Η απειλή γενικευμένης πολεμικής σύρραξης διαγράφεται ξανά στη Μέση Ανατολή, με την ανατριχιαστική υπόκρουση της αδιάκοπα συνεχιζόμενης, εδώ και πάνω από 10 μήνες, φρικτής ανθρωποσφαγής των πάνω από 40.000 στη Γάζα (αμάχων στην συντριπτική τους πλειοψηφία). Μιας σφαγής που πραγματοποιείται μπροστά στα μάτια όλης της ανθρωπότητας, από μια κυβέρνηση ακροδεξιών, φανατικών θρησκόληπτων σιωνιστών και έναν πρωθυπουργό κατηγορούμενο για εγκλήματα πολέμου από το διεθνές ποινικό δικαστήριο της Χάγης και υπόδικο στην ίδια τη χώρα του για υποθέσεις διαφθοράς.
Πριν από τέσσερις μήνες, την 1η Απριλίου, μετά από αεροπορική επιδρομή του Ισραήλ με στόχο το ιρανικό προξενείο στην Δαμασκό και θύμα υψηλόβαθμο διοικητή των φρουρών της ισλαμικής επανάστασης, όλη η ανθρωπότητα κράτησε την ανάσα της περιμένοντας ότι μια απάντηση του Ιράν θα μπορούσε να προκαλέσει την ανάφλεξη ενός γενικευμένου πολέμου στη Μέση Ανατολή και στη συνέχεια απρόβλεπτες παγκόσμιες εξελίξεις.
Η απάντηση του Ιράν ήρθε τη νύχτα της 13ης Απριλίου. Ήταν ένας καταιγισμός από εκατοντάδες drones και πυραύλους που εξαπολύθηκαν απευθείας από το έδαφός του (και αυτό για πρώτη φορά) ενάντια σε στρατιωτικούς στόχους στο Ισραήλ. Μια επίθεση που ουσιαστικά προαναγγέλθηκε έγκαιρα από τους ίδιους τους Ιρανούς, αφήνοντας επαρκή χρόνο στο Ισραήλ, τα φιλικά του καθεστώτα (Σαουδική Αραβία, Ιορδανία, Εμιράτα κλπ) και στις νατοϊκές δυνάμεις να αναχαιτίσουν τον κύριο όγκο της επίθεσης. Ήταν μια “μετρημένη και ελεγχόμενη” απάντηση. Ο προφανής στόχος ήταν να υπάρξει μια απάντηση στην ύπουλη και έξω από κάθε κανόνα επίθεση του Ισραήλ καθώς και μια επίδειξη των επιθετικών του δυνατοτήτων, χωρίς ωστόσο να προκαλέσει σοβαρές απώλειες στο Ισραήλ, χωρίς να δικαιολογεί μια μεγάλης κλίμακας ανταπάντηση του Ισραήλ που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μετωπική πολεμική σύρραξη μεταξύ των δύο κρατών.
Στις 24 Ιουλίου, κατά την διάρκεια πολυήμερης επίσημης επίσκεψης στις ΗΠΑ που συνάντησε τον Τζο Μπάιντεν, την Κάμαλα Χάρις, τον Ντόναλτ Τράμπ, τον Έλον Μασκ κλπ, ο κατηγορούμενος για εγκλήματα πολέμου και υπόδικος για υποθέσεις διαφθοράς πρωθυπουργός του Ισραήλ, σε ομιλία του στο Κογκρέσο των ΗΠΑ καταχειροκροτήθηκε πολλές φορές ενθουσιωδώς από την πλειοψηφία των εκλεγμένων αντιπροσώπων. Ο παραληρηματικός του λόγος στόχευε στο Ιράν σαν το απόλυτο κακό που θα πρέπει να αφανιστεί, ενώ δεν πρότεινε καμιά απολύτως προοπτική για ένα τέλος του «πολέμου στη Γάζα» πέρα από την ολοκληρωτική πάταξη των «τρομοκρατών της Χαμάς». Σύμφωνα μάλιστα με τον ίδιο οι αντιπολεμικοί διαδηλωτές αποτελούν τους «χρήσιμους ηλίθιους του Ιράν», επαναλαμβάνοντας τις συκοφαντίες περί «αντισημιτισμού», αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα την κομβική σημασία της ανάπτυξης του αντιπολεμικού – αντιιμπεριαλιστικού – αντιαποικιακού κινήματος.
Λίγες μέρες μετά, στις 30 Ιουλίου, με πρόσχημα ένα πυραυλικό χτύπημα στην ελεγχόμενη από τους ισραηλινούς περιοχή των Δρούζων Αράβων (χτύπημα που η ισραηλινή κυβέρνηση απέδωσε στη Χεζμπολάχ η οποία ωστόσο αρνείται κάθε ανάμιξη και ευθύνη), ακολούθησαν οι δύο διαδοχικές πολιτικές δολοφονίες του Ισραήλ: στη Βηρυτό με θύμα τον Φοϋάντ Σουκρ, ανώτατο στρατιωτικό στέλεχος της Χεζμπολάχ και αμέσως μετά στην Τεχεράνη με θύμα τον πολιτικό ηγέτη της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγιε. Ο Χανίγιε (που είναι ηγέτης της πολιτικής πτέρυγας της Χαμάς) δολοφονήθηκε στην Τεχεράνη όπου ήταν προσκεκλημένος μαζί με άλλους 80 ξένους επισήμους στην ορκωμοσία του νέου προέδρου Μασούντ Πεζεσικάν και την στιγμή που υποτίθεται ότι το Ισραήλ βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με την Χαμάς για τον τερματισμό του πολέμου!
Αυτές οι χωρίς προηγούμενο προκλητικές ενέργειες, μας δείχνουν τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης των σιωνιστών φανατικών θρησκόληπτων που δεν είναι άλλες από τη συνέχιση και την κλιμάκωση του πολέμου, μέχρι «την τελική λύση»: α) τον πλήρη αφανισμό ή την πλήρη υποταγή του παλαιστινιακού λαού (όσος θα έχει απομείνει ακόμη στην Παλαιστίνη) και β) ενός συντριπτικού στρατιωτικού χτυπήματος στο Ιράν και στις ένοπλες πολιτοφυλακές που υποστηρίζει, με την ελπίδα να υποχωρήσει αποφασιστικά στον ανταγωνισμό του με το Ισραήλ.
Βέβαια είναι πιο πιθανό αυτή η πρωτοφανής κλιμάκωση των προκλητικών ενεργειών να οφείλεται στο αδιέξοδο στο οποίο έχει έρθει το Ισραήλ καθώς παρατείνεται, χωρίς κάποιο ορατό τέλος, η στρατιωτική επιχείρηση στη Γάζα. Από την μια εντός Παλαιστίνης και παρά την πρωτοφανή βαρβαρότητα και τα εγκλήματα που διαπράττει σε κάθε επίπεδο (εγκλήματα που θα σοκάρουν όλο τον κόσμο όταν αποκαλυφθούν σε όλη τους την έκταση) δεν έχει καταφέρει να διαλύσει τις ένοπλες παλαιστινιακές οργανώσεις, να σπάσει το ηθικό τους ή να κάμψει την λαϊκή υποστήριξη προς αυτές. Αντίθετα, και παρά την κόλαση που ζει ο πληθυσμός, φαίνεται ότι όσοι πολεμούν και αντιστέκονται κερδίζουν σε κύρος και επιρροή σε αντίθεση με την Παλαιστινιακή Αρχή που ως συνεργάτης των ισραηλινών φαίνεται να χάνει κάθε κύρος και υποστήριξη. Ακόμα παραπέρα φαίνεται ότι γίνονται και βήματα στην πολιτική – οργανωτική επανενοποίηση του παλαιστινιακού εθνικοαπαλευθερωτικού αγώνα. Τόσο σε επίπεδο βάσης (με την κοινή δράση στην πολιτική άμυνα και τις κοινές στρατιωτικές επιχειρήσεις στα μέτωπα του πολέμου), όσο και σε επίπεδο κορυφής (βλέπε συμφωνία εθνικής συμφιλίωσης που υπέγραψαν στο Πεκίνο στις 23 Ιουλίου δεκατέσσερις παλαιστινιακές οργανώσεις, ανάμεσά τους η Χαμάς, η Ισλαμική Τζιχάντ, η Φατάχ, το Λαϊκό Μέτωπο, το Δημοκρατικό Μέτωπο κλπ). Αν ξεπεραστούν οι ιστορικού χαρακτήρα διαιρέσεις του παλαιστινιακού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος και επιτευχθεί μια νέα ενότητα κάτω από την ηγεμονία των δυνάμεων της αντίστασης και εις βάρος των δυνάμεων που συνεργάζονται με την κατοχή τότε και μετά από τόσους μήνες πολέμου και σφαγής οι σιωνιστές όχι μόνο δεν θα έχουν κερδίσει τίποτα στον συσχετισμό των δυνάμεων εντός της παλαιστίνης, αλλά αντίθετα κινδυνεύουν να βγουν και χαμένοι. Από την άλλη και εκτός Παλαιστίνης, στην ευρύτερη περιοχή της μέσης ανατολής, φαίνεται να ενισχύονται αποφασιστικά κερδίζοντας σημαντική λαϊκή υποστήριξη το Ιράν και ο αυτοαποκαλούμενος “άξονας της αντίστασης” σε μια σειρά χώρες: Λίβανος (Χεζμπολαχ), Συρία, Υεμένη (Χουθι), Ιράκ, Ιορδανία, Αίγυπτος κλπ. Αντίθετα φαίνεται να χάνουν επιρροή και κύρος οι δυνάμεις και τα καθεστώτα που προωθούσαν την εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ (βλ. συμφωνίες του Αβραάμ). Μπροστά σε αυτά τα αδιέξοδα δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι αυξάνεται διαρκώς η διαίρεση και η δυσφορία στο εσωτερικό της ισραηλινής κοινωνίας και οι τριβές μέσα στο κυβερνητικό επιτελείο του Νετανιάχου εκδηλώνονται όλο και πιο ανοιχτά.
Για την κυβέρνηση Νετανιάχου μόνη διέξοδος είναι η συνέχιση του πολέμου μέσα στην παλαιστίνη μέχρι τελικά να εξαναδραποδιστεί ο λαός, να καμφθεί και να συντριβεί η αντίσταση, αλλά και η επέκτασή του στην ευρύτερη περιοχή για να χτυπηθούν αποφασιστικά ο Λίβανος, η Υεμένη, το Ιράκ και πάνω από όλα το Ιράν. Αυτό όμως δεν μπορεί να το καταφέρει ο στρατός του Ισραήλ όση βοήθεια και αν λάβει. Χρειάζεται να πολεμήσουν και άλλοι στο πλευρό του. Βρετανία και ΗΠΑ έχουν ξεκαθαρίσει ότι θα πολεμήσουν με το Ισραήλ και συγκεντρώνουν τεράστιες στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή. Δύο επιπλέον βρετανικά πολεμικά πλοία βρίσκονται κοντά στην Κύπρο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες στέλνουν επιπλέον πλοία στην ανατολική Μεσόγειο και τον Περσικό Κόλπο (ανάμεσα τους το αεροπλανοφόρο USS Theodore Roosevelt με τα συνοδευτικά του πλοία, συνολικά οχτώ αντιτορπιλικά, τρία αμφίβια πλοία με 4.000 πεζοναύτες και ναύτες). Σε μια ενδεχόμενη πολεμική σύγκρουση με τη συμμετοχή των ισχυρών αμερικανο-νατοϊκών δυνάμεων που αναπτύσσονται στην περιοχή και με το δεδομένο του πυρηνικού οπλοστασίου που διαθέτει το Ισραήλ, το Ιράν και οι φιλικές του πολιτοφυλακές θα βρίσκονται απέναντι σε συντριπτικά υπέρτερες στρατιωτικές δυνάμεις και δύναμη πυρός.
Η Ιρανική ηγεσία είναι αντιμέτωπη με ένα θανάσιμο δίλλημα σχετικά με το πως θα απαντήσει αυτή την φορά. Είναι πιθανό, οι τυχοδιωκτικές ενέργειες του Ισραήλ, να οδηγούν την ιρανική ηγεσία στο συμπέρασμα ότι μετά την Γάζα και την παλαιστινιακή αντίσταση, θα έρθει η σειρά της Χεζμπολάχ στον Λιβάνου, των Χούθι στην Υεμένη και στο τέλος του δρόμου, όπως ισχυρίζεται άλλωστε ανοιχτά ο Νετανιάχου ότι είναι ήδη προδιαγεγραμένο, αναπόφευκτα βρίσκεται ο πόλεμος ενάντια στο ίδιο το Ιράν. Έτσι ίσως αποφασίσουν ότι πρέπει τώρα να αναλάβουν δράση γιατί πολύ πιθανά αύριο οι συνθήκες θα είναι χειρότερες για αυτούς.
Τα τύμπανα του πολέμου ακούγονται σήμερα στη Μέση Ανατολή ακόμη πιο δυνατά. Όμως οι δυτικές κοινωνίες δεν φαίνεται να τα ακούν. Μεγάλο μέρος τους, αποχαυνωμένο από την κυβερνητική προπαγάνδα και την “καλοκαιρινή ραστώνη”, έχει στρέψει την προσοχή του στα κακόγουστα θεάματα και στα στημένα δρώμενα των ολυμπιακών αγώνων που διοργάνωσε η κυβέρνηση του Μακρόν.
Το ανοιξιάτικο φοιτητικό αντιπολεμικό κίνημα, που προς στιγμή αναπτέρωσε την ελπίδα για μια αναγέννηση των μαζικών αντιπολεμικών κινημάτων στις ΗΠΑ και στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, έχει υποχωρήσει. Αφού δέχτηκε άγρια καταστολή και πρωτοφανείς διώξεις με συλλήψεις, δίκες, αποβολές από τις σχολές και απολύσεις εκπαιδευτικού προσωπικού και εργαζομένων. Αφού δέχτηκε πρωτοφανή συκοφαντία με την κυρίαρχη προπαγάνδα να χαρακτήριζει κυνικά ως «αντισημιτικές» τις αντιπολεμικές – αντιιμπεριαλιστικές κινητοποιήσεις της νεολαίας και παρά το γεγονός ότι ήταν σημαντική η συμμετοχή της ίδιας της αμερικανοεβραϊκής νεολαίας!
Στις χώρες οι κυβερνήσεις των οποίων στηρίζουν με κάθε τρόπο και τροφοδοτούν με όλα τα απαραίτητα όπλα και πολεμοφόδια την τυφλή κούρσα του Ισραήλ προς την βαρβαρότητα, η κυρίαρχη προπαγάνδα και η καταστολή έχουν κατορθώσει μέχρι σήμερα να ανασχέσουν τη μαζική ανάπτυξη των αντιπολεμικών κινημάτων. Τη μοναδική δηλαδή εκείνη δύναμη που θα μπορούσε να υψώσει φραγμούς στη ροή της στρατιωτικής βοήθειας και να αποτρέψει τις κυβερνήσεις από την καταστροφική φιλοπόλεμη πολιτική τους.
Σήμερα, το άμεσο και επείγον καθήκον που είναι να διατηρηθεί άσβεστη η φλόγα και η ελπίδα μιας αναγέννησης της αντιαποικιακής και αντιπολεμικής πάλης στην δύση, πέφτει εξολοκλήρου στα κόμματα και τις οργανώσεις της επαναστατικής – αντικαπιταλιστικής αριστεράς.