυστημάτων˙
6-Κατάργηση όλων των μορφών ανισότητας και διακρίσεων βασισμένων σε φύλο, φυλή, εθνικότητα, θρησκεία, ή σεξουαλικές προτιμήσεις˙ χειραφέτηση όλων των καταπιεσμένων, ιδιαίτερα των γυναικών και των έγχρωμων˙
7-Κατάργηση των επιβεβλημένων ωρών εργασίας για την εμπορευματική παραγωγή ως αλλοτριωτική κατηγορία που καταστρέφει τον ελεύθερο χρόνο και αποθαρρύνει τις μη-εμπορευματικές ανθρώπινες δραστηριότητες˙
8-Μια μακροπρόθεσμη κοινωνικο-οικονομική πολιτική που να στοχεύει στην εξισορρόπηση αστικών και αγροτικών πληθυσμών και στην υπέρβαση της αντίθεσης μεταξύ πόλης και υπαίθρου˙
2.4 Υπάρχει ένα βαθύ χάσμα μεταξύ της αντικειμενικά αναγκαίας εναλλακτικής και του κοινωνικού συχετισμού δυνάμεων και των επιπέδων συνείδησης. Αυτό το χάσμα μπορεί να κλείσει μόνο με πραγματικούς αγώνες των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεσμένων για την υπεράσπιση των συνθηκών ζωής τους και του περιβάλλοντος. Κερδίζοντας άμεσα αιτήματα, πλατύτερα στρώματα θα ριζοσπαστικοποιηθούν και οι αγώνες τους θα ενοποιηθούν. Θα αρθρώσουν μεταβατικά αιτήματα ασύμβατα με την καπιταλιστική λογική.
Σ’αυτό το στρατηγικό πλαίσιο, κάποια κομβικά αιτήματα είναι:
1-Αποεπενδύσεις στον τομέα των ορυκτών καυσίμων˙σταμάτημα των επιδοτήσεων σε σχέδια που βασίζονται στην ορυκτή ενέργεια και την καύση της˙αντίθεση στις συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα που κυριαρχούν αυτή τη στιγμή στον ενεργειακό τομέα παγκοσμίως˙
2-Κινητοποίηση ενάντια σε όλα τα εξορυκτικά σχέδια–ιδιαίτερα τα νέα κοιτάσματα πετρελαίου όπως το σχιστολιθικό αέριο και τις μεγάλης κλίμακας επενδύσεις στην υπηρεσία του εξορυκτικού τομέα (αεροδρόμια, αυτοκινητόδρομοι κλπ)˙
3-Σταμάτημα της πυρηνικής ενέργειας, τέλος στην εκμετάλλευση του άνθρακα, της πισσούχας άμμου και του λιγνίτη˙
4-Στήριξη λαϊκών εκπαιδευτικών προγραμμάτων σχετικά με την οικολογική βιωσιμότητα˙
5-Άρνηση κάθε καπιταλιστικής ιδιοποίησης της γης, των ωκεανών και των πόρων τους˙
6-Υπεράσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών αρχίζοντας από τη μάχη ενάντια σε κάθε προσπάθεια ποινικοποίησης των αποφάσεων των γυναικών σχετικά με τα αναπαραγωγικά τους δικαιώματα. Δωρεάν έκτρωση και αντισύλληψη κατά παραγγελία, παρεχόμενη από το σύστημα ασφάλισης και υγείας. Απο-φεμινοποίηση και απο-ιδιωτικοποίηση της μέριμνας για τους νέους, τους άρρωστους, τους ηλικιωμένους. Αυτές είναι ευθύνες της κοινότητας˙
7- Αναγνώριση του δικαιώματος των ιθαγενών λαών στην αυτοδιάθεση. Αναγνώριση της γνώσης τους και της βιώσιμης διαχείρισης των οιοσυστημάτων˙
8- Απόδοση στάτους πρόσφυγα στα θύματα των οικολογικών/κλιματικών καταστροφών˙ πλήρης σεβασμός των δημοκρατικών δικαιωμάτων των προσφύγων συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας κίνησης και εγκατάστασης˙
9- Διασφάλιση ενός ικανού ασφαλιστικού συστήματος με εγγυήσεις για όλα τα άτομα, που να περιλαμβάνει επαρκείς συντάξεις˙
10- Κατάργηση των πολυμερών και διμερών συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου˙αφαίρεση των οικολογικών τεχνολογιών από τις GATT (Γενικές Συμφωνίες Δασμών και Εμπορίου)˙
11-Σεβασμός των δεσμεύσεων του Πράσινου Ταμείου (100 δις δολάρια/έτος) και πραγματοποίηση με τη μορφή δωρεών και όχι δανείων. Δημόσια διαχείριση του Πράσινου Ταμείου, όχι από την Παγκόσμια Τράπεζα αλλά από αντιπροσώπους των χωρών του Νότου, υπό τον έλεγχο των κοινοτήτων και των κοινωνικών κινημάτων˙
12-Φορολόγηση των διεθνών εναέριων και θαλάσσιων μεταφορών˙το εισόδημα από αυτή τη φορολόγηση θα πρέπει να πηγαίνει απευθείας στις χώρες του Νότου ως (μερική) αποζημίωση του οικολογικού χρέους˙
13-Αναγνώριση του οικολογικού χρέους προς τις χώρες του Νότου. Κατάργηση (χωρίς αποζημίωση με εξαίρεση τους μικρούς κατόχους χρεογράφων) των δημοσίων χρεών που χρησιμοποιούνται από τον ιμπεριαλισμό για την επιβολή ενός άδικου και μη βιώσιμου μοντέλου ανάπτυξης˙
14-Φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και οικοδόμηση μιας αναδιανεμητικής δημοσιονομικής μεταρρύθμισης ώστε οι κάτοχοι κεφαλαίου και οι κληρονόμοι τους να πληρώσουν για τη μετάβαση˙
15-Κατάργηση του συστήματος της πατέντας και ιδιαίτερα, να σταματήσουν όλες οι πατέντες που αφορούν τη ζωή και τις τεχνολογίες που αφορούν τη μετατροπή και αποθήκευση ενέργειας. Σταμάτημα της κλοπής της αρχαίας γνώσης των ιθαγενών λαών, κυρίως από τις φαρμακευτικές εταιρείες˙
16-Αναδιοργάνωση της δημόσιας έρευνας˙τέλος στο σύστημα που υποτάσσει την έρευνα στη βιομηχανία˙
17-Προώθηση της διατροφικής κυριαρχίας και της προστασίας της βιοποικιλότητας με αγροτικές μεταρρυθμίσεις˙
18-Εφαρμογή οικολογικής, τοπικής αγροτικής παραγωγής, χωρίς ΓΤΟ (γενετικώς τροποποιημένοι οργανισμοί) και εντομοκτόνα και αναγνώρισή της ως δημόσιου αγαθού
19-Κατάργηση της βιομηχανικής εκτροφής ζώων˙ισχυρή μείωση της παραγωγής/κατανάλωσης κρέατος. Σεβασμός στην ποιότητα ζωής των ζώων˙
20-Απαγόρευση της διαφήμιση και καθιέρωση ανακύκλωσης, επαναχρησιμοποίησης, μείωσης: τέλος στο καταναλωτικό, σπάταλο και ενεργοβόρο μοντέλο που επιβάλλει το κεφάλαιο˙
21-Καθιέρωση δωρεάν ενέργειας και νερού για τις βασικές ανάγκες και, πάνω από αυτό το όριο, επιβολή ισχυρά προοδευτικής φορολογίας συνδεδεμένης με τη χρήση προκειμένου να καταπολεμηθεί η σπατάλη ενώ εξασφαλίζεται η βασική πρόσβαση˙ ανάπτυξη μιας στρατηγικής για την επέκταση της διανομής δωρεάν αγαθών (βασικά διατροφικά αγαθά) και υπηρεσιών (δημόσιες μεταφορές, εκπαίδευση, υγεία κλπ)˙
22-Εγγύηση στους εργαζόμενους σε εταιρείες που θα κλείσουν στο πλαίσιο της μετάβασης του δικαιώματος να προτείνουν μια εναλλακτική παραγωγή που να είναι απαραίτητη για την οικοδόμηση μιας βιώσιμης υποδομής, και αν αυτά τα σχέδια αποδειχτούν μη ρεαλιστικά, οι εργαζόμενοι διατηρούν τα κοινωνικά δικαιώματα για επανεκπαίδευση, νέα εργασία ή συνταξιοδότηση˙
23-Ανάπτυξη δημόσιων επιχειρήσεων με στόχο τη δημιουργία θέσεων εργασίας μέσα από την εφαρμογή της οικολογικής μετάβασης ανεξαρτήτως κέρδους, υπό τον έλεγχο των εργαζομένων και των πολιτών (ιδιαίτερα στους τομείς της παραγωγής ηλεκτρισμού, διαχείρισης υδάτων, κατασκευής-μόνωσης-ανακαίνισης κτιρίων, μετακινήσεων των ανθρώπων διαμέσου της εξόδου από το σύστημα “αυτοκίνητο παντού”, ανακύκλωσης των απορριμάτων και επιδιόρθωσης των οικοσυστημάτων)˙
24-Ελάττωση του χρόνου εργασίας χωρίς μισθολογικές απώλειες, με χαμηλότερους ρυθμούς εργασίας˙επιβολή αναλογικών προσλήψεων (ιδιαίτερα για νεολαία, γυναίκες, μειονότητες): μαζί με την ανάπτυξη του δημόσιου τομέα, αυτός είναι ο καλύτερος δρόμος για να συνδυάσουμε την μείωση της παραγωγής αγαθών και της κατανάλωσης ενέργειας, την πλήρη απασχόληση και τη δημοκρατική μετάβαση˙
25-Εγγύηση του εργατικού δικαιώματος στην οργάνωση και άσκηση ελέγχου στο χώρο εργασίας, ιδιαίτερα σε επαγγελματική περίθαλψη, βιωσιμότητα προϊόντων, αποτελεσματικότητα της παραγωγής κλπ. Προστασία όσων προβαίνουν σε καταγγελίες˙
26-Αναμόρφωση των αστικών περιοχών με στόχο το σπάσιμο της κερδοσκοπίας της γης, “αποτεχνητοποίηση” της πόλης (διαμέσου της υιοθέτησης κηπουρικής της κοινότητας και αστικής γεωργίας και της αποκατάστασης των ενσωματωμένων στο αστικό πλαίσιο βιότοπων) και απελευθέρωσή της από το αυτοκίνητο προς όφελος των δημόσιων μεταφορών και της ελαφράς κινητικότητας (ανάπτυξη περιοχών αποκλειστικά για πεζούς και ποδηλάτες)˙
2.5 Το πρόγραμμα αυτό δεν είναι ολοκληρωμένο˙εμπλουτίζεται και θα συνεχίζει να εμπλουτίζεται από τους συγκεκριμένους αγώνες. Σε μια οικοσοσιαλιστική προοπτική, αυτός ο εμπλουτισμός θα πρέπει να καθοδηγείται από τα κύρια κλειδιά μιας δίκαιης μετάβασης: περιβαλλοντική και κοινωνική δικαιοσύνη, κοινές αλλά διαφοροποιημένες υπευθυνότητες, αγώνας ενάντια στην ανισότητα και για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής, τερματισμός της πράσινης αποικιοκρατίας και του περιβαλλοντικού ρατσισμού, προτεραιότητα στις συλλογικές λύσεις, διεθνισμός, η αρχή της πρόληψης. Πάνω απ’όλα, οι εκμεταλλευόμενοι και οι καταπιεσμένοι πρέπει να αναπτύξουν την ενδυνάμωσής του διαμέσου της δημοκρατίας, της αποκέντρωσης, του ελέγχου, και της συλλογικής ιδιοποίησης ή επανιδιοποίησης των κοινών. Τι είναι κοινό ορίζεται από την κοινωνική διαδικασία της δημοκρατικής οικοδόμησής του, όχι από τη φύση που θα καθιστούσε κάποια πράγματα ως “κοινά”, ενώ άλλα θα ήταν καταδικασμένα στην ατομική ιδιοκτησία.
Τα παραπάνω αιτήματα επομένως δε συνιστούν μια λύση πασπαρτού: δείχνουν τον γενικό δρόμο προς μια αντικαπιταλιστική, διεθνιστική, οικοσοσιαλιστική και οικοφεμινιστική προοπτική που θα αλλάξει όλες τις σφαίρες της δραστηριότητας (παραγωγή, αναπαραγωγή, διανομή, κατανάλωση) και θα συνοδεύεται από μια βαθιά αλλαγή στις πολιτιστικές αξίες. Είναι εφαρμόσιμα ξεχωριστά, αλλά ένα τέλος στην κρίση είναι δυνατό μόνο διαμέσου της συντονισμένης και σχεδιασμένης εφαρμογής τους. Τα μέτρα αυτά συγκροτούν ένα συνεκτικό σύνολο, ασύμβατο με την ομαλή λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για να αντιμετωπίσουμε το επείγον της κατάστασης.
3.Μισθός-εργασία, αλλοτρίωση και οικοσοσιαλισμός
3.1 Μόνο οι εκμεταλλευόμενοι και οι καταπιεσμένοι μπορούν να οδηγήσουν τον περιβαλλοντικό αγώνα ως το τέλος καθώς η κατάργηση του καπιταλιστικού συστήματος ανταποκρίνεται στα ταξικά τους συμφέροντα. Παρ’όλα αυτά το κεφάλαιο ενσωματώνει τους-τις εργαζόμενους-ες με την αγορά της εργατικής τους δύναμης. Το αποτέλεσμα είναι η εμπορευματοποίηση και η καταστροφή του περιβάλλοντος. Κάτω από τις “κανονικές” συνθήκες του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, η καθημερινή ύπαρξη των προλεταρίων εξαρτάται από τη λειτουργία του συστήματος που τους-τις ακρωτηριάζει άμεσα και έμμεσα, μέσω του ακρωτηριασμού του περιβάλλοντός τους. Αυτή η αντίφαση καθιστά τόσο δύσκολη όσο και αποφασιστικής σημασίας την κινητοποίηση του εργατικού κινήματος στον οικολογικό αγώνα. Στην παρούσα στιγμή, δεδομένης της αναδιαμόρφωσης της οικονομίας με τη μαζική ανεργία, την πτώση της ταξικής συνείδησης και τη χειροτέρευση του συσχετισμού δύναμης μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου αυτή η δυσκολία έχει αυξηθεί.
3.2 Η πλειοψηφία της ηγεσίας του συνδικαλιστικού κινήματος είναι υπέρ της ταξικής συνεργασίας με το σχέδιο του λεγόμενου “πράσινου καπιταλισμού”. Έχουν την αυταπάτη ότι η “δίκαιη μετάβαση”, με τη σωστή διαπραγμάτευση, θα μειώσει σημαντικά την ανεργία και θα ευνοήσει την ανάπττυξη χάρη στην “πράσινη” παραγωγή. Αντιμέτωποι με αυτή την κυρίαρχη συνδικαλιστική τάση, κάποιοι τομείς ρέπουν προς τον προστατευτισμό, είτε ακόμα στην κλιματική άρνηση. Πράγματι, σε ορισμένες περιπτώσεις η υπεράσπιση του κλίματος χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για καπιταλιστικές επιθέσεις, ή συνδικαλιστές έχουν την αυταπάτη ότι η αμφισβήτηση αυτής της πραγματικότητας θα μπορούσε να βοηθήσει στην αποφυγή της καταστροφής των θέσεων εργασίας στους τομείς των ορυκτών καυσίμων. Η υιοθέτηση μιας προβληματικής για τις οικοσοσιαλιστικές εναλλακτικές και η συμβολή στην ανάπτυξη μιας αριστερής ρήξης με τον καπιταλισμό και την ταξική συνεργασία είναι επομένως καθήκον πρώτιστης στρατηγικής σημασίας.
3.3 Οι αριστεροί τομείς παίρνουν μέρος σε περιβαλλοντικούς αγώνες- π.χ. “Συνδικάτα υπέρ της Ενεργειακής Δημοκρατίας”, “Εργατικό Δίκτυο για τη Βιωσιμότητα” και οι “Καμπάνιες για Πράσινες Θέσεις Εργασίας”. Αυτές οι πρωτοβουλίες εμπλέκουν συνδικάτα και τα μέλη τους ώστε να ξεπερνούν τους φόβους τους για μαζικές απώλειες θέσεων εργασίας. Όλες αυτές οι σημαντικές συνδικαλιστικές πρωτοβουλίες αποδίδουν την ευθύνη για την έξοδο από την οικονομία των ορυκτών στις ρυπογόνες επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις που τις προστάτευσαν και τις επιδότησαν. Έτσι, αναπτύσσουν αντικαπιταλιστικά αιτήματα που μπορούν να διευρυνθούν και να συντονιστούν όταν οι εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με τη σοβαρότητα της οικολογικής κρίσης. Για παράδειγμα, τα “Συνδικάτα υπέρ της Ενεργειακής Δημοκρατίας” υπερασπίζονται την κοινωνικοποίηση της ενέργειας. Είναι σαφές ότι οι φιλο-καπιταλιστικές δυνάμεις θα προσπαθήσουν να περιορίσουν τον ριζοσπαστισμό αυτών των πρωτοβουλιών επιμένοντας αυτές να μείνουν σε ένα πλαίσιο “σεβασμού της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων” (ΙΤUC, Συνέδριο του Βανκούβερ, απόφαση για τη “δίκαιη μετάβαση”). Επιπλέον, οι καμπάνιες για πράσινες θέσεις εργασίας ορισμένες φορές βασίζονται σε πολύ αισιόδοξες προβλέψεις αναφορικά με την “ανάπτυξη” της απασχόλησης χάρη στη μετάβαση. Η βιωσιμότητα δημιουργεί την ανάγκη για μείωση της παραγωγής, και αυτό δεν λαμβάνεται πάντα υπ’όψη. Το κλείσιμο των επιβλαβών επιχειρήσεων- από την παραγωγή όπλων μέχρι τα εργοστάσια ηλεκτρισμού που καίνε άνθρακα-και η επαναμετατροπή της παραγωγής αυτοκινήτων σε παραγωγή και συντήρηση ενός συστήματος μαζικών δημόσιων μεταφορών είναι μέτρα προτεραιότητας της μετάβασης. Και πράγματι, η μετάβαση θα δημιουργήσει μια αύξηση της απασχόλησης σε άλλους τομείς. Για παράδειγμα, η διάλυση της αγροβιομηχανίας προς όφελος της οικολογικής γεωργίας και η ανάπτυξη ενός δημόσιου ή κοινοτικού τομέα, υπό δημοκρατικό έλεγχο, θα προσφέρει δυνατότητες για επαναμετατροπή.
Πρέπει επίσης να λάβουμε υπ’όψη το γεγονός ότι η αναδιοργάνωση των δραστηριοτήτων σύμφωνα με τις κοινωνικές ανάγκες, και η μείωση των ανισοτήτων, συνιστούν στόχους που δεν περιορίζονται σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Συνιστούν παγκόσμιους στόχους που συνεπάγονται νέες θέσεις εργασίας για τη διόρθωση των ζημιών που έχουν προκληθεί στις χώρες του Νότου. Παρ’όλα αυτά, μια παγκόσμια μείωση της υλικής παραγωγής είναι απαραίτητη. Το εργατικό κίνημα πρέπει να δώσει μια απάντηση σε αυτό απαιτώντας μείωση των ωρών εργασίας χωρίς μισθολογικές απώλειες. Μια ριζική μείωση στις ώρες εργασίας είναι το “κατ’εξοχήν” αντιπαραγωγίστικο αίτημα. Συνιστά τον καλύτερο δρόμο για τη “διαχείριση με ορθολογικό τρόπο της ανταλλαγής ύλης με τη φύση με σεβασμό ταυτόχρονα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια”, συμφιλιώνοντας την πλήρη απασχόληση με την κατάργηση της άχρηστης και σπάταλης παραγωγής και της σχεδιασμένης απαρχαίωσης.
3.4 Η χειροτέρευση του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας κατέληξε στη χειροτέρευση των εργασιακών συνθηκών. Η υγεία των πιο επισφαλώς εργαζόμενων κινδυνεύει ιδιαίτερα. Επομένως η μάχη ενάντια στην αύξηση των επαγγελματιών ασθενειών συνιστά ένα μοχλό για την αύξηση της συνειδητοποίησης από τους εργαζόμενους του γεγονότος ότι το κεφαλαιο καταστρέφει τόσο τη Γη όσο και τον εργαζόμενο. Η καταστροφή περιλαμβάνει τους αυξανόμενους ψυχοκοινωνικούς κινδύνους, που προκαλούνται όχι μόνο από τις μορφές οργάνωσης και ελέγχου των εργαζομένων, αλλά και από την περιβαλλοντική ζημιά που πολλοί εργαζόμενοι υποχρεούνται να προκαλέσουν καθ’υπαγόρευσιν του κεφαλαίου. Η υπεράσπιση της υγείας των εργαζόμενων είναι επίσης ένας μοχλός για τη συχνά δύσκολη σύγκλιση των αιτημάτων των εργαζόμενων σε ρυπογόνες επιχειρήσεις και των γειτονικών πληθυσμών-που επίσης υποφέρουν από αυτή η ρύπανση-και κινημάτων για το περιβάλλον.
4. Γυναικείοι αγώνες και οικοσοσιαλισμός
4.1 Οι ιθαγενείς λαοί, οι αγρότες και η νεολαία είναι στην προμετωπίδα των περιβαλλοντικών αγώνων, και οι γυναίκες παίζουν ηγετικό ρόλο σε αυτούς τους τρεις τομείς. Αυτή η κατάσταση είναι το προϊόν της ιδιαίτερης καταπίεσής τους, όχι του βιολογικού τους φύλου. Η πατριαρχία επιβάλλει στις γυναίκες κοινωνικές λειτουργίες άμεσα συνδεδεμένες με την “φροντίδα” και τις τοποθετεί στην προμετωπίδα των περιβαλλοντικών προκλήσεων. Καθώς παράγουν το 80% των τροφίμων στις χώρες του Νότου, οι γυναίκες έρχονται άμεσα αντιμέτωπες με τις καταστροφές της κλιματικής αλλαγής και της αγροβιομηχανίας. Καθώς αναλαμβάνουν τα περισσότερα καθήκοντα της ανατροφής των παιδιών και της συντήρησης του σπιτιού, οι γυναίκες έρχονται άμεσα αντιμέτωπες με τις επιπτώσεις της περιβαλλοντικής καταστροφής και δηλητηρίασης στην υγεία και εκπαίδευση των κοινοτήτων τους.
4.2 Σε ιδεολογικό επίπεδο, τα γυναικεία κινήματα θυμούνται πώς χρησιμοποιήθηκαν τα γυναικεία σώματα στο όνομα της επιστήμης (εκστρατείες εξαναγκασμένης στείρωσης, κλπ). Αυτή η εργαλειακή θεώρηση υπήρξε άλλο ένα εργαλείο κυριαρχίας και χειραγώγησης.
4.3 Οι γυναικείοι αγώνες έχουν επίσης μια ειδική, πολύτιμη και αναντικατάσταση συμβολή στην ανάπτυξη μιας παγκόσμιας αντικαπιταλιστικής συνείδησης που ευνοεί την συνολικοποίηση των αγώνων. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, το πλήρες φάσμα των σύγχρονων μεθόδων οικογενειακού προγραμματισμού παραμένει ακόμα μη διαθέσιμο σε τουλάχιστον 350 εκατομμύρια ζευγάρια παγκοσμίως. Περισσότερες από 220 εκατομμύρια γυναίκες στερούνται βασικών αναπαραγωγικών υπηρεσιών-που μπορεί να είναι (και συχνά είναι) ζήτημα ζωής και θανάτου. 74000 γυναίκες πεθαίνουν κάθε χρόνο ως αποτέλεσμα αποτυχημένων παράνομων αμβλώσεων-με έναν δυσανάλογο αριθμό απ’αυτές στον Παγκόσμιο Νότο. Κάθε χρόνο, περίπου 228000 γυναίκες πεθαίνουν από αποτρέψιμα αίτια που σχετίζονται με την εγκυμοσύνη και τον τοκετό-και 99% αυτών των θανάτων συμβαίνουν στις αναπτυσσόμενες χώρες. Με τον αγώνα ενάντια στην πατριαρχική ιδιοποίηση των σωμάτων τους και ενάντια στην εκμετάλλευση της δωρεάν οικιακής εργασίας τους, οι γυναίκες φτάνουν να συνειδητοποιήσουν ότι ο καπιταλισμός δεν βασίζεται μόνο στην ιδιοποίηση της φύσης και την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης μέσω της μισθωτής εργασίας αλλά επίσης και στην πατριαρχική αορατοποίηση της εργασίας της φροντίδας και αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης. Στους τρεις αυτούς πυλώνες του καπιταλισμού προστίθεται κι ένας τέταρτος, η εκμετάλλευση με βάση τη φυλή. Όλοι έχουν έναν κοινό παρονομαστή που είναι η ιδιοποίηση των φυσικών πόρων, στους οποίους ανήκει και το ανθρώπινο εργατικό δυναμικό. Οι γυναικείοι αγώνες (I) για το δικαίωμα να ελέγχουν τα σώματα, τη σεξουαλικότητα και τις αναπαραγωγικές δυνατότητές τους, χωρίς βία (ΙΙ) ενάντια στις σεξιστικές και ρατσιστικές διακρίσεις στην αγορά της μισθωτής εργασίας και στην παραγωγή εν γένει και (ΙΙΙ) για κοινωνική αναγνώριση και αναδιοργάνωση της οικιακής εργασίας είναι επομένως αναπόσπαστο κομμάτι του οικοσοσιαλιστικού αγώνα. Οι αγώνες των γυναικών βαθαίνουν και διευρύνουν τον ορίζοντα της απελευθέρωσης.
5. Το αγροτικό ζήτημα και ο οικοσοσιαλισμός
5.1 Παντού στον κόσμο οι αγρότες, οι ακτήμονες χωρικοί και οι εργάτες γης είναι ο κοινωνικός τομέας που παγκοσμίως εμπλέκεται περισσότερο στην πάλη για το περιβάλλον εν γένει και για το κλίμα ειδικά. Αυτός ο ρόλος της πρωτοπορίας αποδίδεται στη βάρβαρη επίθεση του κεφαλαίου, που επιθυμεί να εξαφανίσει τους ανεξάρτητους αγρότες και να τους αντικαταστήσει με εργάτες γης, υποαπασχολούμενους εργάτες και ανέργους (προκειμένου να ασκήσει πίεση στους μισθούς). Το σύστημα της βιομηχανικής γεωργίας παράγει φτηνά αγαθά σε χαμηλό κόστος για την αγορά μάλλον παρά ποιοτικά αγαθά για τους τοπικούς πληθυσμούς. Τα συνδικάτα των χωρικών όπως η Via Campesina διεξάγουν οργανωτική και προπαγανδιστική δουλειά, συμπεριλαμβανομένης της βοήθειας σε ακτήμονες να καταλάβουν εγκαταλελειμμένες γαίες.
5.2 Σε αντίθεση με τους μισθωτούς εργαζόμενους, οι μικροί αγρότες δεν είναι ενσωματωμένοι στο κεφάλαιο. Παρ’ότι η παραγωγή για την αγορά τείνει να τους επιβάλει παραγωγίστικους στόχους και μεθόδους, αυτοί διατηρούν τη νοοτροπία του τεχνίτη που έχει το άγχος να “κάνει καλή δουλειά”. Παρά τον ισχυρό καπιταλιστή εχθρό, κινητοποιούνται για να διατηρήσουν ή να ανακαταλάβουν την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής τους. Αλλά ο πολύ άνισος συσχετισμός δύναμης στο πρόσωπο της αγροβιομηχανίας και της μεγάλης κλίμακας διανομής τους αναγκάζει να αναζητήσουν συμμαχίες με άλλα κοινωνικά κινήματα, ιδιαίτερα με τους μισθωτούς και το περιβαλλοντικό κίνημα. Οι εργάτες γης, ειδικά οι εποχιακοί χωρίς χαρτιά εργαζόμενοι που είναι υπερ-εκμεταλλευόμενοι, έχουν λίγες δυνατότητες να φύγουν από το υπερβολικά ανασφαλές περιθώριο των μισθωτών. Παρά τους εκφοβισμούς των εργοδοτών ή ακόμα και την καταστολή, κάποιοι κατάφεραν να δημιουργήσουν συνδικαλιστικές ενώσεις και να πετύχουν αυξήσεις στους μισθούς τους και βελτιώσεις στις συνθήκες εργασίας. Ο αγώνας τους είναι αντικειμενικά αντικαπιταλιστικός.
5.3 Η σημασία του αγροτικού ζητήματος δεν θα πρέπει να κρίνεται μόνο από την αριθμητική αναλογία των αγροτών στο εργατικό δυναμικό, αλλά με βάση πέντε αντικειμενικά στοιχεία:
5.3.1 Οι βιομηχανικοί τρόποι της αγροτικής παραγωγής και της αλιείας βρίσκονται στο κέντρο των αποφασιστικών ανθρώπινων προβλημάτων υγείας (παχυσαρκία, καρδιακές νόσοι, αλλεργίες κλπ) και της προστασίας του περιβάλλοντος, που αποκαλύπτουν την καταστροφική δύναμη του κεφαλαίου. Οι αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών δεν θα οδηγήσει την οικολογική μετάβαση, αλλά οι επιλογές που γίνοντι στην κατανάλωση φαγητού μπορούν να στηρίξουν τον αναπροσανατολισμό της γεωργίας και να έχουν σημαντικο οικολογικό αντίκτυπο. Το αίτημα για “διατροφική κυριαρχία” καθιστά δυσκολότερο για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις να χρησιμοποιούν την τροφή ως όπλο απέναντι στους λαϊκούς αγώνες. Καθιστά πιθανή την ενοποίηση καταναλωτών και παραγωγών γύρω από πρακτικές που γεννάνε αντικαπιταλιστική συνείδηση.
5.3.2 Οι γυναίκες παίζουν σημαντικό ρόλο στην αγροτική παραγωγή, συνιστώντας το 43% του αγροτικού εργατικού δυναμικού στις λεγόμενες “αναπτυσσόμενες” χώρες. Οι πατριαρχικές διακρίσεις αντανακλούν στο μικρότερο μέγεθος των αγροκτημάτων και του ζωικού κεφαλαίου τους, στο χαμηλότερο επίπεδο αυτοματοποίησης, στο μεγαλύτερο εργασιακό βάρος για χαμηλότερη αμοιβή (εξαιτίας του βάρους των μη-παραγωγικών αγγαρειών-όπως η μεταφορά νερού και καυσόξυλων), στη λιγότερη πρόσβαση σε εκπαίδευση και πίστωση (αλλά έχουν μεγαλύτερο μερίδιο από τους άντρες στη μικροπίστωση). Η χειραφέτηση των γυναικών αγροτισσών ως γυναικών είναι αποφασιστική συνθήκη για την αντιμετώπιση τόσο της πρόκλησης της διατροφικής κυριαρχίας όσο και της οικολογικής γεωργίας. Είναι λοιπόν ένα οικοσοσιαλιστικό ζήτημα αφ’εαυτού του.
5.3.3 Ο τομέας της γεωργίας-δασοκομίας ως σύνολο είναι υπεύθυνος για περισσότερο από το 40% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Η αγροβιομηχανία είναι επίσης παράγοντας κλειδί για τη χημική δηλητηρίαση της βιόσφαιρας, ενώ η βιομηχανική αλιεία και η ρύπανση των υδάτων από την αγροβιομηχανία είναι αποφασιστικής σημασίας για την απώλεια βιοποικιλότητας σε υδάτινα περιβάλλοντα. Την ίδια στιγμή, η υπερθέρμανση απειλεί την παραγωγικότητα της γης και η οξύνιση που προκαλούν τα αυξημένα επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα απειλούν τα υδάτινα οικοσυστήματα.
5.3.4. Η απώλεια βιοποικιλότητας δεν θα σταματήσει κυρίως με τη δημιουργία φυσικών δρυμών αλλά με την ανάπτυξη μιας οικολογικής γεωργίας. Επιπλέον, η μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου στο μηδέν δεν αρκεί πλέον για να συγκρατηθεί η κλιματική αλλαγή. Στις επόμενες δεκαετίες πρέπει να αφαιρεθεί άνθρακας από την ατμόσφαιρα. Με δεδομένη τη λογική της κερδοφορίας, το κεφάλαιο μπορεί να αντιδράσει μόνο με επικίνδυνες τεχνολογίες όπως η γεω-μηχανική και μια γενική ιδιοποίηση των “οικοσυστημικών υπηρεσιών”. Η μικρή αγροτική καλλιέργεια και η ορθολογική δασοκομία είναι τα μόνα μέσα για να πετύχουμε αποτελεσματικά αυτή την αφαίρεση, με ασφάλεια και με σεβασμό στην κοινωνική δικαιοσύνη. Επομένως η προστασία της βιοποικιλότητας και του κλίματος ενισχύουν την αναγκαιότητα της οικοσοσιαλιστικής εναλλακτικής. Ο αποφασιστικός ρόλος της αγρο-οικολογικής γεωργίας βασίζεται υλικά σε αυτή τη συνολική εναλλακτική.
5.3.5. Η μετάβαση στη φιλική προς το περιβάλλον γεωργία (και αλιεία και δασοκομία) είναι μείζων συνθήκη για την οικοδόμηση μιας οικοσοσιαλιστικής κοινωνίας. Αυτή η πλευρά είναι εξίσου σημαντική με τη δημοκρατία των παραγωγών και τη χρήση 100% ανανεώσιμης ενέργειας. Παρ’όλα αυτά, η αγρο-οικολογία απαιτεί περισσότερο εντατική εργασία από τη βιομηχανική γεωργία. Η μετάβαση στη βιώσιμη δασοκομία και η αποκατάσταση/προστασία των οικοσυστημάτων συνεπάγεται αύξηση του μέρους του πληθυσμού που επενδύεται σε αυτές τις δραστηριότητες. Η απάντηση σε αυτή την πρόκληση απαιτεί μια μακροπρόθεσμη πολιτική αναβάθμισης των αγροτικών τεχνικών, εκπαίδευσης των εργαζομένων, εξοπλισμού των αγροτικών περιοχών με υποδομή και προσωπικές υπηρεσίες και κατασκευής αστικών κήπων.
6. Ιθαγενείς λαοί, ευ ζην και οικοσοσιαλισμός
Σε Βόρεια, Κεντρική και Νότια Αμερική, Αφρική, Ασία και Ωκεανία, οι ιθαγενείς λαοί είναι στην πρώτη γραμμή. Ο αγώνας τους συχνά συνδυάζεται με αυτόν των χωρικών και των αγροτικών κοινοτήτων, αλλά είναι ιδιαίτερος. Οι ιθαγενείς λαοί παράγουν την κοινωνικη τους ύπαρξη μέσα από μια άμεση σχέση με το περιβάλλον που έχουν διαμορφώσει και που συνιστά τον τρόπο ζωής τους. Ως αποτέλεσμα, αυτοί οι λαοί μπλοκάρουν πολλούς ισχυρούς καπιταλιστές παίχτες που είναι πρόθυμοι να λεηλατήσουν φυσικούς πόρους:πολυεθνικές του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, των ορυκτών, της ξυλείας, της πολτοποίησης, του κρέατος, αγροβιομηχανία, φαρμακευτικός τομέας και όσοι χρηματοδοτούν την αντιστάθμιση του άνθρακα μασκαρευόμενοι σε οικολογικούς υπερασπιστές του δάσους. Όλοι αυτοί οι εξορυκτικοί άρπαγες γενικά δρουν με τη συνενοχή των εθνικών κυβερνήσεων και των τοπικών αρχών, που επικαλούνται αναπτυξιακούς στόχους και οικολογικές ανάγκες για να καλύψουν την απληστία τους και τη νεοαποικιακή περιφρόνησή τους για τους ιθαγενείς λαούς. Από τη μεριά τους, αυτοί οι λαοί γενικά δεν έχουν κανένα δικαίωμα στους πόρους του περιβάλλοντός τους. Δεν έχουν άλλα μέσα από τον αγώνα ενάντια στον εκτοπισμό. Μέσα από τον αγώνα τους οι ιθαγενείς προστατεύουν και γνωστοποιούν την κοσμογονία τους, που είναι πολύτιμη περιουσία για το σύνολο της ανθρωπότητας και έμπνευση για τον οικοσοσιαλισμό. Καθώς ο καπιταλισμός επιχειρεί να τους κάνει στην άκρη και να αρπάξει τους πόρους και τη γνώση τους, παίζουν πρωτοπόρο ρόλο στον αγώνα για μια οικολογικά ισορροπημένη κοινωνία. Ακόμα και όταν οι ιθαγενείς λαοί ζούνε σε αστικές περιοχές, διατηρούν δεσμούς με τις κοινότητες και τον πολιτισμό τους, παρ’όλο που αντιμετωπίζουν επίσης ιδιαίτερα προβλήματα μέσα στις πόλεις, συμπεριλαμβανομένων των διακρίσεων. Σωστά αναζητούν συμμάχους για να ενισχύσουν την πάλη τους.
7. Αυτοδιαχείριση, έλεγχος και πολιτικές προοπτικές
7.1 Οι βαθιές αλλαγές στον τρόπο ζωής και τις αναπτυξιακές προοπτικές που απαιτεί η οικολογική μετάβαση δεν μπορούν να επιβληθούν από τα πάνω, είτε αυταρχικά είτε τεχνοκρατικά. Είναι εφικτές μόνο αν η πλειοψηφία του πληθυσμού αποκτήσει την πεποίθηση ότι είναι απαραίτητες και συμβατές με μια σημαντική βελτίωση των συνθηκών ζωής, κι άρα επιθυμητές. Αυτό απαιτεί μια μεγάλη αλλαγή στη συνείδηση για την εκτίμηση του χρόνου, τον έλεγχο του τι παράγεται, και μη αλλοτριωμένη εργασία πάνω σε ατελείωτα υλικά πράγματα. Επομένως, η λαϊκή εκπαίδευση για τη σοβαρότητα της οικολογικής καταστροφής και τις αιτίες είναι ουσιώδης. Μπροστά στην καπιταλιστική απάτη, το κίνημα για τη βιωσιμότητα πρέπει να ενεργοποιήσει τις δημοκρατικές διαδικασίες ενεργού ελέγχου, να αναλάβει τη μετάβαση, να παρέμβει στη δημόσια λήψη αποφάσεων, και ακόμα να αναλάβει την παραγωγή και την κοινωνική αναπαραγωγή, καθώς και να προστατεύσει τα απειλούμενα οικοσυστήματα. Από την ίδια τη φύση τους, αυτές οι διαδικασίες συνδυάζονται με τους αγώνες των καταπιεσμένων εθνοτήτων για τα κοινωνικά τους δικαιώματα και το δημοκρατικό δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό. Είναι ζήτημα εφαρμογής στην πράξη χειραφετημένων σχέσεων μεταξύ των ανθρώπινων όντων, και μεταξύ της ανθρωπότητας και της υπόλοιπης φύσης, το να δείξουμε ότι “ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός”. Αυτές οι πρακτικές των κοινωνικών τομέων που εμπλέκονται περισσότερο στους αγώνες ενθαρρύνουν το εργατικό κίνημα να αντιπαλέψει την επιρροή του προστατευτισμού και του παραγωγισμού μέσα σε αυτό.
7.2. Το κίνημα για την αποεπένδυση των ορυκτών καυσίμων και για τη μετάβαση πρέπει να υποστηριχθεί ενεργά. Σε γενικές γραμμές, οι εμπειρίες του εργατικού ελέγχου, του ελέγχου των πολιτών, της συμμετοχικής διαχείρισης και της αυτοδιαχείρισης, καθώς και οι γυναικείοι αγώνες για κοινωνική αναγνώριση και μοίρασμα των οικιακών καθηκόντων, ευνοούν μια αντικαπιταλιστική συνείδηση κι ένα σχέδιο που περιλαμβάνει την οικοσοσιαλιστική διάσταση στον πυρήνα του. Πειράματα συνεργατικής οικολογικής γεωργίας, ειδικά στην Ευρώπη αλλά ιδιαίτερα στη Λατινική Αμερική, το δείχνουν αυτό και έχουν επίσης επιρροή στο εργατικό κίνημα. Πολλά πειράματα αυτοδιαχειριζόμενης παραγωγής επίσης εμπλέκουν απολυμένους, αποκλεισμένους και επισφαλείς εργαζόμενους, ακόμα και μετανάστες χωρίς χαρτιά και αιτούντες άσυλο. Αυτές οι εναλλακτικές δίνουν μια άμεση απάντηση στη μαζικό και διαρκή κοινωνικό αποκλεισμό, που υποβαθμίζει τις ζωές και την αξιοπρέπεια των ανθρώπων. Έχουν σημαντική θέση σε μια οικοσοσιαλιστική στρατηγική καθώς αρνούνται τον φαταλισμό, οικοδομούν την αλληλεγγύη και διευρύνουν τους κύκλους των περιβαλλοντικών ακτιβιστών.
Είναι, παρ’όλα αυτά, αυταπάτη να πιστεύουμε ότι η γενίκευσή τους θα καταστήσει πιθανή την αποφυγή της οικολογικής καταστροφής. Δομικά κοινωνικο-οικονομικά μέτρα, ιδιαίτερα η κοινωνικοποίηση της πίστης και της ενέργειας, είναι απολύτως απαραίτητα. Οι μεταβατικές πρωτοβουλίες πρέπει να βασίζονται στο δημοκρατικό σχεδιασμό, την κάλυψη κοινωνικών αναγκών ενώ σέβονται τους οικολογικούς περιορισμούς. Χωρίς μια τέτοια συνάρθρωση, αυτές οι πρωτοβουλίες μπορεί να επιφέρουν αποπολιτικοποίηση, ή ακόμα να συνιστούν μια μακροπρόθεσμη συνύπαρξη με ένα σύστημα που βασίζεται στο κέρδος.
7.3 Ο αγώνας ενάντια στις μεγάλες υποδομές των ορυκτών είναι στοιχείο κλειδί στο γενικό κίνημα παρέμβασης, ελέγχου και μετάβασης. Μαζικές διαδηλώσεις, καταλήψεις ορυχείων και καμπάνιες πολιτικής ανυπακοής καθιστούν πιθανό να αποκρούσουμε αποφασιστικά την “αναπτυξιακή” και “εξορυκτική” δυναμική του κεφαλαίου. Αυτές οι μάχες είναι καθοριστικής σημασίας για την υπεράσπιση των οικοσυστημάτων και των ανθρώπινων κοινωνικών που ζουν μέσα σ’αυτά και τα διαμορφώνουν. Είναι στρατηγικής σημασίας για την υπεράσπιση του κλίματος καθώς το τρέχον επίπεδο των υποδομών συνιστά εμπόδιο για την ανάπτυξη του εξορυκτικού κεφαλαίου. Έτσι, αποτελούν προνομιακό μέσο γεφύρωσης μεταξύ των αγώνων των χωρικών, των ιθαγενών λαών, της νεολαίας, των γυναικών κι από κει και πέρα, για την πρόσκληση στο εργατικό κίνημα να συμμετάσχει στον αγώνα. Η διεθνής δικτύωση αυτών των αντιστάσεων καθιστά πιθανή τη βελτίωση του συσχετισμού δυνάμεων, την απόκρουση της κατηγορίας για NIMBY (Not In My Backyard, αντίληψη που περιορίζεται στο να φύγει το πρόβλημα και να πάει αλλού-ΣτΜ) και την ενίσχυση του δίκαιου των αιτημάτων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να επιβάλει μεταρρυθμίσεις οι οποίες, ενώ παραμένουν μέσα στο καπιταλιστικό πλαίσιο, λειτουργούν σαν βάση για περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση.
7.4. Η απαραίτητη σύγκλιση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών αγώνων δεν είναι ένα μάζεμα γύρω από έναν σταθερό συμβιβασμό αλλά μια δυναμική διαδικασία ξεκαθαρίσματος, ανασύνθεσης και ριζοσπαστικοποίησης. Μια τέτοια διαδικασία περιλαμβάνει πολλαπλές συγκρούσεις μεταξύ κοινωνικών τομέων, ιδιαίτερα συγκρούσεις με τομείς του εργατικού κινήματος που εμπλέκονται σε ταξική συνεργασία με τον παραγωγισμό. Ενώ καταδεικνύουμε το αναγκαίο τακτικό νόημα και δίνουμε έμφαση στα πλεονεκτήματα της οικολογικής μετάβασης στους εργαζόμενους (ιδιαίτερα όσον αφορά τις θέσεις εργασίας και την υγεία), είναι αναγκαίο να συγκρουστούμε με το εργατικό κίνημα που βρίσκεται υπό την επιρροή του προστατευτισμού και του παραγωγισμού. Σε μια σύγκρουση μεταξύ κοινωνικών τομέων που εμπλέκονται με το περιβάλλον και τομέων του εργατικού κινήματος που πιστεύει στον παραγωγισμό, εμείς υπερασπιζόμαστε τους πρώτους ενώ προσπαθούμε να πείσουμε τους εργαζόμενους να αλλάξουν άποψη. Σε αυτές τις περιπτώσεις, πρέπει να προσπαθούμε να προτείνουμε συγκεκριμένες προγραμματικές εναλλακτικές που να στοχεύουν στη βελτίωση των δικαιωμάτων και στο ευ ζην τόσο των εργαζομένων όσο και των κοινοτήτων. Δεν θα πρέπει να πληρώνουν αυτοί τις αποφάσεις των εταιρειών και των κυβερνήσεων που τις υποστήριξαν.
7.5. Το να κερδίσουμε το εργατικό κίνημα και άλλους κοινωνικούς τομείς στον αγώνα για ένα οικοσοσιαλιστικό μεταβατικό πρόγραμμα είναι τελικά εφικτό μόνο μέσα από την ανάδυση πολιτικών εναλλακτικών για ένα συνεκτικό σχέδιο δομικών αντικαπιταλιστικών μεταρρυθμίσεων που να ικανοποιεί τόσο τις κοινωνικές ανάγκες όσο και τους περιβαλλοντικούς περιορισμούς. Χωρίς την οικοδόμηση τέτοιων πολιτικών εναλλακτικών, και χωρίς τη συνάρθρωσή τους με τα κοινωνικά κινήματα, αυτό θα είναι πάντα μια χίμαιρα: το περιβάλλον θα θυσιάζεται στο βωμό της κοινωνίας, ή η τελευταία στο βωμό του πρώτου. Η δημιουργία μιας οικοσοσιαλιστικής κυβέρνησης που θα έρχεται σε ρήξη με τον καπιταλισμό μέσα από την κοινωνική κινητοποίηση είναι ο θεμέλιος λίθος ενός οικοσοσιαλιστικού προγράμματος έκτακτης ανάγκης. Αλλά δεν υπάρχει οικοσοσιαλισμός σε μια χώρα. Ο σχηματισμός μιας τέτοιας κυβέρνησης είναι, με τη σειρά του, μόνο ένα προσωρινό στάδιο σε μια διαρκή διαδικασία που στοχεύει στην ανατροπή του καπιταλισμού σε όλη την επιφάνεια του πλανήτη.
8. Τεχνολογίες, αυτοδιαχείριση και αποκέντρωση
8.1. “Η Κομμούνα είναι η πολιτικη μορφή που τελικά βρήκε η χειραφέτηση της εργασίας”, ανακοίνωσε ο Μαρξ στο έργο του για την Κομμούνα του Παρισιού. Τον 19ο αιώνα, ο καπιταλισμός δημιούργησε ένα όλο και πιο ομοιόμορφο και συγκεντρωτικό ενεργειακό σύστημα, του οποίου ο τεχνικός και πολιτικός έλεγχος περιλάμβανε ένα μεγάλο γραφειοκρατικό μηχανισμό και ένα σύνθετο σύστημα κατανομής εξουσιών. Αυτό το σύστημα προφανώς δεν είναι η αιτία του γραφειοκρατικού εκφυλισμού της ΕΣΣΔ -που ήταν το αποτέλεσμα της σταλινικής αντεπανάστασης- αλλά την ευνόησε σε κάποιο βαθμό. Αντιστρόφως, η ευελιξία και τροποποιησιμότητα των ανανεώσιμων τεχνολογιών δεν αποτελούν εγγύηση για τη σοσιαλιστική δημοκρατία, αλλά ανοίγουν νέες δυνατότητες για αντικαπιταλιστικές δομικές μεταρρυθμίσεις. Αυτές μπορούν να στοχεύουν στην αποκεντρωμένη περιοχική ανάπτυξη, οργανωμένη γύρω από τον δημοκρατικό έλεγχο από τις τοπικές κοινότητες των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που είναι διαθέσιμες επί τόπου και της χρήσης τους. Αλλά η πραγματοποίηση αυτών των δυνατοτήτων εξαρτάται από την ταξική πάλη. Η κατάσχεση μέρους μόνο των περιουσιών που έχουν σωρεύσει οι αραβικές πετρομοναρχίες θα ήταν αρκετές να χρηματοδοτήσουν περιφερειακά σχέδια εναλλακτικής ανάπτυξης στην Εγγύς και Μέση Ανατολή βασισμένα στην ηλιακή ενέργεια και προσανατολισμένα στην ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών σε τοπική κλίμακα. Παρομοίως, είναι λυπηρό που οι λεγόμενες “προοδευτικές” Λατινοαμερικάνικες κυβερνήσεις δεν έχουν επενδύσει μεγάλο μέρος των εσόδων από την εκμετάλλευση των ορυκτών καυσίμων σε σχέδια κοινωνικής και οικολογικής μετάβασης που να στοχεύουν σε έναν άλλο τύπο αποκεντρωμένης ανάπτυξης: δημοκρατικής, με μεγαλύτερη ισορροπία πόλης-υπαίθρου, βασισμένης στις κοινότητες και 100% ανανεώσιμης.
8.2.Οι τεχνολογίες ανανεώσιμης ενέργειας επίσης τροποποιούν τη σύνδεση μεταξύ δομικών μέτρων και εμπειριών ελέγχου ή αυτοδιαχείρισης σε τοπικό επίπεδο, με νέες δυνατότητες για ενεργειακή αυτονομία. Το σχέδιο μιας δημοκρατικής οικοσοσιαλιστικής κοινωνίας βασισμένης σε ένα δίκτυο αποκεντρωμένων οργάνων εξουσίας επομένως κερδίζει εμπιστοσύνη. Η φύση της και η δυσκολία αποθήκευσης της ενέργειας καθιστά ευκολότερη τη διαχείριση της σε ένα αποκεντρωμένο, συνδυασμένο και συμπληρωματικό σύστημα απ’ό,τι στο παρόν σύστημα, που υπόκειται στις επιταγές της αγοράς. Μαζί με τη διατροφική κυριαρχία αυτό το πεδίο πάλης είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τις χώρες του Νότου, ως κομμάτι ενός μοντέλου ανάπτυξης εναλλακτικού προς το ιμπεριαλιστικό μοντέλο.
9. Περιβαλλοντική καταστροφή και ο κοινωνικός ρόλος των επιστημόνων
Οι καπιταλιστικές απαντήσεις είναι οικολογικά ανεπαρκείς και κοινωνικά άδικες καθώς είναι καθορίζονται από την ταύτιση των κοινωνικών κανόνων της αγοράς με τους αναπότρεπτους φυσικούς νόμους. Αυτή η πραγματικότητα ωθεί κάποιους επιστήμονες να εμπλακούν στο πεδίο της πάλης. Η δέσμευσή τους είναι ενάντια στο πλαίσιο της αυξανόμενης διάσπασης της επιστημονικής έρευνας και της ενισχυόμενης καθυπόταξής της στις ανάγκες του κεφαλαίου. Ένας αυξανόμενος αριθμός ερευνητών αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα της διεπιστημονικής δουλειάς που συνεπάγεται συνεργασία με τα κοινωνικά κινήματα. Σε αυτό το πλαίσιο, εμφανίζεται η ευκαιρία να επαναπροσδιορίσουμε τη “γνώση”, απελευθερώνοντάς την από το κεφάλαιο. Οι επιστήμονες επιπλέον αμφισβητούνται από την άνοδο του ανορθολογισμού και της άρνησης των αντικειμενικών γεγονότων από ορισμένους τομείς της άρχουσας τάξης, δυο αντιδραστικά χαρακτηριστικά που ενσαρκώνονται ιδιαίτερα από τον Ντόναλντ Τραμπ. Οι οικοσοσιαλιστές οφείλουν να ενθαρρύνουν τους επιστήμονες να μιλούν ανοιχτά. Το ζήτημα δεν είναι να υποτάξουμε το κοινωνικό κίνημα στη δικτατορία της “επιστήμης” ή των ειδικών, αλλά μάλλον να θέσουμε τους ειδικούς στην υπηρεσία του κινήματος, ακόμα και ενώ εντείνουμε την κριτική. Αυτό μπορεί να αυξήσει την αξιοπιστία και τη νομιμότητα των αντικαπιταλιστικών επιλογών. Ειδικότερα, η εμπειρία της διεθνούς επιστημονικής συνεργασίας είναι ένα ισχυρό στοιχείο για τη ανάπτυξη και την εμβάθυνση του διεθνισμού.
10. Αυτοοργάνωση των επηρεαζόμενων πληθυσμών
Η ικανότητα να αναχαιτίσουμε την επερχόμενη περιβαλλοντική καταστροφή είναι εκπρόθεσμη. Όπως ήδη παρατηρούμε, οι “ανθρωπογενείς” οικολογικές καταστροφές είναι επομένως πιθανό να πολλαπλασιαστούν, ιδιαίτερα εξαιτίας ακραίων καιρικών φαινομένων (πλημμύρες, κυκλώνες, κλπ). Αυτό προκαλεί καταστάσεις αποδιοργάνωσης και χάους που τις εκμεταλλεύονται διάφοροι κερδοσκόποι με σκοπό την κυριαρχία τους (πολιτική, οικονομική, γεωστρατηγική). Την ίδια στιγμή, αυτές οι ίδιες καταστάσεις μπορεί να οδηγήσουν σε πρωτοβουλίες που στοχεύουν στην οικοδόμηση δικτύων αλληλεγγύης που είναι αντιπαραθετικά προς τα ιμπεριαλιστιά πρακτορεία. Αυτή η αυτοοργάνωση της βοήθειας, υποδοχής των προσφύγων και ακόμα ανοικοδόμησης της κοινωνικής ζωής εν γένει είναι κρίσιμη για την οικοδόμηση της κοινωνικής αλληλεγγύης. Αυτές οι πρωτοβουλίες επομένως απολαμβάνουν μεγάλης νομιμοποίησης καθώς καθίστανται ζωτικής σημασίας κάτω από αυτές τις περιστάσεις και είναι αποτελεσματικότερες από τη διεθνή βοήθεια. Μια τέτοια προοπτική είναι αναπόσπαστο κομμάτι της οικοσοσιαλιστικής μας στρατηγικής ως επαναστατικής στρατηγικής. Πιο γενικά, η αποτυχία του καπιταλισμού να δώσει απάντηση στην αυξανόμενη οικολογική κρίση θέτει ένα δίλημμα: είτε υποκύπτουμε στην καταστροφή είτε σώζουμε τους εαυτούς μας.
11. Οικοσοσιαλισμός και διεθνισμός
11.1.Στο οικοσοσιαλιστικό πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης, οι απαιτήσεις για τοπικοποίηση της παραγωγής και διατροφικής κυριαρχίας είναι κομμάτι μιας αυτοδιαχειριστικής και διεθνιστικής προοπτικής ριζικά αντίθετης τόσο με την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και το “ελεύθερο εμπόριο” από τη μία, όσο και με τον καπιταλιστικό προστατευτισμό και την εθνική κυριαρχία, από την άλλη. Στις ανεπτυγμένες χώρες ειδικά, απαιτείται η μεγαλύτερη εγρήγορση απέναντι στην προσπάθεια της ακροδεξιάς να στρέψει τα οικολογικά αιτήματα προς εθνικιστικές ψευδο-απαντήσεις. Αυτές είναι πάντα στην υπηρεσία του κεφαλαίου και είναι ο σύνδεσμος με τη ρατσιστική, ισλαμοφοβική και αντιδραστική-παραδοσιακή ρητορική. Αυτές οι προσπάθειες βρίσκονται συνήθως στο αίτημα για τοπικοποίηση της παραγωγής και διατροφική κυριαρχία. Είναι επομένως κρίσιμο να πλαισιώνουμε προσεκτικά τα αιτήματα σχετικά με αυτά τα θέματα.
11.2. Είμαστε αντίθετοι-ες με την μετακίνηση των επιχειρήσεων σε χώρες χαμηλού κόστους, και υπέρ της τοπικοποίησης της παραγωγής εν γένει, αλλά δεν υποστηρίζουμε το αίτημα για επαναφορά σε ιμπεριαλιστικές χώρες των επιχειρήσεων που έχουν μετακινηθεί σε χώρες χαμηλού κόστους. Αυτή η ιδέα θα σήμαινε ότι οι εργαζόμενοι στις χώρες χαμηλού κόστους θα έχαναν τις δουλειές τους ούτως ώστε αυτοί στις ιμπεριαλιστικές χώρες να ανακτήσουν τις δικές τους. Αντί να ενοποιεί τους εργαζόμενους σε διαφορετικές χώρες ενάντια στους εκμεταλλευτές τους, αυτό το αίτημα προκαλεί μεταξύ τους ανταγωνισμό, και επομένως τους αφοπλίζει μπροστά στην πίεση των εργοδοτών για ανταγωνιστικότητα στις αγορές. Η τοποθέτηση της παραγωγής είναι κομμάτι ενός εντελώς διαφορετικού σχεδίου, βασισμένου σε οικολογικές και κοινωνικές ανάγκες, ιδιαίτερα το δικαίωμα στην εργασία και το εισόδημα για όλους, κοντά στο μέρος που ζουν. Παρομοίως, η διατροφική κυριαρχία, για μας, δεν είναι μια εθνική κυριαρχία, αλλά μια κυριαρχία στο επίπεδο των περιοχών που ιστορικά διαμορφωνόταν από τις κοινότητες. Πρέπει να σεβαστούν την ίδια την ιστορία τους. Υπερασπιζόμαστε την αλληλεγγύη μεταξύ των κοινοτήτων προκειμένου να διαχειρίζονται τους κοινούς πόρους και να τους ανταλλάσσουν στη βάση της αλληλεγγύης και της συμπληρωματικότητας μάλλον παρά του ανταγωνισμού και της υπερεκμετάλλευσης.
11.3. Γενικά, οι διάφορες φόρμουλες του “αριστερού προστατευτισμού που βασίζεται στην αλληλεγγύη” υποστηρίζουν την ιδέα ότι ο ανταγωνισμός από τις χώρες με χαμηλούς μισθούς που δεν προστατεύουν το περιβάλλον είναι η αποφασιστική αιτία για τις απώλειες θέσεων εργασίας στη βιομηχανία στις ανεπτυγμένες χώρες. Κι όμως η κύρια αιτία για αυτές τις απώλειες είναι η αύξηση στην παραγωγικότητα της εργασίας, είτε αυτή γίνεται μέσω της εντατικοποίησης της εργασιακής ημέρας, της αυτοματοποίησης ή της ανάθεσης σε μονάδες όπου οι εργαζόμενοι έχουν λιγότερα δικαιώματα και χαμηλότερους μισθούς. Η προφανής λύση είναι η μείωση των ωρών εργασίας αλλά έχει μπλοκαριστεί εξαιτίας της επιδείνωσης του συσχετισμού δύναμης μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου. Υιοθετώντας την παρωχημένη οπτική μιας παγκόσμιας οικονομίας που βασίζεται στον ανταγωνισμό μεταξύ χωρών, ενώ τον κυρίαρχο ρόλο σήμερα τον παίζουν οι πολυεθνικές, ο “αριστερός προστατευτισμός” αποπροσανατολίζει την προσοχή από την αντίθεση κεφάλαιο-εργασία σε ένα διαταξικό μέτωπο για την υπεράσπιση της ανταγωνιστικότητας. Ο “αριστερός προστατευτισμός” προσποιείται ότι είναι διεθνιστικός, αλλά τηρεί σιγή για τον καταστροφικό ανταγωνισμό των αγροβιομηχανικών εξαγωγών χαμηλού κόστους από τις ανεπτυγμένες χώρες προς τον Νότο-όπως το καλαμπόκι που στέλνεται από τις ΗΠΑ και έχει καταστρέψει τα περισσότερα μεξικάνικα αγροκτήματα milpa-και άλλες εκφάνσεις της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας. Ο κίνδυνος της ρατσιστικής μόλυνσης ξεκινώντας από σοβινιστικές θέσεις είναι σημαντικός. Πράγματι, στις πιο ανεπτυγμένες χώρες, η υπεράσπιση της απασχόλησης περιφρουρώντας την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων απέναντι στον ανταγωνισμό των χωρών με χαμηλούς μισθούς μπορεί εύκολα να μετατραπεί στην υπεράσπιση της απασχόλησης με τη μάχη ενάντι στον ανταγωνισμό των παράνομων ή ξένων εργατών, από τη στιγμή που αυτοί αντιπροσωπεύουν, ούτως ειπείν, έναν “τρίτο κόσμο στη χώρα μας”. Σε αυτή ακριβώς τη θανάσιμη παγίδα θέλει η ακροδεξιά να τραβήξει το εργατικό και το περιβαλλοντικό κίνημα.
Δεν υπάρχει σύντομος δρόμος, κανένα μέτωπο μεταξύ καπιταλιστών και του εργατικού τους δυναμικού, που να μπορεί να αντιμετωπίσει τόσο την ανεργία όσο και την καταστροφή του οικοσυστήματος. Αντίθετα, οι εργαζόμενοι πρέπει να αναπτύξουν καμπάνιες αλληλεγγύης όπου μπορούν να βρουν την ενότητα και τη δύναμη να ξεπεράσουν την κρίση.
11.4. Μια οικοσοσιαλιστική κυβέρνηση, ερχόμενη στην εξουσία σαν αποτέλεσμα της κινητοποίησης των εκμεταλλευόμενων και των καταπιεσμένων, θα ξεκινούσε τη ρήξη με τον καπιταλισμό μέσα από μέτρα όπως το μονοπώλιο στο ξένο εμπόριο, ο έλεχγος της κίνησης κεφαλαίων κοκ. Αλλά αυτό δεν σημαίνει την προστασία των καπιταλιστικών επιχειρήσεων από τον διεθνή ανταγωνισμό. Ακριβώς το αντίθετο, είναι ζήτημα προστασίας της αντικαπιταλιστικής πολιτικής και την ίδια στιγμή καλέσματος στους εκμεταλλευόμενους και καταπιεσμένους των άλλων χωρών να συμμετάσχουν στον αγώνα. Αυτή είναι μια διεθνιστική προοπτική για την ανατροπή του παγκόσμιου καπιταλισμού. Μια τέτοια πολιτική βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα του “προστατευτισμού” που πάντα καταλήγει να καθυποτάσσει τις οικολογικές και κοινωνικές διεκδικήσεις στις ανάγκες της ενδυνάμωσης του εθνικού καπιταλισμού στην παγκόσμια αγορά, δηλαδή, τελικά, στο ελεύθερο εμπόριο.
11.5. Ο οικοσοσιαλισμός μπορεί να ξεκινήσει στο εθνικό επίπεδο αλλά μπορεί να επιτευχθεί μόνο σε παγκόσμια κλίμακα. Η ορθολογική και συνετή διαχείριση του συστήματος της Γης απαιτεί παγκόσμιο δημοκρατικό σχεδιασμό. Το παγκόσμιο επιστημονικό έργο που πραγματοποιείται από όργανα όπως η IPCC, το IGBP και άλλα δείχνουν ότι αυτός ο παγκόσμιος δημοκρατικός σχεδιασμός είναι εφικτός. Το μοντέλο αυτής της διεθνούς συνεργασίας τους θα μπορούσε να εφαρμοστεί επίσης από δημοκρατικά εκλεγμένους αντιπροσώπους των κοινωνικων κινημάτων. Στην πραγματικότητα αυτό γίνεται εν μέρει σήμερα από οργανώσεις όπως η Via Campesina.
12. Συμπέρασμα: οικοσοσιαλισμός και επανάσταση
Η παράλογη καπιταλιστική λογική-η ανορθολογική επέκταση, η απεριόριστη συσσώρευση όπως επίσης και ένας παραγωγισμός εμμονικός με την αναζήτηση του κέρδους με κάθε κόστος-είναι υπεύθυνη για το ότι η ανθρωπότητα έχει έρθει στο χείλος της αβύσσου: αντιμέτωπη με την κλιματική αλλαγή και την οικολογική καταστροφή.
Η μετακίνηση από την “καταστροφική πρόοδο” του καπιταλισμού προς τον οικοσοσιαλισμό συνιστά μια ιστορική διαδικασία, μια επαναστατική διαρκή μεταμόρφωση της κοινωνίας, του πολιτισμού και της συνείδησης. Αυτή η μετάβαση δεν θα μας φέρει μόνο σε έναν νέο κόσμο παραγωγής, σε μια κοινωνία ισότητας και δημοκρατίας, αλλά και σε έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής, έναν νέο πολιτισμό, πέρα από το νόμο του χρήματος, πέρα από τις καταναλωτικές συνήθειες που παράγονται τεχνητά μέσα από τη διαφήμιση και πέρα από την απεριόριστη παραγωγή άχρηστων εμπορευμάτων. Και, όπως είπε ο Μαρξ, το Βασίλειο της Ελευθερίας, αρχίζει με την ελάττωση του χρόνου εργασίας…
Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι μια τέτοια διαδικασία δεν μπορεί να συμβεί χωρίς μια επαναστατική μεταμόρφωση των κοινωνικών και πολιτικών δομών μέσω της μαζικής δράσης της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού. Στην ανάπτυξη μιας σοσιαλιστικής, φεμινιστικής και οικολογικής, συνείδησης, η συλλογική εμπειρία των λαϊκών αγώνων είναι ο αποφασιστικός παράγοντας, από τις τοπικές αναμετρήσεις μέχρι τη ριζική αλλαγή της κοινωνίας.
Το ότι ονειρευόμαστε και αγωνιζόμαστε για έναν πράσινο σοσιαλισμό ή όπως κάποιοι λένε, για τον ηλιακό κομμουνισμό, δεν σημαίνει ότι δεν αγωνιζόμαστε για συγκεκριμένες και άμεσες μεταρρυθμίσεις. Χωρίς καμία αυταπάτη για τον “πράσινο καπιταλισμό”, πρέπει να προσπαθήσουμε να κερδίσουμε χρόνο και να επιβάλουμε στις υπάρχουσες εξουσίες συγκεκριμένα μέτρα ενάντια στην προϊούσα καταστροφή, ξεκινώντας από μια ριζική μείωση στην εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου.
Αυτές οι επείγουσες οικολογικές διεκδικήσεις μπορούν να ευνοήσουν μια διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης υπό την προϋπόθεση ότι αρνούμαστε να περιορίσουμε τους στόχους τους υπακούοντας στην καπιταλιστική αγορά ή αποδεχόμενοι την “ανταγωνιστικότητα”.
Κάθε μικρή νίκη, κάθε μερική πρόοδος μπορεί άμεσα να μας οδηγήσει σε μια υψηλότερη και πιο ριζοσπαστική διεκδίκηση. Αυτοί οι αγώνες για συγκεκριμένα προβλήματα είναι σημαντικοί, όχι μόνο επειδή οι μερικές νίκες είναι καθαυτές ευπρόσδεκτες, αλλά και επειδή συμβάλλουν στην ανάπτυξη μιας οικολογικής και σοσιαλιστικής συνείδησης, και προωθούν την αυτονομία και την αυτοοργάνωση από τα κάτω. Αυτή η αυτονομία και η αυτοοργάνωση είναι οι απαραίτητες και αποφασιστικές προϋποθέσεις για μια ριζική μεταμόρφωση του κόσμου. Αυτό σημαίνει ότι η επαναστατική μεταμόρφωση είναι εφικτή μόνο μέσα από την αυτοχειραφέτηση των καταπιεσμένων και των εκμεταλλευόμενων: εργατών και χωρικών, γυναικών, ιθαγενικών κοινοτήτων, και όλων όσοι στιγματίζονται εξαιτίας της φυλής, της θρησκείας ή της εθνικότητάς τους.
Οι άρχουσες ελίτ του συστήματος, οχυρωμένες πίσω από τα οδοφράγματά τους, είναι απίστευτα δυνατές όσο οι δυνάμεις της ριζικής αντιπολίτευσης είναι μικρές. Η ανάπτυξή τους σε ένα μαζικό κίνημα ενός μεγέθους χωρίς προηγούμενο, είναι η μοναδική ελπίδα να σταματήσουμε την καταστροφική πορεία της καπιταλιστικής “ανάπτυξης”. Αυτό θα μας επιτρέψει να εφεύρουμε μια επιθυμητή μορφή ζωής, πιο πλούσια σε ανθρώπινα προσόντα, μια νέα κοινωνία που θα βασίζεται στις αξίες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της αλληλεγγύης, της ελευθερίας και του σεβασμού στη “Μητέρα Φύση”.