Β. Εγχώρια κατάσταση
Η ελληνική οικονομία
-
Η ελληνική οικονομία τα χρόνια της κρίσης
Η ελληνική οικονομία την περίοδο 2010-15 βρέθηκε στο επίκεντρο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Το ελληνικό ΑΕΠ υποχώρησε από 337,6 δις. δολ. το 2008, σε 275,2 το 2012. Η αδυναμία να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις οδήγησαν στην επιβολή από τους δανειστές των μέτρων των μνημονίων, αλλά η εφαρμογή τους συνάντησε τα πρώτα χρόνια (2010-2013) ισχυρές κοινωνικές αντιστάσεις. Παρόλο το μικρό μέγεθος της ελληνικής οικονομίας [το ελληνικό ΑΕΠ το 2008 αποτελούσε μόνο το 1,66% του ευρωπαϊκού και μόλις το 0,6% του παγκοσμίου], μια κατάρρευση της οικονομίας (και πολύ περισσότερο του αστικού καθεστώτος) στην Ελλάδα απειλούσε με αλυσιδωτές συνέπειες το συνολικό οικοδόμημα της ΕΕ και κατ’ επέκταση τη σταθερότητα του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. (Γεγονός που επιβεβαιώνει την οικονομική αλληλεξάρτηση τουλάχιστον των ευρωπαϊκών οικονομιών που είχε συντελεστεί τις προηγούμενες δεκαετίες).
Η κορύφωση της κρίσης και τα μνημόνια συνοδεύτηκαν από μεγάλες κοινωνικές κινητοποιήσεις και διαδοχικές ανατροπές στο πολιτικό σκηνικό. Η ορμητική άνοδος των κινημάτων και στη συνέχεια η εκρηκτική εκλογική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ, που αυτοπροβάλλονταν σαν κόμμα της «ριζοσπαστικής αριστεράς», ενέπνευσαν την ελπίδα στους εργαζόμενους όλου του κόσμου για την πυροδότηση εξελίξεων που θα ανέτρεπαν την αδιέξοδη πορεία του καπιταλισμού τουλάχιστον στην Ευρώπη.
Το 2015 με την άνοδο στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και τη συνθηκολόγηση που επακολούθησε το «δημοψήφισμα», την συνακόλουθη υποχώρηση του εργατικού κινήματος και των κοινωνικών αντιστάσεων, το ελληνικό αστικό καθεστώς μπήκε σε τροχιά σταθεροποίησης: Απρόσκοπτη εφαρμογή των μέτρων των μνημονίων [ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων του δημόσιου τομέα και της δημόσιας περιουσίας, επιβολή μέτρων λιτότητας, υποβάθμιση του λαϊκού εισοδήματος, κατάργηση μιας σειράς κατακτήσεων του εργατικού κινήματος]. Το ελληνικό ΑΕΠ αυξήθηκε σταδιακά από 289 δις. δολ. το 2015 σε 334 το 2019, υποχώρησε το 2020 σε 304 και να επανήλθε το 2021 σε 333 και το 2022 σε 389 [Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα GDP, PPP (constant 2017 international $)].
-
Ο χαρακτήρας της ελληνικής οικονομίας σήμερα
Γενικότερα, η πορεία της ελληνικής οικονομίας χαρακτηρίζεται από την παραπέρα ραγδαία διόγκωση του ήδη διογκωμένου τομέα των υπηρεσιών (ναυτιλία, εμπόριο, τουρισμός, τηλεπικοινωνίες, τραπεζικός τομέας, υπηρεσίες διαμετακομιστικού κόμβου κλπ.).
Το 1990 ο τομέας των Υπηρεσιών αντιπροσώπευε το 56% του ΑΕΠ, η Βιομηχανία το 30,5% και η Γεωργία το 13,5%.
Ο χαρακτήρας αυτός, κατά τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, επέτρεψε μια δυναμική επέκταση των επενδύσεων προς τις βαλκανικές χώρες, μετά την από πτώση των καθεστώτων του ανατολικού μπλοκ, που προκάλεσε με τη σειρά της μια παραπέρα διόγκωση του τομέα των Υπηρεσιών. Αντίστοιχα ο τομέας της Βιομηχανίας γνώρισε σχετική συρρίκνωση, καθώς μέσα στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης, κυριάρχησαν οι εισαγωγές βιομηχανικών προϊόντων από τις ασιατικές χώρες με το χαμηλότερο εργατικό κόστος. Η ανάκαμψη που ακολούθησε μετά το 2015 κινήθηκε πάνω στις ίδιες ράγες.
Το 2017 ο τομέας των Υπηρεσιών αντιπροσώπευσε το 79,1% του ΑΕΠ, η Βιομηχανία το 16,9% και η Γεωργία μόλις το 4,1%.
-
Προοπτικές της ελληνικής οικονομίας
Οι κλάδοι υπηρεσιών που παρουσιάζουν δυναμική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια εκτός από τον «παραδοσιακό» του τουρισμού, είναι οι υπηρεσίες διαμετακομιστικού κόμβου, των τερματικών σταθμών LNG και της δημιουργίας data centers.
α) Η άμεση οικονομική συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ το 2022 αντιστοιχούσε στο 11,5%, ενώ αν συνυπολογιστεί και η έμμεση συνεισφορά του, αντιστοιχεί μεταξύ 25,3% έως 30,5%. Ο τουρισμός έχει εξελιχθεί στον σημαντικότερο παράγοντα της ελληνικής οικονομίας και γίνονται προσπάθειες για την παραπέρα ανάπτυξή του με διεύρυνση της τουριστικής περιόδου στα νησιά και με ενίσχυση ειδικών μορφών (κρουαζιέρα, χειμερινός, συνεδριακός, ιατρικός κλπ.)
Ο θετικός ρυθμός ανάπτυξης του τουρισμού αλλά και γενικότερα της ελληνικής οικονομίας, οδήγησαν σε αύξηση της ζήτησης εξοχικών κατοικιών για ιδιοκατοίκηση από μεσοαστικά στρώματα ή εκμετάλλευση, αλλά και στην ανάπτυξη ή εκσυγχρονισμό ξενοδοχειακών μονάδων. Θετικά επίσης επηρεάζουν την αγορά του Real Estate η αυξημένη ζήτηση για επαγγελματικά ακίνητα (logistics, γραφεία, καταστήματα, πράσινα-βιοκλιματικά κτίρια). Τον τελευταίο χρόνο οι τιμές στα μεταχειρισμένα ακίνητα άνω των 5 ετών αυξήθηκαν κατά 4,9%, ενώ στα ακίνητα έως 5 ετών η αύξηση εκτινάχτηκε στο 11,5%.
Μεγάλο είναι το ενδιαφέρον ξένων επενδυτών για την ελληνική αγορά ακινήτων. Τους πρώτους τρεις μήνες του 2023 εισέρρευσαν σχεδόν 500 εκατ. ευρώ, ποσό που είναι αυξημένο κατά 33% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2022. Ένα άλλο σημαντικό ποσοστό ξένων αγοραστών επιλέγει την αγορά ακινήτων στην Ελλάδα είτε για παραθεριστικούς λόγους, είτε για μόνιμη παραμονή μετά τη συνταξιοδότησή τους, είτε μισθωτοί εργαζόμενοι που εργάζονται μέσω ίντερνετ (remote workers) ή ακόμη ασκώντας ελεύθερο επάγγελμα (digital nomads). Την πρώτη θέση στους ξένους αγοραστές ακινήτων κατέχει το Ισραήλ και ακολουθούν Κίνα, Γερμανία, Βουλγαρία και Τουρκία.
Παράλληλα τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκε δυναμικά η αγορά βραχυχρόνιας μίσθωσης διαμερισμάτων και κατοικιών (Airbnb). Τον περασμένο Ιούλιο η προσφορά ανήλθε σε 153.785 καταλύματα. Αριθμός αυξημένος κατά 7% από τον αντίστοιχο μήνα του 2022.
β) Οι υπηρεσίες διαμετακομιστικού κόμβου την τελευταία δεκαετία σημειώνουν επίσης μια σημαντική ανάπτυξη. Εκτιμάται ότι ο κλάδος της εφοδιαστικής αλυσίδας και των συνδυασμένων μεταφορών συνεισφέρει σήμερα στην ελληνική οικονομία σχεδόν το 10% του ΑΕΠ, παρά την μείωση που σημειώθηκε την περίοδο της πανδημίας. Στον τομέα αυτόν προγραμματίζονται σημαντικές επενδύσεις όπως το «Θριάσιο Εμπορευματικό Κέντρο» που φιλοδοξεί να είναι «το πρώτο έξυπνο και πράσινο logistics park της ΝΑ Ευρώπης» καθώς και η μετεγκατάσταση περίπου 350 εταιρειών logistics από τον Ελαιώνα στη Φυλή. Αυτά προϋποθέτουν παράλληλη ανάπτυξη του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου με συνδέσεις και αναβαθμίσεις στα λιμάνια εισόδου εκτός από του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης, της Πάτρας, της Αλεξανδρούπολης, του Λαυρίου, της Ραφήνας και του Αερολιμένα της Αθήνας. Ωστόσο, η ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός του σιδηροδρομικού δικτύου, μέχρι σήμερα σκοντάφτουν στις δομικές αδυναμίες του ελληνικού καπιταλισμού, καθώς απαιτούν ένα τεχνολογικό και οργανωτικό υπόβαθρο που ο τελευταίος δεν έχει κατορθώσει να αποκτήσει.
Εν τω μεταξύ ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία εκτόξευσαν τη ζήτηση για LNG από τις χώρες της Ευρώπης, και αντίστοιχα τις εξαγωγές του από τις ΗΠΑ. Η Ελλάδα ανέπτυξε τους τερματικούς σταθμούς υποδοχής LNG σε Ρεβυθούσα, Αλεξανδρούπολη και τους σχεδιαζόμενους στους Αγίους Θεοδώρους από την Dioryga Gas και στον Παγασητικό και φιλοδοξεί να αποτελέσει σημαντική πύλη εισόδου LNG για τα Βαλκάνια και την ανατολική Ευρώπη. Ωστόσο, δεδομένης της γενικά υψηλότερης τιμής του LNG, μια ενδεχόμενη λήξη του πολέμου στην Ουκρανία με άρση των κυρώσεων προς την Ρωσία και επαναλειτουργία της ροής του φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, η σημερινή εικόνα θα ανατραπεί και οι σχετικές εγκαταστάσεις θα κινδυνεύουν να αχρηστευθούν.
γ) Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια γίνεται μια σημαντική προσπάθεια από την κυβέρνηση να προσελκύσει επενδυτές στην Ελλάδα όπως Microsoft, Lamda Hellix, Google και Lancom για κέντρα δεδομένων (data centers), όχι μόνο για να καλυφθούν οι ανάγκες της εγχώριας αγοράς αλλά και για να εξελιχθεί η Ελλάδα σε tech κόμβο για τις αγορές της ΝΑ Ευρώπης και των Βαλκανίων. Εκτός από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη που είναι οι κύριοι πυλώνες για data centers στην Ελλάδα, η Κρήτη αποκτά ενισχυμένο ρόλο στον πανελλαδικό χάρτη των κέντρων δεδομένων. Η εγχώρια αγορά θα επωφεληθεί από τα υποβρύχια καλώδια, τα οποία πρόκειται να συνδέσουν τη χώρα με βασικές παγκόσμιες αγορές και δημιουργείται η προσδοκία η Ελλάδα να αποτελέσει, σε 4 με 5 χρόνια, το νούμερο 2 κόμβο, στη Μεσόγειο, μετά τη Μασσαλία (σήμερα το νούμερο 1) με βάση τη διαθέσιμη χωρητικότητα. Περισσότερα από 15 υποθαλάσσια καλωδιακά συστήματα που υλοποιούνται από μεγάλες εταιρείες της τεχνολογίας ή διεθνείς τηλεπικοινωνιακούς παρόχους, περιλαμβάνουν την Ελλάδα στον σχεδιασμό των επενδύσεών τους. Ενδεικτικά έργα προς την κατεύθυνση αυτή αποτελούν:
Η κατασκευή του υποθαλάσσιου καλωδιακού συστήματος East to Med data Corridor (EMC) από την Saudi Telecom (ο σαουδαραβικός φορέας παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών) συνολικής επένδυσης 1 δις ευρώ που θα ενώσει τη Σαουδική Αραβία με την Ευρώπη μέσω Κρήτης και σε δεύτερη φάση την Σαουδική Αραβία με την Ασία.
Η Grid Telecom σε συνεργασία με την Telecom Egypt έχουν ανακοινώσει τη συμμετοχή τους στη διακλάδωση προς την Κρήτη, του μεγάλου τηλεπικοινωνιακού καλωδίου υπό την ονομασία 2 Africa που θα έχει συνολικό μήκος 45.000 χλμ., θα κάνει το γύρο της Αφρικής και θα περνά από χώρες της Ασίας και της Νότιας Ευρώπης.
Παράλληλα κατασκευή data centers στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και την Κρήτη προγραμματίζουν εταιρείες όπως Microsoft, Google, Amazon, Lancom, Cloudrock, Sparkle, Hellas Sat.
-
Οι επιπτώσεις στο εργατικό δυναμικό
Η αυξανόμενη εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από τους παραπάνω κλάδους των υπηρεσιών, την καθιστά εξαιρετικά ευαίσθητη και ευάλωτη στους διεθνείς εξωγενείς παράγοντες όπως χρηματοπιστωτικές διακυμάνσεις, ενεργειακή κρίση, κλιματική κρίση, πανδημίες κλπ.
Το εργατικό δυναμικό αναπροσαρμόστηκε αναγκαστικά σε αυτόν τον προσανατολισμό της οικονομίας. Το 2021 από τα 3,928 εκ. απασχολούμενους/ες, στο εμπόριο απασχολούνταν 696.900, στο δημόσιο 560.000, στον τουρισμό 324.500, στην υγεία 283.000, στις κατασκευές 141.800 [δηλαδή συνολικά στον τομέα των Υπηρεσιών και στις κατασκευές 2.005.400 ή ποσοστό 51%]. Στη μεταποίηση 390.000 [ποσοστό 9,9%]. Στον πρωτογενή τομέα 446.000 [ποσοστό 11,3%].
Η επίσημα καταγεγραμμένη ανεργία, το φθινόπωρο, μειώθηκε περίπου στο 10% του εργατικού δυναμικού, σημειώνοντας μείωση σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο (12%) και σε σχέση με το 28,1% στο αποκορύφωμα της κρίσης του 2013 και πλησιάζοντας το ποσοστό του 2009. Ωστόσο το ποσοστό αυτό εξακολουθεί παραμένει το υψηλότερο της Ευρωζώνης μετά την Ισπανία και πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ (5,9%). Επιπλέον το σύνολο των απασχολούμενων που ανήλθε σε 4.226.711 άτομα είναι μικρότερο κατά 360.000 από το σύνολο των απασχολούμενων το 2009 που ήταν 4.546.600. Ακόμη όμως σημαντικότερο είναι το γεγονός ότι οι σημερινές προσφερόμενες θέσεις εργασίας στην πλειοψηφία τους είναι χαμηλότερου επιπέδου εξειδίκευσης, εποχιακές ή «εργολαβικές»-προσωρινές και πολύ χαμηλότερων αμοιβών:
α) Στον τουρισμό, η απασχόληση στα Καταλύματα και την Εστίαση σημείωσε μια διαρκή αύξηση την περίοδο 2013-2022, με μέσο ετήσιο. ρυθμό +4,2%. Η τάση αυτή ανακόπτεται τα έτη 2020 και 2021, λόγω της πανδημίας (-15,0% η απασχόληση το 2021 σε σύγκριση με το 2019), για να ανακάμψει το 2022 σχεδόν στα επίπεδα του 2019 (-1,4%, από 381,9 χιλ. το 2019 σε 376,7 χιλ. το 2022). Η απασχόληση στον τουρισμό χαρακτηρίζεται από την προσωρινή εποχιακή εργασία της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων και τις σχετικά χαμηλές απαιτήσεις εξειδίκευσης.
Παράλληλα η άνοδος του τουρισμού έδωσε την ευκαιρία δημιουργίας πλήθους νέων μικρών επιχειρήσεων στην εστίαση, στη διασκέδαση και σε καταστήματα τουριστικών και συναφών ειδών που μαζί με την ανάπτυξη του Airbnb, βοήθησαν στην ενίσχυση των μικροαστικών στρωμάτων μικρών επιχειρηματιών και μικροϊδιοκτητών.
β) Οι αναπτυσσόμενοι τομείς του διαμετακομιστικών κέντρων και των data centers, βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην αυτοματοποίηση, ενώ η τεχνολογία εισάγεται αυτούσια από το εξωτερικό. Επομένως ο μεγαλύτερος αριθμός των μόνιμα εργαζόμενων είναι και εδώ χαμηλής ειδίκευσης ενώ ένας σχετικά μικρός αριθμός υψηλότερης ειδίκευσης ασχολείται με τη συντήρηση, τις ειδικότερες επιμέρους εφαρμογές του λογισμικού και τον χειρισμό του εξοπλισμού
Μεγάλο μέρος των εργαζομένων στους τομείς των νέων Υπηρεσιών, δεν προσλαμβάνονται πλέον απευθείας από τους εργοδότες αλλά εξασφαλίζεται με τη διαμεσολάβηση «εργολάβων».
Το εργατικό δυναμικό πρέπει επομένως να βρίσκεται σε ένα καθεστώς ρευστότητας και εργασιακής ανασφάλειας προκειμένου να μπορεί να ανταποκρίνεται χωρίς αντιστάσεις στις μεταβαλλόμενες επιλογές της εργοδοσίας. Προς την κατεύθυνση αυτή εργάστηκε με σχετική άνεση η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, εκμεταλλευόμενη την υποχώρηση του εργατικού κινήματος μετά το 2015 και ολοκλήρωσε η κυβέρνηση της ΝΔ, αναπροσαρμόζοντας την εργατική νομοθεσία προς όφελος των «ευέλικτων» επενδύσεων του κεφαλαίου.
Η αυξανόμενη ζήτηση προσωπικού χαμηλής ειδίκευσης στον τομέα των υπηρεσιών αλλά και η συγκυριακή και εποχιακή ζήτηση εργατών γης στον αγροτικό τομέα, ανάγκασε την κυβέρνηση να αναπροσαρμόσει μερικώς την νομοθεσία για την παραμονή και τις άδεις εργασίας των μεταναστών ή ακόμη και σε σκέψεις για την καθιέρωση διαδικασιών νόμιμης εισαγωγής μεταναστών από την Αίγυπτο και άλλες χώρες. Την ίδια ώρα ένας μεγάλος αριθμός απόφοιτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από τα ελληνικά Πανεπιστήμια (γιατροί, μηχανικοί ακόμη και δικηγόροι) αναγκάζονται να μεταναστεύσουν ή να παραμένουν στο εξωτερικό, σε χώρες με υψηλή ζήτηση των αντίστοιχων ειδικοτήτων.
Προσπάθειες συνδικαλιστικής οργάνωσης στους νέους αναπτυσσόμενους τομείς, μέσα σε όλα τα νέα εργασιακά περιβάλλοντα, εξακολουθούν να γίνονται αδιάκοπα από την πρωτοπορία των εργαζομένων. Τα τελευταία χρόνια σημειώθηκαν δύο επιτυχημένα παραδείγματα συνδικαλιστικής οργάνωσης και εργατικών κινητοποιήσεων:
α) Τον Οκτώβριο του 2021, μετά από τον θάνατο τους εργάτη Δημήτρη Δαγκλή στις εγκαταστάσεις της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά, ακολούθησε μια υποδειγματική απεργία των «εργολαβικών» εργαζόμενων που συγκροτήθηκαν συνδικαλιστικά, απαίτησαν και κέρδισαν μια βελτίωση των συνθηκών εργασίας και των μέτρων ασφάλειας.
β) Στην ίδια κατεύθυνση οι ντελιβεράδες-κούριερ, μετά το 2019, ευνοημένοι από τις συνθήκες της καραντίνας, κατόρθωσαν να συγκροτηθούν συνδικαλιστικά πανελλαδικά και να πραγματοποιήσουν μια σειρά επιτυχημένων απεργιακών κινητοποιήσεων.
Την τελευταία διετία είχαμε ακόμη ορισμένες αγωνιστικές κινητοποιήσεις διαρκείας όπως των καλλιτεχνών για να υπερασπισθούν τα κεκτημένα εργασιακά τους δικαιώματα απέναντι στον αυταρχισμό της κυβέρνησης. Αλλά και την ανάδυση νέων κινημάτων όπως το metoo για την υπεράσπιση της αξιοπρέπειας των εργαζομένων γυναικών απέναντι στις προσβλητικές ή ακόμη και βάρβαρες συμπεριφορές εργοδοτών.
Τα παραδείγματα αυτά μας δείχνουν ότι το πνεύμα της αντίστασης παραμένει πάντα ζωντανό κάτω από την επιφάνεια της νεοφιλελεύθερης κυριαρχίας και ο γερο-τυφλοπόντικας σκάβει πάντα τα υπόγεια λαγούμια του αναζητώντας νέες μεθόδους και διαδρομές.
Είναι φανερό ότι για την αποτελεσματικότητα των εργατικών αγώνων που αναπόφευκτα θα έρθουν το επόμενο χρονικό διάστημα, πολύ σημαντικό ρόλο θα παίξει α) η δημιουργία μαζικών κλαδικών συνδικαλιστικών οργανώσεων των χαμηλής ειδίκευσης εργαζομένων στον τομέα των υπηρεσιών και β) η συμμετοχή στις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων στις κρίσιμες θέσεις της λειτουργίας των επιχειρήσεων που βασίζονται στην αυτοματοποίηση και τις νέες τεχνολογίες.
-
Το Δημόσιο Χρέος
Η Νέα Δημοκρατία παραλαμβάνοντας την κυβέρνηση το 2019, σε μια «στρωμένη» από τον ΣΥΡΙΖΑ κοινωνική και νομοθετική κατάσταση, αξιοποίησε στο έπακρο αυτές τις δυνατότητες για να διατηρήσει την μεγιστοποίηση της κερδοφορίας των κεφαλαίων. Το ΑΕΠ εξακολούθησε να σημειώνει αύξηση, ξεπερνώντας την σχετική κάμψη που σημειώθηκε το 2020 λόγω των συνεπειών της πανδημίας. Το γεγονός αυτό αποτυπώθηκε στις διαδοχικές «αναβαθμίσεις» της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης. Τα χαμηλά τραπεζικά επιτόκια την πρώτη κυβερνητική περίοδο επέτρεπαν στην κυβέρνηση να καλύπτει τις τρέχουσες ανάγκες της καταφεύγοντας συστηματικά στον εξωτερικό δανεισμό.
Το μέγεθος του Δημόσιου Χρέους, εξακολουθούσε να αυξάνεται λόγω του συνεχιζόμενου δανεισμού. Ωστόσο το ΑΕΠ αυξανόταν περισσότερο, με συνέπεια τη σημαντική μείωση τα δύο τελευταία χρόνια του ποσοστού του Δημόσιου Χρέους προς το ΑΕΠ (το 2023 μειώθηκε στο 168,3% του ΑΕΠ από 171,3% που ήταν στο δ’ τρίμηνο του 2022 και 189,4% πριν από ένα έτος). Ωστόσο το ποσοστό αυτό εξακολουθεί να παραμένει το υψηλότερο της Ευρώπης και η δέσμευση που έχει αναληφθεί από τις ελληνικές κυβερνήσεις είναι ότι αυτό θα πρέπει να μειωθεί δραστικά τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Η ραγδαία αύξηση των τραπεζικών επιτοκίων από τις αρχές χρόνου, με την εγκατάλειψη από τις κεντρικές τράπεζες της πολιτικής της ποσοτικής χαλάρωσης, στενεύει διαρκώς τα περιθώρια δανεισμού και καθιστά την εξυπηρέτηση του Δημόσιου Χρέους όλο και πιο προβληματική.
Από τον Σεπτέμβριο του 2021, ο πληθωρισμός άρχισε να καλπάζει και να ροκανίζει τους μισθούς και τα μεροκάματα. Τον περασμένο Οκτώβριο, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, σημειώθηκε αύξηση του Γενικού ΔΤΚ κατά 3,4%, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο ΔΤΚ του Οκτωβρίου 2022. Ο μέσος ΔΤΚ του δωδεκαμήνου Νοεμβρίου 2022 – Οκτωβρίου 2023, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο Δείκτη του δωδεκαμήνου Νοεμβρίου 2021 – Οκτωβρίου 2022, παρουσίασε αύξηση 4,2%, έναντι αύξησης 9,2% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση του δωδεκαμήνου Νοεμβρίου 2021 – Οκτωβρίου 2022 με το δωδεκάμηνο Νοεμβρίου 2020 – Οκτωβρίου 2021. Οι αυξήσεις στα τρόφιμα και στα είδη πρώτης ανάγκης των λαϊκών νοικοκυριών είναι πολύ μεγαλύτερες.
Οι αυξήσεις στον κατώτατο ημερομίσθιο που εξήγγειλε πανηγυρικά η νέα κυβέρνηση τα ΝΔ είχαν ήδη εξανεμισθεί προ πολλού από τον πληθωρισμό που καλπάζει από το φθινόπωρο του 2021. Η ΝΔ προεκλογικά προσπάθησε να αντιμετωπίσει την λαϊκή δυσφορία για την διαρκή συρρίκνωση των εισοδημάτων, με τις εφάπαξ «στοχευμένες» επιδοτήσεις. Καθώς ο πληθωρισμός καλπάζει και τα δημοσιονομικά περιθώρια της κυβέρνησης στενεύουν, οι εφάπαξ επιδοτήσεις μοιάζουν όλο και περισσότερο με καθαρή κοροϊδία, όπως ο χριστουγεννιάτικος μποναμάς των 350 εκ. που θα μοιραστεί σε 2,3 εκατομμύρια «ευάλωτους».
-
Το Ιδιωτικό Χρέος
Το ιδιωτικό ληξιπρόθεσμο χρέος (τον περασμένο Μάιο) έχει εκτοξευτεί στα 260 δισ. ευρώ, ενώ σαν ποσοστό του αυξανόμενου ΑΕΠ παρέμεινε σταθερό περίπου στο 120% κατά την περίοδο 2019-2020. Η κατανομή του είναι :
Χρέη σε εφορία 113,7 δισ., Οφειλές σε ΕΦΚΑ 45,67 δισ., «κόκκινα» δάνεια σε funds 87 δισ., μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε τράπεζες 13,2 δισ.
Σχεδόν 4 εκατομμύρια πολίτες έχουν οφειλές στην εφορία, με περίπου 2 εκατομμύρια να κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν αναγκαστικά μέτρα είσπραξης, δηλαδή κατασχέσεις και πλειστηριασμούς, ενώ το 40% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές. Ακόμη, σε 1.412.322 έχουν ληφθεί αναγκαστικά μέτρα είσπραξης (κατασχέσεις και πλειστηριασμοί), οι οφειλέτες στους οποίους δύναται να ληφθούν αναγκαστικά μέτρα φτάνουν 2.036.867, ενώ το 2022 επιβλήθηκαν 518.622 αναγκαστικά μέτρα είσπραξης οφειλών (κατασχέσεις και πλειστηριασμοί), με τον αριθμό να καταγράφει αύξηση κατά 104,9% σε σχέση με το 2021 (253.083).
Σύμφωνα με αστούς αναλυτές το αυξανόμενο ιδιωτικό χρέος αποτελεί μια «βραδυφλεγή βόμβα» στα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας και αποτυπώνει την αδυναμία και τη σαθρότητα της οικονομικής ανάπτυξης καθώς αφορά τόσο τα λαϊκά νοικοκυριά όσο και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
-
Ελληνοτουρκικές Σχέσεις
Ο ανταγωνισμός των δύο αστικών τάξεων από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 έχει αναζωπυρωθεί πέρα από τις ιστορικές διαφορές (Κυπριακό, μειονότητα της Θράκης), καθώς η ύπαρξη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και στο Αιγαίο, αλλά και η ενδεχόμενη διέλευση αγωγών πετρελαίων από τα κοιτάσματα της Μέσης Ανατολής, έδωσε στις περιοχές αυτές ένα νέο δυνητικό οικονομικό ενδιαφέρον.
Παρά το γεγονός ότι η τουρκική οικονομία περνά περιοδικά βαθιές κρίσεις και από το 2018 έχει βυθιστεί σε ύφεση με υψηλό πληθωρισμό, παραμένει πολύ μεγαλύτερου μεγέθους (τριπλάσιου) από την ελληνική. Το 2023 η τουρκική οικονομία είναι η 17η μεγαλύτερη στον κόσμο και η 7η στην Ευρώπη με προβλεπόμενο ΑΕΠ 1,154 τρις. δολ. για το 2023 (έναντι 0,906 για το 2022 και 1,186 για το 2021). Πρέπει ωστόσο να σημειώσουμε ότι το κατά κεφαλή ΑΕΠ της Τουρκίας για το 2023 εκτιμάται σε 13.330 δολ. έναντι του αντίστοιχου 23.173 της Ελλάδας που υποδηλώνει το χαμηλότερο επίπεδο των συνθηκών και του επιπέδου διαβίωσης της πλειοψηφίας του τουρκικού πληθυσμού αλλά και υποδηλώνει ίσως μια χαμηλότερη παραγωγικότητα της εργασίας. Ωστόσο σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας το παραγόμενο ΑΕΠ ανά ώρα εργασίας στην Ελλάδα και στην Τουρκία για το 2023 είναι σχεδόν το ίδιο: 41,9 δλ. στην Ελλάδα έναντι 40,4 δλ. στην Τουρκία. Μια αντίφαση που πιθανώς να οφείλεται στο μέγεθος τουρκικής παραοικονομίας.
Εκτός από τον μεγάλο αγροτικό τομέα και τον τομέα των κατασκευαστικών εταιρειών που προωθήθηκε συστηματικά από την κυβέρνηση Ερντογάν, έχει σημαντική ανάπτυξη στη βιομηχανία καθώς το χαμηλό εργατικό κόστος προσφέρονταν για επενδύσεις τόσο του ντόπιου όσο και του ξένου κεφαλαίου.
Η γεωπολιτική θέση της Τουρκίας ενισχύθηκε με τους πολέμους στη Συρία, στην Ουκρανία και την κρίση στη Μέση Ανατολή, χάρις στη σχετική αυτονόμηση της εξωτερικής της πολιτικής από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ που επιτρέπει στην κυβέρνηση Ερντογάν να προβάλλεται σαν ένας παγκόσμιος παίκτης και ρυθμιστικός διαμεσολαβητικός παράγοντας. Εν μέρει εγκαταλείποντας τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό, η τουρκική αστική τάξη φαίνεται να προσβλέπει όλο και περισσότερο προς τον υπό διαμόρφωση πόλο των BRICS και να διεκδικεί μια ηγετική θέση στις μουσουλμανικές χώρες της Μέσης Ανατολής και της ΝΔ Ασίας.
Μετά την 7η Οκτωβρίου και την βάρβαρη εισβολή του ισραηλινού στρατού στη Γάζα, η κυβέρνηση Ερντογάν άδραξε την ευκαιρία για να προβάλλει την Τουρκία ως μια ηγέτιδα δύναμη του μουσουλμανικού κόσμου. Καταγγέλλει ανοιχτά το Ισραήλ και τις ΗΠΑ για τις βαρβαρότητες που διαπράττονται στη Γάζα, απομακρύνεται ακόμη περισσότερο από την πολιτική των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ και ΕΕ και αυτονομείται σε τέτοιο βαθμό ώστε να προσεγγίζει το Ιράν. Το κύρος της σαν ρυθμιστικός παράγοντας στην περιοχή αυξάνεται καθώς αυτοπροβάλλεται ως εγγυήτρια δύναμη σε μια ενδεχόμενη λύση του Παλαιστινιακού.
Από την άλλη πλευρά, η γεωπολιτική θέση και το μέγεθος της Τουρκίας είναι τόσο σημαντικά, ώστε οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ διστάζουν όχι μόνο να διαρρήξουν τις σχέσεις τους, αλλά ακόμη και να αντιπαρατεθούν μετωπικά στην πολιτική του Ερντογάν. Η πρόσφατη συμφωνία των ΗΠΑ για την πώληση των F35 και στην Τουρκία, επιβεβαιώνει την προσπάθεια τους να συμβιβαστούν και να την συγκρατήσουν στην διολίσθησή της προς τους BRICS.
Αντίθετα το κύρος των ελληνικών κυβερνήσεων και η θέση της ελληνικής αστικής τάξης μετά την κρίση της δεκαετίας του 2010, υποβαθμίστηκε σαν ρυθμιστικός παράγοντας στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο. Η εξωτερική της πολιτική ταυτίσθηκε απόλυτα με τις στρατηγικές επιλογές των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
Η ένταση μεταξύ των δύο χωρών, τα προηγούμενα χρόνια, διατηρήθηκε σε υψηλό επίπεδο καθώς η διεθνής οικονομική συγκυρία έφερε πιο κοντά την πιθανότητα μεσοπρόθεσμης αξιοποίησης των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων (ΑΟΖ στο Αιγαίο) ή την διέλευση υποθαλάσσιων αγωγών μεταφοράς ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο (Τουρκολυβικό Σύμφωνο και Ελληνοαιγυπτιακό Σύμφωνο).
Ο ανταγωνισμός έχει οδηγήσει σε μια κούρσα εξοπλιστικών δαπανών εντελώς δυσανάλογων τουλάχιστον για το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΝΑΤΟ για το 2022 η Ελλάδα δαπάνησε για την άμυνά της το υψηλότερο παγκοσμίως ποσοστό του ΑΕΠ (3,54%) έναντι 3,46% των ΗΠΑ. Οι δαπάνες για εξοπλισμό αντιπροσώπευσαν το 45,3% των συνολικών αμυντικών δαπανών, που είναι το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό μετά την Ουγγαρία (48%).
Οι πανηγυρισμοί της ελληνικής κυβέρνησης τον περασμένο Ιανουάριο για την προμήθεια των περιβόητων, πανάκριβων F35 από τις ΗΠΑ και της σχετικής υπεροπλίας που αποκτούσε έναντι της Τουρκίας, ανακόπηκαν αμέσως και απότομα, με την ανακοίνωση της σύναψης συμφωνίας για την προμήθεια επίσης F35 και από τη Τουρκία.
Η συντήρηση ενός κλίματος έντασης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, στο εσωτερικό τροφοδοτεί την εθνικιστική προπαγάνδα και την συναίνεση από τα λαϊκά στρώματα των υπέρογκων στρατιωτικών δαπανών ως αναγκαίων, αλλά και την καλλιέργεια ενός φιλο-μιλιταριστικού πνεύματος που δεν υπήρχε τουλάχιστον κατά τις πρώτες δεκαετίες της μεταπολίτευσης.
Το μεταναστευτικό αποτέλεσε ένα άλλο ζήτημα διαρκούς έντασης ανάμεσα στις κυβερνήσεις των δύο χωρών. Από τα τέλη του 2014 η είσοδος προσφύγων και μεταναστών από τα παράλια της Τουρκίας προς τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, κυρίως Σύρων από τις περιοχές του πολέμου, αλλά και από άλλες χώρες που πλήττονται από πολέμους και τις συνέπειες της οικονομικής και της επιδεινούμενης κλιματικής κρίσης, αυξάνονταν διαρκώς.
Στις 28 Φεβρουαρίου 2020 η τουρκική κυβέρνηση, μετά το πλήγμα που υπέστει στο Ιντλίμπ, άνοιξε τα σύνορα στον Έβρο αφήνοντας να περάσουν χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες που συνάντησαν την γενική κινητοποίηση του ελληνικού στρατού, της αστυνομίας , συνοριοφυλάκων και ένοπλων ομάδων εθελοντών κατοίκων της παραμεθόριας περιοχής. Η ελληνική κυβέρνηση μετά από αυτή την «ασύμμετρη απειλή», προχώρησε απρόσκοπτα στην επέκταση του φράχτη του Έβρου, στην κατασκευή των «κλειστών κέντρων υποδοχής» στα νησιά και στην γενικευμένη, συστηματική εφαρμογή της τακτικής των «επαναπροώθησεων» στα νησιά.
Το μεταναστευτικό, μετά το 2014, εκτός από μόνιμη πηγή προστριβών και εντάσεων μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας αποτελεί ένα βασικό αντικείμενο εκμετάλλευσης για την προπαγάνδα της δεξιάς που δηλητηριάζει την ελληνική κοινωνία με ξενοφοβία και μισαλλοδοξία.
-
Προσωρινή αλλαγή του σκηνικού
Η απομάκρυνση της Τουρκίας από την πολιτική των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ, αφήνει περιθώρια στην ελληνική αστική τάξη να ελπίζει ότι μπορεί να διεκδικήσει το σχετικό κενό. Αναλαμβάνει με ζήλο τον ρόλο του πιο πιστού εταίρου και τοποτηρητή της πολιτικής των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ. Παραχωρεί πρόθυμα κάθε δυνατή διευκόλυνση στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Πιστεύει έτσι ότι οι διεκδικήσεις που προβάλλει στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο έναντι της Τουρκίας θα βρίσκουν την υποστήριξη των ισχυρών συμμάχων της. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, εκδηλώνεται ως ένας από τους θερμότερους ευρωπαίους υποστηρικτές της ακροδεξιάς ουκρανικής κυβέρνησης του Ζελένσκι, πρωτοστατώντας σε πρωτοβουλίες για την οικονομική και στρατιωτική της στήριξη από την ΕΕ.
Συμμετέχει με αποστολή πολεμικών πλοίων στην αμερικανική επιτήρηση της περιοχής για να εξασφαλισθούν τα νώτα του ισραηλινού στρατού στη Γάζα. Την ώρα που κορυφώνονταν οι βομβαρδισμοί γενοκτονίας του πληθυσμού της Γάζας, ο Μητσοτάκης επισκέφθηκε ανενδοίαστα το Ισραήλ για να δηλώσει τη στήριξή του στο σιωνιστικό κράτος και στο «δικαίωμά του στην αυτοάμυνα». ». Στις αρχές Φεβρουαρίου, ο Δένδιας, ανακοίνωσε την εξωφρενική απόφαση της κυβέρνησης να αναλάβει τη διοίκηση και τον συντονισμό των πολεμικών επιχειρήσεων «Ασπίδες» κατά των Χούτις στην Ερυθρά Θάλασσα από το στρατηγείο του ΝΑΤΟ στη Λάρισα. Μια μάλλον συμβολική και άνευ ουσιαστικού περιεχομένου πρωτοβουλία, δεδομένου του συσχετισμού των δυνάμεων που συμμετέχουν στις επιχειρήσεις, αλλά ενδεικτική του τυχοδιωκτικού πνεύματος της ελληνικής κυβέρνησης.
Καθώς εκδηλώθηκε ένα μαχητικό, παγκόσμιο κύμα διαμαρτυρίας για τις φρικαλεότητες που διαπράττει ο ισραηλινός στρατός που ανάγκασε τις δυτικές κυβερνήσεις να μετατοπίσουν κάπως τη ρητορεία τους, η κυβέρνηση αναδιπλώθηκε με υποκρισία και δηλώνει την πρόθεσή της για αποστολές δήθεν ανθρωπιστικής βοήθειας στους εγκλωβισμένους της Γάζα, ενώ ταυτόχρονα, στην πράξη συμβάλλει στον αφανισμό τους.
Η απόλυτη ταύτιση της κυβέρνησης της ΝΔ με την πολιτική των ΗΠΑ, την απομονώνει από τις χώρες του αναδυόμενου πόλου των BRICS. Καθώς όμως υπάρχουν σημαντικά συμφέροντα της αστικής τάξης που στηρίζονται στις σχέσεις με αυτές τις χώρες, η κυβέρνηση προσπαθεί να αποφύγει τις οικονομικές επιπτώσεις αυτής της πολιτικής, πολλαπλασιάζοντας τις διπλωματικές επισκέψεις στις Αραβικές χώρες και ο Μητσοτάκης αιφνιδιαστικά επισκέφτηκε την Κίνα.
Στο πλαίσιο, της προσπάθειας ελαχιστοποίησης των οικονομικών επιπτώσεων τις επιλογές εξωτερικής της πολιτικής της, η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιδιώκει την επίτευξη προσωρινών έστω συμφωνιών με την Τουρκία σε «δευτερεύοντα» ζητήματα (εμπόριο, τουρισμός, μεταναστευτικό)). Η επίλυση των κύριων διαφορών μεταξύ των δύο αστικών τάξεων (μια επίλυση του τύπου «Πρέσπες του Αιγαίου»), είναι ουσιαστικά ανέφικτη, καθώς στο εσωτερικό κάθε αστικής τάξης υπάρχουν βαθιές διαφορές και αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα. Όσο σημαντικά και αν είναι π.χ. τα οφέλη από τον τουρισμό και το εμπόριο για μια μερίδα των αστικών τάξεων, τα αναμενόμενα οφέλη από μια μεγάλη εξόρυξη υδρογονανθράκων αφορούν μια άλλη ισχυρότερη μερίδα (ναυτιλία, διυλιστήρια).
Μετά τις εκλογές του Οκτωβρίου, ξεκίνησαν οι συνομιλίες για τα «Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης» που δεν αγγίζουν τα «καυτά» ζητήματα, όπως την ΑΟΖ των νησιών του Αιγαίου ή το Τουρκολυβικό Σύμφωνο. Η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα που πραγματοποιήθηκε στις αρχές Δεκεμβρίου εντάσσεται προφανώς σε αυτή την προσπάθεια.
Η Τουρκία από τη πλευρά της, έχοντας ανοίξει πολλαπλά μέτωπα διπλωματικής και στρατιωτικής παρέμβασης στη Μέση Ανατολή και στη Νοτιοδυτική Ασία, δεν επιθυμεί αυτή την περίοδο μια όξυνση του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού. Η «διπλωματία των σεισμών» που εγκαινιάσθηκε με την ελληνική βοήθεια προς τους σεισμόπληκτους της Νότιας Τουρκίας από τους σεισμούς του περασμένου Φεβρουαρίου, έδωσαν το πρόσχημα για μια αλλαγή της εκατέρωθεν επιθετικής ρητορείας.
Μεσοπρόθεσμα, είναι βέβαιο ότι η Τουρκία θα αποκτά όλο και μεγαλύτερα διπλωματικά, οικονομικά και στρατιωτικά ερείσματα στην περιοχή. Η ελληνική αστική τάξη θα παραμείνει προσκολλημένη στη θέση του πιστού τοποτηρητή του δυτικού ιμπεριαλισμού, διακινδυνεύοντας τις παραδοσιακές σχέσεις της τουλάχιστον με τις χώρες του Αραβικού κόσμου της Μέσης Ανατολής.
Η εγχώρια πολιτική κατάσταση
-
Η ΝΔ διατηρεί το εκλογικό προβάδισμα στις εκλογές Μαΐου-Ιουνίου
Οι διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις του τελευταίου εξαμήνου (οι βουλευτικές του περασμένου Μαΐου και του Ιουνίου, οι διπλές Περιφερειακές-Δημοτικές του Οκτωβρίου), αποτύπωσαν ένα άνετο εκλογικό προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας. Ταυτόχρονα κατέδειξαν ότι αυτή η ηγεμονία εδράζεται σε μια εξαιρετικά ασταθή βάση.
Στις εκλογές του Μαΐου, η ΝΔ κατόρθωσε να αυξήσει οριακά τα εκλογικά ποσοστά της, σε σχέση με τις εκλογές του 2019 (από 39,85% σε 40,79%) αλλά και τις ψήφους της από 2.251.618 σε 2.407.590.
Μετά από μια κυβερνητική θητεία κατά τη διάρκεια της οποίας εφάρμοσε την ακραία νεοφιλελεύθερη αντεργατική πολιτική της, νομοθέτησε και εφάρμοσε μια σειρά πρωτοφανών αντεργατικών νόμων, άφησε ανεξέλεγκτη την κερδοσκοπία στα τρόφιμα, το ρεύμα και τα καύσιμα, αναδείχθηκε η ανεπάρκεια της διαχειριστικής της ικανότητας, ο κυνισμός και η υποκρισία του πολιτικού προσωπικού της. Ενώ ήταν νωπές ακόμη οι εντυπώσεις από το εκρηκτικό κύμα κινητοποιήσεων και οργής που σάρωσε τη χώρα τον περασμένο Μάρτιο, μετά από το «έγκλημα των Τεμπών».
Η άνετη εκλογική νίκη έρχονταν σε αντίθεση με τις λαϊκές διαθέσεις που διαπίστωναν και τα ίδια τα στελέχη της ΝΔ σε κάθε επαφή τους με λαϊκά ακροατήρια.
Μετά από ένα μήνα και ενώ μεσολάβησε το προκλητικό κουκούλωμα των ευθυνών του λιμενικού για το πολύνεκρο ναυάγιο ανοιχτά της Πύλου, οι επαναληπτικές του Ιουνίου με πλειοψηφικό επιβεβαίωσαν το εκλογικό προβάδισμα της ΝΔ (40,56%), χωρίς όμως να κερδίζει κάποια επιπλέον αύξηση που λογικά θα αναμενόταν λόγω της βεβαιότητας της επανόδου της στην κυβέρνηση.
-
Η αστάθεια του πολιτικού συστήματος και τα όρια της εκλογικής απήχησης της ΝΔ
Τον Αύγουστο σημειώθηκαν οι καταστροφικές πυρκαγιές σε Ρόδο και Έβρο, τον Σεπτέμβριο οι πρωτοφανείς πλημμύρες στη Θεσσαλία, που δεν άφηναν καμιά αμφιβολία για τις ευθύνες της σημερινής κυβέρνησης, όπως και των προηγούμενων, για την άθλια διαχείριση των έργων, την ανικανότητα και τη διαφθορά του πολιτικού προσωπικού.
Στις 7 Αυγούστου η δολοφονία του Μιχάλη Κατσούρη από τους ναζί-οπαδούς ποδοσφαιρικών ομάδων, αποκάλυψε για μια ακόμη φορά, την προκλητική στάση ανοχής των κατασταλτικών μηχανισμών απέναντι στις ναζιστικές συμμορίες.
Τον Σεπτέμβριο, η εν ψυχρώ δολοφονία του Αντώνη Καρυώτη, στον καταπέλτη του πλοίου Blue Star, θα προκαλέσει μεγάλη συγκίνηση στην κοινή γνώμη και θα φωτίσει για άλλη μια φορά την ασυδοσία και τον κυνισμό της εφοπλιστικής εργοδοσίας καθώς και τις ευθύνες του λιμενικού.
Ωστόσο ο πρώτος γύρος των Περιφερειακών-Δημοτικών εκλογών του Οκτωβρίου, επιβεβαίωσε το εκλογικό προβάδισμα της ΝΔ, καθώς οι υποστηριζόμενοι καθαρόαιμοι κομματικοί υποψήφιοι περιφερειάρχες ήρθαν πρώτοι σε ψήφους και ποσοστά στις δέκα από τις δεκατρείς περιφέρειες και στους δύο μεγάλους δήμους της χώρας. Τα αποτελέσματα αυτά προκάλεσαν στον Μητσοτάκη ένα παραλήρημα αλαζονείας.
Αυτή η φαινομενικά θριαμβευτική για τη ΝΔ εικόνα των εκλογικών αποτελεσμάτων του πρώτου γύρου των περιφερειακών, στον δεύτερο γύρο εν μέρει ανατράπηκε. Το κύρος της κυβέρνησης και του Μητσοτάκη προσωπικά, υπέστησαν ένα σοβαρό πλήγμα, καθώς τελικά σε τέσσερες περιφέρειες αναδείχθηκαν «αντάρτες» και σε δύο υποστηριζόμενοι από την αντιπολίτευση, αποτυπώνοντας έτσι την ρευστότητα της εκλογικής της βάσης και τη γενικότερη λαϊκή δυσφορία. Ακόμη πιο ισχυρά αποτυπώθηκε η λαϊκή δυσφορία και αποστροφή προς το πολιτικό σύστημα, με την τεράστια αποχή: η συμμετοχή έφτασε στο 52,53% στον πρώτο γύρο, για να σημειώσει το αρνητικό ρεκόρ 35,16% στον δεύτερο.
Η ανατροπή υπήρξε ακόμη πιο αναπάντεχη για τη ΝΔ στους δύο μεγαλύτερους δήμους της χώρας και ιδιαίτερα στον δήμο της Αθήνας, όπου το προβάδισμα του Μπακογιάννη φαινόταν ακλόνητο. Η εκλογή δύο σχετικά άγνωστων προσώπων στους δύο μεγάλους δήμους (Δούκα και Αγγελούδη), όπως επίσης του μάλλον άγνωστου Κουρέτα στην περιφέρεια της Θεσσαλία, δεν αποτυπώνει μόνο την αστάθεια της εκλογικής βάσης της ΝΔ, αλλά αποτελεί μια ακόμη σαφή ένδειξη της αστάθειας του συνολικού πολιτικού συστήματος.
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, μετά τις εκλογικές αναμετρήσεις, ανέκτησε αρκετή αυτοπεποίθηση ώστε να συνεχίσει την αντεργατική επίθεση με την νομοθέτηση των ελαστικών σχέσεων εργασίας, την παραπέρα διάλυση του ΕΣΥ προς όφελος των ιδιωτικών επενδύσεων στην υγεία, την καθιέρωση των ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Η μείωση της φορολογίας των εισοδημάτων υπήρξε μια από τις βασικές προεκλογικές υποσχέσεις της ΝΔ. Αυτή έγινε πραγματικότητα σύμφωνα με την κυβέρνηση, με μια σειρά πρόσθετων φοροαπαλλαγών για τις επιχειρήσεις και τους μεγάλους ιδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας. Επιπλέον απέφυγε να εφαρμόσει μέτρα για την πάταξη της φοροδιαφυγής που ευδοκιμεί κυρίως στα ανώτερα στρώματα της μεσαίας τάξης.
Καθώς όμως η δημοσιονομική στενότητα προβλέπεται να επιδεινωθεί το 2024, εξήγγειλε τον Νοέμβριο το φορολογικό νομοσχέδιο για την «οριζόντια» φορολόγηση του «τεκμαρτού εισοδήματος» των αυτοαπασχολούμενων επαγγελματιών και μικρομεσαίων επιχειρηματιών. Με την φορολογική επίθεση του Νοεμβρίου στα κατώτερα στρώματα της μεσαίας τάξης, δηλαδή στα στρώματα που συνιστούν τον κορμό του εκλογικού της ακροατηρίου, αποκάλυψε την αγωνία της για την επιδεινούμενη δημοσιονομική στενότητα.
Στις αρχές του Φεβρουαρίου, η μαζικότητα, η αποφασιστικότητα αλλά και η παραδειγματική αυτοοργάνωση και ο συντονισμός των κινητοποιήσεων των αγροτών-ιδιοκτητών (που σήμερα αποτελούν στην πλειοψηφία τους μια συντηρητική μεσαία τάξη και έναν από τους εκλογικούς πυλώνες της δεξιάς), μας δίνει το μέτρο της συσσωρευμένης αγανάκτησης και αγωνίας των μεσοστρωμάτων.
Την ίδια στιγμή, η μαζικότητα των γενικών συνελεύσεων των φοιτητών και των καταλήψεων περισσότερων από 150 σχολών πανελλαδικά, ενάντια στην απόπειρα της κυβέρνησης να επεκτείνει τον ιδιωτικό τομέα της παιδείας και να υποβαθμίσει τα δημόσια πανεπιστήμια, δημιουργεί ελπίδες για μια νέα αφύπνιση του νεολαιίστικου κινήματος.
Το σημαντικότερο στοιχείο στο νέο σκηνικό που δημιουργούν οι σημερινές κινητοποιήσεις των αγροτών και των φοιτητών είναι η διαφαινόμενη καταρχήν θετική στάση και ανταπόκριση της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας των εργαζομένων. Ο περίφημος «κοινωνικός αυτοματισμός» δεν φαίνεται να λειτουργεί για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια.
-
Η εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ
Το μέγεθος της πτώσης του ΣΥΡΙΖΑ από το 31,53% και τους 1.781.057 ψήφους που είχε λάβει το 2019, στο 20,07% και 1.184.330 των εκλογών του Μαΐου, δεν είχε επίσης προβλεφθεί από κανέναν πολιτικό αναλυτή. Ένα μήνα αργότερα, οι εκλογές του Ιουνίου, επιβεβαίωσαν την εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ με παραπέρα συρρίκνωση στο 17,83% και στους 930.013 ψήφους.
Επιβεβαιώθηκε η ανυπαρξία σταθερών κομματικών δομών και δεσμών του ΣΥΡΙΖΑ με τα λαϊκά στρώματα. Η σχέση του με την εργατική τάξη την περίοδο της ανόδου του 2012-15, ήταν εκλογική και όχι οργανική-οργανωτική. Βασίστηκε στις προεκλογικές υποσχέσεις για μια ανώδυνη έξοδο από τα μνημόνια.
Στο εσωτερικό του κόμματος, η ηγεσία Τσίπρα, φρόντισε να απαλλαγεί έγκαιρα από τα ριζοσπαστικά στοιχεία και κατόρθωσε την κυβερνητική περίοδο 2015-19 να ολοκληρώσει την εφαρμογή του μνημονιακού προγράμματος χωρίς σημαντικές εσωτερικές τριβές. Έτσι όμως ανάλωσε το κύρος και την αξιοπιστία της προκειμένου να ολοκληρώσει το έργο της σταθεροποίησης του αστικού καθεστώτος. Η πολιτική φθορά της δεν εμφανίστηκε σε όλη της την έκταση στις εκλογές του 2019, καθώς η νέα υπόσχεση του για «φιλολαϊκή» κυβερνητική διαχείριση μετά την έξοδο από τα μνημόνια, εύρισκε ακόμη απήχηση στα λαϊκά στρώματα.
Την περίοδο 2019-23, έγινε φανερή η απουσία εναλλακτικής πολιτικής πρότασης απέναντι στην διακυβέρνηση της ΝΔ. Η αντιπολιτευτική τακτική της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ περιορίστηκε βασικά στις καταγγελίες της ΝΔ για σκάνδαλα και κακοδιαχείριση. Όχι μόνο δεν έκανε καμιά προσπάθεια κινηματικής αντιπολίτευσης απέναντι στα μέτρα της αντεργατικής και νεοφιλελεύθερης αντικοινωνικής πολιτικής της ΝΔ, αλλά και όπου είχε κάποια συνδικαλιστική παρουσία, λειτούργησε πυροσβεστικά σε κάθε προοπτική κλιμάκωσης των αγώνων. Ο ΣΥΡΙΖΑ, στα μάτια των μαζών, αποτελούσε πλέον αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτικού συστήματος που ευθύνεται για την κρίση και εφάρμοσε τα μνημόνια.
Ανίκανη να αναγνωρίσει τα πραγματικά αίτια της εκλογικής κατάρρευσης, η ηγετική ομάδα τις αναζήτησε στην προεκλογική τακτική (απλή αναλογική με προοπτική μετεκλογικής συνεργασίας με το απρόθυμο ΠΑΣΟΚ) και επέρριψε τις ευθύνες στον Τσίπρα, τον μέχρι τότε αδιαμφισβήτητο ηγέτη. Όμως με τις πρώτες δειλές, δημόσιες εκδηλώσεις αυτής της αμφισβήτησης, ο μεγάλος ηγέτης εγκατέλειψε το σκάφος ακυβέρνητο.
Η ουσιαστική ανυπαρξία του ΣΥΡΙΖΑ στις περιφερειακές-δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου δεν σχετίζεται με την εκλογή του Κασελάκη, αλλά με την διαχρονική οργανωτική του αδυναμία και την απουσία σοβαρών δεσμών του με τις τοπικές κοινωνίες, τον συνδικαλισμό και τα κοινωνικά κινήματα. Στο δήμο της Αθήνας η αναγκαστική επιλογή του να στηρίξει στο δεύτερο γύρο τον υποψήφιο του ΠΑΣΟΚ, χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια κεντρική συμφωνία, αποτελεί ένα προμήνυμα της παραπέρα πολιτικής του περιθωριοποίησης.
-
Η κρίση της διαδοχής και οι αποχωρήσεις
Η αιφνιδιαστική αποχώρηση του Τσίπρα, αιφνιδίασε το κόμμα. Η εσωκομματική κρίση μέχρι τότε υπέβοσκε καθώς δεν είχε ανοίξει κάποια προσυνεδριακή συζήτηση. Η ομάδα Αχτσιόγλου, αντί να επιδιώξει αυτή την προσυνεδριακή συζήτηση, εκβίασε την άμεση προσφυγή στην διάτρητη διαδικασία της εκλογής νέου αρχηγού «από τη βάση», πιστεύοντας ότι είναι μια διαδικασία που την ελέγχει. Η αναπάντεχη εμφάνιση του Κασελάκη, οδήγησε στο ανεξέλεγκτο ξεχείλωμα της κομματικής «βάσης των μελών των δύο ευρώ» και στην πανηγυρική ανατροπή των σχεδιασμών.
Η προτίμηση της πλειοψηφίας της «βάσης» προς μια μέχρι χθες άγνωστη περσόνα, μπορεί να ερμηνευτεί μόνο από την απογοήτευση των μικροαστικών κυρίως στρωμάτων προς το κοινοβουλευτικό σύστημα και την αποστροφή τους προς τους πολιτικούς που διαχειρίστηκαν την κρατική μηχανή και εφάρμοσαν τα μνημόνια. Για τους ίδιους λόγους που μια μεγάλη μερίδα γύρισε την πλάτη στις εκλογές, ψήφισε ακροδεξιά κόμματα ή ακόμη προτίμησε τους «αντάρτες» της ΝΔ.
Απέναντι στα φληναφήματά του Κασελάκη για ιντερνετικά ανοίγματα στην κοινωνία, διανομή μετοχών στους εργαζόμενους, κοινωνική ειρήνη και αλληλεγγύη των νοικοκυραίων, φοροαπαλλαγές μικρομεσαίων, επιχειρηματικότητα κλπ., η παραδοσιακή ηγετική ομάδα ουσιαστικά δεν έχει να αντιπαραθέσει τίποτε το ουσιαστικό, εκτός από τα ξεθωριασμένα σύμβολα της πάλαι ποτέ «αριστεροσύνης» της και το όποιο, εάν υπάρχει και αυτό, νεανικό αγωνιστικό παρελθόν της. Η εκλογή Κασελάκη αποτέλεσε γι’ αυτούς ένα δεύτερο σοκ μετά από την εκλογική κατάρρευση του Μαΐου.
Αντέδρασαν σπασμωδικά και ασυντόνιστα με κραυγές αγανάκτησης και κινήσεις χωρίς σχεδιασμό. Οι διαδοχικές μεμονωμένες αποχωρήσεις στελεχών, της «ομπρέλας» και των 6+6, παρά το γεγονός ότι περιλαμβάνουν σημαντικό μέρος από τον πυρήνα του στελεχικού δυναμικού, είναι πολύ αμφίβολο κατά πόσο μπορούν να δώσουν ένα ακόμη βιώσιμο ρεφορμιστικό μόρφωμα μετά από τη ΛΑΕ, το ΜΕΡΑ 25 και την αμφιλεγόμενη Πλεύση Ελευθερίας. Πολύ περισσότερο που φέρουν το βαρός της εφαρμογής της μνημονιακής πολιτικής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ 2015-19.
-
Οι προοπτικές του ΣΥΡΙΖΑ
Τα «ιστορικά στελέχη» που αποχώρησαν και συγκροτούσαν τoν πυρήνα της κομματικής νομενκλατούρας, χάραζαν την ρεφορμιστική πολιτική και άρθρωναν τον πολιτικό λόγο του κόμματος. Η ανάδειξη στην ηγεσία ενός τυχάρπαστου τυχοδιώκτη μαζί με τους πρόθυμους αυλικούς του, ανεξάρτητα από την όποια εκλογική απήχηση μπορεί μεσοπρόθεσμα να αποκτήσει, δεν παύει να αποτελεί ένα ποιοτικό άλμα του ΣΥΡΙΖΑ προς τον παραπέρα πολιτικό εκφυλισμό και την πλήρη αποσύνθεση.
Το αστικό πολιτικό σύστημα για να λειτουργήσει χρειάζεται έναν αξιόπιστο αντιπολιτευτικό πόλο απέναντι στην κυβέρνηση που θα υποδέχεται την οργή των λαϊκών στρωμάτων, θα την συγκρατεί και θα την καναλιζάρει στα κοινοβουλευτικά πλαίσια. Μεσοπρόθεσμα, η αστική τάξη θα σταθμίσει κατά πόσο, αυτόν τον ρόλο, μπορεί να παίξει αυτόνομα η ηγεσία Κασελάκη ή μια ενδεχόμενη σύγκλιση με το ΠΑΣΟΚ. Όλες οι ενδείξεις ωστόσο, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, συνηγορούν ότι το πολιτικό κέντρο αποδυναμώνεται και καταρρέει.
Στο άμεσο μέλλον, ο ακραίος ευτελισμός των αριστερών συμβόλων από τον Κασελάκη, θα προκαλέσει μια παραπέρα πολιτική σύγχυση και αποπροσανατολισμό στα λαϊκά στρώματα που θα έχει αρνητικές συνέπειες για το εργατικό κίνημα και σύνολο της αριστεράς. Οι αρνητικές αυτές συνέπειες δεν θα ισοσκελισθούν από τα όποια μικρά εκλογικά κέρδη στην ριζοσπαστική αριστερά μπορεί να αποφέρει στις επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές η πολιτική αποσύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η ανάδειξη στην ηγεσία του Κασελάκη, ανεξάρτητα από την όποια μελλοντική εκλογική απήχηση μπορεί να αποκτήσει, θα μείνει στην ιστορία ως ένα ακόμη παράδειγμα πολιτικού εκφυλισμού στον οποίο μπορεί να καταλήξει ο ρεφορμιστικός κατήφορος μιας μικροαστικής ηγεσίας, που ο μοναδικός πραγματικός της ορίζοντας και απώτερος στόχος είναι οι καρέκλες της κυβέρνησης και η διαχείριση του μηχανισμού του αστικού κράτους ή έστω μεσοπρόθεσμα οι καρέκλες του κοινοβουλίου.
-
Η εμφάνιση της ακροδεξιάς
Στις εκλογές του Μαΐου εμφανίστηκαν συνολικά 11 κόμματα που μπορούν να χαρακτηριστούν ακροδεξιά (εθνικισμός, ξενοφοβία, ομοφοβία) και συγκέντρωσαν 656.408 ψήφους και ποσοστό 11,13% χωρίς την συμμετοχή της ΧΑ ή κάποιου υποκατάστατου. Είναι γεγονός ότι κανένα από αυτά τα 11 δεν διαθέτει οργανωτική δομή και στρατευμένη βάση, παρόμοια με της ΧΑ ώστε να χαρακτηριστεί φασιστικό. Στις εκλογές του 2019 τα ακροδεξιά κόμματα (συμπεριλαμβανομένης της ΧΑ) είχαν λάβει συνολικά 430.620 και 7.62%.
Εκτός από την γνώριμή μας Ελληνική Λύση του Βελόπουλου (4,45%, 262.507), έκανε την αναπάντεχη εμφάνισή της και η ΝΙΚΗ (2,92%, 172.507), ένα κόμμα θρησκόληπτων σκοταδιστών, στηριζόμενο από το ιερατείο των μοναστηριών και τις θρησκευτικές οργανώσεις. Το κόμμα ιδρύθηκε στην Θεσσαλονίκη την περίοδο των συλλαλητηρίων των «μακεδονομάχων» με διακηρυγμένες θέσεις εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών. Η εμφάνισή του είναι εντυπωσιακή δεδομένου ότι το κόμμα δεν είχε κάνει ουσιαστικά καμιά ανοιχτή δράση πριν από τις εκλογές. Απόδειξη μιας αυξανόμενης υπόγειας επιρροής των σκοταδιστικών θρησκευτικών κύκλων μετά την οικονομική κρίση.
Οι φασίστες της ΧΑ, αναθαρρημένοι από τα εκλογικά αποτελέσματα των κομμάτων της ακροδεξιάς του Μαΐου, συγκρότησαν στα γρήγορα το «νόμιμο» κόμμα-υποκατάστατο των Σπαρτιατών για να κερδίσουν στις εκλογές του Ιουνίου ένα αξιόλογο 4,68%, 243.922 ψήφους και 12 βουλευτές (Το 2019, η ΧΑ είχε συγκεντρώσει μόλις 2,93% και 165.620). Ένδειξη ότι το δίκτυο της φασιστικής οργάνωσης παραμένει σε λανθάνουσα μορφή, χωρίς γραφεία και ανοιχτές δράσεις. Είναι γεγονός ότι μετά από την ανάπτυξη του αντιφασιστικού κινήματος από το 2013 με την δολοφονία υποχώρησε από το να εκθέτει ανοιχτά τις ναζιστικές του θέσεις. Η αποτυχία να οργανώσει στο Νέο Ηράκλειο τη σχετική ναζιστική φιέστα την 1η Νοεμβρίου, οφείλεται ακριβώς στη δράση του αντιφασιστικού κινήματος. Ωστόσο, πέρα από τη δίκη και τις φυλακίσεις των ηγετικών στελεχών της ΧΑ, το δίκτυο δεν έχει υποστεί κάποια μαζικά χτυπήματα ή διώξεις των μεσαίων και κατώτερων στελεχών που δεν σταμάτησαν να εμφανίζονται με διάσπαρτες, μεμονωμένες και αποσπασματικές δράσεις (επιθέσεις σε μετανάστες, συμμετοχή σε εθνικιστικές κινητοποιήσεις κλπ.). Αντίθετα οι προσβάσεις τους στους κατασταλτικούς μηχανισμούς παραμένουν εντελώς άθικτες και πιθανόν να έχουν ενισχυθεί μέσα στο γενικότερ κλίμα της ανόδου της ακροδεξιάς.
Τον Ιούνιο έλαβαν: Ελλην. Λύση (4,44%, 231.491, 12 βουλευτές, ΝΙΚΗ 3,7%, 193.124, 10. Συνολικά τα κόμματα της ακροδεξιάς στις εκλογές του Ιουνίου, αν και λιγότερα τώρα σε αριθμό, συγκέντρωσαν 13,93% και 726.315 ψήφους. Μια άνοδος σε σχέση ακόμη και με τις εκλογές του προηγούμενου μήνα, που οφείλεται προφανώς στην εκλογική συσπείρωση που προκάλεσε η εμφάνιση των Σπαρτιατών.
Οι δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου έδωσαν την ευκαιρία για την άμεση εκλογική εμφάνιση του Κασιδιάρη σαν υποψήφιου για το δήμο της Αθήνας που συγκέντρωσε 8,33%. Στις προηγούμενες δημοτικές εκλογές του 2019, ο συνδυασμός Κασιδιάρη στην Αθήνα είχε συγκεντρώσει 10,54%. Μια ακόμη ένδειξη ότι η ΧΑ εξακολουθεί να διατηρεί στην αφάνεια, την οργανωτική της ύπαρξη και την επιρροή της. Τα διοικητικά μέτρα που επιβάλλουν τα αστικά κόμματα στους φασίστες βουλευτές, όχι μόνο δεν έχουν αποτέλεσμα, αλλά μάλλον ενισχύουν την «αντισυστημική» τους εικόνα και τους προσδίδουν το φωτοστέφανο του αγωνιστή. Την ίδια μάλιστα ώρα που η διείσδυσή τους στους κρατικούς κατασταλτικούς μηχανισμούς είναι δεδομένη, χωρίς να γίνεται καμιά προσπάθεια αντιμετώπισης.
-
Η ασθενική ανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ
Το ΠΑΣΟΚ, στις εκλογές του Μαΐου συγκέντρωσε 11,46% και 676.078 ψήφους, σημειώνοντας μια ανάκαμψη σε σχέση με τις εκλογές του 2019 ( 8,10 % και 457.623), αύξηση 218.455. Τη στιγμή που οι αντίστοιχες απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ ανήλθαν σε 596.727, το ΠΑΣΟΚ καρπώθηκε περίπου το 40% αυτών των απωλειών. Τον Ιούνιο, το ΠΑΣΟΚ παρέμεινε στο ίδιο σχεδόν ποσοστό (11,84%), χωρίς να μπορέσει να κερδίσει κάτι από τις πρόσθετες απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ.
Η εκλογή Ανδρουλάκη στην ηγεσία του κόμματος, τον Δεκέμβριο του 2021, δημιούργησε αρχικά την ψευδαίσθηση για μια άνοδο της εκλογικής απήχησης. Όμως οι διαχρονικές αδυναμίες του κόμματος γρήγορα ήρθαν να το προσγειώσουν στον μίζερο ρόλο της «ελάσσονος αντιπολίτευσης». Ο άχρωμος, ρουτινιέρικος αντιπολιτευτικός λόγος της νέας ηγεσίας ανταποκρίνεται στο σημερινό ΠΑΣΟΚ της παρακμής, των γραφειοκρατικών υπολειμμάτων του κραταιού ΠΑΣΟΚ της μεταπολίτευσης. Ότι δηλαδή απέμεινε μετά από τη διάλυση των κομματικών οργανώσεων από την «εκσυγχρονιστική ανανέωση» των Σημίτη και ΓΑΠ και από την εκλογική κατάρρευση της πρώτης μνημονιακής περιόδου 2010-12.
Τον τελευταίο χρόνο ο αντιπολιτευτικός του λόγος είχε επικεντρωθεί στο σκάνδαλο των υποκλοπών και στην παρακολούθηση του Ανδρουλάκη «από το Μαξίμου», με το «παράνομο λογισμικό» Predator. Η υπόθεση αυτή, ανεξάρτητα από τη σοβαρότητά της, από μόνη της δεν επαρκούσε για να συγκροτήσει μια αντιπολιτευτική τακτική και πολύ περισσότερο να εμπνεύσει και να αποτελέσει τον κύριο άξονα για μια δυναμική εκλογική επανα-συσπείρωση των λαϊκών στρωμάτων γύρω από το ΠΑΣΟΚ.
Στις δημοτικές εκλογές, η ύπαρξη στην επαρχία διάσπαρτων υπολειμμάτων από το παλαιό στελεχιακό δυναμικό του ΠΑΣΟΚ που παρέμεινε δραστήριο στην τοπική αυτοδιοίκηση, του δίνει ακόμη μια στοιχειώδη τυπική παρουσία. Τα παλαιά αυτοδιοικητικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ με τη μακρόχρονη διαχειριστική πρακτική και τις αυτονομημένες προσωπικές πελατειακές σχέσεις και δίκτυα, έχουν εντελώς αποχρωματιστεί πολιτικά. Η κάθοδος τους στις εκλογές και η προσωπική τους επιτυχία ή όχι στις τοπικές κοινωνίες, δεν έχει πλέον σχεδόν κανένα πολιτικό αντίκρισμα για το ΠΑΣΟΚ.
-
Η σχετική άνοδος του ΚΚΕ
Το ΚΚΕ στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου συγκέντρωσε ποσοστό 7,23% και 426.687 ψήφους σημειώνοντας μια άνοδο σε σχέση με το 2019, που είχε συγκεντρώσει 5,30% και 299.621. Η αύξηση των 127.066 ψήφων αντιστοιχεί, περίπου, στο 20% των αντίστοιχων απωλειών του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο αυτό ήταν αρκετό για να δημιουργήσει μια δυσανάλογη ευφορία στην κομματική του γραφειοκρατία.
Μετά από ένα μήνα, στις εκλογές του Ιουνίου, συγκέντρωσε 7,69% και 401.224. Η οριακή αύξηση του ποσοστού του προέκυψε προφανώς από την, συγκριτικά με τα άλλα κόμματα, μικρότερη αποχή των ψηφοφόρων του.
Η εκλογική άνοδος του ΚΚΕ επιβεβαιώθηκε και στις δημοτικές-περιφερειακές εκλογές του Οκτωβρίου. Στο δήμο της Αθήνας, ο συνδυασμός του Σοφιανού, συγκέντρωσε 12,88% και 18.002 ψήφους, όταν το 2019 είχε συγκεντρώσει 7,56% και 15.561. Στην περιφέρεια της Αττικής ο συνδυασμός του Πρωτούλη συγκέντρωσε 13,87% και 173.043, όταν το 2019 είχε συγκεντρώσει 8,28% και 132.066.
Η ηγεσία του ΚΚΕ ικανοποιημένη από αυτά τα μικρά εκλογικά κέρδη, αρνείται ή δεν απλώς δεν είναι ικανή να διακρίνει και να ερμηνεύσει σε όλη της την έκταση τη μεγάλη εικόνα, να αναγνώσει το κεντρικό μήνυμα των εκλογικών αποτελεσμάτων, την αποχή, την μεγάλη απογοήτευση που διαπερνά την πλειοψηφία της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, τον πολιτικό αποπροσανατολισμό τους, την άνοδο της ακροδεξιάς και τους κινδύνους που αυτά εγκυμονούν.
Το ΚΚΕ θεωρεί τις δημοτικές εκλογές ένα παραδοσιακά δικό του προνομιακό πεδίο. Πράγματι, ιστορικά, οι δήμαρχοι που προέρχονται από την Αριστερά κατά κανόνα υπήρξαν καλύτερα προετοιμασμένοι να αναλάβουν τα σχετικά καθήκοντα και προσανατολισμένοι στο να αντιμετωπίζουν ζωτικές ανάγκες των δημοτών. Ο Πελετίδης της Πάτρας προβλήθηκε σαν το πρότυπο του κομματικού, ικανού και αδιάβλητου ηθικά δημάρχου.
Όμως οι «κόκκινοι δήμαρχοι», αναπόφευκτα εμπλέκονται στις διαδικασίες αναθέσεων εργολαβιών και προμηθειών των δήμων που τις τελευταίες δεκαετίες έχουν αποκτήσει σημαντικά οικονομικά μεγέθη. Τα ισχυρά συμφέροντα εργολάβων και προμηθευτών, όπως έχει αποδειχθεί άπειρες φορές, είναι αυτά που θα επιβάλλουν τελικά τις μεθοδεύσεις και τις λογικές τους, ανεξάρτητα από τις όποιες προσωπικές ιδιότητες και προθέσεις των κόκκινων ή πράσινων ή μπλε δημάρχων.
Ο παραπέρα πολιτικός εκφυλισμός του ΚΚΕ, διαπιστώνεται διαρκώς με τις αντιδημοκρατικές και πυροσβεστικές τακτικές των συνδικαλιστικών του παρατάξεων αλλά και με τις πατριωτικές-εθνικιστικές θέσεις στα ελληνοτουρκικά, τις μεσοβέζικες-αμφίσημες θέσεις στο μεταναστευτικό, τις αντιδραστικές-σκοταδιστικές θέσεις που εκφράστηκαν για τον γάμο και την τεκνοθεσία των ομοφυλόφιλων.