Πανελλαδικό συντονιστικό Attack 26-27/10/2024, Αθήνα
Μετά τις – όχι φυσικά για όλους/ες- διακοπές του καλοκαιριού, ξαναγυρνάμε στα αμφιθέατρα και τις αίθουσες, αλλά ταυτόχρονα και στις συνελεύσεις, τις κινητοποιήσεις και τις πορείες. Βρισκόμαστε πίσω στις σχολές μετά από μια χρονιά ενός μαζικότατου πανελλαδικού φοιτητικού κινήματος ενάντια στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, που για δύο μήνες έκανε τις μαζικότερες γενικές συνελεύσεις των τελευταίων χρόνων, καταλήψεις διαρκείας και μαχητικές πορείες στο δρόμο. Βρισκόμαστε λίγους μήνες μετά την ίδρυση της Αttack στα ΑΕΙ, η οποία καλείται να καλύψει το πολιτικό κενό μιας μάχιμης αριστερής αντικαπιταλιστικής συλλογικότητας στις σχολές, με την συμβολή της στο κίνημα αλλά και την πρώτη της κάθοδο στις περσινές φοιτητικές εκλογές να είναι ήδη ελπιδοφόρες. Η πιο σημαντική παρακαταθήκη της Attack είναι ότι αποτελείται από τις δυνάμεις εκείνες που υποστήριξαν την συνέχιση των καταλήψεων ακόμα και μετά την ψήφιση του νόμου, σε αντίθεση με την ΚΝΕ – και σε έναν βαθμό και την ΕΑΑΚ – που ήθελε να λήξουν.
Η επίθεση της κυβέρνησης στο άσυλο, τους φοιτητικούς συλλόγους και τις διαδικασίες τους, καθώς και στις αγωνιστικές δυνάμεις που παρεμβαίνουν σε αυτούς συνεχίζεται με αμείωτη ένταση από την αρχή της φετινής χρονιάς. Όπως κάθε χρόνο, η αστυνομία και οι διοικήσεις, προβαίνουν σε προκλητικές ενέργειες εντός ασύλου με σκοπό να εμπεδωθεί – κυρίως στο νέο έτος που ξεκινά να σπουδάζει – η καταστολή ως κανονικότητα και να δοκιμαστούν οι αντοχές των οργανωμένων δυνάμεων του φοιτητικού κινήματος και των εργαζόμενων. Μετράμε ήδη τρεις εισβολές της αστυνομίας στο άσυλο, στο Κάτω Πολυτεχνείο, στο ΑΠΘ και στο ΕΜΠ, και τη νέα πειθαρχική δίωξη φοιτήτριας στους ΗΜΜΥ. Στο στόχαστρο της επίθεσης βρέθηκε και το ΣΕΡΕΤΕ που είχε παρουσία στην Βραδιά του Ερευνητή για να αποκαλύψει τις πραγματικές εργασιακές συνθήκες που επικρατούν στον κλάδο και κρύβονται πίσω από τις διάφορες φιέστες που οργανώνονται με λαμπερές βιτρίνες, σταντ επιχειρηματικών ομάδων και ομιλίες πρυτάνεων και κυβερνητικών στελεχών.
Εκτός των σχολών μας, βλέπουμε την επίθεση κυβέρνησης – κεφαλαίου να συνεχίζεται επίσης. Η ακρίβεια συνεχίζει να καλπάζει σε όλα τα βασικά αγαθά, τα νοίκια, το ρεύμα και τη βενζίνη, ενώ τα διάφορα επιδόματα που δίνει η Ν.Δ. δεν έρχονται να λύσουν τα προβλήματα των εργαζόμενων, αλλά αντιθέτως αποτελούν μια προσπάθεια να κατευναστεί η υποβόσκουσα οργή που φυσικά υπάρχει απέναντι στην επίθεση στο μισθό τους. Οι πανηγυρισμοί για την πορεία της οικονομίας δεν μπορούν να κρύψουν την κρίση που βαθαίνει και φυσικά το γεγονός ότι για τους περισσότερους και τις περισσότερες ο μισθός δεν φτάνει για να βγει ο μήνας. Η υποβάθμιση και ιδιωτικοποιήσεις συνεχίζονται με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση της υγείας, και όλη αυτή η κατάσταση συνοδεύεται με την καταστολή της συνδικαλιστικής δράσης με πιο πρόσφατο παράδειγμα τις πειθαρχικές διώξεις δασκάλων και την κήρυξη της απεργίας της ΔΟΕ ως παράνομη.
Στο φόντο όλων αυτών, το ελληνικό κράτος σταθερά βάφει τα χέρια του με το αίμα του Παλαιστινιακού λαού, με την αξιοποίηση ακόμα και ελληνικών φρεγατών για την “επιτήρηση” της συνέχισης της σφαγής από το ΝΑΤΟ. Η ελληνική κυβέρνηση παρέχει πολιτική στήριξη σε όλος τους τόνους αφού αναγνωρίζει το “δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα”, προσπαθώντας να κερδίσει την εύνοια των συμμάχων του για να υποστηρίξει τις οικονομικές βλέψεις του ντόπιου κεφαλαίου για την αναβάθμιση της επιρροής του στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Ειδικά με τις τελευταίες εξελίξεις και τις επιθέσεις του Ισραήλ αυτή τη φορά προς το Λίβανο, ο κίνδυνος γενίκευσης της σύγκρουσης στην ευρύτερη περιοχή είναι πιθανός, και είναι στη γειτονιά μας. Οι κινητοποιήσεις της 7ης Οκτώβρη καταδίκασαν την εμπλοκή του ελληνικού κράτους στη γενοκτονία, και η παρουσία των φοιτητικών συλλόγων σε αυτή ήταν μαζική. Έδωσαν ένα ηχηρό μήνυμα αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό λαό και υποστήριξης της δίκαιης αντίστασής του με κάθε μέσο, ενώ ταυτόχρονα είχαν ένα αντιπολεμικό στίγμα διεθνιστικής εναντίωσης στο αιματοκύλισμα των λαών για τα συμφέροντα των από πάνω.
Το σκηνικό της καταστολής της συνδικαλιστικής δράσης μέσα και έξω από τα πανεπιστήμια, συμπληρώνεται από την δολοφονική και ανεξέλεγκτη δράση της αστυνομίας. Μόλις με λίγες μέρες διαφορά ο Μοχάμεντ Καμράν Ασίκ και ο Χαλίτς Μιάν πέθαναν μέσα σε αστυνομικά τμήματα της Αθήνας. Τα ονόματα των νεκρών μπαίνουν δίπλα στους Νίκο Σαμπάνη, Κώστα Φραγκούλη και Χρήστο Μιχαλόπουλου, των υπόλοιπων δολοφονημένων από την Ελληνική Αστυνομία την τελευταία 3ετία. Η κυβέρνηση αποποιείται κάθε ευθύνης, ενώ τα ΜΜΕ αναλαμβάνουν το βρώμικο ρόλο της συγκάλυψης και της εξαφάνισης της είδησης. Οι βασανισμοί και οι δολοφονίες μεταναστών από το Ελληνικό κράτος στέλνουν μήνυμα στην εργατική τάξη να μη σηκώσει κεφάλι και να συνεχίσει να βγάζει τη λάντζα.
Το αντιφασιστικό κίνημα με τις μάχες που έδωσε τα προηγούμενα χρόνια οδήγησε την Χρυσή Αυγή σε διάλυση όμως γνωρίζουμε ότι δεν έχουμε τελειώσει με τον φασισμό και την ακροδεξιά απειλή. Φασίστες χτύπησαν πρόσφατα Πακιστανό απεργό ντελιβερά και έκαναν πογκρόμ σε δομή ανηλίκων προσφύγων στα Σεπόλια. Στην ανάπτυξη των φασιστικών συμμοριών συμβάλλει η άνοδος της ακροδεξιάς και η εθνικιστική έξαρση με τα μακεδονικά συλλαλητήρια των προηγούμενων ετών, ο ανορθολογισμός στα χρόνια της πανδημίας, ο ομοφοβικός, σεξιστικός, τρανσφοβικός οχετός από την εκκλησία και στελέχη της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση της ΝΔ κανονικοποιεί την ακροδεξιά ατζέντα με την αντιμεταναστευτική πολιτική της των κλειστών συνόρων και των επαναπροωθήσεων απέναντι στους πρόσφυγες, όπως ήταν το έγκλημα στην Πύλο και την συγκάλυψη των ρατσιστικών δολοφονιών της αστυνομίας. Η απάντηση – όπως και με την Χρυσή Αυγή – πρέπει να είναι η ίδια: ενωτική και μαχητική δράση ώστε να μην έχουν σπιθαμή γης οι φασίστες.
Η επίθεση στο Φοιτητικό Κίνημα συνεχίζεται
Η μανιώδης επιμονή της κυβέρνησης να περάσει το νόμο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια παρά τις τεράστιες αντιδράσεις από όλη την κοινωνία, σωστά είχαμε επισημάνει πέρσι ότι δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με την διάθεση κερδοφορίας διαφόρων ομίλων από την ιδιωτική εκπαίδευση, αλλά πολύ περισσότερο με τις πιέσεις που κάτι τέτοιο θα ασκήσει στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Πρώτα από όλα επιταχύνει και κανονικοποιεί την κατάσταση στην οποία η χρηματοδότηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από το κράτος συρρικνώνεται. Κτιριακές υποδομές, οι εστίες, η σίτιση αφήνονται στην τύχη τους με σκοπό την απαξίωση και την εμπέδωση της λογικής των ιδιωτικοποιήσεων. Οι προσλήψεις διδασκόντων μειώνονται και το κόστος για τα απαραίτητα αναλώσιμα για τις σπουδές μετακυλίεται στους φοιτητές και τις φοιτήτριες. Με σταθερά βήματα, ανοίγει η συζήτηση για επιβολή διδάκτρων και στα προπτυχιακά. Συνδυαστικά με την ΕΒΕ, περιορίζεται το δικαίωμα της εργατικής τάξης και των πληττόμενων στρωμάτων, να έχουν πρόσβαση στις σπουδές.
Οι διαγραφές αντίστοιχα που δρομολογούνται για φέτος, έχουν ήδη τα αποτελέσματά τους στην εντατικοποίηση των ρυθμών σπουδών υπό τον φόβο της διαγραφής. Διατυπώνεται επίμονα το θέμα της οικονομικής και διοικητικής επιβάρυνσης των πανεπιστημίων από τους “αιώνιους φοιτητές” ενώ τα πανεπιστήμια υποχρηματοδοτούνται και υποστελεχώνονται σταθερά τα τελευταία χρόνια. Ένα πολύ μεγάλο μέρος αναγκάζεται να εργάζεται ταυτόχρονα με τις σπουδές του αφού η φοιτητική μέριμνα είναι ανύπαρκτη από το κράτος και τα ενοίκια για αυτούς/ες που σπουδάζουν εκτός της πόλης τους είναι δυσβάσταχτα, καθιστώντας αυτό το μέτρο έναν ταξικό φραγμό από μόνο του. Ακόμα και οι επίσημες φωνές όμως παραδέχονται ότι δεν είναι τόσο οικονομικό το ζήτημα, όσο το “να μπει μια τάξη στο πανεπιστήμιο”. Επιδιώκεται δηλαδή ένας έλεγχος στο πότε ένα νεαρό άτομο θα επιλέξει να πάρει πτυχίο ή θα μάθει κάτι άσχετο με τις σπουδές του, θα εργαστεί, θα ξεκουραστεί, θα ταξιδέψει, θα πολιτικοποιηθεί, θα διασκεδάσει και φυσικά έλεγχος πάνω στον ρόλο που θα έχει εντός σχολής που δεν μπορεί να είναι ένα πολιτικοποιημένο κοινωνικό ον αλλά ένα εξατομικευμένο υποκείμενο.
Η κατάργηση του ασύλου και η διαρκής καταπάτηση του τους τελευταίους μήνες δείχνουν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο την προσπάθεια ελέγχου και καταστολής των φοιτητ(ρι)ών αλλά και ευρύτερα της κοινωνίας. Το άσυλο αποτελούσε πάντα το γόνιμο περιβάλλον για την διακίνηση επαναστατικών ιδεών και την πολιτική διαπάλη και δράση, χώρο παραγωγής αναπαραστάσεων κόντρα στην κυρίαρχη ιδεολογία. Από τον Μάη του ΄68 εως το δικό μας Πολυτεχνείο του ‘73 – και άλλα πολλά κινήματα τα οποία ξεπέρασαν τα όρια του φοιτητικού και νεολαιίστικου αποκτώντας ευρύτερα κοινωνικά χαρακτηριστικά – είχαν ως σκηνικό τα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Από τις ρητορικές λοιπόν περί ασύλου ανομίας μέχρι τις βίαιες εκκενώσεις πολιτικών χώρων, τα συχνά lockout, την πλήρη αποστείρωση των σχολών και το κλείσιμο αυτών με το πέρας των μαθημάτων, το κράτος ψάχνει τρόπους να περιορίσει την πολιτική δράση εντός των πανεπιστημίων. Γίνεται έντονη προσπάθεια να διαγραφούν τα μελανά – για αυτούς – κομμάτια της ιστορίας και να γίνει βέβαιο πως δεν θα προκύψουν άλλα παρόμοια στο μέλλον.
Όλα τα παραπάνω λοιπόν, πλήττουν αναμφίβολα και δυσανάλογα την πληττόμενη πλειοψηφία των πανεπιστημίων ενισχύοντας τους ταξικούς φραγμούς προς τα ανώτερα επίπεδα σπουδών και επιτρέποντας σε επιχειρήσεις να κερδοφορούν παρασιτικά μέσα σε αυτά. Αλλά ο στόχος της κυβέρνησης είναι κυρίως πολιτικός και όχι οικονομικός. Η σφοδρότητα της επίθεσης στο δημόσιο πανεπιστήμιο συνδέεται με την επίθεση στο άσυλο και στοχεύει στο τσάκισμα του κινήματος που έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να βγαίνει μαζικά στον δρόμο και να ανατρέπει τους σχεδιασμούς της κάθε κυβέρνησης. Η ιστορία έχει αποδείξει πως το άνοιγμα του αστικού πανεπιστημίου για την εργατική τάξη λειτουργεί προωθητικά για την ιστορική διαδικασία της απελευθέρωσής της, και για αυτό άλλωστε είναι χρέος μας να υπερασπιστούμε την πρόσβασή της σε αυτό. Είναι αυτό που εμείς καμιά φορά ξεχνάμε, αλλά το γνωρίζουν πολύ καλά οι από πάνω και για αυτό επιτίθενται με λύσσα στους φοιτητικούς συλλόγους, στο δικαίωμα να ζούμε, να συζητάμε, να παράγουμε πολιτική. Επομένως, συνδικαλιστικά είναι χρήσιμο να αναδεικνύουμε ταξική αποτύπωση όλων αυτών των ζητημάτων, αλλά δεν πρέπει να τα υποβαθμίζουμε σε αμιγώς οικονομικά ζητήματα. Η πραγματική ταξικότητα αυτών των μέτρων κρύβεται στην επιδίωξη της καταστολής του φοιτητικού κινήματος που με τις εκρήξεις του μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλες ταξικές και πολιτικές αναμετρήσεις, από τις οποίες δεν κινδυνεύουν μόνο οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις που κερδοφορούν μέσα στις σχολές, αλλά οι καπιταλιστές συνολικά σαν τάξη. Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι πρέπει σταθερά να υπερασπιζόμαστε τον ανοιχτό, δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα του πανεπιστημίου και να επιδιώκουμε πάντα την σύνδεση του φοιτητικού κινήματος με τις εργαζόμενες μάζες.
Οι πολιτικές δυνάμεις στο φοιτητικό κίνημα
Η φοιτητική παράταξη του ΚΚΕ για άλλη μια χρονιά κατάφερε να πάρει την πρωτιά στις φοιτητικές εκλογές, ωστόσο δείχνει κάθε χρονιά και εντονότερα ότι μετατρέπεται σε έναν εκλογικό μηχανισμό και απομακρύνεται από τις διαδικασίες των φοιτητικών συλλόγων και την πραγματική διεκδίκηση νικών για το ΦΚ. Σε ότι αφορά το κίνημα κινείται σε ρηχά νερά και χαρακτηρίζεται από κινηματική εσωστρέφεια περιορίζοντας την δράση σε οικονομικούς αγώνες για τις εστίες και τους μετεγγραφέντες από την μία, σε συνδυασμο με ακίνδυνα κομματικά συλλαλητήρια του ΜΑΣ από την άλλη. Στον πρόσφατο γύρο συνελεύσεων Τρίτη και Τετάρτη 16-17/10 στην Αθήνα (που πιέσαμε ως Attack για να μπουν) η συμμετοχή της ήταν αναιμική και συμβολική. Είναι φανερό πλέον ότι αποτελεί μια δύναμη «σφραγίδων», Διοικητικών Συμβουλίων (ΔΣ) προσανατολισμένη στις εκλογές και αφού έδωσε “αγωνιστικά διαπιστευτήρια” πέρσι στις καταλήψεις, δεν έχουμε να περιμένουμε πρόταση κλιμάκωσης του αγώνα από την μεριά της από εδώ και πέρα. Ενδεικτική είναι και η απουσία της από τις κινητοποιήσεις τις 7 Οκτώβρη για την γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού, όπου δεν συμμετείχε παρά τις αντι-ιμπεριαλιστικές κορώνες στις τοποθετήσεις της.
Η στάση της ΑΡΑΣ – με την ταμπέλα της ΕΑΑΚ πλέον – τις τελευταίες εβδομάδες είναι ντροπιαστική. Από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς ασχολείται περισσότερο με την “αντιπαράθεση” με άλλες αγωνιστικές δυνάμεις, παρά με τα πραγματικά επίδικα της περιόδου. Απουσίαζε από κάθε συνεννόηση σε Διοικητικά Συμβούλια και προφανώς κάθε γενική συνέλευση (μέχρι το σημείο να σαμποτάρει την διεξαγωγή τους) χωρίς καν να μπει στον κόπο να απολογηθεί στους/ις φοιτητ(ρι)ές για την στάση της, έστω με μια γελοία δικαιολογία. Ακόμα και πριν από αυτά τα γεγονότα, κράτησε διασπαστική στάση στις κινητοποιήσεις ενάντια στην καταστολή και τις διώξεις από την αστυνομία στην Βραδιά του Ερευνητή, αρνούμενη να συμπορευτεί με το ΣΕΡΕΤΕ. Σε όσα ΔΣ έχει εμφανιστεί τον τελευταίο καιρό δείχνει την αποσύνδεση της από τις αυτοοργανωμένες δομές του κινήματος, αφού προσπαθεί να περνάει τον σχεδιασμό της μέσα από τα ΔΣ, τακτική που θυμίζει όλο και περισσότερο ΚΝΕ. Όλα αυτά τα θέματα και τον ρόλο που παίζουν ως ανάχωμα στην ανάπτυξη του κινήματος πρέπει να τα αναδείξουμε, να τα καταγγείλουμε στον κόσμο των σχολών και να συμβάλλουμε στην απομόνωσή τους.
Η ΑΡΕΝ ύστερα από τον διαχωρισμο της με την ΕΑΑΚ στις εκλογές, όπου σωστά διαφοροποιήθηκε σε σχέση με τις παραβιαστικές συμπεριφορές μελών της ΕΑΑΚ στην Κρήτη, φαίνεται τώρα να αναθερμαίνει την συμμαχία της, παρά το γεγονός ότι εκστρατεία συκοφάντησης των καταγγελλουσών συνεχίζεται ακάθεκτη. Αν σε αυτά προσθέσει κανείς και τη διαλυτική στάση της ΕΑΑΚ στους συλλόγους, η ΑΡΕΝ για άλλη μία φορά δείχνει ότι δεν την ενδιαφέρει η ανασυγκρότηση των συλλόγων αλλά η αναπαραγωγή της. Και αυτή η αναπαραγωγή περνάει μέσα από την παρασιτική προσκόλληση δίπλα στα ΕΑΑΚ. Οι κορώνες της “περί ενότητας της αριστεράς” αποδεικνύονται ψεύτικες και ότι σχετίζονται μόνο με την μικροπολιτική.
Όπως φαίνεται, για την Attack ανοίγει μια τεράστια και μοναδική ευκαιρία να παίξει πρωταγωνιστικό και καθοριστικό ρόλο για το κίνημα και να καλύψει τον χώρο «στα αριστερά της ΚΝΕ» αφού η ΑΡΑΣ δείχνει ότι «μπουρδουκλώνεται» στο ίδιο το DNA της. Είναι η μόνη δύναμη εντός των σχολών που μπορεί πραγματικά να δώσει μια απάντηση στις επιθέσεις της κυβέρνησης στο ΦΚ και να χαράξει μια μαχητική ενωτική και αντικαπιταλιστική πολιτική με θεμέλια την αυτοοργάνωση και με όπλο τις γενικές συνελεύσεις και τους ΦΣ. Είναι ζήτημα κομβικής σημασίας γιατί ακολουθούν σημαντικοί αγώνες που θα καθορίσουν τον χαρακτήρα του πανεπιστημίου τα επόμενα χρόνια (διαγραφές φοιτητών, ιδιωτικοποίηση εκπαίδευσης κλπ.).
Δεν θα σταματήσουμε να μιλάμε για την Παλαιστίνη!
Ένα χρόνο και λίγες εβδομάδες μετά την 7 Οκτώβρη 2023, η κατάσταση στην Παλαιστίνη επιδεινώνεται και ο κίνδυνος γενικευμένης σύγκρουσης στην Μέση Ανατολή αυξάνεται, με το Ισραήλ να γενικεύει τις επιθέσεις του σε Ιράν και Λίβανο. Για εμάς είναι ξεκάθαρο, ότι το κράτος-δολοφόνος με την στήριξη του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ, διεξάγει γενοκτονία, καθώς και πολλά άλλα εγκλήματα πολέμου κατά του Παλαιστινιακού λαού. Φοιτητικό και εργατικό κίνημα έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο στο ζήτημα και είναι χρέος τους η συζήτηση για την Παλαιστίνη να συνεχιστεί, μέχρι να απελευθερωθεί από τον καταπιεστή της, δηλαδή το Ισραήλ και τις δυνάμεις της Δύσης.
Έχουν περάσει 5 μήνες από το μεγαλειώδες φοιτητικό κίνημα στα πανεπιστήμια της Αμερικής που πυροδότησε τις αντιδράσεις των φοιτητών σε όλο τον κόσμο. Οι ιστορικές καταλήψεις στο Columbia, το UCLA, το Yale και το Harvard, ξεσήκωσαν φοιτητές και προκάλεσαν κινητοποιήσεις στον Καναδά , την Αυστραλία, την Γαλλία και την Γερμανία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εξέγερση των φοιτητών στην Ολλανδία, με το στήσιμο των κατασκηνώσεων διαμαρτυρίας μπροστά στα κτήρια πανεπιστημίων του Άμστερνταμ, της Ουτρέχτης, του Χρόνινγκεν και τις τακτικές διαδηλώσεις σε πολλες μεγάλες πόλεις, οι οποίες ήταν εξαιρετικά επίμονες και μαζικές για τα δεδομένα της ολλανδικής κοινωνίας. Αυτό το διεθνιστικό κίνημα κατάφερε να φτάσει και σε μας με κινητοποιήσεις, πορείες στην πρεσβεία του Ισραηλ και των ΗΠΑ, καταλήψεις ιδρυμάτων και πολιτι(στι)κές εκδηλώσεις με το βασικό μήνυμα να είναι : Λευτεριά στον παλαιστινιακό λαό!
Όλες οι παραπάνω κινήσεις συνάντησαν ακραία καταστολή, με τα κράτη να προσπαθούν να φιμώσουν και να καταπνίξουν οποιοδήποτε αίσθημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη. Συγκεκριμένα, οι φοιτητές των καταλήψεων στα campus συλλαμβάνονταν, οι διαδηλωτές έρχονταν αντιμέτωποι με ξύλο και χημικά από την αστυνομία, ενώ ακόμα και άτομα που κρατούσαν παλαιστινιακή σημαία κατέληγαν με προσαγωγές. Αυτο είναι τρανταχτή απόδειξη ότι δεν πρέπει να σταματήσουμε να μιλάμε για την Παλαιστίνη, αφού μέχρι και η παραμικρή εναντίωση στην γενοκτονία που διεξάγει το κράτος-δολοφόνο του Ισραήλ έχει αποτελέσματα. Γι’ αυτό και εξάλλου καταπνίγεται βίαια. Συγκεκριμένα, η πίεση των φοιτητών να διακόψουν τις συνεργασίες των ιδρυμάτων τους με τα πανεπιστήμια του Ισραήλ, έχει προκαλέσει τεράστιο πρόβλημα στον τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης του κρατους απαρτχάιντ, που σταδιακά εξαφανίζεται.
Όλα τα παραπάνω, μπορεί να φαίνεται ότι έχουν μικρό αποτέλεσμα σε σχέση με το έγκλημα που συνεχίζεται και κοστίζει καθημερινά δεκάδες και εκατοντάδες ζωές, όμως είναι απαραίτητες για να αποκαλύπτεται στον κόσμο ο ρόλος του Ισραήλ και των εταιρειών που στηρίζουν την δράση του και να σπάει η σιγή ιχθύος που έχει επιβληθεί γύρω από αυτό το θέμα. Είναι σταθερή στρατηγική του κράτους του Ισραήλ εδώ και δεκαετίες να ξεπλένεται μέσα από την εμπλοκή του σε πολιτιστικά δρώμενα και εκπαιδευτικά προγράμματα, για αυτό όπου φτάνει η παρέμβαση μας πρέπει να είμαστε παρόντα και να μπλοκάρουμε την παρουσία του. Ταυτόχρονα, οι φοιτητικοί σύλλογοι θα πρέπει να είναι παρόντες και να εμπλέκονται με τις δράσεις των εργαζομένων που βάζουν φρένο στην στήριξη της πολεμικής μηχανής του Ισραήλ και του ΝΑΤΟ.
Έτσι, στο ΕΚΠΑ, οι κινητοποιήσεις των φοιτητικών συλλόγων ενάντια στην συνεργασία του ιδρύματος με την Lockheed Martin, κατάφεραν να παγώσουν την συμφωνία και να αναγκάσουν την Κοσμητεία της ΣΘΕ να δηλώσει οτι δεν θα συνεργαστεί με εταιρίες που δολοφονούν παιδιά στην άλλη άκρη της Μεσογείου. Πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα και για να αναδείξουμε ταυτόχρονα την σημασία σύνδεσης του φοιτητικού κινήματος με το εργατικό, την προηγούμενη Παρασκευή σε μια κινητοποίηση του σωματείου των λιμενεργατών, οι εργάτες της COSCO στον Πειραιά δεν επέτρεψαν να φορτωθεί container το οποίο περιείχε σφαίρες και προοριζόταν για το Ισραήλ. Αυτό που έγινε τελικά, ήταν το πλοίο να αναχωρήσει από το λιμάνι χωρίς τα πυρομαχικά που θα κατέληγαν να σκοτώνουν αμάχους, μέσα σε αυτούς και παιδιά.
H Attack ως αντικαπιταλιστική δύναμη μέσα στα πανεπιστήμια οφείλει να έχει πολύ ψηλά και σε μόνιμη βάση στην ατζέντα της το ζήτημα της Παλαιστίνης και του πολέμου στη Μέση Ανατολή. Η παρέμβασή μας στο πανεπιστήμιο είναι παρέμβαση στο πιο οργανωμένο κομμάτι της νεολαίας που πρέπει να έχει λόγο για τους πολεμικούς σχεδιασμούς της χώρας μας που σήμερα ξεκινούν από τις τεράστιες εξοπλιστικές δαπάνες εις βάρος των κοινωνικών αναγκών και φτάνουν μέχρι την παροχή βοήθειας σε ιμπεριαλιστικούς στρατούς που διεξάγουν εγκλήματα. Για να φτάσουμε όμως στο επίπεδο του αντιπολεμικού κινήματος που έπαιξε καθοριστικό ρόλο για την λήξη του πολέμου στο Βιετνάμ και που είχε πρωταγωνιστές τους φοιτητές και τις φοιτήτριες, θα πρέπει να αναβαθμίσουμε την δράση μας και τον λόγο μας. Το πιο ισχυρό όπλο μας ενάντια στην σφαγή είναι να καταστήσουμε σαφές στους από πάνω ότι η νεολαία δεν θα πολεμήσει για τα συμφέροντά τους. Πρώτον, με την οικοδόμηση της διεθνιστικής συνείδησης που βλέπει ως συμμάχους τους καταπιεσμένους όλου του κόσμου, ενάντια στις ρατσιστικές και ισλαμοφοβικές αφηγήσεις που βαφτίζει τους αραβικούς πληθυσμούς τρομοκράτες, αφηγήσεις οι οποίες χρησιμεύουν στα κράτη και τα αφεντικά να διεξάγουν εγκλήματα για το συμφέρον και τις σκοπιμότητες τους. Δεύτερον, με την κινητοποίηση της νεολαίας ώστε να αρνηθεί το μέλλον που της επιφυλάσσεται ως συμμέτοχο – όχι απλά ως παρατηρητή – σε πολεμικές συγκρούσεις, κόντρα στον εθνικισμό και φωνάζοντας ότι «ο εχθρός είναι μέσα στην ίδια μας την χώρα», και είναι το κεφάλαιο και το κράτος του.
Υπό το βάρος της συνεχιζόμενης σφαγής και της επείγουσας αλληλεγγύης που πρέπει να δείξουμε προς τον λαό της Παλαιστίνης, πρέπει να προετοιμάσουμε το μαζικό τριήμερο του Πολυτεχνείου και να δώσουμε στην πορεία της 17ης Νοέμβριου τον επίκαιρο αντιπολεμικό χαρακτήρα που είναι αναγκαίος. Θα πρέπει ταυτόχρονα ως Φ.Κ να βάλουμε ως στόχο την διοργάνωση πορείας με αίτημα την απεμπλοκή του ελληνικού κράτους από την σφαγή, με συμμετοχή ευρύτερων κομματιών της κοινωνίας.
Οι προκλήσεις για την Attack
Τα σχήματα της Attack καλούνται να παίξουν έναν πρωτοπόρο ρόλο σε αυτή την συγκυρία ειδικα όσο οι υπόλοιπες δυνάμεις φαίνεται να αποτραβιούνται από την ενεργό δράση των συλλόγων. Ακόμα και το κάλεσμα γενικων συνελεύσεων όταν η επίθεση οξύνεται, είναι διακύβευμα. Ωστόσο είναι σημαντικό να σημειώσουμε μερικές αδυναμίες και παθογένειες που φάνηκαν τις πρώτες εβδομάδες αυτής της χρονιάς και καλούμαστε να τις ξεπεράσουμε.
Αφενός, οι ΓΣ που πιέσαμε να μπουν την περίοδο που η ΑΡΑΣ ήταν εξαφανισμένη (η ΚΝΕ ούτως ή άλλως εδώ και χρόνια δεν προωθεί τις ΓΣ) ήταν ένα καλό αντανακλαστικό που οι δυνάμεις της Attack επέδειξαν σχεδόν στο σύνολό τους. Ωστόσο είναι προβληματικό ότι αυτό έγινε μάλλον αυθόρμητα και στον αυτόματο χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένη συνεννόηση και κατεύθυνση και κυρίως ένας κοινός σχεδιασμός για το πως απαντάμε με σκοπό η κυβέρνηση να έχει πολιτικό κόστος από αυτές τις προκλήσεις.
Όσον αφορά τις επιθέσεις στο άσυλο, είναι χρέος μιας αντικαπιταλιστικής συλλογικότητας να υπερασπιστεί τον κοινωνικό της χώρο κσαι να μην θεωρήσει αμελητέα την καθημερινή μάχη για ύπαρξη εντός του. Πρόκειται σε έναν μεγάλο βαθμό και για ζήτημα επιβίωσης. Ήδη το φοιτητικό κίνημα έχει μπλοκάρει μεταρρυθμίσεις όπως αυτή της πανεπιστημιακή αστυνομίας – δηλαδή κατέχει ήδη σε έναν βαθμό την μεθοδολογία -, παρ’ όλα αυτά το τελευταίο διάστημα, παρά τα συστηματικά περιστατικά επιθέσεων σε ιδρύματα πανελλαδικά, δεν έχει καταφέρει να βρίσκεται μαζικά στο πλευρό των σχολών που στην εκάστοτε φάση βρίσκεται το κέντρο βάρους, δίνοντας άμεσες απαντήσεις χωρίς όμως να μένει μόνο σε αυτές. Η Αττάκ οφείλει το επόμενο διάστημα τόσο να ζυμωθεί πάνω στο ζήτημα αυτό όσο και να ορίσει μια συνολική κατεύθυνση και έναν κεντρικό σχεδιασμό για την υπεράσπιση του ασύλου.
Στον αντίποδα αυτών των ελλείψεων, παρατηρείται μια βιασύνη και άγχος στο να βγαίνουν συχνές κεντρικές ανακοινώσεις. Αυτό δεν βοηθάει στο να υπάρχει ζύμωση στα σχήματα για τα θέματα της επικαιρότητας και δεν συγκεκριμενοποιεί την παρέμβασή μας στις σχολές με αποτέλεσμα να κινούμαστε στα τυφλά. Πολύ πιο χρήσιμο θα ήταν κατά την γνώμη μας για τα θέματα που προκύπτουν στις επιμέρους σχολές να κοινοποιούνται τα κείμενα των σχημάτων από τα κεντρικά social της Attack και έτσι να αναδεικνύεται η δράση των συντρόφων παντού.
Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει είναι ποιο ρόλο έρχεται να παίξει η Attack σήμερα και ποια είναι η χρησιμότητα της για το φοιτητικό κίνημα. Αν ο λόγος που διασπαστήκαμε από την ΕΑΑΚ και υπάρχουμε σήμερα είναι είτε επειδή η ΕΑΑΚ δεν είχε αρκετά καθορισμένη εσωτερική δομή είτε επειδή δεν είχε αρκετά καλή θεωρητική ανάλυση για το πανεπιστήμιο, τότε απλά θα περιμένουμε το κίνημα να ξεσπάσει αυθόρμητα κι εμείς να έχουμε την αριστερή γραμμή εντός του. Αν όμως αντιλαμβανόμαστε ότι η ΕΑΑΚ με την πολιτική κατεύθυνση που είχε ηγεμονεύσει εντός της έβαζε ανάχωμα στην ανάπτυξη του κινήματος, τότε κι εμείς θα πρέπει να διατυπώσουμε μια πολιτική πρόταση για το πώς αυτό θα πάει παραπέρα και θα μετρήσει νίκες το επόμενο διάστημα.
Κρατάμε την δύναμη των αγωνιστριών και αγωνιστών που υπερασπίστηκαν την συνέχιση των καταλήψεων ακόμα και μετά την ψήφιση του νόμου για τα ιδιωτικά, την αισιοδοξία ότι ο αγώνας μπορεί να είναι νικηφόρος, την εμπιστοσύνη στον κόσμο που πλήττεται ότι μπορεί να αυτοοργανώνεται, να κατανοεί το βάθος της επίθεσης, να πολιτικοποιείται και να συνεχίζει να παλεύει. Η Attack θέτει στο κέντρο της δράσης τα σχήματα που είναι ανοιχτά, δημοκρατικά και συμπεριληπτικά, και πρέπει με τον συντονισμό της να δίνει την απάντηση με ενιαίο και μάχιμο σχεδιαμό ώστε η επιμέρους δουλειά στους συλλογους να γίνεται κίνηση επικίνδυνη για τους από πάνω. Συνεχίζουμε με γενικές συνελεύσεις, απευθυνόμαστε με αιχμηρό ταξικό, φεμινιστικό και διεθνιστικό λόγο, γειωνόμαστε συνδικαλιστικά στις σχολές και αναμετριόμαστε με όλες τις καταπιέσεις και τις ανησυχίες που μπορούν να θέσουν σε κίνηση τους συλλόγους. Να μην περάσει η διάλυση του δημόσιου πανεπιστημίου, να υπερασπιστούμε το πανεπιστημιακό άσυλο ως άσυλο αγώνων ανοιχτό σε όλη την κοινωνία, να συγκροτήσουμε τους όρους ώστε να μην υλοποιηθούν οι διαγραφές φοιτητών. Στο μέτωπο που έχει ανοίξει η κυβέρνηση ενάντια στο φοιτητικό κίνημα, να βγει χαμένη!
Η κρίση της αστικής κοινωνίας αντανακλάται και στο αστικό πανεπιστήμιο, μέσα στο οποίο παραδοσιακά ξεπηδούν τάσεις αμφισβήτησης και ριζοσπαστικοποίησης. Το χρέος μας σαν αντικαπιταλιστική αριστερά στις σχολές είναι να μπορούμε να αναγνωρίζουμε αυτές τις αυθόρμητες τάσεις, να ερχόμαστε σε επαφή μαζί τους και να τους δίνουμε τα απαραίτητα πολιτικά εφόδια ώστε να συγκροτηθούν σε ένα συνειδητό κίνημα ανατροπής από κοινού με το σύνολο της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων.